Το σενάριο του απόλυτου χάους, με την Ελλάδα να ζητά τέταρτο μνημόνιο, τους πιστωτές να μην το εγκρίνουν, τη χώρα να πτωχεύει και να βυθίζεται σε πολιτική αποσταθεροποίηση με άνοδο των ακραίων λαϊκιστικών δυνάμεων περιγράφει η έκθεση του γραφείου της Βουλής για την παρακολούθηση της εκτέλεσης του κρατικού προϋπολογισμού.
«Αν δεν υπάρξει συμφωνία (για μετά το 2018) με τον ΕΜΣ (ESM)ή χρηματοδότηση μέσω εξόδου στις αγορές, τότε η πτώχευση θα είναι αναπόφευκτη με πιθανότατη συνέπεια την έξοδο από το Ευρώ» αναφέρεται επί λέξει για να υπογραμμιστεί σε άλλο σημείο «η όποια κυβέρνηση τότε θα «παραδέρνει» στη θάλασσα του διεκδικητισμού κατακερματισμένων συμφερόντων και της αμοιβαίας επίρριψης ευθυνών σε ένα σχεδόν σίγουρα κατακερματισμένο πολιτικό και κοινωνικό τοπίο το οποίο θα αναζητά τη συγκρότηση μίας νέας ταυτότητας στο διεθνές περιβάλλον από χειρότερες θέσεις, τόσο εντός όσο και εκτός της χώρας».
Στο νέο κείμενο για τα συμπεράσματα της πορείας της οικονομίας για το τρίμηνο Οκτώβριος – Δεκέμβριος 2016 οι συντάκτες επισημαίνουν ότι ο στόχος της κυβέρνησης για γρήγορο κλείσιμο της αξιολόγησης απέτυχε παταγωδώς με αποτέλεσμα την επιδείνωση της οικονομίας.
«Το οικονομικό κόστος των καθυστερήσεων και αναβολών στις διαδικασίες αξιολόγησης, δηλαδή μιας τελικής συμφωνίας για το πρόγραμμα προσαρμογής, μπορεί να αποδειχθεί μεγαλύτερο για την Ελλάδα από το πιθανό όφελος, το οποίο επιπλέον θα αποδειχθεί προσωρινό» υπογραμμίζουν οι ίδιοι εξηγώντας ότι η καθυστέρηση ανατρέπει επί τα χείρω τους στόχους της ανάπτυξης και την πορεία εσόδων με αποτέλεσμα να διαγράφεται «η απειλή νέων φαύλων κύκλων και μιας μακροχρόνιας στασιμότητας».
Το Γραφείο τονίζει ότι στα παρατεταμένα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας προστίθεται η πολιτική αποσταθεροποίηση στο σύνολο σχεδόν της ευρωζώνης λόγω των εκλογικών αναμετρήσεων και της απειλής των ακροδεξιών ή λαϊκιστικών δυνάμεων.
«Η επιβεβαίωση αυτής της τάσης στις αλλεπάλληλες εκλογές σε Ολλανδία, Γερμανία, Γαλλία και Ιταλία εντός του 2017, σε συνάρτηση με τις εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης εξελίξεις, έχουν τη δυνατότητα να δράσουν ως καταλύτης και στο κατακερματισμένο ελληνικό πολιτικό και κοινωνικό σύστημα, να συναντήσουν και παροτρύνουν δυνάμεις πρόθυμες να εκπροσωπήσουν αυτές τις τάσεις πολιτικά και εδώ» σημειώνουν χαρακτηριστικά για να προσθέσουν πως «Τότε το έργο της προσαρμογής θα γίνει σισύφειο».
4ο Μνημόνιο ή πτώχευση
Οι συντάκτες της έκθεσης προβλέπουν ότι η Ελλάδα μετά το 2018 θα χρειαστεί δάνεια για την κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών της μετέπειτα περιόδου «διαφορετικά οδηγείται σε διακοπή της εξυπηρέτησης των υποχρεώσεών της».
