Η Διεθνής Έρευνα για τη Διδασκαλία και τη Μάθηση (TALIS) του ΟΟΣΑ βρίσκεται στο στόχαστρο του Προέδρου της ΕΛΜΕ Πειραιά, Ηλία Πατίδη, ο οποίος καταγγέλλει ότι οι ερωτήσεις και τα συμπεράσματά της είναι προκαθορισμένα, μεταθέτοντας την αποκλειστική ευθύνη της εκπαιδευτικής διαδικασίας στους εκπαιδευτικούς και στα . Όπως επισημαίνει, η έρευνα αγνοεί το κοινωνικό και πολιτικό πλαίσιο μέσα στο οποίο λειτουργεί η εκπαίδευση, ενώ προωθεί ένα αποστειρωμένο μοντέλο αξιολόγησης που παραγνωρίζει τις πραγματικές συνθήκες άσκησης του εκπαιδευτικού έργου.

Η Διεθνής Έρευνα TALIS αποτελεί τη μεγαλύτερη διεθνή μελέτη για τους εκπαιδευτικούς και τις συνθήκες εργασίας τους, με συμμετοχή άνω των 50 χωρών σε έξι ηπείρους. Η Ελλάδα πρόκειται να συμμετάσχει για πρώτη φορά το 2026, μέσα από τον συμπληρωματικό κύκλο TALIS+, τα δεδομένα του οποίου θα ενταχθούν στον κύκλο του 2024, καθιστώντας τη μία από τις 60 συμμετέχουσες χώρες. Η έρευνα εστιάζει σε πέντε βασικούς άξονες: την πρόσληψη και προετοιμασία των εκπαιδευτικών, την επαγγελματική τους ανάπτυξη, τις πρακτικές διδασκαλίας και την ανατροφοδότηση, την επίδραση των σχολικών πολιτικών στο μαθησιακό περιβάλλον και την ικανοποίηση από την εργασία. Τα σχολεία επιλέγονται με αντιπροσωπευτική δειγματοληψία και η συμπλήρωση των ερωτηματολογίων, που διαρκεί περίπου 45 λεπτά, γίνεται ηλεκτρονικά και με πλήρη εμπιστευτικότητα.

Ο Ηλίας Πατίδης υπογραμμίζει ότι οι περίπου 50 ερωτήσεις της έρευνας αποκρύπτουν κρίσιμους παράγοντες που διαμορφώνουν την εκπαιδευτική διαδικασία. Όπως επισημαίνει, δεν γίνεται καμία αναφορά σε βασικές παραμέτρους όπως η κρατική στήριξη της σχολικής μονάδας, οι κοινωνικές δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι μαθητές, οι συνθήκες στις σχολικές αίθουσες ή η υλικοτεχνική υποδομή. Έτσι, διαμορφώνεται ένα πλαίσιο όπου η ευθύνη για τις μαθησιακές επιδόσεις μεταφέρεται αποκλειστικά στον εκπαιδευτικό και στον διευθυντή του σχολείου.

Παράλληλα, ο Πρόεδρος της ΕΛΜΕ Πειραιά αναδεικνύει ότι μέσω της απουσίας κρίσιμων ερωτήσεων, η TALIS παρουσιάζει το σχολείο ως μια αποστειρωμένη μονάδα, αποκομμένη από κάθε κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα. Ο ίδιος καταγγέλλει ότι παραλείπεται κάθε αναφορά στις συνθήκες ζωής των μαθητών και των οικογενειών τους, καθώς και στις δυσκολίες που συναντούν οι εκπαιδευτικοί, όπως η παραμονή τους στην τάξη σε προχωρημένες ηλικίες ή η έλλειψη στήριξης σε επίπεδο επαγγελματικής ανάπτυξης.

Ιδιαίτερη έμφαση δίνει ο Ηλίας Πατίδης στα μηνύματα που απορρέουν από τη λογική της έρευνας: ελαστικές μορφές εργασίας, μετακίνηση εκπαιδευτικών μεταξύ σχολείων, ατομική ευθύνη για την επιμόρφωση, γραφειοκρατική επιβάρυνση χωρίς επαρκή διοικητική στήριξη και αυξημένη εμπλοκή γονέων και δήμων στη διοίκηση των σχολείων. Κατά τον ίδιο, όλα αυτά συνθέτουν ένα πλαίσιο που αποδυναμώνει τον δημόσιο χαρακτήρα της εκπαίδευσης και οδηγεί στη στοχοποίηση των εκπαιδευτικών για τα αποτελέσματα του σχολείου.

Ολοκληρώνοντας την τοποθέτησή του, ο Πρόεδρος της ΕΛΜΕ Πειραιά επισημαίνει ότι ακόμα και τα ερωτήματα της TALIS για το ενδεχόμενο αποχώρησης των εκπαιδευτικών από το επάγγελμα μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια επιβεβαιώνουν την κρίση που βιώνουν τα εκπαιδευτικά συστήματα. Όπως σημειώνει, η απαξίωση του επαγγέλματος σε διεθνές επίπεδο, η αύξηση των παραιτήσεων και η αντικατάσταση των εκπαιδευτικών με επισφαλώς εργαζόμενους μετανάστες δεν αποτελούν τυχαία φαινόμενα, αλλά αποτέλεσμα συγκεκριμένων πολιτικών επιλογών που υποβαθμίζουν τη δημόσια εκπαίδευση.