Η πρωτολογία του υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, Νίκου Φίλη:
Στη δευτερολογία του ο υπουργός, κινούμενος σε συναινετικό κλίμα, είπε για το θέμα των Θρησκευτικών: “Με καλύπτει η κ. Γιαννάκου απολύτως. Είναι αρμοδιότητα της Πολιτείας να αποφασίσει για τα Θρησκευτικά και αυτό συμβαίνει… Άλλωστε σημειώνω με μεγάλη ικανοποίηση ως πολίτης ότι η Εκκλησία σήμερα δεν είναι στην εποχή των ταυτοτήτων, είναι στην εποχή της φιλάνθρωπης δράσης υπέρ των αναξιοπαθούντων Ελλήνων ή και προσφύγων.”
Για το θέμα της ιστορίας ο υπουργός τόνισε: “Νομίζω ότι πρέπει η συζήτηση για την ιστορία που έχει να κάνει με την ταυτότητα των πολιτών να γίνεται με ένα τρόπο ψύχραιμο, με ένα τρόπο ανεκτικό, με μια αντίληψη ότι δεν υπάρχει μία αλήθεια αλλά υπάρχουν πολλές αλήθειες, αρκεί να είναι επιστημονικά τεκμηριωμένες. Επαναλαμβάνω ότι με σεβασμό στην ιστορία, στις μνήμες, στον πόνο του Ελληνισμού και ιδιαίτερα του Ποντιακού Ελληνισμού που ήταν θύμα της τουρκικής θηριωδίας, αντιμετωπίζουμε το σύνολο της ιστορίας”.
Η δευτερολογία του υπουργού:
Στα όσα είπε η κ. Γιαννάκου θα ήθελα να θέσω μερικά ερωτήματα: Μέχρι την κρίση-μέχρι το 2009 -ξοδεύτηκαν περίπου τρία κοινοτικά πλαίσια στήριξης. Μιλάμε για εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ στο χώρο της εκπαίδευσης. Τι έγιναν αυτά? Γιατί όπως είπε η ίδια, παρέλαβε ένα ολοήμερο σχολείο που δεν ήταν ενταγμένο στον κρατικό προϋπολογισμό αλλά ήταν με κοινοτικά κονδύλια δηλαδή με προσωρινή χρηματοδότηση. Τα ίδια συνέβησαν και μετά. Οι προσωρινοί πόροι. Γιατί ιδρύθηκαν σε όλη την Ελλάδα πανεπιστημιακά τμήματα και ΤΕΙ, με κοινοτική χρηματοδότηση, χωρίς να προβλεφθεί η ένταξή τους το 2003, γιατί; Πολλά γιατί υπάρχουν για το πάρτι που έγινε με τα κοινοτικά κονδύλια, με αντιλήψεις δυστυχώς πελατειακών σχέσεων στο χώρο της εκπαίδευσης. Και είναι και αυτό το πάρτι για το οποίο ευθύνονται τα κόμματα που κυβέρνησαν .Είναι υπεύθυνα για την κρίση της εκπαίδευσης, πριν υπάρξει η κρίση η οικονομική. Αν τώρα στην οικονομική κρίση εντοπίσουμε μερικά στοιχεία θα καταλάβετε σε τι δεινή θέση έχει περιέλθει αυτή τη στιγμή η εκπαίδευση, δηλαδή η κοινωνία μας, δηλαδή το μέλλον της χώρας.
Είπε η κ. Γιαννάκου ότι για την ανώτατη εκπαίδευση ο προϋπολογισμός της εποχής της ήταν 1,4% του ΑΕΠ. Ξέρετε πόσο είναι σήμερα; Είναι 2.8% για το σύνολο της εκπαίδευσης. Και για ένα ΑΕΠ που είναι κατά 25% δηλαδή κατά 40-50 δισεκατομμύρια μικρότερο από την εποχή της κ. Γιαννάκου. Αυτό τι σημαίνει; Σημαίνει την κατασπατάληση των πόρων που είχαμε, το πάρτι που έγινε μέχρι την κρίση.
Αλλά και η πολιτική των μνημονίων που οδήγησαν στην καταρράκωση την οικονομική και την εκπαιδευτική τα χρόνια αυτά, συνθέτουν-δυστυχώς-ένα πολύ δύσκολο πρόβλημα που έχουμε να αντιμετωπίσουμε μπροστά μας.
