Η ενίσχυση των εισοδημάτων των εργαζομένων, με , αποτελεί βασικό όπλο της κυβέρνησης για την επόμενη τετραετία. H εξαγγελία για καλύτερους μισθούς πρόκειται να υλοποιηθεί με άμεσο τρόπο, μέσω απευθείας αυξήσεων, αλλά και εμμέσως, μέσω μειώσεων φόρων και εισφορών.

Σύμφωνα με πληροφορίες από το Εnikos, από την 1η/1/2024 οι μέσω της εφαρμογής του ενιαίου μισθολογίου. Σύμφωνα με τον υπουργό Οικονομικών Χρήστο Σταϊκούρα, η συνολική ενίσχυση για τους δημοσίους υπαλλήλους θα φτάσει τα 900 εκατ. ευρώ, αφού στα 500 εκατ. ευρώ που θα εκταμιευθούν από τον κρατικό Προϋπολογισμό πρέπει να προστεθεί το ποσό από την κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης και της ειδικής εισφοράς 1% υπέρ του Ταμείου Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων, που αφορά 600.000 δημοσίους υπαλλήλους, καθώς και η αναπροσαρμογή του ειδικού μισθολογίου των 20.000 γιατρών του ΕΣΥ, με αύξηση του βασικού μισθού, του επιδόματος νοσοκομειακής απασχόλησης και του επιδόματος θέσης ευθύνης, μέτρα που ισχύουν από φέτος.

Στον ιδιωτικό τομέα, από την 1η Απριλίου θα ισχύσει ο νέος κατώτατος μισθός, που αφορά σε 650.000 εργαζομένους. Σύμφωνα με όλες τις εκτιμήσεις, ο κατώτατος μισθός, από 713 ευρώ σήμερα, θα διαμορφωθεί τουλάχιστον στα 780 ευρώ. Παράλληλα, όμως, η αναπροσαρμογή του κατώτατου μισθού εκτιμάται ότι θα οδηγήσει σε αύξηση του μέσου μισθού στον ιδιωτικό τομέα της τάξης του 3%-4%.

Έμμεση αύξηση στις αποδοχές των εργαζομένων θα φέρει η νέα μείωση στις ασφαλιστικές εισφορές από την 1η Ιανουαρίου 2024, καθώς και μια σειρά από φορολογικές παρεμβάσεις, όπως η μείωση των φορολογικών συντελεστών και η κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος και των τεκμηρίων διαβίωσης. Σε αυτό το πλαίσιο, θα ωφεληθούν και οι ελεύθεροι επαγγελματίες, για τους οποίους μάλιστα ετοιμάζεται και η αναμόρφωση της φορολόγησής τους.

Δημόσιος τομέας

Από τις αρχές του 2024, 600.000 πολιτικοί δημόσιοι υπάλληλοι, ένστολοι και μέλη ΔΕΠ, θα δουν να αυξάνονται οι αποδοχές τους, μετά το «μαχαίρι» των μνημονίων και την κατάργηση των δώρων. Tις μεγαλύτερες αυξήσεις θα λάβουν αυτοί που βρίσκονται στα χαμηλά μισθολογικά κλιμάκια, ώστε να συγκλίνουν οι κατώτατοι μισθοί στο Δημόσιο με αυτούς του ιδιωτικού τομέα. Αυξήσεις επίσης θα δουν και όσοι κατέχουν θέσεις ευθύνης, δηλαδή οι ειδικοί και γενικοί γραμματείς, οι γενικοί διευθυντές, οι διευθυντές, οι υποδιευθυντές και οι τμηματάρχες. Εκτιμάται, δε, ότι οι αυξήσεις των μηνιαίων βασικών μισθών στα κατώτατα μισθολογικά κλιμάκια θα υπερβούν τα 60 ευρώ και μπορεί να φτάσουν και μέχρι τα 100 ευρώ μηνιαίως. Μεταξύ άλλων, το ενιαίο μισθολόγιο σχεδιάζεται ώστε:

1.Να ενσωματώνει στον βασικό μισθό μέρος από τα επιδόματα που καταβάλλονταν μέχρι σήμερα.

2.Να εφαρμοστεί ένα μεικτό σύστημα αποδοχών, βάσει του οποίου η μισθολογική εξέλιξη κάθε υπαλλήλου θα συναρτάται με τη χορήγηση βαθμού και, συνεπώς, θα συνδέεται πλέον ο βαθμός που κατέχει κάθε φορά ο υπάλληλος με τον αντίστοιχο μισθό.