Εξηγούν ότι η δανειοδότηση μπορεί να γίνει είτε από τις αγορές – οι οποίες όμως είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν θα την δανείσουν – είτε από τον ΕΜΣ.
«Και αυτό το γεγονός αποτελεί πεδίο που δυσκολεύει και το κλείσιμο της αξιολόγησης λόγω των διαφορετικών προσεγγίσεων μεταξύ ΔΝΤ, Ε.Ε και ελληνικής κυβέρνησης» συνεχίζουν οι συντάκτες της έκθεσης για να προσθέσουν «Προφανώς, ένα νέο αίτημα το 2018 για δάνειο από τον EΜΣ θα συνοδευθεί σύμφωνα με τους κανόνες του από ένα νέο, το τέταρτο Μνημόνιο (=πρόγραμμα προσαρμογής). Αλλά οι δυσκολίες έγκρισης ενός νέου προγράμματος από τους εταίρους που θα βρίσκονται υπό σημαντικές πολιτικές πιέσεις καθιστά επίφοβους τους όρους που θα το συνοδεύουν.
Αν δεν υπάρξει συμφωνία με τον ΕΜΣ (που σημειωτέον είναι διακυβερνητικό όργανο και όχι όργανο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής) ή χρηματοδότηση μέσω εξόδου στις αγορές, τότε η πτώχευση θα είναι αναπόφευκτη με πιθανότατη συνέπεια την έξοδο από το Ευρώ. Τα πιθανά προβλήματα που θέτει μια πτώχευση είναι προβλέψιμα – νέα καταβύθιση της παραγωγής, τραπεζική κρίση, διακοπή των εισροών από τα Διαρθρωτικά Ταμεία της ΕΕ, αβεβαιότητα και στην περίπτωση εξόδου από το κοινό νόμισμα, υποτιμήσεις του εθνικού νομίσματος, έντονες τάσεις για σπιράλ πληθωρισμού και υποτιμήσεων που θα απαιτούν μία εξαιρετικά περιοριστική νομισματική πολιτική, κλπ και με το εξωτερικό, δημόσιο και ιδιωτικό χρέος να επικρέμαται απειλητικό ως «δαμόκλειος σπάθη». Αλλά, η καθαρά οικονομική ανάλυση υποκρύπτει το σπουδαιότερο ίσως, ότι μετά από πτώχευση και έξοδο από τη ζώνη του Ευρώ θα εκλείψει ο «αυτοπεριορισμός» της ελληνικής πολιτικής εντός και μέσω του ευρωπαϊκού συστήματος με τους κανόνες του (και τις ευκαιρίες). Η όποια κυβέρνηση τότε θα «παραδέρνει» στη θάλασσα του διεκδικητισμού κατακερματισμένων συμφερόντων και της αμοιβαίας επίρριψης ευθυνών σε ένα σχεδόν σίγουρα κατακερματισμένο πολιτικό και κοινωνικό τοπίο το οποίο θα αναζητά τη συγκρότηση μίας νέας ταυτότητας στο διεθνές περιβάλλον από χειρότερες θέσεις, τόσο εντός όσο και εκτός της χώρας.
Η ελληνική οικονομία θα υποστεί ακόμα ένα «σοκ»
Οι συντάκτες υποστηρίζουν ότι εξακολουθούν να δρουν ενισχυμένα παράγοντες που υπονομεύουν τις μεταρρυθμίσεις. «Οι εγχώριοι παράγοντες ανάσχεσης παραμένουν ενεργοί σε πολλούς μεταρρυθμιστικούς τομείς όπου η κατάσταση είναι πράγματι ασαφής. Ναι μεν ψηφίσθηκαν πολυνομοσχέδια με πάσης φύσης αλλαγές αλλά οι εκκρεμότητες είναι μεγάλες και επιβαρύνουν τις σχέσεις με τους θεσμούς.
