ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Πότε θα γίνουν τα επόμενα βήματα για την επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης στα 12 μίλια και γιατί επιλέχτηκε να γίνει με νομοθετική πρωτοβουλία αντί με προεδρικά διατάγματα; Μήπως δεν έπρεπε να έχει προαναγγελθεί από τον απερχόμενο υπουργό εξωτερικών κύριο Κοτζιά το προηγούμενο Σάββατο αλλά να έχουν προχωρήσει απευθείας οι σχετικές ενέργειες;

Συνέντευξη Αν. Υπουργού Εξωτερικών, Γ. Κατρούγκαλου, στην ε/φ «Real News» και τον δ/φο Φ. Κλαυδιανό (27.10.2018)

Γ. ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ: Ο Νίκος Κοτζιάς αναφέρθηκε στο θέμα αυτό στο πλαίσιο του απολογισμού του έργου του, κατά την τελετή παράδοσης-παραλαβής στο Υπουργείο Εξωτερικών. Είναι αναγκαίο να ενημερωθεί περαιτέρω ο ελληνικός λαός αλλά και οι πολιτικές δυνάμεις για τη συστηματική δουλειά που έχει γίνει και ο Πρωθυπουργός, με την ιδιότητα του και του Υπουργού Εξωτερικών, θα αναλάβει σχετικές πρωτοβουλίες το επόμενο διάστημα.

Η νομοθετική πρωτοβουλία και συζήτηση στη Βουλή υπηρετεί ακριβώς την ανάγκη να υπάρχει ουσιαστικός διάλογος και διαφάνεια, σε ένα θέμα εθνικής σημασίας. Αντίθετα με το συκοφαντικό θόρυβο περί μυστικής διπλωματίας αυτή ήταν πάντα η βασική επιλογή μας στην εξωτερική πολιτική. Χρειάζεται να θυμίσω ότι αντίθετη ήταν η πρακτική που επικρατούσε στο παρελθόν; Ήρθε ποτέ η Ενδιάμεση Συμφωνία με τα Σκόπια στη Βουλή για συζήτηση και κύρωση;

 

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Πώς κρίνετε την αντίδραση του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών και την επαναφορά του casus belli; Μήπως έχουν δίκιο εκείνοι που υποστηρίζουν πως με την τμηματική επέκταση η Ελλάδα παραδέχεται ότι το Αιγαίο έχει καθεστώς ειδικής θάλασσας;

 

Γ. ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ: Όπως δηλώσαμε σαφώς και άμεσα, επαναλαμβάνοντας την πάγια εθνική θέση, η επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης αποτελεί νόμιμο και αναφαίρετο κυριαρχικό δικαίωμα μας, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο. Η σχετική απόφαση για επέκταση εναπόκειται αποκλειστικά στη χώρα μας, η οποία έχει το δικαίωμα να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα όποτε και όπως η ίδια κρίνει.

Το δικαίωμα αυτό ισχύει απαρεγκλίτως και δεν τίθεται υπό αμφισβήτηση ή υπό διαπραγμάτευση με τρίτους. Αυθαίρετες ερμηνείες του διεθνούς δικαίου και απειλές βίας από την πλευρά της Τουρκίας, όπως και η αμφισβήτηση των νομίμων δικαιωμάτων της χώρας μας, ούτε αλλάζουν το γεγονός αυτό, αλλά ούτε συμβάλλουν στις σχέσεις καλής γειτονίας. Αυτά ισχύουν, προφανώς, για όλη την επικράτεια. Η τμηματική επέκταση επιβεβαιώνει και δεν αποδυναμώνει την κυριαρχική αρμοδιότητα της Ελλάδας. Αυτή ήταν, άλλωστε, και η ομόφωνη γνώμη του Επιστημονικού Συμβουλίου του Υπουργείου Εξωτερικών, το οποίο συγκλήθηκε από τον Πρωθυπουργό την Τετάρτη, για να γνωμοδοτήσει σχετικά. Και σε αυτό το θέμα, όπως και με τη Συμφωνία των Πρεσπών, αποδεικνύουμε ότι δεν είμαστε δύναμη αδράνειας αλλά προωθούμε θετικά για τη χώρα εκκρεμότητες δεκαετιών.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Πως κρίνετε την απόφαση που πήρε η βουλή της πΓΔΜ και πότε προβλέπετε ότι η συμφωνία των Πρεσπών θα έρθει για επικύρωση στην Ελλάδα;