3.Να καταργεί κάθε είδους επιδόματα, παροχές και αποζημιώσεις και να προσδιορίζει τα επιδόματα που θα καταβάλλονται, εφόσον πληρούνται οι όροι και οι προϋποθέσεις καταβολής τους.

4.Να χορηγεί κίνητρο επίτευξης στόχων στους υπαλλήλους των υπηρεσιών που πετυχαίνουν σε πολύ μεγάλο βαθμό τους ποσοτικοποιημένους στόχους, οι οποίοι θα τεθούν με βάση το εκάστοτε σύστημα αξιολόγησης.

Σε μελέτη της ΑΔΕΔΥ καταγράφει μείωση κατά 25,6% του μέσου μισθού των δημοσίων υπαλλήλων μεταξύ 2008 και 2020, επιβεβαιώνοντας αφενός το μεγάλο οικονομικό πλήγμα που έχουν υποστεί από την αρχή της οικονομικής κρίσης και αποκαλύπτοντας ότι η Ελλάδα «ξεχωρίζει» για το ύψος της αρνητικής προσαρμογής του μισθού των δημοσίων υπαλλήλων της. Ακόμα και στην Πορτογαλία, στην Ισπανία ή στην Κύπρο, όπου είχαν επιβληθεί μνημόνια, οι μισθοί των δημοσίων υπαλλήλων εμφανίζουν αυξήσεις.

Μεταξύ 2010 και 2020, ανώτερα διευθυντικά και διοικητικά στελέχη του Δημοσίου υπέστησαν μεσοσταθμικές μειώσεις (ύψους 11,2%, από 1.632 ευρώ σε 1.449 ευρώ). Οι μειώσεις στους επιστήμονες δημοσίους υπάλληλους (γιατροί, εκπαιδευτικοί κ.λπ.) ανήλθαν σε 15,8% (από 1.366 ευρώ σε 1.150 ευρώ). Οι μειώσεις στους τεχνικούς ανήλθαν σε 13,4% (από 1.265 ευρώ σε 1.096 ευρώ) και στη μεγάλη κατηγορία των υπαλλήλων γραφείου οι μειώσεις ανήλθαν στο 15,3% (από 1.196 ευρώ σε 1.013 ευρώ). Οι γυναίκες δημόσιοι υπάλληλοι πλήττονται ακόμα περισσότερο, κάτι που επιβεβαιώνει ότι η κρίση οδήγησε σε αύξηση της απόκλισης μισθών κατά φύλο.

Ιδιωτικός τομέας

Έως τις 10 Μαρτίου θα έχει «κλειδώσει» η νέα αύξηση του κατώτατου μισθού, ώστε να εφαρμοστεί από την 1η Απριλίου και αφορά 650.000 μισθωτούς. Σύμφωνα με τον Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, «θα είναι μια σημαντική αύξηση, που δεν θα υπονομεύσει όμως την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων». Παράλληλα, ο πρωθυπουργός τόνισε πως «βούλησή μας είναι να ενθαρρύνουμε τις ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις». Σε αυτό το πλαίσιο, το σενάριο της αύξησης 5,5%, ώστε ο μισθός να φτάσει στα 751 ευρώ, έχει απομακρυνθεί και πλέον στο τραπέζι φαίνεται να κερδίζει έδαφος μια αύξηση από 9% έως 9,9%, ώστε να διαμορφωθεί από 713 ευρώ κοντά στα 785 ευρώ, στον πληθωρισμό του 2022.

Ωστόσο, εκπρόσωποι των εργοδοτών επισημαίνουν ότι είναι αδύνατον μέσα σε αυτό το ρευστό περιβάλλον, κυρίως λόγω τoυ ενεργειακού κόστους, να δοθούν αυξήσεις που θα ενσωματώνουν ολόκληρο τον πληθωρισμό. Γι’ αυτόν τον λόγο, η κυβέρνηση σχεδιάζει να εφαρμόσει κάποιο μέτρο που θα λειτουργήσει ως αντίβαρο στην επιβάρυνση των επιχειρήσεων. Η αύξηση του κατώτατου μισθού αναμένεται να συμπαρασύρει και τους υπόλοιπους μισθούς στον ιδιωτικό τομέα. Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος, για κάθε ποσοστιαία μονάδα αύξησης του κατώτατου μισθού, ο μέσος μισθός ανά εργαζόμενο αυξάνεται κατά 0,44 της ποσοστιαίας μονάδας.

