Την σταδιακή οικονομική ανάκαμψη της χώρας και τα άμεσα αποτελέσματα στην κοινωνία επισημαίνει η βουλευτής Β΄ Αθήνας του ΣΥΡΙΖΑ, Αννέτα Καββαδία μιλώντας στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, και χαρακτηρίζει δίκαιο τον προϋπολογισμό- τον πρώτο μετά τη λήξη των μνημονίων- που θέτει ως προτεραιότητα τον κόσμο της εργασίας.
«Δεν υιοθετούμε τη λογική του success story αλλά μια σειρά από πράγματα που είναι στον πυρήνα της πολιτικής μας ατζέντας δρομολογούνται και αυτό μας ικανοποιεί. Ο προϋπολογισμός έρχεται να διαψεύσει τις φαντασιώσεις της αριστερής παρένθεσης και της καταστροφής που ‘παπαγαλίζουν’ οι πολιτικοί μας αντίπαλοι και τα φιλικά τους ΜΜΕ. Εκεί πρέπει να εστιαστεί η συζήτηση, να αντιπαρατεθούν οι προτεραιότητες του δικού μας σχεδίου και εκείνου της ΝΔ» σημειώνει χαρακτηριστικά μιλώντας στο Πρακτορείο.
Η κ. Καββαδία αναφορικά με τις επενδύσεις στη χώρα τραβώντας διαχωριστική γραμμή από τον τρόπο προσέγγισης του ζητήματος από τη ΝΔ και υπογραμμίζει μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι «υπάρχει η Αριστερά που ζητά η ατμομηχανή της οικονομίας, να δουλέψει για όλους τους επιβάτες του τρένου και όχι μόνο για τους επιβάτες της πρώτης θέσης. Δεν μας ενδιαφέρουν επενδύσεις που κουρελιάζουν τις εργατικές κατακτήσεις του 20ου αιώνα, ούτε επενδύσεις που βιάζουν το περιβάλλον. Στην κατεύθυνση αυτή, η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ έχει δώσει σαφή δείγματα γραφής».
Αναφορικά με τη Συμφωνία των Πρεσπών η κ. Καββαδία εκφράζει την πεποίθηση ότι όταν θα έρθει στο Κοινοβούλιο προς κύρωση, θα εξασφαλίσει την απαιτούμενη πλειοψηφία ενώ εγκαλεί την αξιωματική αντιπολίτευση για τη στάση της, την καλεί δε, να εξηγήσει «πώς γίνεται τόσο οι εγχώριοι όσο και οι γείτονες εθνικιστές, να θεωρούν ταυτόχρονα προδοτική την ίδια συμφωνία». «Όμως, θα μου πείτε, εδώ δεν μας εξηγεί η ΝΔ για ποιο λόγο συναντιόταν η κυρία Σπυράκη κρυφά με τον κύριο Ζάεφ….», σχολιάζει η βουλευτής της Β΄ Αθήνας του ΣΥΡΙΖΑ.
