Η πολιτική που χαράσσει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) υπαγορεύεται από πολιτικά συμφέροντα; Υπάρχει διαφάνεια στα προγράμματα που συμμετέχει το Ταμείο; Οι τεχνοκράτες του ΔΝΤ έχουν προσωπική «πολιτική ατζέντα»; Το Ταμείο τηρεί το καταστατικό του; Υπάρχει λόγος να συμμετέχει το ΔΝΤ στο Ελληνικό πρόγραμμα; Τι θα κάνει ο Τράμπ με το Ταμείο;
Αυτά είναι μερικά μόνο από τα ερωτήματα τα οποία το επόμενο διάστημα το ΔΝΤ καλείται να απαντήσει. Μετά από 70 και πλέον χρόνια λειτουργίας φαίνεται να περνά τη μεγαλύτερη κρίση αξιοπιστίας στην ιστορία του, αναζητώντας και πάλι τη χαμένη του «αίγλη».
Μπορεί όμως οι τριγμοί αυτοί να έχουν προκληθεί από τη συμμετοχή του Ταμείου στο Ελληνικό πρόγραμμα, σε μια προσπάθεια «διάσωσης» από τη χρεοκοπία μιας πολύ μικρής οικονομίας για τα δεδομένα του ΔΝΤ; Σε ένα σημαντικό μέρος τους αποδεικνύεται ότι μπορεί. Οι καταγγελίες καταστρατήγησης του καταστατικού για να γίνει το «χατίρι» στους Ευρωπαίους και ειδικά στην Γερμανία προκειμένου να συμμετέχει στο Ελληνικό πρόγραμμα, είναι ένα σημαντικό στοιχείο.
Ήδη στο εσωτερικό του έχει δημιουργηθεί μια μεγάλη ομάδα κρατών και στελεχών οι οποίοι θεωρούν ότι η ενεργή συμμετοχή του ΔΝΤ στο Ελληνικό πρόγραμμα πρέπει να τερματιστεί άμεσα. Ίσως ο ρόλος του τεχνικού συμβούλου (όπως και τώρα) προκειμένου να διασφαλίσει την αποπληρωμή των δανείων από την Ελλάδα είναι ο καταλληλότερος.
Τι όμως είναι αυτό που κάνει το Ταμείο να αλλάζει στάση απέναντι στο Ελληνικό πρόγραμμα; Θα μπορούσε να πει κανείς ότι το ΔΝΤ «δεν έχει μάθει να χάνει» και η συμμετοχή του στο Ελληνικό πρόγραμμα αποτελεί απειλή για μια ήττα που θα προκαλέσει παρενέργειες στο εσωτερικό του.
Η γερμανική Βουλή αδειάζει τον Σόιμπλε. Το ψέμα του για το ΔΝΤ
Χρεοκοπημένο πρόγραμμα
Τον Ιούνιο του 2015, όταν η Ελληνική κυβέρνηση «απειλούσε» τότε να μην πληρώσει ένα ομόλογο προς το Ταμείο η Αυστριακή εφημερίδα «Der Standard» περιέγραφε τον τρόπο που το ΔΝΤ «ξέχασε» να τηρήσει το καταστατικό του αναφέροντας: «Το Μάιο του 2010 το ΔΝΤ αποφάσισε να συμμετάσχει στην έκτακτη βοήθεια προς την Ελλάδα με 30 δισεκατομμύρια ευρώ, ποσό-ρεκόρ, καθώς το Ταμείο στην 70χρονη ιστορία του ποτέ δεν είχε παραχωρήσει σε μια χώρα ένα τόσο υψηλό δάνειο, με το οποίο όμως το ΔΝΤ, υπό την τότε ηγεσία του Ντομινίκ Στρος – Καν, δεν έσωσε μόνον την Ελλάδα από τη χρεοκοπία αλλά, το Ταμείο – το οποίο πριν από το ξέσπασμα της κρίσης του 2008 δεν είχε καν εμφανιστεί ως δανειστής – επέστρεφε ως παίκτης και εξασφάλιζε με τον τρόπο αυτό την επιρροή του στην Ευρώπη».
