Εγκύκλιο με διευκρινήσεις για την διευθέτηση του ωραρίου,τα διαλείμματα, την υπερεργασία, τις υπερωρίες αλλά και το 8ωρο δημοσίευσε το υπουργείο εργασίας.

Τι αναφέρει η εγκύκλιος

Επιβεβαιώνεται με τρόπο γενικευμένο και σαφή για όλους ανεξαιρέτως τους κλάδους και όλους τους τομείς οικονομικής δραστηριότητας, το πλήρες συμβατικό ωράριο εργασίας των 40 ωρών εβδομαδιαίως για κάθε εργαζόμενο με εξαρτημένη σχέση εργασίας. Για 5θήμερη εβδομάδα εργασίας το πλήρες συμβατικό ωράριο είναι το ημερησίως και για 6ήμερη εβδομάδα το πλήρες ωράριο είναι έξι ώρες και σαράντα λεπτά ημερησίως.

Στο πλαίσιο διευθέτησης του χρόνου εργασίας παρέχεται η δυνατότητα 4ημερης πλήρους απασχόλησης διάρκειας 40 ωρών εβδομαδιαίως και 10 ωρών ημερησίως, ύστερα από αίτηση του εργαζόμενου. Δεν είναι επιτρεπτή η απασχόληση πέραν των 10 ωρών ημερησίως και των 40 ωρών εβδομαδιαίως που κατανέμεται σε 4ήμερη βάση.

Σύμφωνα με το υπουργείο εργασίας, «η διευθέτηση είναι μια επιλογή, εναλλακτική των υπερωριών, η οποία ισχύει σε όλη την Ευρώπη, προσφέρεται από το 54% των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων και εφαρμοζόταν στην Ελλάδα και επί ΣΥΡΙΖΑ. Ακριβέστερα, ισχύει 30 χρόνια τώρα στην Ελλάδα και έχει εφαρμοστεί –μεταξύ άλλων- στον ΟΤΕ, στην Alpha Bank, στον Παπαστράτο, στην ΗΒΗ και στον ξενοδοχειακό κλάδο.

Εμείς δίνουμε απλώς τη δυνατότητα στον εργαζόμενο, αν τον εξυπηρετεί, να το ζητήσει και μόνος του, είτε σε επιχειρήσεις που δεν υπάρχουν σωματεία, είτε για λόγους συμφιλίωσης της επαγγελματικής και προσωπικής του ζωής. Να δουλεύει δηλαδή λίγο παραπάνω π.χ. από Δευτέρα έως Πέμπτη και να πληρώνεται για να κάθεται τις Παρασκευές.»

Με βάση την ήδη ισχύουσα νομοθεσία, σε χρονικό πλαίσιο εξαμήνου, ο θα πρέπει να δουλεύει συνολικά 40 ώρες την εβδομάδα.

Εφόσον δεν υπάρχει συνδικαλιστική οργάνωση στην επιχείρηση ή δεν έχει επιτευχθεί συμφωνία με συλλογική σύμβαση, η διευθέτηση του χρόνου εργασίας που προβλέπεται στο νόμο 1892/1990, μπορεί να εφαρμοστεί κατόπιν αιτήματος του εργαζόμενου, με ατομική συμφωνία. Στην περίπτωση αυτή, ο εργοδότης εξετάζει υποχρεωτικά τα αιτήματα εργαζομένων για σύναψη ατομικής συμφωνίας και προς διευκόλυνση των μερών, μπορεί να γνωστοποιεί στους εργαζόμενους αφενός τη δυνατότητα να υποβάλλουν αίτηση και αφετέρου τα πεδία των κατά περίπτωση επιχειρησιακών του αναγκών για την εφαρμογή συστήματος διευθέτησης του χρόνου εργασίας.

Ο εργοδότης υποχρεώνεται να υποβάλει τη συμφωνία για διευθέτηση του χρόνου εργασίας στο Π.Σ. «ΕΡΓΑΝΗ», προκειμένου να διευκολύνονται οι έλεγχοι που θα αποτρέπουν τυχόν καταστρατήγηση της νομοθεσίας. Από την έναρξη λειτουργίας του αναβαθμισμένου ΠΣ ΕΡΓΑΝΗ ΙΙ και μετά, το πρόγραμμα εργασίας που αποτυπώνει το σύστημα διευθέτησης του χρόνου εργασίας μετά από αίτηση του εργαζόμενου, θα καταγράφεται και θα παρακολουθείται σε πραγματικό χρόνο στο ηλεκτρονικό σύστημα μέτρησης του χρόνου εργασίας.