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της συνέντευξης της βουλευτού της Β΄ Αθήνας του ΣΥΡΙΖΑ, Αννέτας Καββαδία στην Αγγελική Λάζου για το Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων:
Ερ.: Κατατέθηκε στις αρχές της εβδομάδας ο προϋπολογισμός. Πώς θα τον χαρακτηρίζατε; Προϋπολογισμό ιδιοκτησίας της κυβέρνησης ή προϋπολογισμό των θεσμών με αστερίσκους;
Απ.: Η κυβέρνηση κατέθεσε τον πρώτο προϋπολογισμό μετά τη λήξη των μνημονίων λαμβάνοντας υπόψη τις αυτονόητες υποχρεώσεις: αφενός να είναι ένα ρεαλιστικό σχέδιο προϋπολογισμού, αντίστοιχο προς την διεθνή πραγματικότητα και τις αναπτυξιακές δυνατότητες της ελληνικής οικονομίας, αφετέρου να είναι ένα αξιόπιστο σχέδιο όχι μόνο απέναντι στους δανειστές αλλά, κυρίως, απέναντι στον ελληνικό λαό, που έχει υποφέρει πολλά και είναι αυτός που θα κληθεί να κρίνει ποια πολιτική δύναμη θα κυβερνήσει τη χώρα μετά τις εκλογές του 2019. Η πιο σημαντική όμως υποχρέωση της κυβέρνησης, μετά τη λήξη των μνημονίων, ήταν η υποχρέωση να καταθέσει έναν προϋπολογισμό που να είναι όσο το δυνατόν πιο δίκαιος, δηλαδή έναν προϋπολογισμό που θα έχει ως προτεραιότητα τον κόσμο της εργασίας και, ιδιαιτέρως, όσους επλήγησαν περισσότερο στα χρόνια της κρίσης. Πρέπει λοιπόν εμβληματικά να αναφέρουμε πως, επιτέλους, αυξάνεται ο κατώτατος μισθός, επαναφέρονται οι συλλογικές συμβάσεις, δηλώνεται με σαφήνεια ότι το μέτρο της περικοπής των συντάξεων δεν είναι αναγκαίο, προβλέπεται η μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 10% μεσοσταθμικά, η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών ελεύθερων επαγγελματιών, αυτοαπασχολούμενων και αγροτών, η μείωση φορολογίας διανεμόμενων κερδών, η σταδιακή μείωση του φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων από 29% σε 25% με μείωση κατά 1% κατ’ έτος, η επιδότηση των ασφαλιστικών εισφορών για νέους κάτω των 25 ετών, η εισαγωγή ενός νέου προγράμματος επιδότησης ενοικίου με οικονομικά και οικογενειακά κριτήρια, η ενίσχυση των σχολικών μονάδων Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης, η ενίσχυση του προγράμματος «Βοήθεια στο Σπίτι» και πολλά άλλα ακόμα.
Δεν υιοθετούμε τη λογική του success story αλλά μια σειρά από πράγματα που είναι στον πυρήνα της πολιτικής μας ατζέντας δρομολογούνται και αυτό μας ικανοποιεί. Ο προϋπολογισμός έρχεται να διαψεύσει τις φαντασιώσεις της αριστερής παρένθεσης και της καταστροφής που «παπαγαλίζουν» οι πολιτικοί μας αντίπαλοι και τα φιλικά τους ΜΜΕ. Εκεί πρέπει να εστιαστεί η συζήτηση, να αντιπαρατεθούν οι προτεραιότητες του δικού μας σχεδίου και εκείνου της ΝΔ, ειδικά καθώς στις συνεντεύξεις του ο Κυριάκος Μητσοτάκης γίνεται όλο και πιο αποκαλυπτικός ως προς την εμμονή του στον νεοφιλελευθερισμό.
Ερ.: Το αφήγημα που συνόδευσε το τέλος του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής ήταν η δυνατότητα της χώρας να χρηματοδοτηθεί από αυτές (τις αγορές), κάτι που καθυστερεί. Σας ανησυχεί η διεθνής συγκυρία που καθιστά απαγορευτική μια τέτοια επιλογή; Και ποιες είναι οι πραγματικές αντοχές της ελληνικής οικονομίας;
Απ.: Η Ελλάδα, σιγά-σιγά, ανακτά την πολιτική και οικονομική της κυριαρχία, βγαίνοντας από τη σκιά μιας απαράδεκτης μνημονιακής επιτροπείας στην οποία μας είχαν βάλει οι προηγούμενες κυβερνήσεις. Με δεδομένο το δημοσιονομικό απόθεμα που έχει δημιουργηθεί, με πολύ σκληρές προσπάθειες του ελληνικού λαού, έχουμε τη δυνατότητα να επιλέξουμε εμείς τη χρονική στιγμή που θα βγούμε στις αγορές και προς το παρόν δεν πιεζόμαστε για κάτι τέτοιο. Έχουμε δηλαδή τη δυνατότητα, με άνεση, να περιμένουμε μια καλύτερη διεθνή οικονομική συγκυρία και να μην εξαρτόμαστε από την παρούσα κατάσταση στις αγορές, η οποία όντως είναι δύσκολη τους τελευταίους μήνες, εξαιτίας τόσο της Τουρκίας όσο και της Ιταλίας.
