Των Εκπαιδευτικών Ειδικοτήτων Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης
Με αφορμή τα δημοσιεύματα περί εισήγησης στο Υπουργείο Πολιτισμού, Παιδείας και Θρησκευμάτων, προς το σκοπό της ανάκλησης των υποχρεωτικών μετατάξεων του Ν. 4172/2013 άρ. 82, παρ. 11, είναι αναγκαίο να εκτεθούν οι παρακάτω σκέψεις.
Με την ψήφιση του νόμου 4172/2013 και συγκεκριμένα βάσει της παρ. 11 του άρθρου 82, εξουσιοδοτήθηκε ο Υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων, όπως προβεί σε υπολογισμό των αναγκών του εκπαιδευτικού συστήματος σε ανθρώπινο δυναμικό, προκειμένου να καταστεί εφικτή η ισορροπημένη κατανομή του προσωπικού στις εθνικές εκπαιδευτικές δομές.
Εν συνεχεία και βάσει της ίδιας διατάξεως, εξουσιοδοτήθηκε να μετακινήσει προσωπικό από περιοχές και υπηρεσίες στις οποίες πλεονάζει, σε εκείνες στις οποίες υπάρχουν ελλείψεις, προβαίνοντας σε μία πρωτόγνωρη για τα ελληνικά δεδομένα διαδικασία μαζικών υποχρεωτικών μετατάξεων.
Με τη διαδικασία αυτή δυστυχώς που επέλεξε το Υπουργείο Παιδείας, επεφύλαξε σε εμάς, τους εκπαιδευτικούς της Π.Ε. μία εξαιρετικά άνιση και άδικη μεταχείριση, δεδομένου ότι οι υποχρεωτικές μετατάξεις των συναδέλφων μας από τη Δ.Ε., κατέλαβαν θέσεις και λειτουργικά κενά, σε Διευθύνσεις και περιοχές στις οποίες διατηρούμε προσωπικά, οικογενειακά, οικονομικά και κοινωνικά συμφέροντα και οι οποίες αποτελούσαν από την έναρξη της σταδιοδρομίας μας στην Εκπαίδευση, τους τόπους στους οποίους επιθυμούσαμε δικαίως, αξιοκρατικά και με υπομονή να μετατεθούμε.
Ουσιαστικά, με την εκτέλεση των υποχρεωτικών μετατάξεων των καθηγητών της Δ.Ε. σε θέσεις της Π.Ε., παρακάμφθηκε εκ μέρους του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων τεχνηέντως και με πρωτοφανώς άδικο τρόπο, η αρχή της ισότητας βάσει της οποίας έπρεπε να αντιμετωπιστούν ΟΛΟΙ οι καθηγητές στην εκπαίδευση. Διότι για τους περισσότερους εκ των συναδέλφων της Δ.Ε., οι μετατάξεις αυτές σήμαναν όχι απλώς αλλαγή κλάδου, αλλά και μετακίνησή τους στην περιοχή των συμφερόντων τους, καταλαμβάνοντας θέσεις οι οποίες θα ήταν αυτονόητα δίκαιο να διεκδικηθούν και από καθηγητές της Π.Ε., οι οποίοι σε πολλές περιπτώσεις τις δικαιούνταν και αξιοκρατικά, καθώς διέθεταν περισσότερα μόρια από εκείνους που μετατάχθηκαν.
Ουσιαστικά, μετά την ολοκλήρωση των υποχρεωτικών μετατάξεων, παγιδευτήκαμε υπηρεσιακά, στερούμενοι κάθε ελπίδα για μετάθεση στους τόπους μας και κοντά στις οικογένειές μας, δεδομένου πως στην πλειοψηφία τους τα κενά και οι θέσεις τις οποίες διεκδικούσαμε επί πολλά χρόνια και καλύπταμε με το ημίμετρο των αποσπάσεων, έχουν καταληφθεί με τις μετατάξεις των καθηγητών της Δ.Ε.
Άλλωστε, ο ισχυρισμός των μεταταχθέντων εκπαιδευτικών της Π.Ε. ότι δεν τοποθετήθηκαν σε οργανικά κενά αλλά σε λειτουργικά και έτσι δεν κατέλαβαν θέσεις εξ ημών, κρίνεται προσχηματικός, καθώς η πραγματικότητα εν προκειμένω δεν αλλάζει ανάλογα με το πώς βαπτίζεται το κενό, οργανικό ή λειτουργικό. Επιπλέον αποδείχθηκε ότι τα λειτουργικά κενά ήταν οιονεί οργανικά εν τέλει, καθώς είχε προαναγγελθεί η σύσταση οργανικών θέσεων αποκλειστικά και μόνο για εκείνους οι οποίοι μετετάγησαν.
