Επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης της οικονομίας, αλλά και μείωση των εξαγωγών σε βασικές εξαγωγικές αγορές, διαπιστώνει έκθεση της Εθνικής Τράπεζας για το πρώτο τρίμηνο του ενεστώτος έτους.

Ειδικότερα, το πρώτο τρίμηνο του 2019 με το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 1,3% σε ετήσια βάση, σε σχέση με 1,5% το τέταρτο τρίμηνο του 2018. Η οικονομική δραστηριότητα υποστηρίχθηκε από την ενίσχυση της εγχώριας ζήτησης, η οποία συνεισέφερε 3,1 ποσοστιαίες μονάδες στην αύξηση του ΑΕΠ το πρώτο τρίμηνο του 2019.

Η εν λόγω αύξηση αντιστάθμισε την έντονα αρνητική επίδραση στη μεταβολή του ΑΕΠ από τις καθαρές εξαγωγές (-1,8 ποσοστιαίες μονάδες), λόγω επιτάχυνσης της δαπάνης για εισαγωγές στο 9,5% ετησίως την ίδια περίοδο (από 3,0%, κατά μέσο όρο, το 2018), αναφέρεται σε οικονομική ανάλυση της Εθνικής Τράπεζας.

Η αυξημένη εγχώρια ζήτηση διογκώνει τις εισαγωγές, ενώ οι εξαγωγές επιβραδύνονται λόγω της εξασθένησης της ζήτησης για ελληνικά προϊόντα σε βασικές εξαγωγικές αγορές.

Η αρνητική επίδραση των καθαρών εξαγωγών στο ΑΕΠ αντανακλά την αύξηση των εισαγωγών κατά 9,5% το πρώτο τρίμηνο του 2019, η οποία αφαίρεσε 3,2 ποσοστιαίες μονάδες από το ΑΕΠ την ίδια περίοδο. Συγκεκριμένα, η αύξηση των εισαγωγών αφορά, κυρίως, κεφαλαιουχικά αγαθά, μεταφορικό εξοπλισμό, καύσιμα, πρώτες ύλες, καθώς και διαρκή καταναλωτικά αγαθά, και είναι, εν πολλοίς, αναμενόμενη κατά την περίοδο ανάκαμψης που διανύουμε, δεδομένων των χρόνιων περιορισμών της εγχώριας παραγωγής – που επιτάθηκαν από την παρατεταμένη αποεπένδυση – και άλλων χαρακτηριστικών της οικονομίας. Η αρνητική επίδραση ενισχύθηκε, σε ετήσια βάση, και από τη σημαντική συρρίκνωση των εισαγωγών το πρώτο τρίμηνο του 2018 (-7,5% ετησίως).

Ταυτόχρονα, οι εξαγωγές έδειξαν τα πρώτα σημάδια αποδυνάμωσης, επιβαρυνόμενες από την εξασθένηση της οικονομικής ανάπτυξης στην Ευρωζώνη το 4ο τρίμηνο του 2018 και το 1ο τρίμηνο του 2019, η οποία άρχισε να επιδρά στη δυναμική των παραγγελιών για εξαγωγές. Συγκεκριμένα, η αύξηση των συνολικών εξαγωγών επιβραδύνθηκε στο 4,0% ετησίως το 1ο τρίμηνο του 2019, από 8,7% το 2018, καθώς οι εξαγωγές αγαθών συρρικνώθηκαν οριακά, κατά 0,7% ετησίως, για πρώτη φορά από το 4ο τρίμηνο του 2016, αντισταθμίζοντας τη θετική πορεία των εξαγωγών υπηρεσιών, που ενισχύθηκαν κατά 8,7% ετησίως, αποτυπώνοντας τις ισχυρές επιδόσεις του τουρισμού και της ναυτιλίας την ίδια περίοδο. Δεδομένου ότι η αρνητική επίδραση των καθαρών εξαγωγών υπερτονίστηκε από την εξαιρετικά υψηλή θετική συνεισφορά τους το 1ο τρίμηνο του 2018, η αρνητική επίδραση θα είναι πολύ πιο ήπια στο σύνολο του 2019 και αναμένεται να διαμορφωθεί στις -0,6 ποσοστιαίες μονάδες, κατά μέσο όρο.