Οι αντοχές της ελληνικής οικονομίας είναι μεγάλες, όμως το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα χρειάζεται ρυθμίσεις και αλλαγές που προϋποθέτουν μια άλλη πολιτική βούληση στον παγκόσμιο χάρτη. Προϋποθέτουν την πίεση για ανατροπή μιας κατάστασης που λειτουργεί κάνοντας τους πλούσιους πλουσιότερους και τους φτωχούς φτωχότερους. Υπό αυτή την έννοια, οι ευρωεκλογές του προσεχούς Μαϊου, έχουν εξαιρετική σημασία ως προς τη δυναμική που θα προσδώσει το αποτέλεσμά τους στη διαμόρφωση των πολιτικών συσχετισμών στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ερ.: Εκείνο που ζήσαμε όλα τα προηγούμενα χρόνια ήταν πως η ευημερία των αριθμών δεν συνεπάγεται την ευημερία των πολιτών. Πώς αλλάζει αυτή η σχέση με δεδομένο ότι δεν έχει προκύψει στη χώρα ένα επενδυτικό σοκ που να δείχνει ότι η ατμομηχανή της οικονομίας έχει πάρει μπρος;
Απ.: Οι αριθμοί δεν φταίνε για το πώς τους διαβάζουμε εμείς. Από τα στοιχεία των οικονομικών μεγεθών μπορεί να βγάλει κανείς συμπεράσματα που απηχούν την αλήθεια για την ευημερία ή μη των πολιτών. Αρκεί να θέλεις να βγάλεις συμπεράσματα και όχι να θέλεις να συσκοτίσεις με fake news την αλήθεια. Ως προς το επενδυτικό σοκ που ρωτάτε, είναι κάτι που στο όνομά του όλοι ορκίζονται, αλλά έχει σημασία πώς το εννοούν. Υπάρχουν πολιτικές δυνάμεις, όλοι ξέρουμε ποιες, που στην επίκληση εισροής επενδύσεων είναι έτοιμες να απαρνηθούν κάθε εργασιακό δικαίωμα και κάθε περιβαλλοντική προστασία- άλλωστε ποτέ δεν πίστεψαν ούτε στο ένα ούτε στο άλλο. Από την άλλη, υπάρχει η Αριστερά που ζητά, η ατμομηχανή της οικονομίας, όπως την είπατε, να δουλέψει για όλους τους επιβάτες του τρένου και όχι μόνο για τους επιβάτες της πρώτης θέσης. Δεν μας ενδιαφέρουν επενδύσεις που κουρελιάζουν τις εργατικές κατακτήσεις του 20ου αιώνα, ούτε επενδύσεις που βιάζουν το περιβάλλον. Στην κατεύθυνση αυτή, η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ έχει δώσει σαφή δείγματα γραφής πχ. ενισχύοντας με οικονομικά κίνητρα και νομοθετικές διευκολύνσεις τη δημιουργία και λειτουργία συνεταιριστικών και αλληλέγγυων επιχειρήσεων. Προφανώς, δεν μπορούν να λυθούν όλα ως δια μαγείας. Η ανεργία είναι στο 19%. Κανείς δεν δικαιούται να το παραβλέπει αυτό. Όμως, το 2015, όταν πρωτοαναλάβαμε τις ευθύνες της κυβέρνησης, ήταν στο 26%. Ούτε αυτό δικαιούται κανείς να το παραβλέψει.
