Αισιόδοξα μηνύματα από τη ρύθμιση για οικειοθελή αποκάλυψη εισοδημάτων, η οποία λήγει στις 30 Σεπτεμβρίου, λαμβάνει η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων.
Ειδικότερα, με βάση τα στοιχεία που έχουν συλλέξει οι αρμόδιες υπηρεσίες της ΑΑΔΕ, το μέτρο έχει αποφέρει περισσότερα από 300 εκατ. ευρώ στα δημόσια ταμεία, ποσό το οποίο αναμένεται να αυξηθεί τις επόμενες ημέρες, καθώς νέα ευκαιρία δεν πρόκειται να δοθεί στους υπόχρεους.
Θα πρέπει να αναφερθεί ότι έως το τέλος του επόμενου μήνα οι υπόχρεοι που επιθυμούν να φέρουν στο «φως» τα εισοδήματά τους, έχουν τη δυνατότητα, εκτός από αρχικές δηλώσεις, να υποβάλουν και τροποποιητικές, αφού με βάση τις ισχύουσες διατάξεις προβλέπονται, μεταξύ άλλων, τα εξής:
1 Αν ο φορολογούμενος έχει ήδη υποβάλει δήλωση του ν. 4446/2016 για την οικειοθελή αποκάλυψη φορολογητέας ύλης, δύναται να υποβάλει νέα τροποποιητική (συμπληρωματική) δήλωση, χρεωστική ή μηδενική, εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας, επικαλούμενος τις ευεργετικές διατάξεις του νόμου αυτού.
Ωστόσο, ποσά που έχουν ήδη καταβληθεί δεν επιστρέφονται, καθώς δεν δύναται να υποβληθεί εκ των υστέρων τροποποιητική (ανακλητική) δήλωση φορολογίας με σκοπό την επιστροφή καταβληθέντος φόρου.
Αντίθετα, μπορεί να υποβληθεί τροποποιητική δήλωση με σκοπό να διορθωθούν λάθη που έχουν προκύψει κατά την υποβολή προγενέστερης δήλωσης με βάση τις διατάξεις του νόμου αυτού, υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα προκύπτει επιστροφή καταβληθέντος φόρου.
2 Δεν δύνανται να υπαχθούν στη ρύθμιση αρχικές ή τροποποιητικές πιστωτικές δηλώσεις, έστω κι αν με την τροποποιητική δήλωση πρόκειται να μειωθεί το πιστωτικό υπόλοιπο που είχε προκύψει με την αρχικώς υποβληθείσα δήλωση και ανεξάρτητα αν είχε πραγματοποιηθεί η επιστροφή του φόρου ή όχι. Εντούτοις, εμπίπτουν στις διατάξεις αυτές δηλώσεις με τις οποίες το πιστωτικό υπόλοιπο μηδενίζεται ή μετατρέπεται σε χρεωστικό.
3 Δεν υπάγονται στη ρύθμιση αρχικές ή τροποποιητικές δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος, με τις οποίες δηλώνεται ζημία της χρήσης στην οποία αφορά η δήλωση, ανεξάρτητα αν από τη δήλωση προκύπτει παράλληλα και υποχρέωση καταβολής τέλους ή εισφοράς (π.χ. τέλος επιτηδεύματος, τέλος χαρτοσήμου), εκτός αν με αυτές μειώνεται η ζημία που είχε δηλωθεί με την αρχική δήλωση. Επίσης στις ρυθμίσεις δεν δύνανται να υπαχθούν οι σύζυγοι ή συγγενείς των προσώπων της παραγράφου αυτής (πρωθυπουργοί, υπουργοί, κ.λπ.), εξ αίματος ή και εξ αγχιστείας μέχρι και β’ βαθμού.
4 Οι φορολογούμενοι μπορούν να υποβάλουν εκπρόθεσμη αρχική ή τροποποιητική δήλωση φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων και να δηλώσουν ποσά που προέρχονται από δωρεά ή γονική παροχή.
Ωστόσο, τα ποσά αυτά δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την κάλυψη ή τον περιορισμό της διαφοράς μεταξύ πραγματικού και τεκμαρτού εισοδήματος. Τα ποσά αυτά δύνανται να χρησιμοποιηθούν κατά περίπτωση, για τα επόμενα έτη (από το έτος υποβολής της δήλωσης και μετά).
Παράλληλα, υπό την προϋπόθεση ότι αποδεικνύεται το πραγματικό γεγονός της δωρεάς ή της γονικής παροχής (π.χ. αναλήψεις και καταθέσεις σε τραπεζικούς λογαριασμούς), μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη δικαιολόγηση της πηγής προέλευσης των σχετικών κεφαλαίων.
