Με συνταγή που καθορίζει το ΔΝΤ και θα επιβάλει κατά το δοκούν το Βερολίνο συντάσσεται, όπως φαίνεται η τελική πρόταση των δανειστών, την οποία θα πρέπει να αποδεχθεί και η Ελλάδα αν θέλει να κλείσει η δεύτερη αξιολόγηση.

Τα χθεσινά δημοσιεύματα του γερμανικού Τύπου και οι λεπτομέρειες που ήρθαν στο φως, είναι αρκετά ενδεικτικές για το τι αντιμετωπίσει τα επόμενα 24ωρα μέχρι και το Eurogroup της Δευτέρας ο υπουργός Οικονομικών, Ευκλείδης Τσακαλώτος και ο αναπληρωτής του, Γιώργος Χουλιαράκης.

Η πρώτη γεύση ήρθε στις αρχές της εβδομάδας με την αλλαγή της στάσης για τα προληπτικά μέτρα.

Δηλαδή τη μείωση του αφορολόγητου και την περικοπή της προσωπικής διαφοράς στις συντάξεις.

Στην αρχή, οι δανειστές συζητούσαν την εφαρμογή των μέτρων το 2019 αν η Ελλάδα εμφανίσει αποκλίσεις από τον στόχο του 3,5% του ΑΕΠ το 2018.

Η εφαρμογή θα ξεκινούσε από το αφορολόγητο, ενώ οι περικοπές των συντάξεων θα εντάσσονταν ως δυνητικό μέτρο σε ένα μακροχρόνιο κόφτη.

Τώρα, όμως, οι δανειστές ζητούν την άμεση ψήφιση και της μείωση του αφορολόγητου και των περικοπών των συντάξεων από τώρα και την εφαρμογή τους έτσι κι αλλιώς από το 2019 δίνοντας περιθώριο, αν η Ελλάδα ξεπεράσει τους στόχους της, τότε να μπορέσει να εφαρμόσει κάποιες στοχευμένες φοροαπαλλαγές, οι οποίες όμως πρέπει να συμφωνηθούν πρώτα με τους θεσμούς.

Ως εδώ οι αλλαγές προς το χειρότερο επιβλήθηκαν από την ανάγκη συμφωνίας για τα νέα μέτρα για το ΔΝΤ.

Τα υπόλοιπα θέματα της συμφωνίας πακέτο που ζητά η Ελλάδα διαμορφώνονται με βάση τις πολιτικές επιδιώξεις της Γερμανικής κυβέρνησης.

Ειδικότερα:

Το θέμα του χρέους και ειδικότερα τα μεσοπρόθεσμα μέτρα που ζητούσε το ΔΝΤ και ζητά ακόμη η ΕΚΤ αναβάλλονται οριστικά και ως συζήτηση και ως εκτέλεση για το 2018 . Συνεπώς, θα είναι πολύ δύσκολο αν όχι αδύνατο για την Ελλάδα να ενταχθεί – τουλάχιστον άμεσα – στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ και να αρχίζει να προετοιμάζει τη δοκιμαστική έστω έξοδό της στις αγορές.

Το θέμα των πρωτογενών πλεονασμάτων που είναι από τα πιο κρίσιμα πεδία για την Ελλάδα θα έχει μια λύση που θα θέλει την Ελλάδα να πρέπει να πετύχει πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ για πέντε χρόνια (από το 2018 έως το 2023) και θα παραπέμπεται στην διαπραγμάτευση ο στόχος που θα πρέπει να τεθεί για την αμέσως επόμενη πενταετία μέχρι και το 2028.

Συνεπώς η Ελλάδα θα πρέπει να συμφωνήσει να ψηφίσει άμεσα επώδυνα μέτρα ύψους 3,6 δισ. ευρώ με μηδενικό αντάλλαγμα, καθώς δεν θα πάρει ούτε και τώρα λύση για το χρέος, ενώ οι στόχοι για τα πρωτογενή πλεονάσματα θα παραμείνουν ασαφείς.

Η μόνη υπόσχεση για να ελαφρύνει το πακέτο έγκειται στην επιμονή των ευρωπαϊκών θεσμών να υποστηρίζουν τα δικά τους στοιχεία.

Τόσο, ο επίτροπος, Πιέρ Μοσχοβισί, όσο και το αντιπρόεδρος της Επιτροπής, Βάλντις Ντομπρόβσκις δηλώνουν σε κάθε ευκαιρία ότι στον υπολογισμό των μέτρων που θα πάρει πρέπει να συνυπολογιστεί και η υπεραπόδοση της ελληνικής οικονομίας το 2016.

Το κατά πόσο θα υποστηρίζουν αυτή τη θέση μέχρι και το τέλος, αυτό μένει να αποδειχθεί .