Ερ.: Ποια θεωρείτε ότι είναι τα άμεσα μέτρα ανακούφισης της κοινωνίας κυρίως για τη μεσαία τάξη που φαίνεται πως έχει μπει σε προτεραιότητα για την κυβέρνηση;
Απ.: Ο πρωθυπουργός στην ομιλία του στη Θεσσαλονίκη αλλά και στο πρώτο Υπουργικό Συμβούλιο μετά τον ανασχηματισμό, αναφέρθηκε στην ανάγκη να υπάρξουν – κατά προτεραιότητα – μέτρα ανακούφισης των μεσαίων στρωμάτων που ιδιαιτέρως χτυπήθηκαν από την οικονομική κρίση στη διάρκεια των μνημονίων. Στην ίδια κατεύθυνση έχει τοποθετηθεί κατ’ επανάληψη και ο υπουργός Οικονομικών τονίζοντας, μεταξύ άλλων, πως μεγάλο μέρος από το πλεόνασμα του 2018 θα διανεμηθεί στη μεσαία τάξη. Από εκεί και πέρα, τα μέτρα του προϋπολογισμού που προανέφερα στην πρώτη σας ερώτηση δείχνουν τη διάθεση της κυβέρνησης για υποστήριξη των ίδιων στρωμάτων. Το ίδιο δείχνουν και οι ανακοινώσεις της Πέμπτης από την Υπουργό Εργασίας για 632 εκατομμύρια ευρώ σε προγράμματα απασχόλησης που κυρίως απευθύνονται σε νέους επιστήμονες, ώστε να σταματήσει η διαρροή τους στο εξωτερικό. Κάνουμε σταθερά βήματα και τα αποτελέσματα θα φανούν.
Ερ.: Το δημοψήφισμα που διεξήχθη στους βόρειους γείτονες μας ερμηνεύτηκε διαφορετικά από την κυβέρνηση. Αν και το ναι ήταν συντριπτικό, ο κυβερνητικός εταίρος έσπευσε να το χαρακτηρίσει άκυρο. Ποια είναι τα επόμενα βήματα από την πλευρά της χώρας μας; Τίθεται εν αμφιβόλω η Συμφωνία των Πρεσπών;
Απ.: Το δημοψήφισμα κατέγραψε ένα ισχυρό «ναι» αλλά και μια μεγάλη αποχή που δεν είναι δυνατόν να την παραβλέψει κανείς. Νομίζω ότι ο κ. Ζάεφ έχει ένα δύσκολο έργο μπροστά του, ώστε να πείσει τα άλλα κόμματα και τη κοινή γνώμη της χώρας του αλλά ελπίζω ότι, τελικά, το σχέδιο της κυβέρνησης της πΓΔΜ για Συνταγματική Αναθεώρηση, θα τελεσφορήσει. Το κλίμα εθνικισμού και καχυποψίας που συντηρείται και στις δύο πλευρές των συνόρων, από συγκεκριμένες πολιτικές δυνάμεις, υπονομεύει την επίλυση της διαφοράς μεταξύ των χωρών μας και συντηρεί το πολιτικό αδιέξοδο στα Βαλκάνια. Σας παραπέμπω στη δήλωση του αντιπροέδρου της ΝΔ, Α. Γεωργιάδη που είπε ότι «αν δεν περάσει η παρούσα συμφωνία, περίπτωση να υπάρξει συμφωνία στα επόμενα 50 χρόνια, δεν υπάρχει». Τώρα ποιον και τι εξυπηρετεί αυτό, η ΝΔ δεν μας το εξηγεί, αποσιωπώντας ότι παντού στο εξωτερικό η γειτονική χώρα ονομάζεται Μακεδονία, κάτι που θα αναιρείτο με τη συμφωνία των Πρεσπών. Την ίδια ώρα, η ΝΔ δεν εξηγεί πώς γίνεται τόσο οι εγχώριοι όσο και οι γείτονες εθνικιστές, να θεωρούν ταυτόχρονα προδοτική την ίδια συμφωνία. Ότι, δηλαδή, βλάπτει και τα ελληνικά και τα δικά τους συμφέροντα! Όμως, θα μου πείτε, εδώ δεν μας εξηγεί η ΝΔ για ποιο λόγο συναντιόταν η κυρία Σπυράκη κρυφά με τον κ. Ζάεφ…
Ερ.: Η κυβέρνηση εκτιμά πως όταν η Συμφωνία των Πρεσπών έρθει στη Βουλή θα υπερψηφιστεί με περισσότερες από 151 ψήφους , προφανώς στοχεύετε τους βουλευτές του Ποταμιού. Ωστόσο πώς θα μπορέσει να ολοκληρώσει την 4ετία η κυβέρνηση όταν ο κυβερνητικός εταίρος σας θα έχει αποσύρει την εμπιστοσύνη του από ένα μείζον εθνικό θέμα;
Απ.: Δεν νομίζω πως μόνο από το Ποτάμι θα υπάρξει θετική ψήφος στη Συμφωνία, πιστεύω πως θα υπάρξει και από άλλους βουλευτές. Η κοινοβουλευτική δυναμική που θα δημιουργηθεί μετά το τέλος της διαδικασίας επικύρωσης της συμφωνίας είναι κάτι που δεν μπορεί να προβλεφθεί με ακρίβεια αυτή τη στιγμή. Νομίζω πως και ο κ. Καμμένος θα σκεφθεί δύο φορές πριν ρίξει την κυβέρνηση. Σε κάθε περίπτωση, στη δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα.
