Είτε μιλάς με τους πιο σοβαρούς από τους εκπροσώπους της αστικής Γαλλίας, είτε παρακολουθείς τις λαϊκές διαδηλώσεις των Κίτρινων Γιλέκων, μία είναι η αναλογία και η σύγκριση που κυριαρχεί, εμμέσως πλην σαφώς, σε όλες τις συζητήσεις αλλά επίσης στα συνθήματα και τα τραγούδια των διαδηλωτών εδώ στη Γαλλία, κατά το τρίμηνο που συνεχίζει, απτόητο παρά την σχετική και αναπόφευκτη κόπωση, το πρωτότυπο κίνημα που συγκλονίζει τις γαλλικές αγροτικές και περιαστικές περιοχές, αρκετές επαρχιακές πόλεις, αλλά και επιχειρεί τώρα να διεισδύσει στα «Προάστια», προπύργια της γαλλικής εργατικής τάξης.

Η σύγκριση που γίνεται με χίλιους δυο τρόπους, ηθελημένα ή αθέλητα, είναι κυρίως με τη μεγάλη Γαλλική Επανάσταση του 1789 (η οποία, θυμίζουμε, ενέπνευσε σε μεγάλο βαθμό και την ελληνική του 1821, το σχέδιο δημιουργίας του νεώτερου ελληνικού κράτους).

 

Το φάντασμά της μοιάζει να έχει στοιχειώσει τώρα τους Γάλλους και τη χώρα τους. Είτε θέλουν να ξορκίσουν το ιστορικό παράδειγμα, είτε να εμπνευσθούν από αυτό, δεν ξέρω πώς γίνεται, αλλά τελικά εκεί καταλήγουν, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, και οι κυβερνητικοί και οι εξεγερμένοι!

 

Τόσο οι «διάλογοι» που οργανώνει ο Πρόεδρος Μακρόν, όσο και ο τρόπος συγκέντρωσης των αιτημάτων των Κίτρινων Γιλέκων, θυμίζουν έντονα τα Etats Generaux που προηγήθηκαν της Γαλλικής Επανάστασης. Κι όταν κανείς θέλει να κάνει πειστικό ένα πολιτικό επιχείρημα στη σημερινή Γαλλία σπεύδει να «δανειστεί» μια φυσιογνωμία ή ένα σύμβολο του 1789. «Είσαι Μιραμπώ», πέταξε μια μέρα ένας «εξ αριστερών» επικριτής στον Μελανσόν, θέλοντας να του αποδώσει την κατηγορία του υπέρμετρα συμβιβαστικού.

 

Είναι είτε δια Συμβόλων και Αναλογιών, είτε δια της λαϊκής Μνήμης, όχι της γραπτής, αλλά αυτής που μεταβιβάζουν δέκα γενιές Γάλλων, η κάθε μία στους απογόνους της, που η μητέρα της Ευρώπης και της νεώτερης Δημοκρατίας αναμετράται τώρα με το παρελθόν της, ψάχνοντας το μέλλον της.

 

Η Γαλλία αντιμέτωπη με την Ιστορία της

 

«Η Γαλλία αντιμέτωπη με την Ιστορία της», έγραφε στο εξώφυλλό του, πριν λίγο καιρό, το κεντροδεξιό περιοδικό Le Point, υπενθυμίζοντας στον υπότιτλο έξι από τις μεγαλύτερες γαλλικές επαναστάσεις, από τον 17ο αιώνα έως την Κομμούνα του 1871. Ένας πίνακας του Λορντόν, που δείχνει στρατιώτες και διαδηλωτές να συγκρούονται στο Παρίσι κατά την Επανάσταση του 1830, διακοσμούσε το τεύχος, μην αφήνοντας πολλές αμφιβολίες για την πολιτική διάγνωση των εκδοτών και δημοσιογράφων του περιοδικού.

 

Η Γαλλία, όλες οι τάξεις της, πλην ίσως των αγγλόφωνων μάνατζερς των γαλλικών πολυεθνικών και ορισμένων ακραίων νεοφιλελεύθερων και νεοσυντηρητικών, που ντρέπονται για την ιστορία της χώρας τους, παραμένει πάντα ενδόμυχα περήφανη για την Επανάστασή της, ακόμα κι αν τρέμει την ανάμνησή της.

 

Ο Μακρόν, για να πάρει την εξουσία, σχεδόν διέλυσε την παραδοσιακή Δεξιά και τους Σοσιαλιστές, τα βασικά κόμματα εξουσίας. Τώρα, η σύνταξη του Point

μοιάζει, παρά τα συντηρητικά της ρεφλέξ, να χρησιμοποιεί χαιρέκακα τα Κίτρινα Γιλέκα, που ασφαλώς δεν υποστηρίζει, για να πάρει λίγο και την εκδίκησή της, αν όχι να αμφισβητήσει τη χρησιμότητα του Μακρόν για την άρχουσα οικονομική τάξη της Γαλλίας: «Τι μπορεί να κάνει μια κυβέρνηση που προκαλεί εμετό σε ένα όχι ευκαταφρόνητο τμήμα του πληθυσμού;», διερωτάται, ούτε λίγο, ούτε πολύ, το κύριο άρθρο του περιοδικού.

 

Αυτό που είναι διαπίστωση για το περιοδικό, είναι πηγή έμπνευσης για το πλήθος που περνάει μπροστά μου, χαρούμενο από τη μέθεξη στο ομόφρονο «Εμείς» των πολλών, αλλά και τη ξαφνική συνείδηση της δύναμής του. Ξεχύνεται τώρα από το στενό δρόμο που το στρίμωχνε στην άπλα της Πλατείας της Δημοκρατίας (Place de la Republique), τραγουδώντας τη Μασσαλιώτιδα. Είναι το δημοφιλέστερο από τα τραγούδια των Κίτρινων Γιλέκων.

