Στη συνέχεια, εντόπισαν 12 γυναίκες, από το αρχικό δείγμα, που γυμνάζονταν τακτικά κατά το τρίτο τρίμηνο της κύησης και διαπίστωσαν ότι αυτό σχετιζόταν με μειωμένη αρτηριακή πίεση στα παιδιά που είχαν αποκτήσει.
Συγκεκριμένα, τα παιδιά των οποίων οι μητέρες γυμνάζονταν εντός των συνιστώμενων πλαισίων, είχαν σημαντικά χαμηλότερη συστολική αρτηριακή πίεση σε ηλικία οκτώ με δέκα ετών.
Αυτό ίσχυε ακόμα και για παιδιά που είχαν γεννηθεί με χαμηλό σωματικό βάρος, γνωστός παράγοντας κινδύνου για υπέρταση μετέπειτα στη ζωή του ανθρώπου.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, τα βρέφη με που γεννιούνται μικρά τείνουν να εμφανίζουν συχνότερα στεφανιαία νόσο και εγκεφαλικά επεισόδια μετέπειτα.
«Η μελέτη μας όμως έρχεται να αντικρούσει αυτή την υπόθεση και αποδεικνύει ότι η γυμναστική παίζει σημαντικό ρόλο στα κρίσιμα αναπτυξιακά στάδια του εμβρύου. Η έρευνα μας ενισχύει την θεωρία του γενετικού προ-προγραμματισμού των χαρακτηριστικών του ατόμων, από το εμβρυϊκό στάδιο», εξηγεί ο Δρ Πιβαρνικ.
Το φαινόμενο αυτό συνδέεται με την υπόθεση της «εμβρυϊκής προέλευσης». Δηλαδή, αν κάτι επίπονο συμβεί στη μητέρα και το κυοφορούμενο έμβρυο κατά τα κρίσιμα στάδια της ανάπτυξης του, μπορούν να συμβούν μόνιμες αλλαγές που θα επηρεάσουν την υγεία του μετέπειτα.
Οι ερευνητές συμβουλεύουν λοιπόν τις γυναίκες να γυμνάζονται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, κατόπιν σχετικών οδηγιών από τον θεράποντα ιατρό τους. Εξάλλου, έχει διαπιστωθεί ότι οι γυναίκες που είναι σωματικά δραστήριες είναι λιγότερο πιθανό να έχουν προβλήματα στα τελευταία στάδια της κύησης και του τοκετού.
Συνεπώς, μπορούν να γυμνάζονται άφοβα για 30 λεπτά κάθε ημέρα, επιλέγοντας μέτριας έντασης ασκήσεις.
Πάντως, οι έγκυες που αθλούνται περισσότερο από μία ώρα κάθε μέρα διατρέχουν κίνδυνο εκδήλωσης προ-εκλαμψίας, κατάσταση επικίνδυνο τόσο για την επίτοκο όσο και για το κύημα.