Ερ.: Κ. Καββαδία, φαίνεται πως κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση έχουν επιλέξει να πορευτούμε προς τις κάλπες με ακραία πόλωση και στο πλαίσιο αυτό τα ΜΜΕ πολλές φορές βρίσκονται στη μέση. Θα ήθελα την τοποθέτησή σας καθώς έχετε υπηρετήσει με αξιοπρέπεια το λειτούργημα του δημοσιογράφου.
Απ.: Έχει όντως δημιουργηθεί πόλωση, αν και οι ευθύνες για αυτήν δεν αφορούν εξίσου την κυβέρνηση και την αντιπολίτευση. Δεν έφερε ο ΣΥΡΙΖΑ πρώτος τον ακραίο λόγο στο προσκήνιο και από ένα σημείο και μετά είναι δύσκολο να κρατάς χαμηλούς τόνους απέναντι σε εξαιρετικά χυδαίες επιθέσεις. Συγκεκριμένα επιχειρηματικά συμφέροντα και πρόσωπα με εμπλοκή σε σοβαρά ζητήματα διαφθοράς, υποδαυλίζουν αυτό το κλίμα υπηρετώντας προσωπικές στρατηγικές. Είναι πολύ σοβαρό ζήτημα που, όταν μπούμε και στην προεκλογική περίοδο, πολύ φοβάμαι πως δεν θα εκτονωθεί, αντιθέτως θα δυναμώσει. Δυστυχώς, μεγάλη μερίδα δημοσιογράφων αδυνατεί – ή χειρότερα αδιαφορεί – να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων και λειτουργεί, χωρίς δεύτερη σκέψη, ως εντολοδόχος των αφεντικών της. Η κατάσταση στο δημοσιογραφικό επάγγελμα έχει αλλάξει πολύ τα τελευταία χρόνια. Φυσικά, πάντα υπήρχαν τα πληρωμένα δημοσιογραφικά «περίστροφα» αλλά δεν αποτελούσαν τον κανόνα. Σήμερα, δυστυχώς, δίνουν τον τόνο… Και τα social media, με την άκριτη αναπαραγωγή κάθε πληροφορίας και «πληροφορίας», επιδεινώνουν την κατάσταση. Για αυτό και απαιτούνται, άμεσα, θεσμικές πρωτοβουλίες…
Ερ.: Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, αρχικά ο Σκάι από την κυβέρνηση και σε δεύτερο χρόνο η ΕΡΤ από την αξιωματική αντιπολίτευση βρίσκονται σε εμπάργκο. Τελικά σε τι βοηθά αυτό την κοινωνία που είναι και ο αποδέκτης των πολιτικών της μιας και της άλλης πλευράς;
Απ.: Ως επαγγελματίας δημοσιογράφος, νιώθω εξαιρετικά άβολα με τέτοιου είδους αποφάσεις. Ωστόσο, είναι δικαίωμα κάθε πολιτικής δύναμης να διαμαρτύρεται με αυτόν τον τρόπο, όταν η δημοσιογραφική δεοντολογία εξόφθαλμα καταστρατηγείται. Η πληροφόρηση του πολίτη δεν εξυπηρετείται από τα εμπάργκο αλλά δεν εξυπηρετείται και από τη συστηματική – και καθόλου τυχαία – παραπληροφόρηση. Κατά τη γνώμη μου πάντως δεν υπάρχει σύγκριση μεταξύ των συγκεκριμένων παραδειγμάτων που αναφέρατε. Στη μια περίπτωση έχουμε το σύνολο του δημοσιογραφικού προσωπικού ενός σταθμού στρατευμένο σε μια, άνευ ορίων, διαρκή αντικυβερνητική επίθεση, με συνεχή αναπαραγωγή ψευδών ειδήσεων (σας θυμίζω ενδεικτικά το #paramithaki του Σκάι, που η ΝΔ το έκανε «σημαία» στη συνέχεια..), ενώ στην άλλη περίπτωση έχουμε το συγκεκριμένο σχόλιο ενός δημοσιογράφου σε μια εκπομπή της ΕΡΤ. Η διαφορά είναι προφανής και όλοι/όλες βγάζουμε τα συμπεράσματά μας.