Ο κατάλογος δεν φαίνεται μακρύς, περιλαμβάνει όμως κρίσιμους φακέλους: Εργασιακές σχέσεις, ιδιωτικοποιήσεις που χωλαίνουν (Ελληνικό, ΔΕΣΦΑ, ΤΡΑΙΝΟΣΕ κ.α.), κοινωνικές ασφαλίσεις των οποίων η βιωσιμότητα είναι αμφίβολη, «κόκκινα δάνεια» κ.α. Ουσιαστικά στην πράξη διακυβεύεται η συνολική ισορροπία του προγράμματος. Δεν έχει γίνει σαφές πόσο καθυστερήσεις, αδράνειες και αντιφάσεις στο μέτωπο υλοποίησης των δεσμεύσεων του Μνημονίου και η χαμηλή εμπιστοσύνη δεν αφήνουν την ελληνική οικονομία να προχωρήσει.
Το γραφείο εκτιμά ότι το επόμενο διάστημα η ελληνική οικονομία θα δοκιμαστεί στα όριά της για μια ακόμα φορά από ένα απότομο «σοκ».
«Όπως έχουν τα πράγματα σήμερα, η ελληνική οικονομία θα δοκιμαστεί στα όρια της αντοχής της με μια ακόμα απότομη οικονομική διαταραχή («σοκ») που θα μπορούσε να προέλθει από την αποτυχία των διαπραγματεύσεων με τους εταίρους (ΕΜΣ και ΕΚΤ) ή από μια ανοιχτή πλέον σύγκρουση ΕΕ και ΔΝΤ με αποτέλεσμα την αποχώρηση του τελευταίου χωρίς εναλλακτικό σχέδιο συνέχισης του προγράμματος». Οι ίδιοι προβλέπουν ότι «Κατά πάσα πιθανότητα δεν θα λείψουν οι τριβές και μάχες οπισθοφυλακής το 2017 και οι επίσημες προσδοκίες για την ανάπτυξη θα τεθούν σε δοκιμασία. Αλλά το Μνημόνιο μάλλον θα συνεχίσει να εφαρμόζεται γιατί ευνοείται μεταξύ άλλων και από το γεγονός ότι ουδείς εκ των ιθυνόντων σε κυβέρνηση και αντιπολίτευση επιθυμεί να σκάσει η βόμβα της χρεοκοπίας στα χέρια του.
Δεν υπάρχουν προϋποθέσεις ανάκαμψης
Παράλληλα, υπογραμμίζουν ότι δεν συμμερίζονται την αισιοδοξία της κυβέρνησης που υποστηρίζει ότι έχουν δημιουργηθεί προϋποθέσεις ανάκαμψης. «Ακόμα και η επίτευξη πιο αισιόδοξων προβλέψεων για ρυθμό μεγέθυνσης 0,1% το 201632 δεν ικανοποιεί βεβαίως, ιδίως αν λάβουμε υπόψη ότι τέλειωσε το όγδοο έτος της κρίσης. Αλλά πάντως θα ήταν μία θετική εξέλιξη. Το ερώτημα παραμένει αν έχουν δημιουργηθεί οι προϋποθέσεις για μια ισχυρή ανάκαμψη (όπως ελπίζει η κυβέρνηση και όλοι μας) και μάλιστα σε βάθος χρόνου («διατηρήσιμη ανάκαμψη»). Κατά τη γνώμη μας, τα δεδομένα δείχνουν ότι δεν έχουν δημιουργηθεί τέτοιες προϋποθέσεις. Και δεν έχουν απαντηθεί τα ερωτήματα ποιοί εσωτερικοί και εξωτερικοί παράγοντες ελπίζουμε ότι θα δώσουν τέτοια ώθηση. Κατά τη γνώμη μας, μόνο μια γενναία μεταρρυθμιστική προσπάθεια που θα δημιουργεί το κατάλληλο οικονομικό, επιχειρηματικό και κοινωνικό περιβάλλον θέτει τις βάσεις για τη δημιουργία αυτών των προϋποθέσεων και δημιουργεί τη δυνατότητα ανοδικής πορείας για τη χώρα».