Γ. ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ: Αποτελεί ιδιαίτερα θετική εξέλιξη που αποδεικνύει ότι η συμφωνία των Πρεσπών διατηρεί την δυναμική της. Για τους δύο λαούς μας, η τελευταία συνεπάγεται τη λήξη μιας πικρής αντιμαχίας που θα μπορούσε να έχει λήξει θετικά από τη δεκαετία του ’90. Αποτελεί όμως και ένα σημαντικό βήμα για την ειρήνη και τη σταθερότητα σε μια περιοχή που πάντα ήταν η πυριτιδαποθήκη της Ευρώπης. Μέχρι το Μάρτιο του 2019 και εφόσον, όπως όλα δείχνουν, ολοκληρωθεί η αναθεωρητική διαδικασία στα Σκόπια, η συμφωνία θα έρθει προς κύρωση στη Βουλή. Δεν έχω καμία αμφιβολία για την υπερψήφισή της. Εν τω μεταξύ, τις αμέσως επόμενες ημέρες η Aegean Airlines πρόκειται να εγκαινιάσει απευθείας πτήση μεταξύ Αθηνών και Σκοπίων. Αυτή είναι μια ιδιαίτερα θετική εξέλιξη, η οποία θα συμβάλλει σημαντικά στην πύκνωση των επαφών μεταξύ των λαών μας, αλλά και στην προώθηση της συνεργασίας μας στα πεδία του τουρισμού, του εμπορίου και του επιχειρείν. Είναι δε, ενδεικτική του πόσο εγγύτερα έχουν έρθει οι λαοί μας τα τελευταία χρόνια, οικοδομώντας εμπιστοσύνη και αλληλοκατανόηση.

 

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Εσείς θεωρείτε κατανοητή την παραίτηση Κοτζιά; Πως κρίνετε τις σκιές που έχουν δημιουργηθεί για τα μυστικά κονδύλια του υπουργείου Εξωτερικών;

 

Γ. ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ: Ο Υπουργός εξήγησε το τελευταίο διάστημα αναλυτικά τις θέσεις του. Είναι σαφές ότι η παραίτηση δεν συνεπάγεται σε καμία περίπτωση αλλαγή της εξωτερικής μας πολιτικής. Ως προς δε το θέμα των μυστικών κονδυλίων, παρά την άθλια φαιά προπαγάνδα της αντιπολίτευσης, η αλήθεια είναι ότι επί Υπουργίας Κοτζιά διαμορφώθηκε για πρώτη φορά μηχανισμός που προβλέπει την έγκριση των μυστικών κονδυλίων από τη Βουλή.

 

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Ως αρμόδιος υπουργός, πιστεύετε ότι στο εξωτερικό η διφωνία που εκπέμπει η κυβέρνηση δημιουργεί ή όχι ουσιαστικό πρόβλημα στην άσκηση εξωτερικής πολιτικής;

 

Γ. ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ: Η δήλωση του Πρωθυπουργού ότι δεν θα ανεχτεί καμιά διγλωσσία και προσωπική στρατηγική στην πολιτική της χώρας, θεωρώ ότι έκλεισε μια για πάντα κάθε σχετική συζήτηση.

 

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Βάσει όσων δήλωσε και τελευταία ο κ. Κοτζιάς, η συμφωνία με την Αλβανία είναι έτοιμη. Θα προχωρήσει άμεσα;

 

Γ. ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ: Η διαπραγμάτευση έχει προχωρήσει πράγματι σημαντικά, απομένουν όμως ακόμη πτυχές που απαιτούν και άλλη δουλειά. Από την αλβανική πλευρά, άλλωστε, υφίσταται ακόμη η εκκρεμότητα της πλήρους στελέχωσης του Συνταγματικού Δικαστηρίου, η γνώμη του οποίου θεωρείται αναγκαία από τον πολιτικό κόσμο της γείτονος για την ολοκλήρωση της διαδικασίας.

 

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Ποιες πιστεύετε εσείς ότι είναι οι επιτακτικές συνταγματικές αλλαγές που πρέπει να γίνουν;

 

Γ. ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ: Η συνταγματική αναθεώρηση αποτελεί την κορωνίδα του προοδευτικού μεταρρυθμιστικού μας έργου και έχει δύο βασικούς στόχους: Πρώτον, να μεταρρυθμίσει δομικά το πελατειακό κράτος της μεταπολίτευσης, προς την κατεύθυνση του εκδημοκρατισμού του, μέσω της ενίσχυσης της Βουλής και της εισαγωγής θεσμικών αντιβάρων που δεν θα είναι ιδιοκτησία των ελίτ αλλά θα ενεργοποιούνται με λαϊκή συμμετοχή. Και, δεύτερον, να ενισχύσει την προστασία των ατομικών και πολιτικών ελευθεριών και των κοινωνικών δικαιωμάτων, αλλά και τους μηχανισμούς του κοινωνικού κράτους, ως ανάχωμα στην επίθεση εναντίον τους από το νεοφιλελευθερισμό. Στο πλαίσιο αυτό πρέπει να ρυθμισθούν και υπερώριμα ζητήματα, όπως οι διακριτοί ρόλοι Εκκλησίας και Πολιτείας και η κατάργηση του απαράδεκτου καθεστώτος ασυλίας του πολιτικού προσωπικού.