5 Αρχικές ή τροποποιητικές δηλώσεις των καταστάσεων φορολογικών στοιχείων, πελατών και προμηθευτών των ετών 2014, 2015 υποβάλλονται αποκλειστικά με ηλεκτρονικό τρόπο μέσω TAXISnet. Εφόσον γίνει αποδεκτή η υποβολή της κατάστασης, στη συνέχεια προσέρχεται ο φορολογούμενος στην αρμόδια ΔΟΥ όπου δηλώνονται τα εξής:
* ο αύξων αριθμός καταχώρησης (αριθμός υποβολής TAXISnet), ο οποίος είναι και ο αριθμός της δήλωσης
* η ημερομηνία υποβολής της δήλωσης
* το ονοματεπώνυμο ή η επωνυμία του φορολογουμένου
* ο ΑΦΜ του φορολογουμένου
* η περίοδος και το έτος που αφορά η υποβληθείσα δήλωση.
Υπενθυμίζεται ότι με την εν λόγω ρύθμιση παρέχεται η δυνατότητα σε φυσικά και νομικά πρόσωπα να υποβάλουν αρχικές ή τροποποιητικές δηλώσεις για οποιεσδήποτε φορολογικές υποχρεώσεις παρελθόντων ετών, αποκαλύπτοντας φορολογητέα ύλη που απέκρυψαν.
Οι υπόχρεοι βέβαια από την πλευρά τους καλούνται να πληρώσουν τους αναλογούντες φόρους, προσαυξημένους με πρόσθετους φόρους, σημαντικά όμως χαμηλότερους από αυτούς που θα πλήρωναν αν υπέβαλαν τις δηλώσεις με βάση τις πάγιες διατάξεις της φορολογικής νομοθεσίας.
Αξίζει να σημειωθεί ότι με βάση τις ισχύουσες διατάξεις, όσοι υποβάλλουν μετά τις 31 Μαΐου, οπότε έληξε και η αρχική προθεσμία, αρχικές ή τροποποιητικές δηλώσεις υποχρεούνται να καταβάλλουν πρόσθετους φόρους προσαυξημένους σε σύγκριση με αυτούς που κατέβαλαν όσοι εντάχθηκαν στη ρύθμιση μέχρι την ανωτέρω προθεσμία.
Ειδικότερα, αυξάνεται ο συντελεστής τυχόν οφειλόμενου πρόσθετου φόρου επί του κύριου φόρου, ως εξής:
* από 10% σε 12% για τις τροποποιητικές δηλώσεις που υποβάλλονται μετά τις 31 Μαΐου 2017
* από 15% και 30%, σε 18% και 36% αντίστοιχα, για τις κατά περίπτωση δηλώσεις φορολογουμένων, που υποβάλλονται από την 1η Ιουνίου 2017 έως και τις 30 Σεπτεμβρίου 2017, μετά την κοινοποίηση της σχετικής εντολής ελέγχου από τη φορολογική διοίκηση.
Επισημαίνεται ότι στην περίπτωση που η κοινοποίηση της εντολής ελέγχου ή της πρόσκλησης παροχής πληροφοριών έγινε μέχρι και τις 31 Μαΐου για δηλώσεις που υποβάλλονται από την 1η Ιουνίου 2017 και έως τη λήξη της προθεσμίας στο τέλος Σεπτεμβρίου, εφαρμόζεται ο συντελεστής πρόσθετου φόρου 10%.
Θα πρέπει βέβαια να αναφερθεί ακόμη ότι όσοι υπάγονται στην ανωτέρω ρύθμιση απαλλάσσονται από τις διώξεις για τυχόν ποινικά κολάσιμα αδικήματα φοροδιαφυγής που αποκαλύπτονται.
Από την άλλη πλευρά, οι σχετικές διατάξεις της ρύθμισης δεν έχουν εφαρμογή:
α) Στις περιπτώσεις στις οποίες έχουν κοινοποιηθεί πράξεις οριστικού διορθωτικού προσδιορισμού φόρων ή επιβολής προστίμων ή αντίστοιχες πράξεις επιβολής φόρων ή προστίμων με βάση τις προϊσχύσασες του ν. 4174/2013 διατάξεις, ως προς φορολογητέα ύλη που έχει περιληφθεί σε αυτές.
β) Στις φορολογικές δηλώσεις που υποβάλλονται με επιφύλαξη ή σε φορολογικές δηλώσεις από τις οποίες προκύπτει επιστροφή φόρου και κατά το μέρος αυτό.
γ) Στις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος με τις οποίες δηλώνεται ζημία της χρήσης στην οποία αφορά η δήλωση.
δ) Στις περιπτώσεις που δηλώνονται ποσά προερχόμενα από εγκληματικές δραστηριότητες του άρθρου 3 του ν. 3691/2008.
Επισημαίνεται εξάλλου ότι οι υπόχρεοι που αποκαλύψουν «ξεχασμένα» εισοδήματα μπορούν να εξοφλήσουν τον πρόσθετο φόρο σε 12 ή 24 μηνιαίες δόσεις.