Ολοκληρωμένες μεταρρυθμίσεις και περισσότερο αποτελεσματικό κράτος ζητούν οι ελληνικές επιχειρήσεις, οι οποίες εκτιμούν ότι η οικονομία έχει αρχίσει μεν να σταθεροποιείται αλλά δεν έχει πειστεί ότι η χώρα θα επιστρέψει σύντομα στην ανάπτυξη.
Αυτό είναι το βασικό συμπέρασμα από την πρώτη ετήσια έρευνα γνώμης του Παρατηρητηρίου Επιχειρηματικού Περιβάλλοντος του ΣΕΒ με τίτλο: «Ο σφυγμός του επιχειρείν», η οποία πραγματοποιήθηκε με τη συνδρομή της MRB, και παρουσιάστηκε πριν από λίγο σε σχετική συνέντευξη Τύπου.
Οι επιχειρηματίες δηλώνουν πιο αισιόδοξοι για το μέλλον των δικών τους επιχειρήσεων (54,8% αναμένουν ότι η οικονομική κατάσταση της επιχείρησής τους θα παραμείνει σταθερή ή θα βελτιωθεί και 79,8% εκτιμά ότι το προσωπικό τους θα παραμείνει σταθερό ή και θα αυξηθεί), συγκριτικά με τις προοπτικές της χώρας (μόνο το 40,7% πιστεύει ότι η οικονομική κατάσταση της χώρας θα βελτιωθεί μέσα στα επόμενα 5 χρόνια), αναδεικνύοντας την αποφασιστικότητά τους να υπερκεράσουν τις αντιξοότητες της παρατεταμένης ύφεσης.
Ωστόσο, όπως επισημαίνεται στη μελέτη, οι εκτιμήσεις για τις προοπτικές της κάθε επιχείρησης, τελικά, εξαρτώνται από τον κλάδο δραστηριοποίησης και το μέγεθός της. Ενδεικτικά, κλάδοι όπως οι κατασκευές και το εμπόριο συνεχίζουν να πλήττονται δυσανάλογα, την ώρα που οι οργανωμένες επιχειρήσεις της μεταποίησης με εξαγωγική δραστηριότητα, του κλάδου των υπηρεσιών και μεταφορών, της πρωτογενούς παραγωγής και του τουρισμού διαβλέπουν, ήδη, καλύτερες προοπτικές.
Συμπερασματικά, η έρευνα δείχνει να επιβεβαιώνει ότι στην Ελλάδα, όπως άλλωστε σε όλον τον υπόλοιπο κόσμο, οι μεγαλύτερες και πιο οργανωμένες επιχειρήσεις έχουν αυξημένη ανθεκτικότητα στην κρίση, καθώς και καλύτερες προοπτικές ανάκαμψης.
Οι επιχειρήσεις καταγράφουν ως τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν το ασταθές φορολογικό πλαίσιο (84,8%), την αδυναμία πρόσβασης σε ρευστότητα με ανεκτούς όρους (54,6%), την καθυστέρηση στην απονομή δικαιοσύνης (49,2%), τις γενικότερες αδυναμίες που προκύπτουν από το θεσμικό πλαίσιο και την ποιότητα των νόμων (49,0%), καθώς και την απουσία κινήτρων για επενδύσεις (48,9%).
Όμως, πλέον των απαιτούμενων οριζόντιων παρεμβάσεων για την άρση των εμποδίων αυτών, οι ανάγκες και επομένως τα πεδία στα οποία οι επιχειρήσεις ζητούν την ανάληψη δράσης, διαφοροποιείται ανάμεσα στις επιχειρήσεις που είναι αισιόδοξες και σε θέση να ηγηθούν της ανάκαμψης, από τη μία πλευρά, και στις επιχειρήσεις που έχουν μπροστά τους την πρόκληση της επιβίωσης, από την άλλη. Έτσι, για τις επιχειρήσεις που αναπτύσσονται ή σχεδιάζουν επενδύσεις (μερίδιο 36%) οι πιο σημαντικές προτεραιότητες είναι η βελτίωση του μηχανισμού εποπτείας της αγοράς και των υποδομών, η βελτίωση των διαδικασιών αδειοδότησης και της απονομής της δικαιοσύνης μαζί με την υποστήριξη της καινοτομίας και των εξαγωγών και την ανάγκη εξεύρεσης του κατάλληλου προσωπικού αποτελούν.
Από την άλλη, οι επιχειρήσεις που καταρχήν αναζητούν στρατηγική επιβίωσης (μερίδιο 64%) επιθυμούν βελτίωση στους όρους λειτουργίας της αγοράς (ανταγωνισμός, εποπτεία, διαφάνεια) μαζί με προσιτό δανεισμό, επενδυτικά κίνητρα και ευελιξία στην αγορά εργασίας.
Οι επιχειρήσεις εκφράζουν χαμηλή ικανοποίηση τόσο από την ποιότητα όσο και από τη διαφάνεια των υπηρεσιών του δημοσίου και αξιολογούν με χαμηλό βαθμό την αποτελεσματικότητα των μεταρρυθμίσεων που έχουν εφαρμοστεί.
Την ίδια ώρα ζητούν την ένταση της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας. Ενδεικτικά, το 69,3% των επιχειρήσεων θεωρεί μεν αναγκαίες τις μεταρρυθμίσεις στη φορολογική πολιτική και διοίκηση, όμως μόλις το 7,0% αξιολογεί θετικά αυτές που πραγματοποιήθηκαν. Αιτία αποτελεί, όπως επισημαίνεται στη σχετική μελέτη, ότι μέχρι σήμερα η πλειονότητα των μεταρρυθμίσεων έχει υλοποιηθεί αποσπασματικά, ασυντόνιστα, χωρίς τη συμμετοχή των άμεσα εμπλεκόμενων μερών και δίχως ένα συνεκτικό σχέδιο επίλυσης των προβλημάτων του επιχειρείν, από την έναρξη μέχρι τη λήξη της επιχειρηματικής δραστηριότητας.