Έμμεση αύξηση

Παράλληλα, η κυβέρνηση για την επόμενη τετραετία ετοιμάζεται να προχωρήσει σε μειώσεις φόρων και εισφορών, ενισχύοντας το εισόδημα δημοσίων και ιδιωτικών υπαλλήλων, αλλά και ελεύθερων επαγγελματιών.

Συγκεκριμένα, σχεδιάζονται:

1.Περαιτέρω αναμόρφωση της κλίμακας φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων. Εξετάζονται νέες αλλαγές, που θα προβλέπουν, μεταξύ άλλων, την περαιτέρω μείωση φορολογικών συντελεστών, αλλά και την υπαγωγή περισσοτέρων εισοδημάτων σε φορολογία με μία ενιαία κλίμακα.

2.Μείωση της φορολογίας των εισοδημάτων από ενοίκια, με «κούρεμα» του λογαριασμού σε 978.051 ιδιοκτήτες που δηλώνουν 3,44 δισ. ευρώ από εκμισθώσεις κατοικιών. Εξετάζονται δύο προτάσεις. Η πρώτη προβλέπει επανασχεδιασμό από μηδενική βάση, με έμφαση στους συντελεστές που θεωρούνται υψηλοί για τους έχοντες εισοδήματα από τη συγκεκριμένη πηγή, και η δεύτερη την ενσωμάτωση ενός πρόσθετου συντελεστή στην ισχύουσα κλίμακα μεταξύ των εισοδημάτων από 12.001 έως 35.000 ευρώ, με στόχο τον επιμερισμό της επιβάρυνσης.

3.Σταδιακή κατάργηση τέλους επιτηδεύματος. Η κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος βρίσκεται στο τραπέζι, με ένα από τα σενάρια να προβλέπει μείωσή του από φέτος, καθώς μπορεί να αποτελέσει ένα μέτρο «αντίβαρο» τόσο στην αύξηση του κατώτατου μισθού όσο και των ασφαλιστικών εισφορών. Διαφορετικά, το πιθανότερο είναι να ισχύσει για τις φορολογικές δηλώσεις του 2024 και να καταργηθεί πλήρως το 2025. Σήμερα τα ετήσια ποσά του τέλους επιτηδεύματος ανέρχονται από 400 ευρώ έως 1.000 ευρώ για νομικά πρόσωπα που ασκούν εμπορική δραστηριότητα και έχουν την έδρα τους σε πόλεις με πληθυσμό πάνω από 200.000 κατοίκους και σε 600 ευρώ για κάθε υποκατάστημα.

4.Aναμόρφωση του καθεστώτος φορολόγησης των ελεύθερων επαγγελματιών. Το υπουργείο Οικονομικών έχει ζητήσει από το ΙΟΒΕ προτάσεις για τις σχεδιαζόμενες αλλαγές, ώστε να ετοιμαστεί στη συνέχεια το απαραίτητο νομοθετικό πλαίσιο.

5.Μείωση προκαταβολής φόρου. Η προκαταβολή κυμαίνεται από 55% έως 100%. Για φυσικά πρόσωπα με επιχειρηματική δραστηριότητα η προκαταβολή φόρου είναι 55%, για νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες 80% και για τις τράπεζες 100%. Η προκαταβολή φόρου μειώνεται στο μισό όταν υποβάλλεται δήλωση για πρώτη φορά από φυσικό πρόσωπο που αποκτά εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα. Ένα από τα σενάρια που είναι στο τραπέζι προβλέπει μια μείωση της προκαταβολής φόρου για φέτος.

6.Σταδιακή μείωση και κατάργηση των τεκμηρίων διαβίωσης με την ενεργοποίηση του ηλεκτρονικού περιουσιολογίου.

7.Μείωση εισφορών, όπως ανέφερε και ο Κυριάκος Μητσοτάκης κατά τη διάρκεια της πρόσφατης συνέντευξης Τύπου. Υπενθυμίζεται ότι η κυβέρνηση κατά τη διάρκεια των ετών 2019-2022 προχώρησε σε μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά 4,4 μονάδες στον ιδιωτικό τομέα για εργοδότες και εργαζομένους, έναντι 5 μονάδων που είχε δεσμευθεί στις προγραμματικές δηλώσεις της. Η περαιτέρω μείωση των εισφορών σε βάθος τετραετίας αναμένεται να υλοποιηθεί σε συνάρτηση με την πλήρη εφαρμογή της ψηφιακής κάρτας εργασίας, καθώς με την αντιμετώπιση της παραβατικότητας θα ενταχθεί στο πεδίο του ΕΦΚΑ περισσότερη ασφαλιστική ύλη.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Πρόγραμμα Πανελληνίων 2025