Επίσης, ορισμένα συμπεράσματα των συντακτών της έκθεσης έχουν ως εξής:
-αν το Μνημόνιο εφαρμοσθεί ως το τέλος η χώρα έχει τη δυνατότητα να ξεφύγει από τα σημερινά αδιέξοδα.
-Με την ολοκλήρωση της 2ης αξιολόγησης δεν τελειώνει το μονοπάτι εφαρμογής του τρίτου προγράμματος προσαρμογής (=Μνημονίου) και η ομαλή εκταμίευση των προβλεπόμενων δόσεων της τρέχουσας δανειακής σύμβασης
-ο πολιτικός χρόνος για το κλείσιμο της τρίτης αξιολόγησης θα είναι σαφώς πιο περιορισμένος σε σχέση με τον πολιτικό χρόνο των προηγούμενων δύο αξιολογήσεων
-η μείωση του ποσοστού ανεργίας σε ετήσια βάση συνοδεύεται με τη σημαντική εξάπλωση των λεγόμενων «ελαστικών» μορφών απασχόλησης
-Ο Προϋπολογισμός 2017 προβλέπει επιτάχυνση της ανάπτυξης το 2017 (και 2018), αλλά συνολικά εκτιμώντας την κατάσταση, θεωρούμε ότι αυτή η πρόβλεψη είναι αβέβαιη και εξαρτάται από διάφορους συγκυριακούς και εξωτερικούς παράγοντες, οι οποίοι την καθιστούν περισσότερο ένα μήνυμα αισιοδοξίας παρά μία βάσιμη εκτίμηση
-Οι νέοι φόροι για το 2017 αναμένεται ότι θα επιβραδύνουν την ανάκαμψη. Αλλά η δημόσια συζήτηση για τους φόρους χαρακτηρίζεται συχνά από μονομέρειες και υπερβολές ενώ παρακάμπτει το ζήτημα της σύνθεσης των δαπανών και φόρων
-η πρόταση για λιγότερους φόρους per se δεν συνιστά εναλλακτική λύση. Μπορεί όμως να είναι στοιχείο μιας ευρύτερης δέσμης μεταρρυθμίσεων, εφόσον σταθμιστεί ως τμήμα του συνόλου της οικονομικής πολιτικής
-Επίσης, εδώ που έχουν φθάσει τα πράγματα εκτιμούμε ότι αποκτά ολοένα και μεγαλύτερη σημασία η ριζική επανεξέταση της κατανομής των κρατικών δαπανών (spending review). Ο κύριος στόχος θα ήταν να επιτευχθούν κατά περίπτωση εξοικονομήσεις ή και μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα των δαπανών
-το έκτακτο επίδομα σε συνταξιούχους κάλυψε μόνον ένα μέρος των κοινωνικών αναγκών και οπωσδήποτε όχι με τον καλύτερο τρόπο γιατί άφησε άλλες κατηγορίες ευπαθών ομάδων, με πολύ χαμηλότερο εισόδημα από το όριο των € 850, εκτός (π.χ. μακροχρόνια άνεργους), επαναλαμβάνοντας άστοχες επιλογές του παρελθόντος
-Η πολιτική που αντιστέκεται σήμερα στις αναγκαίες για τη βιωσιμότητά του ασφαλιστικού συστήματος δομικές αλλαγές παραδίδει το σύστημα στις αγορές και στην τύχη
-Τα μέτρα ελάφρυνσης που ανακοινώθηκαν, αν και προβάλλονται ως βραχυπρόθεσμα, στην ουσία έχουν ιδιαίτερα μακροπρόθεσμο χαρακτήρα και δεν προσφέρουν την αναγκαία άμεση «πνοή» στην ελληνική οικονομία.
Για ακόμα μία φορά, το ζήτημα του ελληνικού χρέους μετατίθεται από τους δανειστές σε μελλοντικό χρόνο, όταν πιθανώς οι εσωτερικές τους πολιτικές εξελίξεις να είναι περισσότερο πρόσφορες για αυτούς, ενώ την ίδια στιγμή η ελληνική οικονομία παραμένει εγκλωβισμένη.