Στην έρευνα δόθηκε η δυνατότητα στις επιχειρήσεις να επιλέξουν συγκεκριμένες προτάσεις που κατά τη γνώμη τους θα μπορούσαν να οδηγήσουν στη δημιουργία ενός φιλικού επιχειρηματικού περιβάλλοντος. Τα ευρήματα της έρευνας αναδεικνύουν ότι η στόχευση πρέπει να βασιστεί, σε οριζόντιο επίπεδο, σε πέντε άξονες, με ρεαλιστικές και αποτελεσματικές προτάσεις: φορολογικό πλαίσιο, πρόσβαση στη χρηματοδότηση, απονομή δικαιοσύνης, καλή νομοθέτηση και επενδυτικά κίνητρα.
Συγκεκριμένα, οι προτάσεις των επιχειρήσεων για το φορολογικό πλαίσιο περιλαμβάνουν:
Αποτελεσματικές παρεμβάσεις για τη μείωση των φορολογικών συντελεστών και επέκταση των ηλεκτρονικών συναλλαγών.
Παράταση του χρόνου συμψηφισμού των ζημιών με μελλοντικά κέρδη. Επέκταση της πενταετίας σε δεκαετία.
Αποκατάσταση της κανονικότητας των φορολογικών ελέγχων όσον αφορά στους χρόνους των παραγραφών, παράλληλα με τον ενιαίο τρόπο προσέγγισης των θεμάτων που προκύπτουν κατά τη διάρκεια των ελέγχων.
Αξιοποίηση του φορολογικού πιστοποιητικού για την ολοκλήρωση του ελέγχου των ανέλεγκτων χρήσεων και την αποκατάσταση της κανονικότητας των φορολογικών ελέγχων.
Όσον αφορά στην πρόσβαση στη χρηματοδότηση:
Άρση των κεφαλαιακών περιορισμών.
Διευθέτηση του ζητήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Αναμόρφωση των κριτηρίων αξιολόγησης των επιχειρηματικών σχεδίων (business plans) από τις τράπεζες για χορήγηση δανείων.
Αναθεώρηση της πολιτικής ενυπόθηκων δανείων των τραπεζών (π.χ. αλλαγή του μείγματος χρηματικών και εμπράγματων εγγυήσεων). Απονομή δικαιοσύνης
Θεσμοθέτηση της υποχρεωτικότητας του μηχανισμού εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών σε κάποιες περιπτώσεις (π.χ. υποθέσεις με μικρό αντικείμενο διαφοράς).
Βελτίωση των υφιστάμενων θεσμών προδικαστικής επίλυσης.
Μείωση του όγκου των εκκρεμών υποθέσεων μέσω της ομαδοποίησης και εκκαθάρισης ομοειδών υποθέσεων.
Εισαγωγή της ηλεκτρονικής δικαιοσύνης (e-justice /Ολοκληρωμένο Σύστημα Διαχείρισης Δικαστικών Υποθέσεων) και διασύνδεση με πληροφοριακά συστήματα άλλων εμπλεκομένων (π.χ. ΓΕΜΗ, Taxis, Ergani, δικηγορικοί σύλλογοι).
Στον τομέα της καλής νομοθέτησης οι προτάσεις είναι:
Ψηφιοποίηση και απλοποίηση των διεπαφών/διαδικασιών επιχειρήσεων-κράτους.
Περιορισμός της εισαγωγής τροπολογιών σε σχέδια νόμου με άλλο αντικείμενο και τήρηση της υποχρέωσης διαβούλευσης.
Εισαγωγή προγράμματος κωδικοποίησης της νομοθεσίας με επίπτωση στη λειτουργία της επιχείρησης (π.χ. φορολογικό, εργασιακά, χωροταξικό, αδειοδότηση, εταιρικό δίκαιο) και εισαγωγή της αρχής της «γκιλοτίνας» (π.χ. για κάθε νέο νόμο καταργώ ένα παλαιό).
Υποχρέωση αυστηρού νομοθετικού προγραμματισμού ανά Υπουργείο για τον περιορισμό της υπερρύθμισης.
Όσον αφορά στα επενδυτικά κίνητρα, οι επιχειρήσεις ζητούν:
Μείωση των επιτοκίων δανεισμού από το τραπεζικό σύστημα.
Ισχυρά οριζόντια φορολογικά κίνητρα και φοροαπαλλαγές (π.χ. υπεραποσβέσεις).
Επιτάχυνση διαδικασιών ένταξης και αποπληρωμής προγραμμάτων ΕΣΠΑ και αναπτυξιακών νόμων.
Εξεύρεση εξωτραπεζικής χρηματοδότησης (π.χ. χρηματιστηριακά προϊόντα, project bonds, peer to peer lending, crowdfunding).
Επιπρόσθετα από τους παραπάνω πέντε άξονες προτεραιότητας που οι επιχειρήσεις ανέδειξαν ότι αποτελούν απαραίτητη προϋπόθεση για τη δημιουργία ενός φιλικού επιχειρηματικού περιβάλλοντος, η έρευνα αναδεικνύει ότι απαιτείται ένα διαφορετικό μίγμα πολιτικών για την κάθε μία από τις δύο κατηγορίες επιχειρήσεων, όπως αυτές έχουν οριστεί προηγουμένως, δηλαδή επιχειρήσεις που είναι σε θέση να επιδείξουν δυναμισμό και να αξιοποιήσουν μια επερχόμενη ανάπτυξη και επιχειρήσεις που είναι ευάλωτες.