Η ιδιωτική κατανάλωση παραμένει πάντως σε θετική τροχιά, και οι επενδύσεις ανακάμπτουν με τη βοήθεια και της επιτάχυνσης των δημοσίων επενδύσεων

Η ιδιωτική κατανάλωση ενισχύθηκε κατά 0,8%, σε ετήσια βάση, το πρώτο τρίμηνο του 2019, εμφανίζοντας αξιοσημείωτη σταθερότητα την τελευταία διετία. Στην επίδοση αυτή συνετέλεσαν: η υγιής αύξηση της απασχόλησης κατά 2,2% ετησίως το πρώτο τρίμηνο του 2019, ρυθμός αντίστοιχος με το 2018, καθώς και η ανάκαμψη των ωριαίων αμοιβών μέσω νέων κλαδικών συμβάσεων σε πιο ανταγωνιστικούς τομείς και η επέκτασή τους σε μεγαλύτερο αριθμό εργαζομένων, σε συνδυασμό με τη νομοθέτηση της αύξησης του εθνικού κατώτατου μισθού κατά 11% και την κατάργηση του υποκατώτατου από το Φεβρουάριο του 2019. Επίσης, η ενίσχυση της καταναλωτικής εμπιστοσύνης, που υποστηρίζεται από τις θετικές μακροοικονομικές τάσεις και την προσδοκία ήπιας υποχώρησης της δημοσιονομικής πίεσης.

Η επίδραση της ιδιωτικής κατανάλωσης στο ΑΕΠ αναμένεται να ενισχυθεί περαιτέρω τα επόμενα τρίμηνα, με τον ετήσιο ρυθμό αύξησής της να ανέρχεται στο 1,5% στο σύνολο του έτους (από 0,8% το 1ο τρίμηνο του 2019), καθώς αναμένεται να λάβει περαιτέρω ώθηση από τη νέα δέσμη δημοσιονομικών μέτρων άμεσης εφαρμογής που νομοθετήθηκαν το Μάιο, τα οποία – σε συνδυασμό με τα υφιστάμενα μέτρα του Κρατικού Προϋπολογισμού 2019 – υπερβαίνουν το 1% του ΑΕΠ σε ετήσια βάση. Επιπλέον, η καταναλωτική εμπιστοσύνη δείχνει σημάδια περαιτέρω ενίσχυσης το 2ο τρίμηνο του 2019, ενώ ή εμπειρία καταδεικνύει πως η διεξαγωγή εθνικών εκλογών επιδρά θετικά στην καταναλωτική ψυχολογία.

Οι επενδύσεις παγίου κεφαλαίου ανέκαμψαν, σημειώνοντας αύξηση 7,9% το πρώτο τρίμηνο του 2019, μετά από ένα απογοητευτικό 2018. Η επίδοση αυτή βασίστηκε, κυρίως, στην αύξηση της κατασκευαστικής δραστηριότητας (εκτός κατοικιών) κατά 10,9% ετησίως (έναντι υποχώρησης 22,0% το 2018), που σχετίζεται, κυρίως, με την επιτάχυνση των δημοσίων επενδύσεων (56,6% ετησίως στις εκταμιεύσεις το πρώτο τρίμηνο του 2019) αλλά και την υλοποίηση επενδυτικών σχεδίων σε τουρισμό και υποδομές μεταφορών από ιδιώτες (αεροδρόμια, αποθήκευση, λιμάνια). Παράλληλα, ενισχύθηκαν κατά 19,0% ετησίως και οι επενδύσεις σε μεταφορικό εξοπλισμό (κυρίως εμπορικά πλοία και οδικές μεταφορές), ενώ μικρότερη θετική συνεισφορά είχαν οι επενδύσεις σε κατοικίες και λοιπές επενδύσεις σε εξοπλισμό. Η επενδυτική επίδοση του πρώτου τριμήνου συμβαδίζει με την ετήσια εκτίμηση της Δ/νσης Οικονομικής Ανάλυσης της ΕΤΕ για διψήφιο ρυθμό αύξησης των επενδύσεων, που υποστηρίζονται, επίσης, από το ενισχυμένο ποσοστό χρησιμοποίησης του παραγωγικού δυναμικού σε ορισμένους κλάδους – οι οποίοι θα επωφεληθούν και από την αύξηση της εγχώριας ζήτησης – ενώ και η επιτάχυνση του καθαρού ρυθμού χορήγησης πιστώσεων προς τις επιχειρήσεις το πρώτο 4μηνο του 2019 (+2,6% ετησίως, υψηλό εννέα ετών) επιβεβαιώνει τη θετική τάση. Ωστόσο, η μεταβλητότητα στο εξωτερικό περιβάλλον συνεχίζει να δημιουργεί αβεβαιότητα, ενώ ο εκλογικός κύκλος ασκεί, συνήθως, μικτές επιδράσεις στις ιδιωτικές επενδύσεις και, συχνά, συνοδεύεται από επιβράδυνση της υλοποίησης του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων για ορισμένους μήνες.