Ερ.: Ειδικά για την ΕΡΤ θα ήθελα να σας ρωτήσω εάν είστε ευχαριστημένη από το παραγόμενο αποτέλεσμα και μιλώ για τον ενημερωτικό τομέα. Ποιος κατά τη γνώμη σας θα πρέπει να είναι ο σκοπός τον οποίο θα υπηρετεί η δημόσια ραδιοτηλεόραση;
Απ.: Πίστευα, πιστεύω και θα πιστεύω στη δημόσια ραδιοτηλεόραση. Στο έμψυχο δυναμικό της και στις τεχνικές της δυνατότητες. Θα πρέπει, ωστόσο, να παραδεχθούμε πως το στοίχημα που βάλαμε ξανανοίγοντας την ΕΡΤ τον Ιούνιο του ’15 – μετά το κατάπτυστο «μαύρο» της κυβέρνησης Σαμαρά-Βενιζέλου – δεν έχει ακόμα κερδηθεί. Έχουμε πολύ δρόμο ακόμα να διανύσουμε προκειμένου να φτάσουμε στο επιθυμητό αποτέλεσμα. Ούτε ωραιοποιούμε καταστάσεις ούτε κλείνουμε τα μάτια στις υπαρκτές, ακόμα, δυσλειτουργίες και τα προβλήματα. Την ίδια ώρα δεν ξεχνάμε πως οι πραγματικοί πολέμιοι της ΕΡΤ είναι απέναντί μας, είναι αυτοί που ονειρεύονται ένα νέο «μαύρο». Δεν θα τους κάνουμε τη χάρη. Κατά την άποψή μου, δεν θα έπρεπε να δικαιολογούνται διαφορετικά μέτρα και σταθμά για την δημόσια και την ιδιωτική τηλεόραση. Και στη μία και στην άλλη περίπτωση πρέπει από όλους μας να απαιτείται ισότητα στην παρουσίαση των διαφορετικών απόψεων, νηφαλιότητα και μια προσπάθεια διευκόλυνσης της ουσιαστικής ενημέρωσης του πολίτη. Και προς την κατεύθυνση αυτή, υπάρχει πολλή δουλειά ακόμα να γίνει.
Ερ.: Θα ήθελα ένα σχόλιό σας για την αυτόφωρη διαδικασία περί αδικημάτων Τύπου αλλά και τις αγωγές πολιτικών σε δημοσιογράφους και δημοσιογράφων σε πολιτικούς…
Απ.: Αναμφίβολα, η παρουσία δημοσιογράφων και υπουργών στα δικαστήρια, εξαιτίας αλληλομηνύσεων, δεν προάγει την ποιότητα και το επίπεδο της Δημοκρατίας μας. Ο νόμος περί Τύπου πρέπει να τροποποιηθεί, όχι μόνο αναφορικά με το αυτόφωρο – για το οποίο τώρα, δήθεν, κόπτονται οι εκδότες συγκεκριμένης εφημερίδας – αλλά και στην κατεύθυνση προστασίας της κοινωνίας από τη διασπορά ρατσιστικών, μισαλλόδοξων, εκφοβιστικών, στερεοτυπικών και, στοχευμένα, ψευδών ειδήσεων. Δεν είναι πάντως πρωτίστως νομικό θέμα. Είναι και ευθύνη της κοινωνίας να αντιδράσει συνολικά. Δεν είναι δυνατόν, ελαφρά τη καρδία, να ξαναγοράζω την εφημερίδα και να ξαναεπισκέπτομαι τον ιστότοπο που έχω διαπιστώσει επανειλημμένα ότι ψεύδεται με πρόθεση. Ναι, μεν, χρειάζονται θεσμικές παρεμβάσεις χρειάζεται όμως και μια αλλαγή της καθημερινής στάσης του καθενός και της καθεμιάς. Και στον χώρο της Παιδείας πρέπει να υπάρξουν σχετικές δράσεις καθώς ειδικά οι νέοι είναι πρωτίστως εθισμένοι και ευάλωτοι. Πρόκειται για ένα πολύ σοβαρό θέμα, καλώς το θίγετε, καθώς και οι δημοσιογράφοι πρέπει να προστατεύονται αλλά και τα πολιτικά πρόσωπα – και όχι μόνο – δεν πρέπει να αισθάνονται εκτεθειμένα και εντελώς απροστάτευτα απέναντι στην όποια συκοφαντία, στο ψέμα και στη λάσπη.