Σημειώνεται επίσης ότι ενδεχόμενη καταγγελία της σύμβασης εκ μέρους του εργοδότη λόγω μη υποβολής αιτήματος του εργαζόμενου για διευθέτηση, θεωρείται άκυρη. Εξάλλου, σε περίπτωση απόλυσης ή παραίτησης του εργαζόμενου πριν την έναρξη της περιόδου μειωμένης απασχόλησης, ο εργαζόμενος θα αποζημιωθεί για τις επιπλέον ώρες που εργάστηκε με τα ωρομίσθια που ισχύουν για υπερεργασία και υπερωρία (δηλαδή προσαύξηση 20% για υπερεργασία, 40% για υπερωρία, 120% για παράνομη υπερωρία).

Πώς αμείβονται οι

Η αύξηση του πλαφόν των υπερωριών στις 150 ώρες ετησίως σε όλο το φάσμα της οικονομίας από 96 σήμερα στη βιομηχανία και 120 στους άλλους κλάδους αποτελεί μια κομβική διάταξη του νέου εργασιακού νόμου.

Το σύστημα αμοιβής των υπερωριών δεν αλλάζει που σημαίνει ότι κάθε ώρα υπερωρίας πάνω από τις 9 που θεωρείται υπερεργασία πληρώνεται με ημερομίσθιο προσαυξημένο κατά 40%. Επιπλέον με την αύξηση του πλαφόν αλλάζει και το πλαίσιο για τις κατ΄εξαίρεση υπερωρίες. Στο εξής η υπερωριακή απασχόληση που πραγματοποιείται χωρίς την τήρηση των προβλεπόμενων διατυπώσεων θα χαρακτηρίζεται ως παράνομη υπερωρία και θα αμείβεται με ημερομίσθιο προσαυξημένο κατά 120% (από 80% που ήταν πριν).

Ειδικότερα σύμφωνα με την εγκύκλιο του υπουργείου εργασίας:

Το όριο των επιτρεπόμενων υπερωριών αυξάνεται στις 150 ώρες το χρόνο και μέχρι 3 ώρες ημερησίως σε όλους τους κλάδους της οικονομίας ενώ παράλληλα ισχύει η διάταξη (άρθρο 6 του Π.Δ. 88/1999) σύμφωνα με την οποία ο χρόνος εβδομαδιαίας εργασίας των μισθωτών δεν μπορεί να υπερβαίνει ανά περίοδο το πολύ 4 μηνών, τις 48 ώρες κατά μέσο όρο, συμπεριλαμβανομένων των υπερωριών και της υπερεργασίας. Οι υπερωρίες αμείβονται με το ωρομίσθιο προσαυξημένο κατά 40 %.

Σημειώνεται ότι για το 2021, οι ώρες υπερωριακής απασχόλησης που έχουν ήδη πραγματοποιηθεί σε όλους τους κλάδους οικονομικής δραστηριότητας, θα αφαιρεθούν από το νέο όριο των 150 ωρών ετησίως.

Σε περιπτώσεις επείγουσας φύσης εργασίας μπορεί να χορηγείται, όπως προβλέπεται από το νόμο, άδεια από τον Γενικό Διευθυντή Εργασιακών Σχέσεων (αντί για τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων που ίσχυε ως τώρα) για υπέρβαση του ορίου των 150 ωρών ετησίως. Οι υπερωρίες αυτές αμείβονται με το ωρομίσθιο προσαυξημένο κατά 60 %.

Χαρακτηρίζεται ως παράνομη , αντί του όρου κατ΄εξαίρεση υπερωρία που ίσχυε ως τώρα, η υπερωριακή απασχόληση που πραγματοποιείται χωρίς την τήρηση των προβλεπόμενων διατυπώσεων. Η αμοιβή για τις παράνομες υπερωρίες αυξάνεται και ορίζεται στο καταβαλλόμενο ωρομίσθιο προσαυξημένο κατά 120% (από 80% που ήταν πριν).

Πώς αμείβεται η υπερωρία στους εργαζόμενους με μερική απασχόληση

Επιτρέπεται στους εργαζόμενους μερικής απασχόλησης να παρέχουν, εφόσον συμφωνούν, εργασία πέρα από τη συμφωνημένη και σε ώρες που δεν είναι συνεχόμενες με το ωράριό τους, με προσαύξηση 12% επί της αμοιβής για κάθε επιπλέον ώρα, όπως ίσχυε άλλωστε και μέχρι σήμερα. Η ισχύουσα νομοθεσία προβλέπει ήδη ότι σε περίπτωση που η επιπλέον εργασία ζητείται να παρασχεθεί σε ωράριο συνεχόμενο του μερικού ωραρίου, ο εργαζόμενος είναι υποχρεωμένος να την παράσχει την επιπλέον εργασία, εκτός εάν η άρνησή του δεν αντίκειται στην καλή πίστη. Σε κάθε περίπτωση ισχύει ανώτατο όριο που είναι μέχρι τη συμπλήρωση του πλήρους ημερήσιου ωραρίου του συγκρίσιμου εργαζόμενου.

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Πρόγραμμα Πανελληνίων 2025