 

Δεύτερο πιο δημοφιλές είναι το τραγούδι των παρτιζάνων της Κατοχής, που του ΄χουν αλλάξει όμως τους στοίχους. Τώρα καλεί τους «ξεδοντιασμένους», τους «αγράμματους», τους «τεμπέληδες», ισάριθμα «κοσμητικά επίθετα» που εξαπέλυσαν οι μακρονιστές εναντίον όσων αντιδρούν στις «μεταρρυθμίσεις» τους, να ξεσηκωθούν, να μη λυπηθούν δάκρυα και αίμα, εναντίον της δικτατορίας του Χρήματος, όπως έκαναν οι πρόγονοί τους κατά τη διάρκεια της γερμανικής Κατοχής. Κάπου-κάπου ακούγεται τώρα επίσης, αλλά μάλλον περιθωριακά, και η Διεθνής, που δεν είναι άλλωστε παρά διασκευή της Μασσαλιώτιδας.

 

Τραγούδι της Επανάστασης του 1789, η Μασσαλιώτιδα, είναι ταυτόχρονα και ο επίσημος Εθνικός Ύμνος της Γαλλίας. Καλεί τα «παιδιά της πατρίδας», τους «πολίτες» να «πάρουν τα όπλα» και να σηκώσουν τα «ματωμένα λάβαρα» κατά της «τυραννίας», καθώς έρχεται η «ώρα της δόξας».

 

Η ώρα των Δακρυγόνων

 

Προς το παρόν βέβαια, είναι μάλλον η «ώρα των δακρυγόνων» που έρχεται. Πέφτουν βροχή λίγο πιο πέρα από την Place de la Republique, καθώς το πλήθος συνεχίζει την πορεία του. «Πανάθεμά σας», μονολογώ, γιατί μόλις εντόπισα τον Ερίκ Ντρουέ, τον φορτηγατζή που ΄γινε “αστέρι” των Γιλέκων και κανόνιζα μια συνέντευξη μαζί του, αλλά με πρόλαβε η σύγκρουση στέλοντάς μας διασκορπισμένους, άλλους σε αναζήτηση καταφυγίου κι άλλους να ορμάνε μπροστά.

 

Ο Ντρουέ έχει μερικές εκατοντάδες χιλιάδες οπαδούς στη σελίδα του στο Facebook και είναι τώρα εξίσου δύσκολο να τον βρεις όσο και τον πρωθυπουργό.

 

Δεν παίζεις όμως αυτή την εποχή με τα δακρυγόνα στη Γαλλία. Είναι κάμποσοι που ξεκίνησαν το πρωί με δύο μάτια και δύο χέρια για να καταλήξουν το βράδυ μονόφθαλμοι ή μονόχειρες στα νοσοκομεία.

 

Δίκοπο μαχαίρι, βέβαια, αυτή η ένταση της καταστολής, που προκάλεσε ήδη σοβαρές διαμαρτυρίες της Διεθνούς Αμνηστίας, εκπροσώπων του νομικού κόσμου της χώρας και κυβερνητικών βουλευτών. Αποθαρρύνει μεν πολλούς να κατέβουν στις διαδηλώσεις, εξαγριώνει όμως τους υπόλοιπους. Κι έχει οδηγήσει σε περίπου παράκρουση τους αστυνομικούς, που τους στέλνουν επί τρεις μήνες να ξημεροβραδιάζονται στους δρόμους, να μετράνε κι αυτοί τραυματίες, χωρίς να πληρώνονται τις οφειλόμενες υπερωρίες, για να καταστείλουν διαδηλωτές μεταξύ των οποίων μπορεί να βρίσκονται και οι γυναίκες τους!

 

Η λαιμητόμος

 

Τέλος πάντων. Στη γωνία ακριβώς, ένας διαδηλωτής, ντυμένος με μια στολή του 18ου αιώνα, χτυπάει ρυθμικά το ταμπούρλο του. Μπαμπ, μπαμπ, μπαμπ… Κανείς δεν φαίνεται να του δίνει σημασία. Αλλά δεν χρειάζεται και να του δώσει. Υπόκρουση στη διαδήλωση, το μήνυμα που μεταφέρει ο ήχος είναι τόσο συντριπτικά σαφές που μπαίνει στο κεφάλι χωρίς ίσως να περάσει καν από το μυαλό, από τη συνείδηση.

 

Είναι ο ίδιος ακριβώς ήχος που ακουγόταν και πάλι, εδώ στο Παρίσι, στα τέλη του 18ου αιώνα, συνοδεύοντας τον Λουδοβίκο 16ο και τη Μαρία Αντουανέττα στην πορεία τους προς τη λαιμητόμο. Ο αποκεφαλισμός τους απετέλεσε την ιδρυτική πράξη της Γαλλικής Δημοκρατίας, κατ΄ επέκταση και της νεώτερης ευρωπαϊκής.

 

(Είναι βέβαια ο ίδιος ήχος που συνόδευσε, μερικά χρόνια αργότερα, στην ίδια πορεία σιδηροδέσμιο τον αρχηγό των Ιακωβίνων, τον «Αδιάφθορο» Μαξιμιλιανό Ροβεσπιέρο, στο φρικτό τέλος του, χωρίς ο λαός του Παρισιού, που τον αποθέωνε λίγο καιρό πριν, να κουνήσει το μικρό του δάχτυλο για να τον σώσει. Τον έβγαλε από τη μέση η κούραση και η εξάντληση του λαού, με όργανό τους τον ίδιο τον γυναικάδελφό του, Ιωσήφ Φουσέ, που μερικοί παρομοίασαν με τον Στάλιν της Γαλλικής Επανάστασης. Εκτός από το να οργανώσει τη θανάτωση του Ροβεσπιέρου, σφράγισε και τη Λέσχη των Ιακωβίνων).

 

«Για ποιόν χτυπάει η καμπάνα», επαναλαμβάνω μέσα μου το ερώτημα του Χεμινγουαίη, ενώ ο φίλος από δίπλα, ψυχίατρος σε ένα μεγάλο νοσοκομείο της πρωτεύουσας, μου δίνει τη δική του εξήγηση για την όλο και πιο συχνή επανάληψη ανά τη χώρα των σκηνών αποκεφαλισμού του “Βασιλιά-Μακρόν”, που προκάλεσαν τη σχεδόν υστερική οργή του κυβερνητικού τύπου.

