«Ο να φτάσει τα 950 ευρώ» – Το υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης επισκέφθηκε το πρωί της Πέμπτης (4.7.24) ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης και προήδρευσε σε σύσκεψη με την πολιτική ηγεσία του υπουργείου, στο πλαίσιο της οποίας εξετάστηκαν εργασιακά και ασφαλιστικά ζητήματα.

Σε δήλωσή του μετά την ολοκλήρωση της σύσκεψης ο πρωθυπουργός ευχήθηκε στην υπουργό και τον υφυπουργό «καλή δύναμη» και εξέφρασε την ελπίδα «ότι το “112” το οποίο μόλις χτύπησε δεν αφορά την παρουσία της ΓΣΕΕ στο υπουργείο. Αστειεύομαι, γιατί θέλω να τονίσω την πολύ μεγάλη σημασία την οποία αποδίδουμε στον κοινωνικό διάλογο και να ενθαρρύνω εσάς και το επιτελείο σας να τον διεξάγετε ενεργά και πάντα με γνώμονα την εξεύρεση βέλτιστων λύσεων και για τις επιχειρήσεις και για τους εργαζόμενους».

Τόνισε ότι στο υπουργείο αυτό έχει γίνει μια πολύ σημαντική δουλειά ολόκληρη αυτή την πενταετία, και είπε χαρακτηριστικά: «Μια δουλειά η οποία αποτυπώνεται καταρχάς στην εντυπωσιακή μείωση της ανεργίας, στη δημιουργία εκατοντάδων χιλιάδων νέων θέσεων εργασίας αλλά και στη βελτίωση του εργασιακού περιβάλλοντος, έχοντας πάντα ως πρώτο στόχο την προστασία των δικαιωμάτων των εργαζόμενων».

Στη συνέχεια μίλησε για την ψηφιακή κάρτα, «η οποία αποτελεί πράγματι μια πολύ τολμηρή μεταρρύθμιση, η οποία έχει έναν και βασικό σκοπό: να καταγράφεται και κατά συνέπεια να αμείβεται ο πραγματικός χρόνος εργασίας.

«Ο κατώτατος μισθός να φτάσει τα 950 ευρώ»

«Για τα ζητήματα του κατώτατου μισθού εξακολουθεί να ισχύει στο ακέραιο η δέσμευσή μας ο κατώτατος μισθός να φτάσει τα 950 ευρώ στο τέλος της τετραετίας. Αλλά βέβαια δεν είναι το μόνο ζήτημα αυτό το οποίο αφορά την αγορά εργασίας», τόνισε ο κ. Μητσοτάκης.

Ο πρωθυπουργός σημείωσε ακόμη: «Θέλω να κάνω ειδική μνεία στην ανάγκη να κάνουμε μεγάλες προσπάθειες ώστε να βελτιώσουμε τη συμμετοχή στην αγορά εργασίας, πρωτίστως των γυναικών, των νέων μας, των ατόμων με αναπηρία, αλλά και των συνταξιούχων. Και να εκφράσω την ικανοποίησή μου για το γεγονός ότι η τολμηρή μεταρρύθμιση της κυβέρνησής μας, η οποία έδωσε τη δυνατότητα στους συνταξιούχους να εργάζονται χωρίς περικοπή της σύνταξής τους και μόνο με φορολόγηση του πραγματικού χρόνου εργασίας τους, έχει ήδη εντυπωσιακά αποτελέσματα».

«Ενημερώθηκα ότι 170.000 συμπολίτες μας συνταξιούχοι έχουν επιλέξει αυτόν τον τρόπο εργασίας, συμπληρώνοντας με την εργασία τους τα εισοδήματά τους και διεκδικώντας βέβαια και μεγαλύτερη σύνταξη στη συνέχεια, αλλά θα επισημάνω και πάλι την ανάγκη πρόσθετων εργαλείων για τη συμμετοχή των γυναικών στην αγορά εργασίας. Αυτό προφανώς έχει να κάνει με πολλά ζητήματα τα οποία έχουν να κάνουν με τη συμφιλίωση των ιδιαίτερων, θα έλεγα, απαιτήσεων και προσδοκιών των γυναικών σε ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο εργασιακό περιβάλλον», ανέφερε χαρακτηριστικά.

«Και βέβαια, να επισημάνω και πάλι την πολύ μεγάλη σημασία την οποία αποδίδουμε στις ενεργητικές πολιτικές εργασίας και στη δουλειά την οποία κάνει η Δημόσια Υπηρεσία Απασχόλησης, με πολλά νέα προγράμματα τα οποία βγαίνουν συνέχεια “στον αέρα”, χρηματοδοτούμενα από Ευρωπαϊκούς πόρους, τα οποία νομίζω ότι μας δίνουν πρόσθετα “πολεμοφόδια” για να γεφυρώσουμε αυτή την, θα έλεγα, κατάσταση στην αγορά εργασίας όπου αρχίζουμε να βλέπουμε πια μία σημαντική διαφοροποίηση μεταξύ της προσφοράς του εργατικού δυναμικού και της ζήτησης εργαζόμενων από την πλευρά των επιχειρήσεων», σημείωσε.

Όπως είπε, «εκεί εντάσσεται και το ζήτημα του εξορθολογισμού του πλαισίου των μετακλήσεων εργαζομένων από το εξωτερικό. Θέλω να το τονίσω, αυτή είναι μία λύση ανάγκης, απαραίτητη όμως για συγκεκριμένους κλάδους, η οποία πρέπει να διεκπεραιώνεται πρώτα και πάνω απ’ όλα με ταχύτητα, έτσι ώστε να μην έχουμε κενά στην αγορά εργασίας σε κλάδους κρίσιμους, όπως ο πρωτογενής τομέας ή ο τομέας των κατασκευών όπου εκτελούνται πολύ μεγάλα έργα σήμερα σε ολόκληρη την πατρίδα μας».