Στη δίνη του κορονοϊού βρίσκονται πλέον επιχειρήσεις και καταναλωτές, με τον Covid-19 να αποτελεί τον μεγαλύτερο κίνδυνο για την παγκόσμια οικονομία μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 – 2009. Μιλώντας στο ΑΠΕ – ΜΠΕ για τις οικονομικές επιπτώσεις του κορονοϊού ο καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Γιώργος Δουκίδης επισημαίνει ότι λόγω της πανδημίας οι εταιρείες, οι οργανισμοί αλλά και οι κυβερνήσεις αντιμετωπίζουν ουσιαστικά προβλήματα που προκύπτουν από τη σοβαρή μείωση του διεθνούς εμπορίου και της επιχειρηματικής δραστηριότητας, τη δραματική πτώση των χρηματιστηρίων και την καθημερινή δυσλειτουργία λόγω του περιοριστικών μέτρων στις μετακινήσεις και στην εργασία των στελεχών / εργαζομένων.
«Ήδη προσδιορίζονται πολύ αρνητικές προβλέψεις με την μείωση του ΑΕΠ 1-4% εξαρτώμενο από τον βαθμό έκθεσης διαφορετικών χωρών στο πρόβλημα αλλά και την αρνητική επίδραση στην παγκόσμια οικονομία που αναμένεται να είναι 5 – 10 φορές μεγαλύτερη από αυτή του SARS» επισημαίνει ο κ. Δουκίδης και προσθέτει ότι «στην Ελλάδα προβλέπεται να επηρεαστούν αρνητικά σημαντικοί πυλώνες της εθνικής οικονομίας όπως ο τουρισμός, οι μεταφορές και κάποιοι εξαγωγικοί κλάδοι».
Την ίδια στιγμή η ψυχολογία των καταναλωτών επηρεάζεται αρνητικά.
Όπως τονίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Δουκίδης, η μείωση των αγορών, των μετακινήσεων και των συμμετοχών σε συναντήσεις / εκδηλώσεις σχετίζεται πέρα από λόγους υγιεινής και με την ανασφάλεια που επικρατεί και που «μεταφράζεται» σε συμπεριφορές που παρατηρούμε σε περιόδους βαθιάς οικονομικής κρίσης. Βέβαια υπάρχουν και σημαντικές αυξήσεις αγορών σε προϊόντα άμεσης κατανάλωσης, κυρίως στα τρόφιμα και στα ταχυκίνητα καταναλωτικά προϊόντα των σούπερ-μάρκετ.
Ήδη μεγάλες λιανεμπορικές εταιρείες στο εξωτερικό περιορίζουν τις ποσότητες πωλήσεων σε πελάτες τους για συγκεκριμένες κατηγορίες, λόγω της ανησυχίας σε πιθανές ελλείψεις στο μέλλον. Παράλληλα αναμένεται κατακόρυφη αύξηση του ηλεκτρονικού εμπορίου B-C και των ηλεκτρονικών συναλλαγών για την άμεση εξυπηρέτηση των ειδικών ομάδων που έχουν περιορισμούς στην μετακίνηση.
Οι ψηφιακές τεχνολογίες μπορούν, όπως εκτιμά ο κ. Δουκίδης, να μειώσουν σε κάποιο βαθμό μερικές από τις αναμενόμενες δυσλειτουργίες στους οργανισμούς. Για παράδειγμα, η τηλεδιάσκεψη προσφέρει την δυνατότητα για επικοινωνία και συνεργασία σε στελέχη που μειώνουν τις μετακινήσεις, η ηλεκτρονική μάθηση δίνει την δυνατότητα για κατάρτιση / εκπαίδευση από απόσταση, το διαδίκτυο για την ψηφιακή διεκπεραίωση πολλών πληροφοριακών συναλλαγών, η τηλεϊατρική για την ασφαλή διάγνωση ασθενειών, ενώ τα call-centers προσφέρουν ουσιαστική εξυπηρέτηση όλο το εικοσιτετράωρο.
Το ζητούμενο, σύμφωνα με τον κ. Δουκίδη, είναι το κατά πόσο οι τυπικές ελληνικές εταιρείες έχουν τις παραπάνω υποδομές ή μπορούν να τις προμηθευτούν αποδοτικά και έγκαιρα από service providers. Η μεγαλύτερη δυσκολία αφορά κυρίως την εργασία από το σπίτι είτε γιατί δεν μπορεί να γίνει λόγω της φύσης της εργασίας (παραγωγή, αγροτικός τομέας, μεταφορές κλπ) ή γιατί δεν υπάρχουν ακόμη σε ευρεία χρήση οι αναγκαίες τεχνολογικές υποδομές/εφαρμογές και πρωτόκολλα ασφαλείας για να μπορεί ο εργαζόμενος να συνδέεται με τα εταιρικά πληροφοριακά συστήματά από το σπίτι του και να εκτελεί χωρίς περιορισμούς κυρίως back-office λειτουργίες.
Παρ όλα αυτά, ο κ. Δουκίδης εκτιμά ότι πάντα μέσα από τις κρίσεις δημιουργούνται νέες ευκαιρίες λόγω της προσαρμογής των οργανισμών σε ένα πιο αποδοτικό εργασιακό / παραγωγικό περιβάλλον και των πολιτών / καταναλωτών σε αναβαθμισμένες και σύγχρονες καταναλωτικές συνήθειες. «Η αποφυγή των προβλημάτων που αναφέρθηκαν ‘επιβάλουν’ την αξιοποίηση των σύγχρονων τεχνολογιών, την εδραίωση αποκεντρωμένων διοικητικών δομών, την παραγωγή και προσφορά των ίδιων υπηρεσιών με περιορισμένους πόρους, την εμφάνιση καινοτόμων επιχειρηματικών μοντέλων, την αξιοποίηση ευέλικτων μορφών εργασίας στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα και την επικράτηση ψηφιακών καναλιών διανομών και εξυπηρέτησης» επισημαίνει στο ΑΠΕ – ΜΠΕ ο κ. Δουκίδης και προσθέτει ότι «αρκετά από τα παραπάνω θα παραμείνουν ως βέλτιστες πρακτικές και μετά την κρίση – εφ´ όσον θα είναι παροδική- και θα δώσουν σίγουρα μια ώθηση στην αναγκαία οικονομική ανάπτυξη».