 

«Οι Γάλλοι χρειάζονται την ιστορία τους για να πάρουν κουράγιο. Αφού το ‘ καναν μία φορά, μπορούν να το ξανακάνουν». Μιλάμε βέβαια για “συμβολική”, όχι για πραγματική εκτέλεση.

 

Μα είναι επανάσταση;

 

Μπορεί αυτό το “καρναβάλι” της εξέγερσης να εξελιχθεί σε πραγματική επανάσταση; αναρωτιέμαι μέσα μου. «Τι είναι αυτό που γίνεται στη χώρα σας; Νομίζετε ότι είναι επανάσταση;», ρωτάω τον Φρανσουά Ασελινό, καλό γνώστη και της γαλλικής ιστορίας και των συνθηκών της ΕΕ, βαθειά γκωλικό στην ιδεολογία του και αρχηγό ενός μικρού κόμματος που θέλει την έξοδο της Γαλλίας από την ΕΕ και το ΝΑΤΟ.

 

Τον βλέπω να προβληματίζεται πολύ έντονα και να διστάζει πολύ να μου απαντήσει. Το ίδιο μου συνέβη με όλους σε όσους έκανα αυτή την ερώτηση. Στο τέλος μου λέει «Δεν ξέρω, κάτι λείπει. Υπάρχει μια μερίδα του λαού που δεν είναι έτοιμη να διακινδυνεύσει τα πάντα».

 

Τον ακούω και θυμάμαι τη διάγνωση του Βίλχελμ Ράιχ που ξαναδιάβαζα πρόσφατα. Ο φημισμένος Φροϋδο-Μαρξιστής του μεσοπολέμου, και από τους διεισδυτικότερους μελετητές του Ναζισμού, διαγραμμένος και από το ΚΚ και από τη Διεθνή Ψυχαναλυτική Εταιρεία για την ανυπότακτη, κριτική σκέψη του, έγραψε ότι οι Γερμανοί την πάτησαν στη δεκαετία του 1930 γιατί ήθελαν, αλλά φοβόντουσαν την επανάσταση. Αντί να την κάνουν οι ίδιοι την ανέθεσαν τελικά στον Χίτλερ να την κάνει στη θέση τους, με τα γνωστά αποτελέσματα.

 

Μερικά όρια των Γιλέκων

 

Αλλά υπάρχουν και άλλοι λόγοι που εξηγούν το γεγονός ότι, αν η συντριπτική πλειοψηφία των Γάλλων συμμερίζεται τα αιτήματα των Γιλέκων, μόνο μια μειοψηφία διαδηλώνει μαζί τους.

Ένας είναι ότι αν η μισή Γαλλία υποφέρει η άλλη μισή περνάει μια χαρά, τουλάχιστον ακόμα, αν και τα παιδιά της δεν είναι σίγουρο ότι θα περάσουν εξίσου καλά.

 

Και ίσως νοιώθει ότι αν τα Γιλέκα έχουν δίκιο, δεν έχουν ανακαλύψει ακόμα και τον τρόπο να το βρούνε. Τι μπορεί να κάνει μια χώρα σε συνθήκες παγκοσμιοποίησης και παγκόσμιας δικτατορίας του χρηματιστικού κεφαλαίου; Πώς θα το κάνει;

 

Σαράντα χρόνια παρακμής και “μεταμόρφωσης” της Αριστεράς, υπό οποιαδήποτε μορφή, αλλά εξοβελισμού κάθε κεϋνσιανής και μαρξιστικής επιρροής στις οικονομικές και κοινωνικές επιστήμες, η καθολική επικράτηση των νεοφιλελεύθερων δογμάτων, δεν έχει επιτρέψει τη διαμόρφωση πειστικών εναλλακτικών.

 

Τον Μάη του 1968, η ιδέα της γενικευμένης κοινωνικής αυτοδιαχείρισης ήταν στην πρωτοπορία των αναζητήσεων. Τώρα, σχεδόν δεν ακούγεται. Είναι οι δεκαετίες που ακολούθησαν από τότε, αλλά δεν είναι μόνο αυτό.

 

Οι Γάλλοι δεν ξεσηκώθηκαν τώρα αναζητώντας την “Ουτοπία”, μια καλύτερη κοινωνία, όπως έκαναν πριν από 50 χρόνια. Ξεσηκώθηκαν γιατί νοιώθουν ότι είναι στριμωγμένοι με την πλάτη στον τοίχο, ότι δυνάμεις έξω από τον έλεγχό τους έχουν αρπάξει την εξουσία και τελειώνουν τη Γαλλία, τη δημοκρατία της, το λαό και την κοινωνία της.

 

Χρειαζόμαστε χρόνο!

 

«Χρειαζόμαστε χρόνο», μου λέει ο Εντουάρ Σουάρ, εκπαιδευτικός από τη Μασσαλία, αλλά και ένας από τους “γκουρού” των Γιλέκων. Εδώ και χρόνια αγωνίζεται υπέρ της θέσπισης του δικαιώματος των πολιτών στο δημοψήφισμα- και να που τώρα βλέπει τον λαό να αγκαλιάζει τις ιδέες του, κάνοντας το δημοψήφισμα των πολιτών (ή λαϊκής πρωτοβουλίας) το ένα από τα δύο πιο βασικά αιτήματα των Κίτρινων Γιλέκων.

 

Ο Σουάρ χρειάζεται τον χρόνο για να συνεχιστεί αυτό που περιγράφει ως είδος εκθετικής «αλυσιδωτής αντίδρασης» στα μυαλά του απλού λαού, με τις συζητήσεις στις «συνελεύσεις των πολιτών» και στα «σπίτια του λαού», που ξεφυτρώνουν σε όλη τη χώρα, αλλά και με το Φέισμπουκ, και τη σταδιακή, δι΄ αυτών, αποκρυστάλλωση των απαντήσεων στα προβλήματα.

