Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος τόνισε επίσης πως η δράση της κυβέρνησης είναι προσηλωμένη και στη στήριξη του ΕΣΥ. «Έχουμε προσθέσει κλίνες στο Σύστημα, έχουμε βάλει τον ιδιωτικό τομέα να υποστηρίζει το ΕΣΥ, έχουμε προχωρήσει σε επιτάξεις γιατρών.
«Είναι αδιαπραγμάτευτη θέση για την κυβέρνηση ότι τα κριτήρια για εισαγωγή στη ΜΕΘ είναι αποκλειστικά και μόνο υγειονομικά. Δεν χωράει οτιδήποτε άλλο εκεί», δήλωσε ο Γιάννης Οικονόμου σε συνέντευξή του στον Σκάι.
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος τόνισε επίσης πως η δράση της κυβέρνησης είναι προσηλωμένη και στη στήριξη του ΕΣΥ. «Έχουμε προσθέσει κλίνες στο Σύστημα, έχουμε βάλει τον ιδιωτικό τομέα να υποστηρίζει το ΕΣΥ, έχουμε προχωρήσει σε επιτάξεις γιατρών. Κάνουμε ό,τι χρειάζεται ανά πάσα στιγμή. Προφανώς, εκεί γίνεται η πολύ μεγάλη μάχη. Αν υπάρχουν συγκεκριμένα στοιχεία, ότι γίνονται διακρίσεις για κρεβάτια στις ΜΕΘ, αυτά τα στοιχεία πρέπει να καταγγελθούν και να διερευνηθούν χωρίς αμφιβολία. Είναι αποκλειστικά και μόνο υγειονομικοί οι λόγοι, με τους οποίους οι συμπολίτες μας που διασωληνώνονται και πηγαίνουν στα κρεβάτια των ΜΕΘ. Γίνεται μια πάρα πολύ μεγάλη μάχη στο Σύστημα για να σώσουμε όσους περισσότερους ανθρώπους μπορούμε», υπογράμμισε.
Ο κ. Οικονόμου ανέφερε ότι η κυβέρνηση δεν εξετάζει αυτή τη στιγμή καινούργια μέτρα σε ό,τι αφορά την στρατηγική απέναντι στην πανδημία της. «Έχουμε ένα πλαίσιο με βάση το οποίο δουλεύουμε. Είμαστε ικανοποιημένοι από τους ρυθμούς αύξησης της εμβολιαστικής κάλυψης. Αποδίδει και η γενναία απόφαση του πρωθυπουργού για την υποχρεωτικότητα στους 60 και άνω. Έχουμε πάνω από 70.000 συμπολίτες μας αυτής της ηλικιακής ομάδας, που, μέσα σε κάτι παραπάνω από μία εβδομάδα, ενώ ήταν απροστάτευτοι όλο το προηγούμενο διάστημα, έσπευσαν να αξιοποιήσουν το εμβόλιο. Πηγαίνει πάρα πολύ καλά και η αναμνηστική δόση. Πάνω από 1.800.000 συμπολίτες μας έχουν, ήδη, κάνει την αναμνηστική δόση. Οι εμβολιασμοί εξελίσσονται ικανοποιητικά. Έχουμε ένα πλαίσιο ελέγχου της αγοράς», δήλωσε και συνέχισε:
«Από εκεί και πέρα, οφείλουμε να είμαστε ευαισθητοποιημένοι και σε εγρήγορση. Ο κορονοϊός είναι εδώ. Έχουμε συστήσει σε όλο τον πληθυσμό να αξιοποιήσει τη δυνατότητα που δίνουμε για ένα δωρεάν self-test, έτσι ώστε να ελέγχει την επιδημιολογική του κατάσταση και για να προστατευθεί και για να μη μεταδίδει άθελά του τον ιό στην κοινότητα. Παρακολουθούμε την εξέλιξη της κατάστασης. Δίνουμε καθημερινά τη μάχη στο ΕΣΥ, γιατί εκεί γίνεται η μεγάλη προσπάθεια. Ακολουθούμε από τον Σεπτέμβριο μια δύσκολη και εξισορροπητική στρατηγική. Όλα τα μέτρα, όλες οι ενέργειές μας από τότε μέχρι σήμερα έχουν αυτό τον σκοπό: οικονομία, κοινωνία και εκπαίδευση ανοιχτά και, ταυτόχρονα, μάχη για τον περιορισμό της διασποράς και στήριξη του ΕΣΥ».