Ερ.: Οι τραγικές εικόνες που παρακολουθήσαμε στο κέντρο της Αθήνας και αναφέρομαι τόσο στην αυτοδικία όσο και στη διαχείριση της σύλληψης από την αστυνομία του Ζακ Κωστόπουλου προκάλεσαν κοινωνικό σοκ και καταδικάστηκαν από τα πολιτικά κόμματα. Ωστόσο, θα ήθελα να μας πείτε ποιο είναι το πρώτο συμπέρασμα που μπορούμε να εξάγουμε;
Απ.: Το βίντεο του λιντσαρίσματος του Ζακ Κωστόπουλου αλλά και το επόμενο βίντεο της «σύλληψής» του από συγκεκριμένους αστυνομικούς, δεν είναι δυνατόν να αφήσουν κανένα μας αδιάφορο. Η Δικαιοσύνη πρέπει να αντιμετωπίσει με ιδιαίτερη σοβαρότητα όσα έγιναν. Κάθε λογική αυτοδικίας και αυθαιρεσίας αστυνομικών αρχών πρέπει απαράβατα – στην πράξη και όχι στα λόγια – να καταδικάζονται και να τιμωρούνται. Αλλιώς μπαίνουν σε κίνδυνο όχι μόνο ζωές αλλά και θεμελιώδεις ελευθερίες και δικαιώματα. Εδώ και καιρό, η ακροδεξιά ρητορική δηλητηριάζει την κοινή γνώμη με ψέματα και υπερβολές, υποδαυλίζοντας πρώτα το φόβο και στη συνέχεια το μίσος. Το μίσος απέναντι στον πρόσφυγα, το μετανάστη, τον παραβατικό, τον ομοφυλόφυλο, τον τοξικοεξαρτημένο, απέναντι στον διαφορετικό εν γένει. Και έτσι οδηγούμαστε σε τραγικά γεγονότα σαν αυτά της Ομόνοιας… Χρειάζονται τομές στην κατεύθυνση εκδημοκρατισμού του αστυνομικού σώματος, καθώς η λογική ότι θα μπορούσαν τα πράγματα να αλλάξουν, σιγά – σιγά, ότι ως εκ θαύματος θα μπορούσαν να αλλάξουν οι πρακτικές όσων αστυνομικών έχουν αυτές τις αντιλήψεις, έχει πια χρεοκοπήσει.
Ερ.: Ο κ. Βούτσης έκανε λόγο για εκφασισμό μέρους της κοινωνίας. Με ποιες πρωτοβουλίες μπορεί να αντιστραφεί αυτή η εικόνα;
Απ.: Συμφωνώ απολύτως με τον πρόεδρο της Βουλής. Αντιστροφή της εικόνας μπορεί να γίνει μόνο με την εγρήγορση όλων. Χρειαζόμαστε συσπείρωση των αντιρατσιστικών – δημοκρατικών δυνάμεων σε κεντρικό επίπεδο αλλά και στο επίπεδο της κάθε πόλης και της κάθε γειτονιάς. Οι διαφορές που έχουμε μεταξύ μας σε ζητήματα στρατηγικής και ιδεολογίας δεν θα αρθούν, δεν μπορούν άλλωστε να αρθούν, αλλά ο κοινός εχθρός απαιτεί ένα κοινό αντιφασιστικό μέτωπο, ειδικά όταν διαπιστώνουμε με τόσο επώδυνο τρόπο, πόσο επικίνδυνα διασπείρονται οι ιδέες του αντιπάλου στο κοινωνικό σώμα.