 

Είναι αυτό που τα ίδια τα Κίτρινα Γιλέκα, κάπως σαστισμένα και τα ίδια από το επίτευγμά τους, περιγράφουν ως την ξαφνική εμφάνιση μιας «συλλογικής εξυπνάδας». Θα ήθελαν να περηφανευτούν γι΄ αυτήν, παραμένουν όμως κάπως αβέβαιοι και ανασφαλείς, λες και φοβούνται μπας και ματιάσουν το νεογέννητο κίνημά τους.

 

Είναι αυτή η «συλλογική εξυπνάδα» που φίλτραρε μόνη της τις πολλές ανοησίες που κυκλοφόρησαν στο Facebook, που ανέδειξε ότι ενώνει και όχι ότι χωρίζει, που απομόνωσε τις προβοκάτσιες, που αντιμετώπισε τις πολιτικές αντεπιθέσεις των Μακρονιστών. Η κοινωνία, ο λαός, απέδειξαν στη Γαλλία ότι έχουν αρκετό μυαλό και συσσωρευμένη, ώριμη συνείδηση των προβλημάτων που τίθενται μπροστά του, αλλά και ποιων μπορούν και ποιων δεν μπορούν προς το παρόν να λύσουν, ώστε να μετατρέψουν το Facebook, τόσο συχνά όργανο χειραγώγησης λαών, σε βοήθημα της χειραφέτησής τους, εργαλείο μιας πρωτοφανούς ιστορικά, εθνικής “αμεσοδημοκρατικής” εμπειρίας.

 

Τα Social Media δεν επαρκούν όμως. Χρειάζεται και η φυσική επαφή των ανθρώπων, η ανάπτυξη πλήρων συναισθηματικών σχέσεων μεταξύ τους. Αυτό γίνεται εδώ και τρεις μήνες σε όλη τη Γαλλία, κι αυτό είναι η τεράστια δύναμη πίσω από τα Κίτρινα Γιλέκα, το ατομικό τους όπλο. Οι μαζεμένοι άνθρωποι περνάνε καλά, ξαναβρίσκουν μια οικογένεια, γίνονται σύντροφοι, κουβεντιάζουν τα προβλήματά τους, μαζί κλαίνε και μαζί γελάνε, μαζί διασκεδάζουν και μαζί συγκρούονται με την αστυνομία, περιθάλπουν τους τραυματίες τους ή πενθούν τους νεκρούς τους.

 

Ξαναφτιάχνουν έτσι το διαλυμένο κοινωνικό ιστό της χώρας τους, ξαναγίνονται άνθρωποι, αρχίζουν να επουλώνουν τα βαθειά τραύματα που έχουν προκαλέσει στο σώμα και στην ψυχή της κοινωνίας τους δεκαετίες κοινωνικά ανάλγητων οικονομικών πολιτικών, η εκπεμπόμενη βαρβαρότητα των τηλεοράσεων, η διαβρωτική επιρροή της απάτης και της προδοσίας των πολιτικών τους.

 

Χρειάστηκαν δύο μήνες για να κάνουν την πρώτη τους «εθνική διάσκεψη», τη «Συνέλευση των Συνελεύσεων», στο Κομερσί, στις 26 και 27 Ιανουαρίου, και ετοιμάζουν τώρα την επόμενη. Όσο κι αν αποφεύγουν ηγεσίες και εκπροσώπους, όπως ο διάβολος το λιβάνι, νοιώθουν πια έντονα την ανάγκη συντονισμού και συγκρότησης.

 

Δεν μας ενδιαφέρουν οι εκλογές

 

«Οι εκλογές», λέει ο Σουάρ, «με αφήνουν παντελώς αδιάφορο, δεν μας αφορούν». Προς το παρόν τουλάχιστον, η θέση αυτή κυριαρχεί στη συντριπτική πλειοψηφία των Γιλέκων. Δεν θέλουν να έχουν καμιά σχέση με εκλογές.

 

Για τον Σουάρ αυτή είναι περίπου μια θέση αρχής, αλλά για το κίνημα είναι προς το παρόν και όρος επιβίωσης, γιατί βρίσκει κανείς εκεί μέσα οπαδούς της ριζοσπαστικής Αριστεράς, της ριζοσπαστικής Δεξιάς, απολίτικους κ.λπ. Η προοπτική εκλογικής καθόδου θα τους διασπούσε αμέσως, αλλά και θα τους αντιπαρέθετε στα κόμματα της αντιπολίτευσης. Από την άλλη, βέβαια, θα είναι ενδιαφέρον να δούμε πώς θα αντιμετωπίσουν την πίεση που θα δεχθούν όταν οι εκλογές πλησιάσουν. Δεν είμαστε όμως εκεί ακόμα, ούτε μπορούμε να ξέρουμε ποιες θα είναι οι συνθήκες σε τρεις μήνες.

 

«Πρόκειται χωρίς αμφιβολία για τη σημαντικότερη επαναστατική κινητοποίηση στη Γαλλία εδώ και πενήντα χρόνια, από τον Μάη του 1968», μου λέει ο Ξαβιέ Ρενού από τα Κίτρινο Γιλέκα, όταν θέτω και σε αυτόν το ερώτημα για το κατά πόσον πρόκειται για επανάσταση. Όσο για την οικονομολόγο Βαλερί Μπιγκό, που ειδικεύεται στην ανάλυση του κεντρικού ρόλου του χρηματιστικού κεφαλαίου στο σύστημα εξουσίας, δεν βιάζεται να απορρίψει τη σύγκριση με τις ρωσικές επαναστάσεις του 1905 και του Φεβρουαρίου 1917. Η σύγκριση εδράζεται κυρίως στην αυθόρμητη εμφάνιση και εκεί μορφών αυτοοργάνωσης και άμεσης δημοκρατίας του λαού.

 

Διστάζει να την υιοθετήσει, αλλά δεν θέλει να την απορρίψει κατηγορηματικά ο ιστορικός Ζαν-Ζακ Μαρί, έξοχος γνώστης της ρωσικής ιστορίας και συγγραφέας δύο βιογραφιών, του Λένιν και του Στάλιν (η τελευταία κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Οδυσσέας).