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος δήλωσε πως η υποχρεωτικότητα ήρθε αφού η κυβέρνηση εξάντλησε τη διαδικασία της πειθούς και της διευκόλυνσης στις ηλικιακές ομάδες που αποδεδειγμένα κινδυνεύουν πιο πολύ. «Δηλαδή, στους ανθρώπους που κινδυνεύουν να νοσήσουν πάρα πολύ βαριά, να διασωληνωθούν, να μπουν στις εντατικές και πολλοί από αυτούς να χάσουν τη ζωή τους. Αυτά ήταν τα στοιχεία που είχαμε και από το Εθνικό Σύστημα Υγείας όλο το προηγούμενο διάστημα. Επίσης, βλέπαμε ότι αυτή [η ηλικιακή ομάδα] είχε ανταποκριθεί πολύ λιγότερο στο κάλεσμα για εμβολιασμό παρά την πολύ θετική στάση που παρατηρήθηκε τον Νοέμβριο για εμβολιασμό από άλλες ηλικιακές ομάδες συμπολιτών μας. Αποδίδει το κάλεσμα αυτό αυτή την ώρα. Εάν χρειαστεί να κάνουμε οτιδήποτε άλλο, εδώ είμαστε να το δούμε. Παρόλα αυτά μένουμε σε αυτά που είμαστε», επισήμανε ενώ αναφέρθηκε και στη στάση του ΣΥΡΙΖΑ.
«Αυτή τη θεωρία της αντιπολίτευσης περί ”προαιρετικής υποχρεωτικότητας” έχει πολύ ενδιαφέρον να τη συζητήσει κανείς, όταν με το καλό περάσει η κρίση. Γιατί η κυβέρνηση, σε αντίθεση με την αντιπολίτευση, δεν έχει την πολυτέλεια ούτε ευχολόγια να διατυπώνει, ούτε διαπιστώσεις να κάνει, ούτε σουρεαλιστικές προσεγγίσεις τέτοιου τύπου να επεξεργάζεται. Η κυβέρνηση έχει την υποχρέωση να παίρνει αποφάσεις, να κάνει πράξεις. Και στη συγκεκριμένη περίπτωση, να κάνει ό,τι απαιτείται, έτσι ώστε να ανασχέσουμε τη διασπορά του κορονοϊού, να προστατεύσουμε όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους μπορούμε και το βασικό μας όπλο γι’ αυτό, είναι η αύξηση της εμβολιαστικής κάλυψης. Παίρνουμε γενναίες αποφάσεις που έχουν κόστος. Δεν προσεγγίζουμε την πανδημία μέσα από όρους πολιτικού κόστους, αλλά μέσα από όρους αποτελεσματικότητας για την προστασία της κοινωνίας και του δημόσιου συμφέροντος. Αυτή είναι η διαφορά μας» τόνισε ο κ. Οικονόμου.
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος αναφέρθηκε και στην οικονομία η οποία, είπε, πάει πολύ καλά και αυτό, δεν γίνεται εν κενώ.
«Γίνεται γιατί εφαρμόσαμε μια σώφρονα και λελογισμένη πολιτική όλο το προηγούμενο διάστημα. Η οικονομία αντέχει στην πανδημία. Αντέχει γιατί η κυβέρνηση τη στήριξε, στήριξε την αγορά. Αντέχει γιατί οι μεταρρυθμίσεις μας προσελκύουν επενδύσεις, δημιουργούν νέες θέσεις εργασίες. Θυμίζω ότι η καλοπροαίρετη αγωνία, αλλά και οι κακεντρεχείς προβλέψεις ότι θα ακολουθήσει τσουνάμι λουκέτων και απολύσεων μετά την πανδημία, δεν έχουν επιβεβαιωθεί», ανέφερε και προσέθεσε:
«Ο κ. Τσίπρας είχε την κακή συνήθεια ό,τι έδινε από τη μία τσέπη να το παίρνει πολλαπλάσια από την άλλη, με φόρους, ασφαλιστικές εισφορές, πολιτικές που λεηλατούσαν το εισόδημα των συνταξιούχων, ολόκληρης της μεσαίας τάξης. Ακολουθούμε μια πολιτική δυναμικής ανάπτυξης, η οποία δίνει μέρισμα στους πολίτες που δεν τους τα παίρνει από την άλλη τσέπη. Δημιουργεί στέρεες βάσεις, έτσι ώστε να έχουν όλοι μερίδιο σε αυτή την προκοπή και ευημερία».
Τέλος σχετικά με τις εκλογές στο ΚΙΝΑΛ είπε ότι η κυβέρνηση δεν ανακατεύεται στα εσωτερικά των άλλων κομμάτων. «Παρακολουθούμε με το πολιτικό ενδιαφέρον που έχει η διαδικασία αυτή, αλλά και με τον σεβασμό που πρέπει να δείχνει κανείς σε κάθε διαδικασία που απευθύνεται στην κοινωνία. Είναι πολύ θετικό, τα κόμματα, για κορυφαία πολιτικά γεγονότα, όπως είναι η ανάδειξη της ηγεσίας τους, να προσφεύγουν στην κοινωνία. Θυμίζω ότι η Νέα Δημοκρατία και το Κίνημα Αλλαγής είναι τα δύο κόμματα που δεν φοβούνται να ανοιχτούν στην κοινωνία για σοβαρά ζητήματα και η εκλογή ηγεσίας για τα κόμματα είναι ένα από τα πιο σοβαρά ζητήματα», δήλωσε.