“Έκπληκτος” δηλώνει κοινοτικός αξιωματούχος από τα όσα του αποδόθηκαν περί συμμετοχής ή μη του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα και ως προς τον χρόνο που αυτή θα συμβεί.
“Με έκπληξη διαβάζω τον Τύπο όπως και εσείς”, είπε, διευκρινίζοντας πως “η συμμετοχή του ΔΝΤ θα κριθεί στο τέλος του έτους, όταν παρουσιαστεί με λογιστική ακρίβεια η άσκηση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους και στη συνέχεια στη βάση αυτής το ΔΝΤ θα παρουσιάσει στο Διοικητικό του Συμβούλιο ένα χρηματοδοτικό πρόγραμμα για την Ελλάδα”.
Ξεκαθάρισε μάλιστα ότι ουδέποτε διατύπωσε κατηγορηματικές θέσεις για τον ακριβή χρόνο που αυτό θα συμβεί, παρέπεμψε όμως στις αποφάσεις των eurogroupτου Ιουλίου του 2015 και του Μαΐου του 2016, στις οποίες υπάρχουν οι σχετικές προβλέψεις. Υπενθύμισε μάλιστα δημόσιες δηλώσεις των περισσότερων υπουργών οικονομικών της ευρωζώνης, πως η συμμετοχή του ΔΝΤ είναι “πολιτικά απαραίτητη”.
Οι δηλώσεις έγιναν στο πλαίσιο επίσημης ενημέρωσης του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για το περιεχόμενο του επικείμενου eurogroup της 10ης Οκτωβρίου στο Λουξεμβούργο.
Νωρίτερα το Σαββατοκύριακο αναστάτωση είχε προκαλέσει η απόδοση της πληροφορίας πως ο ίδιος αρμόδιος είχε δηλώσει κατηγορηματικά πως το ΔΝΤ θα μπει στο ελληνικό πρόγραμμα μετά τις γερμανικές εκλογές – δήλωση που δεν έχει γίνει.
Ο μόνος τρόπος να χαθεί η προθεσμία που είχε τεθεί από το Eurogroup του Ιουλίου του 2015 και του Μαΐου του 2016, είναι η ίδια η Ελλάδα να επιλέξει να καθυστερήσει τις διαπραγματεύσεις για τη δεύτερη αξιολόγηση τόσο και με τέτοιο τρόπο που δεν θα δώσει το πάτημα στου Ευρωπαίους και το ΔΝΤ να συμφωνήσουν για όλα τα υπόλοιπα.
Μόλις πρόσφατα ο Πρόεδρος Ντάισελμπλουμ, από το βήμα του Eurogroup της Μπρατισλάβας, είπε πως το ΔΝΤ είναι “για πρώτη φορά εξαιρετικά συνεργάσιμο στο θέμα των συζητήσεων για το χρέος” και μάλιστα μετά από συνεδρίαση που μετείχε ο Πολ Τόμσεν.
Οι Βρυξέλλες γνωρίζουν ότι η δημόσια συνεχής επίκληση των “κανόνων του ΔΝΤ”, που δεν θα αλλάξουν για την Ελλάδα, δεν είναι τίποτα άλλο παρά η δήλωση νομιμοποίησης της διαπραγμάτευσης με τους Ευρωπαίους.
Αυτό που θα βγει στο τέλος θα είναι σύμφωνο με τους κανόνες και θα εγκριθεί από μια συνεδρίαση ενός διοικητικού συμβουλίου που μετέχει η ΕΕ και οι ΗΠΑ (που ως γνωστόν έχουν ταυτόσημες απόψεις για το χρέος και την Ελλάδα). Αυτό που μένει είναι η λογιστική αποτύπωση των επιμέρους μέτρων.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Έλληνας Υπουργός οικονομικών Ε. Τσακαλώτος, ο οποίος βρέθηκε στο Λουξεμβούργο, καλεσμένος του Βέρνερ Χόγερ (πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων) είχε την ευκαιρία να συνομιλήσει εκτενώς για το θέμα, τόσο με τον επικεφαλής του ESM Κλαόυς Ρέγκλιγκ, όσο και με τον Υπουργό Οικονομικών του Λουξεμβούργου Γκραμένια, (με τον πρώτο στην έδρα του ESM και με τον 2ο στο περιθώριο του συνεδρίου που ήταν κεντρικός ομιλητής).
Ο Κλάους Ρέγκλιγκ, σύμφωνα με πηγές είπε στον Υπουργό να προσέξει το εσωτερικό της κυβέρνησης και να βεβαιωθεί ότι η διαδικασία της αξιολόγησης θα “τρέξει χωρίς εμπόδια”, δεδομένου μάλιστα ότι επί της ουσία η 2η αξιολόγηση δεν έχει δημοσιονομικά μέτρα.