 

Συσσώρευση άμεσης και ιστορικής πείρας

 

Δεν χωράει αμφιβολία ότι, χωρίς να το λένε, πολλοί από τους ακτιβιστές των Κίτρινων Γιλέκων εμπνέονται από τις “αμεσοδημοκρατικές” παραδόσεις και της γαλλικής και των ρωσικών επαναστάσεων, στον τρόπο που επιχειρούν να “οικοδομήσουν” το κίνημά τους.

 

Αυτός άλλωστε ο τρόπος οργάνωσης φαίνεται, μέχρι τώρα, να ανταποκρίνεται τόσο στα ζητήματα που θέτουν, όσο και στην ιστορική συγκυρία που δρουν. Είναι σχεδόν υποχρεωτικός και πολύ επιτυχής έως τώρα.

 

Χιλιάδες και χιλιάδες ανθρώπων στη Γαλλία πέρασαν επί δεκαετίες από τις γραμμές των σοσιαλιστών, των τροτσκιστών, των οικολόγων, των οπαδών της “εναλλακτικής παγκοσμιοποίησης”, των “ορθόδοξων” κομμουνιστών και πολλών άλλων κινήσεων, δραστηριοποιήθηκαν για διάφορους κοινωνικούς σκοπούς, με κορυφαίο το Όχι του 2005 στο δημοψήφισμα για την Ευρωπαϊκή Συνταγματική Συνθήκη, έφτιαξαν την Επιτροπή Ανταμά, από το όνομα ενός νεαρού των προαστίων που σκοτώθηκε από την αστυνομία κ,λπ., κ.λπ.

 

Η συντριπτική πλειοψηφία τους εγκατέλειψε αυτές τις οργανώσεις, όχι τόσο γιατί διαφωνούσε με τις ιδέες τους, όσο γιατί η πρακτική των οργανώσεων δεν ήταν σύμφωνη με τις εξαγγελίες τους. Πλούσιοι από τις εμπειρίες τους και τα διαβάσματά τους, ξανακάνουν τώρα την εμφάνισή τους στα ronds points των αυτοκινητοδρόμων, στις λαϊκές συνελεύσεις και στα «σπίτια του Λαού».

 

Είναι η αόρατη και αθόρυβη «μαγιά», χωρίς την οποία ένα κίνημα με τα χαρακτηριστικά των Κίτρινων Γιλέκων, θα ήταν μάλλον αδιανόητο.

 

Οργανώσεις και «Διανοούμενοι»

 

Αντίθετα, οι επίσημες οργανώσεις της Αριστεράς, ακόμα και της “επαναστατικής”, “αστικοποιημένης” προ πολλού άλλωστε, αλλά και οι περισσότεροι κάπως γνωστοί “διανοούμενοι” δείχνουν ανήσυχοι, ενίοτε και φοβισμένοι, με κάτι που δεν είχαν υπολογίσει, δεν είχαν ούτε προβλέψει ούτε θελήσει, που δεν ακολουθεί τα σχήματα που είχαν στο μυαλό τους, τους υπερβαίνει, αν δεν τους “απειλεί”.

 

Είχαν κάνει μερικοί σχεδόν “επάγγελμα” την “επανάσταση”, τώρα που τη βλέπουν μπροστά τους μοιάζουν να λένε “Απελθέτω απ΄ εμού το ποτήριον τούτο”.

 

Ο Λαός

 

Όλα βέβαια τα παραπάνω είναι προβληματισμοί και αμφιταλαντεύσεις διανοουμένων και πολιτικών αναλυτών. Οι απλοί άνθρωποι που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά του κινήματος, ο λαός δηλαδή ο ίδιος, δεν δίνουν μεγάλη σημασία σε όλα αυτά. Αυτοί θέλουν να πετύχουν. Η Ιστορία άλλωστε μας διδάσκει ότι το κύριο χαρακτηριστικό κάθε επαναστατικής “ανόδου” είναι η ξεσηκωμένη μάζα των πληβείων σπρώχνει όλο και πιο πέρα την ηγεσία της.

 

«Δεν θα γίνει όπως το 1968, δεν θα αφήσουμε να μας πουλήσουν και να μας προδώσουν, θα φτάσουμε μέχρι το τέλος», μου λέει η εκπρόσωπος της «Συνέλευσης των Πολιτών» από το Σεν Ναζέρ, εργατούπολη και κέντρο της γαλλικής ναυπηγοεπισκευαστικής βιομηχανίας.

 

«Ή όλα ή τίποτα», συμπυκνώνει τη θέση του ο Μαρκ, νεαρός επικεφαλής ενός τοπικού συνδικάτου σιδηροδρομικών, που μου μοιάζει κοντά στους τροτσκιστές.

 

Μία από τις πιο φιλικές προς τα Γιλέκα από τις πολλές τάσεις των τελευταίων κάνει μια συγκέντρωση στο Παρίσι, μαζί με την «Επιτροπή των Πληγωμένων» και τη «Συνέλευση των Γυναικών» (Κίτρινων Γιλέκων). Ακούει στο όνομα «Διαρκής Επανάσταση», κι αν εξακολουθεί να διακρίνεται από ένα είδος εμμονικής προσήλωσης στο ρόλο της εργατικής τάξης, όπως τον περιγράφουν τα βιβλία, πλησίασε όμως τους ξεσηκωμένους, παραμερίζοντας την άπωση ενός τμήματος της “επαναστατικής Αριστεράς” απέναντι σε οποιοδήποτε εθνικό σύμβολο.

 

Τα αποδέχεται αυτά τα σύμβολα, έστω κι αν δεν μοιάζει να συνειδητοποιεί πλήρως ότι η Τάξη ξέρει καλύτερα από τους επίδοξους εκπροσώπους της ότι δεν της είναι απαραίτητα τα ταξικά σύμβολα, το αντίθετο, όταν ήδη εκφράζει τη θέληση του έθνους. Η συντριπτική πλειοψηφία των Γάλλων υποστηρίζει τα βασικά αιτήματα των Γιλέκων, για ποιο λόγο λοιπόν τα λαϊκά στρώματα της Γαλλίας, που κατέβηκαν στο δρόμο, να σηκώσουν τα «ταξικά» τους λάβαρα, τα λάβαρα του μέρους, όταν μπορούν να γίνουν οι εκφραστές του όλου;

 

Υπάρχει και ένας βαθύτερος λόγος. Εδώ δεν διεξάγεται μια σύγκρουση μεταξύ διαφόρων κοινωνικών δυνάμεων για την κατεύθυνση ενός έθνους-κράτους. Εδώ, στο συγκεκριμένο χώρο και χρόνο δηλαδή, το διακύβευμα αφορά την ύπαρξη την ίδια του έθνους και του κράτους, αν θα υπάρχουν και στο μέλλον όπως στο παρελθόν, ή θα απορροφηθούν από τις οικονομικές δυνάμεις του «ύστερου παγκόσμιου καπιταλισμού».