Οι επιδόσεις του επιχειρηματικού τομέα εμφανίζουν αυξημένο ποσοστό εξάρτησης από τις εξαγωγές

Ωστόσο, αξίζει να σημειωθεί ότι τα στοιχεία του ΑΕΠ από το σκέλος της παραγωγής και της αμοιβής των παραγωγικών συντελεστών αποτύπωσαν σημαντική επιβράδυνση στη δημιουργία ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας εγχωρίως, στο 0,3% ετησίως το 1ο τρίμηνο του 2019 από 1,9% κατά μέσο όρο τη διετία 2017-18, και μια συρρίκνωση της μικτής κερδοφορίας (όπως προσεγγίζεται εθνικολογιστικά από το ακαθάριστο λειτουργικό πλεόνασμα και το μικτό εισόδημα της οικονομίας) κατά 0,3% σε ετήσια βάση. Η εν λόγω συρρίκνωση είναι η πρώτη από το 3ο τρίμηνο του 2016 και δεν μπορεί να εξηγηθεί επαρκώς από την ενδεχόμενη αύξηση της ενδιάμεσης κατανάλωσης και τη σχετιζόμενη συσσώρευση αποθεμάτων την ίδια περίοδο. Είναι αξιοσημείωτο ότι οι μεταβολές στη συνολική εταιρική κερδοφορία εμφανίζουν αυξημένο βαθμό συσχέτισης με την πορεία της προστιθέμενης αξίας σε βασικούς εξαγωγικούς κλάδους, όπως ο βιομηχανικός, η προστιθέμενη αξία του οποίου αντιστοιχεί σε σχετικά μικρό ποσοστό της συνολικής προστιθέμενης αξίας στην οικονομία (11,7% της συνολικής προστιθέμενης αξίας το 1ο τρίμηνο του 2019). Φαίνεται ότι οι επικερδείς εξαγωγικές δραστηριότητες διαδραματίζουν κεντρικό ρόλο για τη συνολική εταιρική κερδοφορία, με τη δυνατότητα υποκατάστασής τους από την εσωτερική ζήτηση να παραμένει ακόμη περιορισμένη.

Συνεκτιμώντας τις ανωτέρω τάσεις, η διεύθυνση Οικονομικής Ανάλυσης της ΕΤΕ εκτιμά ότι ο ετήσιος ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ το 2019 θα διαμορφωθεί στο 1,8% ετησίως, περίπου – ανάλογος με το 2018 – με τα περιθώρια θετικής έκπληξης να συναρτώνται από την περαιτέρω βελτίωση του οικονομικού κλίματος και την υποχώρηση των ασφαλίστρων κινδύνου της οικονομίας τους επόμενους μήνες, την πλήρη ενσωμάτωση της επίδρασης από τα μέτρα δημοσιονομικής στήριξης, καθώς και την υπεραπόδοση του τουρισμού έναντι της τρέχουσας εκτίμησης για σταθεροποίηση των εισπράξεων. Η ενίσχυση της εσωτερικής ζήτησης φαίνεται να παρέχει επαρκές περιθώριο απορρόφησης, βραχυπροθέσμα, μιας περαιτέρω επιβράδυνσης των εξαγωγών αγαθών, με την αρνητική επίδραση στο ΑΕΠ από τις αυξανόμενες εισαγωγές να συνεχίζεται μέχρι το τέλος του έτους.

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Πρόγραμμα Πανελληνίων 2025