H περίοδος υποβολής των φορολογικών δηλώσεων 2020 έχει ξεκινήσει και περίπου 6,5 εκατ. φορολογούμενοι θα εκπληρώσουν και φέτος τη φορολογική υποχρέωση – Μέχρι χθες είχαν υποβληθεί 1.443.892 δηλώσεις που αντιστοιχούν σε 1.988.566 εκκαθαριστικά σημειώματα.
Βρισκόμαστε λίγες ημέρες πριν την υποβολή των φορολογικών δηλώσεων εισοδημάτων 2019, καθώς η προσδιορισμένη λήξη της προθεσμίας είναι στις 30 Ιουνίου. Πολύ πιθανή έως βέβαιη ωστόσο, φαίνεται μία παράταση, λόγω των συνθηκών, οι οποίες έχουν επηρεάσει μεγάλο μέρος της οικονομίας.
Η παράταση υποβολής των δηλώσεων, ενδέχεται να είναι τουλάχιστον έως την 30η Ιουλίου, και μία ημέρα μετά θα είναι η πληρωμή της πρώτης δόσης.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων μέχρι και χθες το μεσημέρι είχαν υποβληθεί 1.443.892 φορολογικές δηλώσεις (Ε1), όταν πέρυσι την ίδια χρονική στιγμή είχαν υποβληθεί στην Εφορία 2.103670 δηλώσεις. Παρατηρείται δηλαδή μία υστέρηση της τάξεως των 659.778 δηλώσεων.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΑΑΔΕ, μέχρι χθες είχαν υποβληθεί 1.443.892 δηλώσεις που αντιστοιχούν σε 1.988.566 εκκαθαριστικά σημειώματα.
Κάθε φορολογούμενος θα πρέπει να γνωρίζει ότι ο φόρος εισοδήματος φυσικών προσώπων υπολογίζεται με ενιαία κλίμακα για εισοδήματα από μισθούς, συντάξεις και επιχειρηματική δραστηριότητα.
Στην κλίμακα αυτή:
τα πρώτα 20.000 ευρώ του ετησίου εισοδήματος φορολογούνται με 22% ,
τα επόμενα 10.000 ευρώ (το τμήμα του ετησίου εισοδήματος από 20.001 έως 30.000 ευρώ) με 29%,
τα επόμενα 10.000 ευρώ (το τμήμα του ετησίου εισοδήματος από 30.001 έως 40.000 ευρώ) με 37% και το υπερβάλλον ποσό (το τμήμα του ετησίου εισοδήματος πάνω από τα 40.000 ευρώ) με 45%.
Με την ίδια κλίμακα, αλλά αυτοτελώς, φορολογούνται τα εισοδήματα από αγροτικές δραστηριότητες.
Για τα εισοδήματα από μισθούς, συντάξεις και αγροτικές δραστηριότητες ασκούμενες από κατ’επάγγελμα αγρότες ισχύει ετήσια έκπτωση φόρου που φθάνει μέχρι:
τα 1.900 ευρώ για φορολογούμενους χωρίς προστατευόμενα τέκνα,
τα 1.950 ευρώ για όσους έχουν ένα τέκνο,
τα 2.000 ευρώ για όσους έχουν δύο τέκνα και
τα 2.100 ευρώ για όσους έχουν τρία ή περισσότερα τέκνα.
Η έκπτωση αυτή κατοχυρώνεται πλέον μόνο εφόσον έχουν πραγματοποιηθεί και δηλωθεί δαπάνες για αγορές αγαθών και λήψη υπηρεσιών συνολικού ύψους 10% – 18,75% επί του ετησίου φορολογητέου εισοδήματος.
Η ισχύουσα κατά περίπτωση ανέρχεται στο ανώτατο ποσό της εφόσον το ετήσιο εισόδημα από μισθούς-συντάξεις ή κατ’ επάγγελμα ασκούμενες αγροτικές δραστηριότητες δεν υπερβαίνει τα 20.000 ευρώ. Για εισοδήματα από μισθούς-συντάξεις ή κατ’ επάγγελμα ασκούμενες αγροτικές δραστηριότητες, τα οποία ξεπερνούν τα 20.000 ευρώ, το ισχύον ποσό έκπτωσης μειώνεται κατά το 1% του ποσού κατά το οποίο το εισόδημα υπερβαίνει τις 20.000 ευρώ.
Αυτοτελώς, φορολογούνται και τα εισοδήματα από ακίνητα. Για τα εισοδήματα αυτά, ισχύει φορολογική κλίμακα με συντελεστές 15% για τα πρώτα 12.000 ευρώ, 35% για τα επόμενα 23.000 ευρώ (από τα 12.001 έως τα 35.000 ευρώ του συνολικού ετησίου εισοδήματος) και 45% για το υπερβάλλον ποσό (πάνω από τα 35.000 ευρώ).