 

Έτσι το νοιώθουν, γι΄ αυτό ανεμίζουν οι διαδηλωτές την τρίχρωμη σημαία της Δημοκρατίας και τραγουδάνε τον εθνικό της ύμνο.

 

Κάτι ήξερε προφανώς κι ο Ναπολέων όταν, αναγορευόμενος Αυτοκράτωρ, απηγόρευσε τη Μασσαλιώτιδα, το ίδιο που έκανε και ο στρατάρχης Πεταίν πολύ αργότερα, ως επικεφαλής του εθελόδουλου στο Τρίτο Ράιχ καθεστώτος του Βισύ. Και η -κατά τα άλλα άψογη και εντυπωσιακή- τελετή ανάληψης των καθηκόντων τού Προέδρου Μακρόν πέρυσι, ένα ψεγάδι μόνο είχε. Στο τέλος, εμφανώς αμήχανος, ο Πρόεδρος δεν τραγούδησε τη Μσσαλιώτιδα, όπως έκαναν όλοι οι άλλοι γύρω του.

 

Τα σύμβολα έχουν σημασία όχι καθ΄ εαυτά, αλλά ως οργανωτές της σκέψης και των συναισθημάτων εκατομμυρίων ανθρώπων.

 

Διαβαίνοντας τον Ρουβίκωνα

 

Στην αίθουσα, κοντά στο μετρό Βολταίρ, που βρήκε να κάνει την εκδήλωσή της η «Διαρκής Επανάσταση», μαζί με τους «Πληγωμένους» και τη «Συνέλευση των Γυναικών», κάνει ψοφόκρυο και τα καθίσματα είναι λίγα. Κάτι που δεν αποτρέπει εκατοντάδες ανθρώπους να την παρακολουθήσουν με προσήλωση μέχρι το τέλος, όρθιοι και στριμωγμένοι.

 

Η εκπρόσωπος της Συνέλευσης των Γυναικών διεκτραγωδεί τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενες γυναίκες στη Γαλλία.

 

Τα στόματα έχουν ανοίξει τώρα και δεν λένε να κλείσουν πια στη Γαλλία. Στις Συνελεύσεις τους, στις συγκεντρώσεις, στο Facebook, παντού, εκτός από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, που είναι, όσο ποτέ άλλοτε, στο δικό τους, τελείως διαφορετικό, εικονικό κόσμο, εκφράζεται τώρα ο αφόρητος κοινωνικός πόνος, τα καθημερινά προβλήματα των λαϊκών στρωμάτων, της μισής σχεδόν, της εγκαταλελειμμένης, περιφρονημένης, αδικημένης, αποξενωμένης, μέχρι την εμφάνιση των Γιλέκων, Γαλλίας, μιας χώρας που μόνο ζήλεια προκαλούσε σε όλο τον κόσμο, μέχρι πριν μερικά χρόνια, με το επίπεδο ευημερίας, κοινωνικής προόδου και ελευθεριών που απολάμβανε – ή που νομίζαμε ότι απολαμβάνει.

 

Αλλά και σήμερα ακόμα, τα παγκόσμια μέσα ενημέρωσης έχουν κάνει ό,τι μπορούν για να αποκρύψουν το μέγεθος της κοινωνικής οπισθοδρόμησης που έχει σημειωθεί σε όλη την Ευρώπη τις τελευταίες δεκαετίες και ιδίως τα τελευταία δέκα χρόνια, μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008. Συντηρούν έτσι, βοηθούμενα και από τον τρόπο σύνταξης των «ευρωπαϊκών στατιστικών» μια όλο και πιο επίπλαστη, ή πάντως πολύ μερική εικόνα μιας Ευρώπης ευημερίας και χλιδής που, αν υπάρχει, αφορά μόνο ένα μέρος του πληθυσμού της ηπείρου.

 

Αν τα πράγματα ήταν όντως έτσι, θα ήταν εντελώς αδύνατο όμως να εξηγηθεί είτε το κίνημα των Κίτρινων Γιλέκων, είτε η ψήφος των Ευρωπαίων πολιτών σε όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις και τα δημοψηφίσματα.

 

Τώρα είναι η σειρά του εικοσάχρονου Φρανκ να σηκωθεί και να πάρει το μικρόφωνο. Τίποτα δεν ακούγεται μέσα στην αίθουσα, καθώς περιγράφει, με απλά λόγια και σπαστή φωνή, πώς έχασε το μάτι του από τα δακρυγόνα, πως δεν ξέρει αν θα μπορέσει να ξαναδουλέψει, ότι έχασε το μισό του βάρος. Μιλάει για τις είκοσι εγχειρήσεις που του ΄καναν οι γιατροί προσπαθώντας να σώσουν το μάτι του, ώσπου του είπαν ότι δεν του κάνουν άλλη γιατί δεν θα την αντέξει.

 

Η συγκέντρωση έχει βουρκώσει, όταν ο πιτσιρίκος κλείνει την ομιλία του λέγοντας: «Είμαι αυτό που είμαι, γιατί έπαθα αυτό που μου ΄καναν».

 

Διερωτώμαι αν αυτοί που αποφάσισαν τέτοιου είδους καταστολή αντιλαμβάνονται τις συνέπειες και τις επιδιώκουν ή απλώς έχουν χάσει την ψυχραιμία τους.