Η ίδια εφημερίδα λίγο πιο κάτω αναφέρει «Για να μπορέσει όμως να παίξει τον πυροσβέστη στην κρίση, ο Στρος – Καν έπρεπε να αμβλύνει τους κανόνες … Άρα οι οικονομολόγοι του ΔΝΤ θα έπρεπε το 2010 να εξακριβώσουν πως η Ελλάδα ούτε υπερχρεωμένη είναι, ούτε η χώρα απειλείται με υπερχρέωση, κάτι που όμως ήταν αδύνατο, γι αυτό και ο κανόνας διευρύνθηκε με μια παράγραφο, σύμφωνα με την οποία επιτρέπεται να δοθούν χρήματα ακόμη και αν η κρίση απειλεί να εξαπλωθεί».
Με αυτό τον τρόπο από το Μάιο του 2010, έως τον Ιούνιο του 2014, το ΔΝΤ επιβεβαίωνε ανά τρίμηνο τη βιωσιμότητα του χρέους της Ελλάδας παρόλο που η χώρα, όπως αναφέρει και το δημοσίευμα της Αυστριακής εφημερίδας, «από την έναρξη του προγράμματος ήταν για τους περισσότερους ειδικούς “ντε φάκτο” χρεοκοπημένη – κάτι που, όπως αναφέρουν διπλωμάτες στην Ουάσιγκτον, ήταν δυνατό μόνον γιατί οι ειδικοί του Ταμείου ήταν υπερβολικά γενναιόδωροι στις προβλέψεις τους για την οικονομική εξέλιξη».
Η παραδοχή ακόμα και από μέλη του Ταμείου ότι «στο Ελληνικό ζήτημα κάτι δεν πήγε καλά» είχε ως αποτέλεσμα να κινητοποιήσει τα στελέχη του Ανεξάρτητου Γραφείου Αξιολόγησης (Ιndependent Evaluation Office – ΙΕΟ). Η έρευνα διήρκεσε δύο χρόνια και αφορούσε το διάστημα από το 2010 και την εμπλοκή του ΔΝΤ στα προγράμματα διάσωσης της Ιρλανδίας, Πορτογαλίας και Ελλάδας. Η απόρρητη έκθεση 150 σελίδων παραδόθηκε τον Ιούλιο του 2016 στην ίδια την Κριστίν Λαγκάρντ.
Το ΙΕΟ διαπίστωσε πολιτικές πιέσεις ώστε το Ταμείο να συμμετέχει σε προγράμματα διάσωσης της Ευρωζώνης. Για την Ελλάδα καταγράφονται με λεπτομέρεια όλα τα γεγονότα από το 2010. Το ΙΕΟ επικεντρώνει τα συμπεράσματά του στην καθυστέρηση της αναδιάρθρωσης του τεράστιου φορτίου χρέους της Ελλάδας που έγινε καθαρά για πολιτικούς λόγους, ενώ εστιάζει στο μείζον θέμα των προβληματικών σχέσεων μεταξύ των μελών της τρόικας και κυρίως μεταξύ ΔΝΤ και Κομισιόν κατηγορώντας την τελευταία για έλλειψη εμπειρίας στην διαχείριση τέτοιων κρίσεων.
Λίγους μήνες αργότερα από την παράδοση της έρευνας στην επικεφαλής του ΔΝΤ, οι New York Times με αφορμή τις «αντιδικίες» που προκάλεσε η έκθεση στο εσωτερικό του Ταμείου έγραφαν «Ανατρέχοντας πίσω στο 2012, όταν η ομάδα αποκάλυψε ότι θα εξετάσει τις δραστηριότητες του Ταμείου στη ζώνη του ευρώ, οι εξεταστές συνάντησαν αντίσταση, όχι μόνο από τα μέλη του προσωπικού, αλλά και από τα ευρωπαϊκά μέλη του διοικητικού συμβουλίου» και συνεχίζει το δημοσίευμα «Στελέχη από τη Γαλλία και τη Γερμανία προέβαλαν την αντίθεση τους στην έρευνα, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις, χρησιμοποίησαν σκληρή γλώσσα σε συναντήσεις με στελέχη της ομάδας, σε μια προσπάθεια να τους δυσκολέψουν το έργο».
Σύμφωνα με το δημοσίευμα των New York Times όταν έγινε σαφές ότι η ομάδα θα προχωρήσει στην έκθεση, οι Ευρωπαίοι διευθυντές ρώτησαν αν θα ήταν δυνατόν να μην δημοσιοποιηθεί η έκθεση στο κοινό. Η αντίθεσή τους στην έρευνα ήταν ιδιαίτερα έντονη στο Ευρωπαϊκό Τμήμα, το οποίο είχε την επίβλεψη των προγραμμάτων στην Ελλάδα, την Ιρλανδία και την Πορτογαλία.
«Ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Τμήματος, Poul Thomsen, ο οποίος ήταν και ο αρχιτέκτονας της ελληνικής διάσωσης, αποστασιοποιήθηκε από την ομάδα, αρχικά, ενώ η έκθεση ήταν πολύ επικριτική για το έργο του στην Ελλάδα, χωρίς να αναφέρει όμως το όνομα του» όπως γράφουν οι New York Times.
Βολές εκ των έσω
Η αμφισβήτηση του ρόλου του ΔΝΤ το Ελληνικό πρόγραμμα δεν προέρχεται μόνο από το ΙΕΟ και δεν είναι αποτέλεσμα μόνο των πρόσφατων διεργασιών. Από το 2010 αρκετά κράτη μέλη του Ταμείου αμφισβητούν τον σκοπό της εμπλοκής στα Ευρωπαϊκά προγράμματα και ειδικά σε αυτό της Ελλάδα.
Ένας σημαντικός αριθμός χώρων από τις λεγόμενες αναπτυσσόμενες οικονομίες, εκτιμούν ότι η εμπλοκή στο Ελληνικό πρόγραμμα έβαλε σε κίνδυνο το Ταμείο και τα κεφάλαια του. Προφανώς και η εφαρμογή και τα αποτελέσματα του προγράμματος δεν αμβλύνουν τις αμφιβολίες. Αρκετές χώρες, όπως η Βραζιλία, ασκούν έντονη κριτική σε κάθε διοικητικό συμβούλιο του ΔΝΤ. Ένα από τα πολλά παραδείγματα είναι η στάση του εκπροσώπου της Βραζιλίας το καλοκαίρι του 2013. Τότε κατά τη διάρκεια έγκρισης της εκταμίευσης δόσης προς την Ελλάδα είχε δηλώσει ότι τα αποτελέσματα της εφαρμογής του ελληνικού προγράμματος είναι «μη ικανοποιητικά» και απείχε από την ψηφοφορία.
Αν και στη συνέχεια διευκρίνισε ότι εξέφραζε προσωπικές απόψεις, είναι γνωστό ότι η Βραζιλία έχει επικρίνει ορισμένα από τα σκληρά δημοσιονομικά μέτρα που επιβλήθηκαν σε ευρωπαϊκές χώρες, υποστηρίζοντας ότι οι περιορισμοί στις δαπάνες επιβραδύνουν την ανάκαμψή τους.
Ωστόσο, αντιπρόσωπος της Βραζιλίας στο ΔΝΤ εκπροσωπούσε ακόμα δέκα χώρες: το Πράσινο Ακρωτήριο, τη Νικαράγουα, το Εκουαδόρ, τη Γουιάνα, την Αϊτή, τον Παναμά, το Σουρινάμ, το Ανατολικό Τιμόρ, το Τρινιντάντ και Τομπάγκο και τη Δομινικανή Δημοκρατία.
Ο «τυφώνας» Τραμπ
Το τελευταίο ερώτημα που γεννάται είναι γιατί παρά τις αποκαλύψεις και την έντονη κριτική δεν αλλάζει τακτική το Ταμείο; Η απάντηση μέχρι τις 9 Δεκεμβρίου ήταν απλή: Γιατί οι ισορροπίες στο εσωτερικό του Ταμείου ήταν τέτοιες που επέτρεπαν αυτές τις πρακτικές. Ωστόσο η εκλογή Τράμπ ίσως να αλλάξει τα δεδομένα. Δημιουργούνται νέοι συσχετισμοί οι οποίοι μπορεί να επηρεάσουν και το Ελληνικό πρόγραμμα.
Στις ενστάσεις των αναδυόμενων οικονομιών είναι πολύ πιθανό να προστεθεί και η πολιτική Τραμπ που θέλει η Ευρώπη να αντιμετωπίσει εκ των ενόντων τα οικονομικά της προβλήματα. Υπό αυτές τις συνθήκες στο δικαίωμα βέτο που έχουν οι ΗΠΑ ως ο μεγαλύτερος μέτοχος του ΔΝΤ με 17%, μπορεί να συνασπιστούν και όλοι οι υπόλοιποι που αμφισβητούν τα αποτελέσματα της παρουσίας του Ταμείου στην Ευρώπη.
Έκθεση ΔΝΤ: Περικοπές συντάξεων, ανατροπές στο δημόσιο, μείωση αφορολογήτου και νέα μέτρα