Ποιοι είναι υποχρεωμένοι να υποβάλλουν φορολογική δήλωση
Από τη φορολογική νομοθεσία προκύπτει ότι υποχρέωση υποβολής φορολογικής δήλωσης έχουν:
Κάθε φυσικό πρόσωπο, εφόσον έχει την κατοικία του στην Ελλάδα, έχει συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας του και αποκτά πραγματικό ή τεκμαρτό εισόδημα, φορολογούμενο με οποιονδήποτε τρόπο (π.χ., βάσει κλιμακίων ή αυτοτελώς) ή απαλλασσόμενο, ανεξάρτητα από το αν είναι εξαρτώμενο μέλος ή όχι
Οι φορολογούμενοι οι οποίοι έχουν κάνει έναρξη επιτηδεύματος υποχρεούνται σε υποβολή δήλωσης φορολογίας εισοδήματος σε κάθε περίπτωση.
Οι κάτοικοι εξωτερικού υποχρεούνται σε υποβολή δήλωσης στην Ελλάδα μόνον όταν αποκτούν πραγματικό εισόδημα, φορολογούμενο με οποιονδήποτε τρόπο (π.χ. βάσει κλίμακας ή αυτοτελώς) ή απαλλασσόμενο, από πηγές Ελλάδας (τόκοι, ενοίκια, μερίσματα κ.λπ.).
Αντίθετα, ένας κάτοικος εξωτερικού που διαθέτει,δευτερεύουσα κατοικία / επιβατικό αυτοκίνητο στην Ελλάδα ή προβαίνει σε αγορά ακινήτου/αυτοκινήτου στην Ελλάδα, εφόσον δεν αποκτά πραγματικό εισόδημα στη χώρα μας, δεν υποχρεούται σε υποβολή δήλωσης φορολογίας εισοδήματος.
Ενήλικα τέκνα (άνω των 18 ετών) που αποκτούν εισόδημα πραγματικό ή τεκμαρτό, φορολογούμενο με οποιονδήποτε τρόπο (π.χ. βάσει κλιμακίων ή αυτοτελώς) ή απαλλασσόμενο, ακόμα και εάν αυτά αναγνωρίζονται ως εξαρτώμενα μέλη (π.χ. φοιτητές κ.λπ.). Συνεπώς, καμία πλέον εξαίρεση στην υποχρέωση για δήλωση εισοδήματος. Καθιερώνεται καθολικό ηλικιακό κριτήριο
Ο κηδεμόνας ή ο προσωρινός διαχειριστής ή ο σύνδικος πτώχευσης ή ο μεσεγγυούχος για περιπτώσεις σχολάζουσας κληρονομιάς ή επιδικίας ή πτώχευσης ή μεσεγγύησης, αντίστοιχα. Σε περίπτωση πτώχευσης υποβάλλονται δύο δηλώσεις, μία δήλωση από τον σύνδικο πτώχευσης για την πτωχευτική περιουσία σε χειρόγραφη μορφή στην αρμόδια ΔΟΥ και μία δήλωση από τον πτωχό για την τυχόν μη πτωχευτική περιουσία και εισοδήματα ηλεκτρονικά.
Ο επίτροπος ή ο κηδεμόνας ή ο δικαστικός συμπαραστάτης, στις περιπτώσεις, αντίστοιχα, ανηλίκων ή αυτών που έχουν υποβληθεί σε δικαστική συμπαράσταση.
Οι κληρονόμοι του φορολογουμένου για το συνολικό εισόδημά του μέχρι την ημέρα του θανάτου του.
Δεν είναι υποχρεωμένοι να υποβάλλουν φορολογική δήλωση:
Οι φορολογούμενοι που έχουν συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας τους και δεν αποκτούν πραγματικό ή τεκμαρτό εισόδημα.
Οι κεκαρμένοι μοναχοί (εκτός μονών – ασκητές) για το καθαρό ποσό της σύνταξης που καταβάλλεται σε αυτούς κατά το χρονικό διάστημα που διατηρούν την ανωτέρω ιδιότητα, εφόσον αυτό δεν υπερβαίνει το ποσό των 9.500 ευρώ.
Μεγάλη φορολογική επιβάρυνση σε οικογένειες με παιδιά
Τη δεύτερη μεγαλύτερη φορολογική επιβάρυνση στην Ευρώπη καλείται να σηκώσει η μέση ελληνική οικογένεια μισθωτών με παιδιά.
Αυτό προκύπτει από τα στοιχεία έρευνας του Tax Foundation που δημοσιεύσει το Κέντρο Φιλελεύθερων Μελετών (ΚΕΦΙΜ- Μάρκος Δραγούμης) και τα οποία βασίζονται σε δεδομένα του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης.
Ειδικότερα, η Ελλάδα έχει τη δεύτερη υψηλότερη οικογενειακή φορολογική επιβάρυνση στην εργασία, στο 37,8%, με πρώτη την Ιταλία, στο 39,2%.
Όπως αναφέρεται στη μελέτη του ΚΕΦΙΜ, οι φόροι εισοδήματος, οι ασφαλιστικές εισφορές και οι φόροι κατανάλωσης όπως ο ΦΠΑ, αποτελούν μεγάλο μέρος των φορολογικών εσόδων σε πολλές χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας. Ο συνδυασμός αυτών των φόρων αποτελεί αυτό που ονομάζεται “φορολογική επιβάρυνση της εργασίας”.