 

Γιατί είναι φανερό ότι αυτοί οι “σπόροι” που ΄χουν ήδη πέσει, αργά ή γρήγορα, ανεξάρτητα από την έκβαση στο άμεσο μέλλον της τωρινής κρίσης, είναι από κείνη την κατηγορία που δημιουργούν ψυχική και κοινωνική άβυσσο σε μια χώρα, από αυτούς που οδηγούν προοπτικά, κανείς δεν μπορεί να πει πότε και πώς, σε καταστάσεις που λύονται με επαναστάσεις, εμφυλίους ή δικτατορίες. Δεν υπάρχει άλλωστε συνομιλητής μας, εδώ στη Γαλλία, από την άκρα Δεξιά μέχρι την άκρα Αριστερά, που να μην αναγνωρίζει και επισημαίνει την ύπαρξη παρόμοιων κινδύνων.

 

Ακόμα πάντως κι αν, αύριο το πρωί, εξαφανισθούν ως δια μαγείας τα Κίτρινα Γιλέκα, θα είναι πια αδύνατο να σβηστεί το αποτύπωμά τους. Ένας μεσόκοπος διαδηλωτής στη Republique εκδηλώνει την οργή του για τον Πρόεδρο και την κυβέρνηση κραυγάζοντας: «Σκότωσαν βασιλιάδες για πολύ λιγότερα από αυτά που κάνετε εσείς» και το πλήθος γύρω του ξεσπάει: «Μακρόν παραιτήσου»! (Macron Demission!)

 

Αναζητώντας τον «Αδιάφθορο»

 

Το “Αδιάφθορος”, το παρατσούκλι του Ροβεσπιέρου, είναι η απόδοση στα ελληνικά της λέξης “Incorruptible”. Η απόδοση όμως παραμορφώνει κάπως το νόημα. “Incorruptible” σημαίνει κατά κυριολεξία όχι αυτόν που δεν έχει διαφθαρεί, αλλά αυτόν που δεν μπορεί να διαφθαρεί.

Τα Κίτρινα Γιλέκα δεν έχουν εμπιστοσύνη σε κανέναν πολιτικό, κόμμα, συνδικάτο ή άλλο θεσμό αντιπροσώπευσης -που άλλωστε, στο σύνολό τους, γνωρίζουν ιστορικά πρωτοφανή κρίση αξιοπιστίας στη Γαλλία. Κι αυτό είναι μία βασική, αν και όχι μόνη αιτία που εξηγεί τη “μανία” τους, θα έλεγε κανείς, να αποφύγουν οποιαδήποτε ηγεσία και εκπροσώπηση. Μια “μανία” που τους βοήθησε πολύ μέχρι τώρα, αλλά δύσκολα κανείς φαντάζεται πώς μπορούν να συνεχίσουν έτσι να αναπτύσσονται χωρίς να αντιμετωπίσουν τελικά προβλήματα.

 

«Εξουσία του Λαού, από τον Λαό, για τον Λαό» είναι το έμβλημά τους και το εφαρμόζουν πρώτα και κύρια στον εαυτό τους.

 

«Το πλεονέκτημά μας είναι ότι είμαστε παντού και πουθενά. Δεν υπάρχουν ηγέτες για να μπορέσει η εξουσία να τους βρει και να τους αγοράσει», μας λέει χαρακτηριστικά ο Ξαβιέ Ρενού, δραστήριος οργανωτής των Γιλέκων στη μικρή πόλη Περσάν-Μπομόν, στα βόρεια του Παρισιού.

 

Ο ίδιος ανήκει στην “Ανυπότακτη Γαλλία” του Μελανσόν, αλλά έχει “ξεχάσει”, έχει παραμερίσει κάθε επίδειξη “κομματικής προτίμησης” συμμετέχοντας σε ένα κίνημα που αρνήθηκε μέχρι τώρα πεισματικά οποιαδήποτε σχέση με πολιτικά κόμματα, παρατάξεις και συνδικάτα. Μόνο τελευταία, στη διάρκεια της απεργίας της 5ης Φεβρουαρίου, που προκήρυξε, υποκύπτοντας στην πίεση της βάσης της, μία από τις τρεις εργατικές συνομοσπονδίες της Γαλλίας, η CGT, βρέθηκαν να διαδηλώνουν μαζί, αν και με χωριστά μπλοκ, Γιλέκα και Συνδικάτα.

 

Μέσα η Πολιτική, έξω οι Πολιτικοί! Ένα αριστερό κίνημα που δεν θέλει να λέγεται έτσι

 

Δεν είναι μόνο ο φόβος της “εξαγοράς” των ηγετών και των εκπροσώπων. Τα Κίτρινα Γιλέκα, είτε συμφωνεί, είτε διαφωνεί κανείς μαζί τους, είναι ένα βαθύτατο και αυθόρμητο, δια-ταξικό λαϊκό κίνημα “από τα κάτω”, όπου η οργή για ένα συγκεκριμένο μέτρο συνάντησε την ευρύτατη λαϊκή επίγνωση, ταυτόχρονα, πολλών εκατομμυρίων ανθρώπων ότι, αν δεν κάνουν κάτι οι ίδιοι, δεν πρόκειται κανείς άλλος να τους σώσει από την νεοφιλελεύθερη κατεδάφιση του μεταπολεμικού κράτους πρόνοιας και του “σοσιαλδημοκρατικού” κοινωνικού συμβολαίου, αλλά και από την αρπαγή της Δημοκρατίας από τους εκπροσώπους του Χρήματος. Στην τελευταία διάγνωση μοιάζει εξάλλου να ταυτίζεται τώρα μια πλειοψηφία οπαδών και της Δεξιάς και της Αριστεράς.

 

Επειδή ακριβώς η “μάζα” θέλει να πετύχει, απομονώνει η ίδια οτιδήποτε θα μπορούσε να τη διχάσει ή να παίξει αρνητικό ρόλο στην ανάπτυξη του κινήματος. Το 70% των διεκδικήσεων που ακούγονται ταυτίζονται για παράδειγμα με το πρόγραμμα της αριστερής “Ανυπότακτης Γαλλίας”, όμως τα Γιλέκα την έχουν εμποδίσει να παίξει μέχρι τώρα οποιονδήποτε αξιοσημείωτο ρόλο στο κίνημα, την κρατάνε μακριά τους.