Ερ.: Εκτιμάτε ότι το τέλος των μνημονίων και η σταδιακή ανακούφιση των πολιτών μπορεί να ανοίξει συζητήσεις μέσα στην κοινωνία; Και, εν τέλει, η ολοκλήρωση της δίκης της Χ.Α. μήπως κρίνεται αναγκαία για τη δημοκρατική μεταστροφή του συνόλου της κοινωνίας;
Απ.: Οπωσδήποτε το τέλος των μνημονίων απελευθερώνει τις πολιτικές συζητήσεις για το σχέδιο της επόμενης ημέρας. Ποια Ελλάδα θέλουμε; Ποια Ευρώπη θέλουμε; Υπάρχουν διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στις επιλογές και αυτό πρέπει να γίνει σαφές στους πολίτες. Δεν είμαστε όλοι ίδιοι. Και η διαφορά δεν εδράζεται στο «ποσοστό» πατριωτισμού του καθενός αλλά στο ποιες προτεραιότητες θέτουμε. Στον ΣΥΡΙΖΑ, για παράδειγμα, δεν θεωρούμε την κοινωνική ανισότητα ως κάτι φυσιολογικό που δεν επιδέχεται αλλαγής ενώ ο Κυριάκος Μητσοτάκης δηλώνει ότι η μάχη για την εξάλειψη των ανισοτήτων είναι γνώρισμα των απολυταρχικών καθεστώτων. Η διάσταση απόψεων είναι τεράστια αλλά δεν έχει να κάνει με τον πατριωτισμό, αφορά το όραμα, την ιδεολογία, την κοσμοθεωρία. Τώρα, έρχονται οι φασίστες, οι πολιτικοί απόγονοι των μαυραγοριτών και των ταγματασφαλιτών της Κατοχής που συνεργάστηκαν με τις γερμανικές δυνάμεις και θαυμάζουν τον Χίτλερ, να μιλήσουν για προδότες. Και όμως, αυτή η προφανής αντίφαση παραβλέπεται και όταν το επισημαίνεις σε μια συζήτηση, αρχίζουν από την άλλη πλευρά οι κραυγές, το μόνο που έχουν για να σε κάνουν να σωπάσεις. Η λεκτική βία, προάγγελος της σωματικής βίας. Έτσι ξεκίνησε η Χρυσή Αυγή, με κραυγές, και ακολούθησαν τα τάγματα εφόδου, οι επιθέσεις σε μετανάστες, πρόσφυγες και αριστερούς συνδικαλιστές, μια κλιμακούμενη βία που κορυφώθηκε με τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Η δίκη της Χρυσής Αυγής πρέπει να ολοκληρωθεί, σε αυτό συμφωνούμε όλοι και όλες – κάποιοι το λέμε με ειλικρίνεια, κάποιοι εντελώς υποκριτικά – όμως η ολοκλήρωση της δίκης δεν πρέπει να γίνει σε βάρος της διαδικασίας και προτού εξετασθούν όλα τα πειστήρια και οι μάρτυρες, ώστε να καταδειχθεί η αλήθεια.. Ξέρουμε πως η Δικαιοσύνη στη χώρα μας κινείται με αργούς ρυθμούς, οι κατηγορούμενοι είναι πολλοί, η στοιχειοθέτηση των κατηγοριών πολύπλοκη, αλλά, ναι – χωρίς αστερίσκους – η δίκη της Χρυσής Αυγής πρέπει να ολοκληρωθεί. Και στο μεταξύ πρέπει να σπάσει η σιωπή γύρω από αυτήν και να υπάρχει ευρεία ενημέρωση για τα όσα, μέρα με τη μέρα, αποκαλύπτονται αναφορικά με τις κατηγορίες για τον εγκληματικό χαρακτήρα της συγκεκριμένης φασιστικής οργάνωσης.