Η παιδεία, πριν την κρίση ήταν σε κρίση, μέσα στην κρίση την οικονομική είναι σε διπλή κρίση. Απ’ αυτήν πρέπει να βγούμε. Και θα βγούμε όχι με αντιδικίες-συμφωνώ-δε θα βγούμε μ’ ένα κλίμα εθνικιστικής δημαγωγίας, ούτε με ένα κλίμα θρησκόληπτης καταφυγής, δε θα βγούμε μ’ ένα κλίμα μικροκομματικών αψιμαχιών, θα βγούμε με ψύχραιμη, νηφάλια αναζήτηση των αιτίων και επιδίωξη συναινέσεων παρά τη διαφορετική άποψη του καθενός.
Για όσα είπε η κ. Γιαννάκου σχετικά με το θέμα των Θρησκευτικών, με καλύπτει. Απολύτως. Είναι αρμοδιότητα της Πολιτείας να αποφασίσει για τα Θρησκευτικά, αυτό συμβαίνει. Υπενθυμίζω ότι η προηγούμενη αλλαγή των βιβλίων Θρησκευτικών έγινε και διαφώνησε η Εκκλησία-αλλα έγινε η αλλαγή των βιβλίων επί κυβερνήσεως, νομίζω Παπανδρέου, αν θυμάμαι καλά. Διαφώνησε η Εκκλησία, έγινε η αλλαγή των βιβλίων, διότι βάσει του Συντάγματος, την ευθύνη για την εκπαίδευση των πολιτών την έχει το κράτος. Το δημοκρατικά νομιμοποιημένο και εξουσιοδοτημένο κράτος. Εμείς επιδιώκουμε τον διάλογο, δε θέλουμε να φτιάξουμε κλίμα αντιδικίας. Δυστυχώς διαβάζουμε στις εφημερίδες ότι ένα τέτοιο κλίμα υφέρπει στους κόλπους της ιεραρχίας. Έχουμε εμπιστοσύνη ότι η εκπροσώπηση η θεσμική της ιεραρχίας θα είναι στο ύψος των περιστάσεων.
Άλλωστε σημειώνω με μεγάλη ικανοποίηση ως πολίτης ότι η Εκκλησία σήμερα δεν είναι στην εποχή των ταυτοτήτων, είναι στην εποχή της φιλάνθρωπης δράσης υπέρ των αναξιοπαθούντων συνανθρώπων μας, Ελλήνων ή και προσφύγων.
Και αυτό είναι ένα θετικό στίγμα που μπορώ σήμερα να αναφέρω, ελπίζοντας ότι μπορεί να υπάρξει μια συνεννόηση.
Δεύτερο θέμα, αναφέρθηκε η κ. Γιαννάκου στην άλλη περιπέτεια. Στην περιπέτεια της ιστορίας. Η ιστορία, όπως και η γλώσσα, όπως και η θρησκεία, προσφέρονται για συμβολικού τύπου συγκρούσεις. Δεν υποτιμώ τον συμβολισμό. Αλλά κάποτε να πάμε και στην ουσία. Πέρα από τα σύμβολα υπάρχει και η ουσία. Γι’ αυτό νομίζω ότι πρέπει η συζήτηση για την ιστορία που έχει να κάνει με την ταυτότητα των πολιτών να γίνεται μ ένα τρόπο ψύχραιμο, με ένα τρόπο ανεκτικό, με μια αντίληψη ότι δεν υπάρχει μία αλήθεια αλλά υπάρχουν πολλές αλήθειες, αρκεί να είναι επιστημονικά τεκμηριωμένες.
Δε θέλω να επανέλθω σε αυτά τα οποία άκουσα. Επαναλαμβάνω ότι με σεβασμό στην ιστορία, στις μνήμες, στον πόνο του Ελληνισμού και ιδιαίτερα του Ποντιακού Ελληνισμού που ήταν θύμα της τουρκικής θηριωδίας, αντιμετωπίζουμε το σύνολο της ιστορίας. Και είναι λάθος να λέγεται ότι εξαιρέθηκε το τμήμααυτό του παρευξείνιου ελληνισμού από το σχολείο. Υπάρχει στα σχολικά εγχειρίδια.
Πέρυσι λοιπόν, επειδή έγινε μια αναμόρφωση προκειμένου να υπάρχει δυνατότητα καλύτερης εξέτασης του μαθήματος, υπήρξε αναφορά του θέματος αυτού στο κεφάλαιο με τη Μικρασιατική Καταστροφή –πλήρης αναφορά –και απλώς δεν συμπεριλαμβάνεται στην εξεταστέα ύλη. Συνεχίζει να διδάσκεται απ’ τα σχολικά εγχειρίδια. Πρέπει να είμαστε επαναλαμβάνω νηφάλιοι, ψύχραιμοι.