 

Έχουμε έτσι σήμερα στη Γαλλία ένα κίνημα που μοιάζει να είναι πολύ αριστερό, από την άποψη των αξιών, ιδεών, διεκδικήσεων και συνθημάτων του, αλλά που το τελευταίο που θέλει είναι να ονομάζεται αριστερό.

 

Το ίδιο άλλωστε έκαναν και με την άκρα Δεξιά της Λεπέν. Ο “ριζοσπαστισμός” της γαλλικής κοινωνίας, όπως και σε άλλες δυτικές χώρες, εκδηλώνεται και προς την “ριζοσπαστική” Αριστερά και προς τη “ριζοσπαστική” Δεξιά, και οπαδοί, ενίοτε και στελέχη, και των δύο παρατάξεων, όπως και απολίτικοι πολίτες, είναι μεταξύ των Γιλέκων. Αν τα Γιλέκα άρχιζαν να εκδηλώνουν πολιτικο-κομματικές προτιμήσεις θα έχαναν αυτόματα ένα μέρος της υποστήριξής τους, θα γίνονταν εύκολα στόχος και θα υπονόμευαν τον αγώνα τους.

 

Το κίνημα των Κίτρινων Γιλέκων είναι βαθύτατα, στον υπέρτατο βαθμό θα έλεγε κανείς πολιτικό κίνημα, που έθεσε ενώπιόν του θεμελιώδεις επιδιώξεις, όπως την αποκατάσταση ενός αξιοπρεπούς επιπέδου διαβίωσης των λαϊκών τάξεων και την ανάκτηση του λαϊκού ελέγχου της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Δεν είναι ένα “απολίτικο” κίνημα, όπως επιπόλαια, κατά τη γνώμη μας, το ταξινομούν μερικοί αναλυτές, δέσμιοι, στην καλύτερη περίπτωση, των προκατασκευασμένων σχημάτων τους.

 

Αλλά για να πραγματοποιήσει τις επιδιώξεις του, στο συγκεκριμένο χώρο και χρόνο που δρα, δεν έχει άλλη λύση, προς το παρόν τουλάχιστον, από το να παραμερίσει τις πολιτικές διαφορές. Για να γίνει πολιτικό, στο επίπεδο που επιδιώκει, νιώθει ότι πρέπει να διώξει από μέσα του την τρέχουσα πολιτική και τους εκπροσώπους της, στην προσπάθειά του να ενώσει όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους, αλλά και κοινωνικά στρώματα, στο κοινωνικό και δημοκρατικό του εγχείρημα.

 

Διώχνοντας την τρέχουσα πολιτική, θέλει να επιστρέψει στο αρχικό ηθικό και κοινωνικό αίτημα της Πολιτικής. «Εμπνεόμαστε από αυτό που κάνατε κάποτε εσείς οι Έλληνες, από την Αγορά, εκεί που οι άνθρωποι μαζεύονται, συζητάνε τα προβλήματά τους και παίρνουν τις αποφάσεις τους», μου λέει ο Ξαβιέ Ρενού.

 

Πού πάει η Γαλλία

 

Φυσικά, είναι πολύ νωρίς για να κάνουμε μια οποιαδήποτε σαφή πρόβλεψη για το πού θα οδηγήσουν όλα αυτά. Μοιάζει ίσως καταπληκτικό, αλλά δεν βρήκαμε επί δεκαπέντε μέρες ούτε έναν Γάλλο, από την άκρα Αριστερά έως την άκρα Δεξιά, από τους οπαδούς του Προέδρου έως τους ορκισμένους αντιπάλους του, διανοούμενο, πολιτικό, δημοσιογράφο ή ακτιβιστή, που να μας απαντήσει με έστω και ελάχιστο βαθμό βεβαιότητας στην ερώτηση “Πού πάει η Γαλλία”. Η ίδια άλλωστε η εφημερίδα Monde κινητοποίησε πάνω από εβδομήντα ειδικούς επιστήμονες να αναλύσουν τι στο καλό συμβαίνει στη χώρα, που κανείς δεν το είχε πάρει χαμπάρι και κανείς δεν το είχε προβλέψει προτού ξεσπάσει.

 

Το μόνο στο οποίο όλοι ανεξαιρέτως συμφωνούν είναι ότι τίποτα δεν θα είναι πια το ίδιο στη Γαλλία. Άρα και στην Ευρώπη, συμπεραίνει κανείς.

 

«Μια επανάσταση είναι αδιανόητη μία ώρα προτού ξεσπάσει και όλοι είναι σίγουροι γι΄ αυτήν μετά την πρώτη νίκη της». Αυτά τα λόγια της Γερμανίδας σοσιαλδημοκράτισσας Ρόζας Λούξεμπουργκ χρησιμοποιεί ο οικολόγος και οπαδός της “εναλλακτικής παγκοσμιοποίησης” Πατρίκ Φαρμπιάζ, συγγραφέας και μελετητής του φαινομένου των Κίτρινων Γιλέκων, για να απαντήσει κάπως σιβυλλικά στο ερώτημά μου αν στη χώρα του γίνεται τώρα επανάσταση.

 

Στη Rue d΄Aubervilliers, στο Παρίσι, ο “ζωγράφος του δρόμου” Πασκάλ Μπουαγιάρ έδωσε τη δική του απάντηση, ή τουλάχιστον εξέφρασε την επιθυμία του, διακοσμώντας έναν ολόκληρο τοίχο με μια διασκευή του ξακουστού πίνακα του Ευγένιου Ντελακρουά «Η Ελευθερία οδηγεί τον Λαό», εμπνευσμένου από την Επανάσταση του Ιουλίου 1830.

 

Τώρα, κάτω από την Ελευθερία, στον τοίχο της Rue d΄Aubervilliers, απέναντι από το τοπικό Πολιτιστικό Κέντρο, είναι τα Κίτρινα Γιλέκα που υψώνουν τη σημαία της Γαλλικής Δημοκρατίας.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Πρόγραμμα Πανελληνίων 2025