Ενημέρωσε δε τον Υπουργό ότι “o ΕSM έχει καταλήξει σε μια σειρά από ασκήσεις για τα βραχυπρόθεσμα μέτρα του χρέους”, αλλά και επικαιροποιεί την λίστα με τα μεσοπρόθεσμα μέτρα.
Στην πράξη η συμφωνία της 24ης Μαΐου προβλέπει ότι τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για το χρέος (που βελτιώνουν οριακά το κόστος εξυπηρέτησης προς τρίτους στο διάστημα ως τη λήξη του προγράμματος και ελαφρύνουν τη χώρα από διάφορες αμοιβές και κόστη που είχε να πληρώσει προς τους θεσμούς) θα ενεργοποιηθούν το 2017, ενώ τα μεσοπρόθεσμα το 2018 με την επιτυχή ολοκλήρωση του προγράμματος.
Τα μακροπρόθεσμα θα συζητηθούν στο απώτατο μέλλον. Τα μεσοπρόθεσμα μέτρα είναι αυτά “που φέρνουν ή δεν φέρνουν το ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα” και στη λίστα του ESM σήμερα βρίσκονται τα εξής:
– μείωση και εγγύηση επιτοκίων, διαγραφή του καπέλου πέραν του euribor,
– επέκταση της ωρίμανσης δανείων που λήγουν όλα μαζί σε συγκεκριμένες χρονιές, με καθορισμό ορίου εξυπηρέτησης (κάτω του 15% του ΑΕΠ που είχε παλαιότερα ακουστεί),
– επιστροφές κερδών ελληνικών ομολόγων και διάθεση των χρημάτων αυτών σε αποπληρωμή του χρέους (8 δισ.),
– μερική αποπληρωμή παλιών δανείων του ΔΝΤ με τα υπολειπόμενα ποσά από την ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών,
– αγορά διμερών δανείων των κρατών μελών (2010 GFSF loans) με τα υπολειπόμενα των 86 δισ. χρημάτων που προβλέπονταν στο συνολικό δάνειο του 2015 (86 δισ.),
– επέκταση της περιόδου χάριτος (σε κεφάλαιο και επιτόκια) που λήγει το 2022, έως το 2025 ή 2028.
Όλα τα παραπάνω θα πρέπει να περιληφθούν σε λογιστικό υπολογισμό με την παραδοχή πως η χώρα θα έχει οριακή ανάπτυξη και πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% για 8 ως 10 χρόνια μετά το 2018.
Βρυξέλλες, Κομισιόν, EWG και Συμβούλιο, δεν ανησυχούν για τις δηλώσεις Σόιμπλε και άλλων για το πότε θα γίνει πια συζήτηση: “οι αποφάσεις έχουν ληφθεί – τίποτα δεν αλλάζει”, σημειώνουν καλά ενημερωμένες πηγές. Ερμηνεύουν τις όποιες δηλώσεις ως “εσωτερικής κατανάλωσης” και προειδοποιούν ότι οι Γερμανοί πολιτικοί “παίζουν με τις έννοιες συζήτηση, απόφαση και εκτέλεση”.
“Δεν αποτελεί είδηση ότι ο Σόιμπλε είπε πως δεν συζητά τα μακροπρόθεσμα μέτρα για το χρέος”, λέει κοινοτικός αξιωματούχος, “ανοίξτε να διαβάσετε την απόφαση του Μαΐου – Ιουνίου του eurogroup, που έχει υπογράψει και το ΔΝΤ για να δείτε ότι γράφει πως τα μακροπρόθεσμα μέτρα δεν θα συζητηθούν. Μιλάμε για τα βραχυπρόθεσμα και τα μεσοπρόθεσμα”.
Η συζήτηση και η πρόταση απόφασης έχουν ξεκινήσει από τον Ιούλιο του 2015, το περίγραμμα της απόφασης και το πολιτικό σκέλος αυτής έχουν δεσμεύσει τη Γερμανία και τα κράτη μέλη στις 24 Μαΐου του 2015 και μένει “η κοινή λογιστική πρόταση προς το ΔΝΤ”, δηλαδή το τελικό κοινό DSA.
Οι πάντες προεξοφλούν δε ότι για τη γερμανική πολιτική σκηνή το ΔΝΤ και η συμμετοχή του αποτελούν πολύ μεγαλύτερο πολιτικό διακύβευμα από “μια συζήτηση που έχει ήδη γίνει”.