Είναι προφανές συνεπώς και αυτονόητο πως η δικαιοπολιτικά ορθή επιλογή για την ισοκατανομή του προσωπικού θα ήταν ο υπολογισμός των οργανικών κενών σε πρώτη φάση, η υλοποίηση των μεταθέσεων ξεχωριστά σε κάθε βαθμίδα εκπαίδευσης σε δεύτερη φάση και εκ των υστέρων η πραγματοποίηση μετατάξεων εάν και εφόσον αυτό τότε κρινόταν αναγκαίο.
Αξίζει να επισημάνουμε εδώ, πως ενστερνιζόμαστε και εμείς την αναγκαιότητα για εξορθολογισμό της κατανομής των υπηρετούντων στην εκπαίδευση και συνεπώς τη μετακίνηση προσωπικού από θέσεις στις οποίες αυτό πλεονάζει σε θέσεις όπου υπάρχουν ελλείψεις. Η δίκαιη ένστασή μας έγκειται στη διαδικασία την οποία επέλεξε το Υπουργείο, απαξιώνοντας ολοκληρωτικά και συνολικά την υπηρεσιακή θέση των καθηγητών της Π.Ε. και καθιστώντας μας αυθαίρετα υπαλλήλους δεύτερης κατηγορίας με μειωμένα δικαιώματα, διότι με την επίμαχη διαδικασία οι αποφά εις ελήφθησαν όχι απλώς χωρίς διάλογο μαζί μας, αλλά χωρίς καν να ληφθεί υπόψη η ίδια μας η ύπαρξη στην εκπαίδευση.
Εκ των υστέρων και μετά από έντονες διαμαρτυρίες μας, το Υπουργείο Παιδείας σε απαντήσεις του ουσιαστικά ομολόγησε ότι υπέστημεν αδικία, με την επίκληση όμως της ανάγκης λήψης δημοσιονομικών μέτρων. Ωστόσο, δεν προκύπτει πως συνδέεται η προαναφερόμενη δημοσιονομική αναγκαιότητα με την επιβολή καθεστώτος αναξιοκρατίας στις εσωτερικές μετακινήσεις προσωπικού στην εκπαίδευση. Το παραπάνω αποτελεί ομολογία του Υπουργείου Παιδείας για να δικαιολογήσει προσχηματικά την αδικία την οποία υπέστημεν. Διότι όπως προείπαμε και το επαναλαμβ άνουμε, δεν ήμαστε ούτε παραμένουμε αντίθετοι στην ισοκατανομή του εκπαιδευτικού προσωπικού και άρα στην αναγκαιότητα μετακινήσεων προς τον παραπάνω σκοπό. Διαμαρτυρόμαστε όμως έντονα και οργισμένα, διότι δε ληφθήκαμε υπόψη και ακολουθήθηκε μία διαδικασία η οποία δημιούργησε ανισότητα, αποκλεισμό μας από τα νόμιμα δικαιώματά μας για αξιοκρατικές μεταθέσεις και δριμεία απογοήτευση για το κράτος δικαίου στο οποίο έχουμε την πεποίθηση πως λειτουργούμε.
Επιπλέον, κατά την εκτέλεση των μετατάξεων έλαβε χώρα και σωρεία παρατυπιών, καθιστώντας όλο το εγχείρημα μνημείο αναξιοκρατίας και επιπολαιότητας. Ενδεικτικά αναφέρουμε πως δεν ανακοινώθηκαν τα μόρια των μεταταχθέντων εκπαιδευτικών, παρότι στο άρθρο 82 παρ. 11 του Ν. 4172/2013, οριζόταν μοριοδοτική διαδικασία, ενώ και ο δυσανάλογα μεγάλος αριθμός των ενστάσεων που υποβλήθηκαν, γεννά εύλογους προβληματισμούς. Άλλωστε είναι γνωστό πως σε πολλές περιοχές πραγματοποιήθηκαν τελικώς πολύ περισσότερες μετατάξεις από όσες είχαν προβλεφθεί αρχικώς με τις διαπιστωτικές πράξεις του Υπουργείου Παιδείας, με προφανώς παράτυπο τρόπο, δημιουργώντας παραδόξως εκ νέου ανισοκατανομή προσωπικού.
Κατόπιν όλων των ανωτέρω, και με δεδομένο πως η διαδικασία που ακολουθήθηκε από την τότε πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας, υπήρξε αφενός εξαιρετικά αδιαφανής και μεθοδευμένη, και αφετέρου προκάλεσε σοβαρά προβλήματα και έθεσε εν αμφιβόλω το κράτος δικαίου στο οποίο πιστεύουμε, δηλώνουμε ότι υποστηρίζουμε πλήρως την εισήγηση περί ανάκλησης όλων των υποχρεωτικών μετατάξεων στην εκπαίδευση και καλούμε το Υπουργείο Παιδείας να προβεί άμεσα στις σχετικές ενέργειες, καθώς κατ’ αυτόν τον τρόπο θα αποκατασταθεί η κατάφωρη αδικία την οποία έχουμε υποστεί και θα επικρατήσουν οι αρχές της αξιοκρατίας, της ισότητας και της χρηστής διοίκησης.
Εκπαιδευτικοί ειδικοτήτων πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης