«Χαίρομαι γιατί επιστρέφω εδώ στη alma mater studiorum, που είναι το Πανεπιστήμιο του καθενός, η Σχολή του, η ακαδημαϊκή του μήτρα, γιατί θεωρώ ότι αυτή είναι η ελάχιστη ανταπόδοση». Με τα λόγια αυτά ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου και πρώην αντιπρόεδρος της ελληνικής κυβέρνησης επέστρεψε έπειτα από 26 χρόνια στα αμφιθέατρα της Νομικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

«Χαίρομαι πραγματικά γιατί μετά από 26-27 χρόνια επανέρχομαι στα καθήκοντά μου ως καθηγητής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης κι αποκτώ ξανά τη δυνατότητα της επαφής με τη διδασκαλία. Αυτό μου είχε λείψει όλα αυτά τα χρόνια», είπε παρουσία του πρύτανη του συναδέλφων του στη γεμάτη φοιτητές αίθουσα τελετών του Ιδρύματος. Πρόσθεσε, δε, ότι αυτή δεν ήταν η μόνη επέτειος που προσέδωσε και συναισθηματικό χαρακτήρα στη διάλεξή του, καθώς έχουν συμπληρωθεί και 45 χρόνια από τότε που ήταν εκείνος πρωτοετής φοιτητής στη Νομική Σχολή Θεσσαλονίκης, παρακολουθώντας, όπως είπε, τα μαθήματα μεγάλων προσωπικοτήτων, όπως του Αριστόβουλου Μάνεση και του Δημήτρη Τσάτσου.

«Η Νομική Σχολή συμπληρώνει φέτος 90 χρόνια από την ίδρυσή της. Τα έχει φέρει έτσι η μοίρα και η ηλικία μου, ώστε από τα ενενήντα αυτά χρόνια τα μισά να μετέχω στη λειτουργία της σχολής, από φοιτητής έως καθηγητής. Είμαι ο αρχαιότερος σε διορισμό από τους εν ενεργεία καθηγητές τη στιγμή αυτή. Έχουν περάσει σαράντα χρόνια από τότε που άρχισα να διδάσκω, 35 χρόνια από την εκλογή μου ως υφηγητή του Συνταγματικού Δικαίου και χαίρομαι πραγματικά, γιατί σήμερα θα ξαναμιλήσουμε για την ουσία των θεμάτων, για το Σύνταγμα και το Συνταγματικό Δίκαιο», είπε χαρακτηριστικά. Παρατήρησε μάλιστα ότι οι διδάσκοντες σήμερα στην Νομική Σχολή του ΑΠΘ «είναι όλοι ανεξαιρέτως φοιτητές μου παλαιότερα και τους καμαρώνω και ως δάσκαλος και ως συναδέλφους και είναι πολύ καλύτεροι και από εμένα και από τους παλαιότερους που είχαν τα καθήκοντα της διδασκαλίας του Συνταγματικού Δικαίου ακόμη κι αν εμφανίζονται ως μυθικά πρόσωπα στη μνήμη μας και τα αισθήματά μας».

Ο κ. Βενιζέλος σημείωσε ότι όλα αυτά τα χρόνια της απουσίας του από τα πανεπιστημιακά αμφιθέατρα δεν αποκόπηκε από την έρευνα και την πρακτική του Συνταγματικού Δικαίου. «Η κοινοβουλευτική λειτουργία, η κυβερνητική λειτουργία, η εξωτερική πολιτική είναι πεδία που ανήκουν κατά τον έναν ή τον άλλον τρόπο στην ύλη του Συνταγματικού Δικαίου. Μπορεί λοιπόν να στερήθηκα τη μεγάλη χαρά της επαφής με φοιτητές, αλλά είχα μεγάλες ευκαιρίες, που μου προσέφερε η Πολιτεία τιμώντας με. Είχα την ευκαιρία να είμαι ο γενικός εισηγητής της αναθεώρησης του Συντάγματος από το 1995 έως το 2001, άρα να έχω διαμορφώσει σε πολύ μεγάλο βαθμό το ισχύον κείμενο, το οποίο πολύ λίγο μεταβλήθηκε με την αναθεώρηση του 2008. Είχα την ευκαιρία να εισηγηθώ πολλούς εκτελεστικούς του Συντάγματος νόμους, να παρακολουθήσω τις εξελίξεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση, κυρίως τις μεγάλες μεταβολές που επήλθαν στο οικοδόμημα της οικονομικής διακυβέρνησης Ευρωπαϊκής Ένωσης και της ευρωζώνης τα τελευταία δέκα περίπου χρόνια, να παρακολουθήσω τη λειτουργία όλων των διεθνών οργανισμών που συνδέονται και με την προστασία της δημοκρατίας, του κράτους δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων», εξήγησε.

Υπενθύμισε ακόμη πως η προηγούμενη φορά που μίλησε σε ακροατήριο όπως το σημερινό ήταν το 1997, όταν η κόρη του ήταν πρωτοετής φοιτήτρια της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ. «Βλέπω στα πρόσωπά σας τη σχέση μου μαζί της και αντιλαμβάνομαι πόσο σημαντικό είναι για εσάς το γεγονός ότι βρίσκεστε εδώ στα έδρανα της Νομικής, μιας σχολής που μπορεί να σταθεί με αξιώσεις ανταγωνιστικότητα και αποδοχής στο διεθνές επίπεδο», τόνισε και προϊδέασε τους πρωτοετείς φοιτητές πώς θα βιώσουν τη μετάβαση στον νομικό τρόπο σκέψης: «Υπάρχει μία διανοητική και μεθοδολογική πειθαρχία. Σκεφτόμαστε και μιλάμε με έναν ειδικό τρόπο. Τους προσεχείς μήνες -στο πρώτο, δεύτερο εξάμηνο το πολύ- καθώς θα ακούτε στα μαθήματα βασικές έννοιες, θα αρχίσει να σχηματίζεται στο μυαλό σας μια εικόνα, ένα σύμπαν και θα αρχίσετε σιγά- σιγά να μη σκέφτεστε με τον κοινό τρόπο – με μια γλώσσα λόγια αλλά όχι πειθαρχημένη νομικά, αλλά θα εισαχθείτε σε αυτή τη νομική λογική, που ξεκινάει βέβαια από το Σύνταγμα και την αντίληψη για την έννομη τάξη και τη δομή της», διευκρίνισε και προέτρεψε τους φοιτητές να βγουν από τη Σχολή όχι απλά και μόνο με ένα πτυχίο, αλλά με τη δυνατότητα να σταθούν ανταγωνιστικά και με φιλοδοξίες σε μια αγορά εργασίας που είναι εξαιρετικά δύσκολη.

«Το Σύνταγμα στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας»

Εισάγοντας του φοιτητές στις βασικές έννοιες Συνταγματικού Δικαίου αναφέρθηκε στην ανοιχτή διαδικασία αναθεώρησης του Συντάγματος και σε ζητήματα της πολιτικής επικαιρότητας που σχετίζονται είτε με τα αναθεωρητέα άρθρα, είτε με την ερμηνεία των διατάξεων σε υποθέσεις, όπως της novartis, της αλλαγής του εκλογικού νόμου, της πρόβλεψης για την ψήφο των Ελλήνων του Εξωτερικού.

«Τώρα λειτουργεί η ειδική κοινοβουλευτική για την αναθεώρηση του Συντάγματος, στην παρούσα βουλή που είναι αναθεωρητική βουλή, μετά τις αποφάσεις που έλαβε η προηγούμενη βουλή, η οποία κίνησε τη διαδικασία αναθεώρησης του Συντάγματος […] Το Σύνταγμα είναι στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας. Θα έχετε παρατηρήσει ότι έχει ανοίξει στη Βουλή μια διαδικασία ποινικής ευθύνης υπουργού, σύμφωνα με το άρθρο 86 του συντάγματος και έχει αποφασιστεί η συγκρότηση μιας ειδικής επιτροπής για διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης κατά του πρώην αναπληρωτή υπουργού Δικαιοσύνης. Βλέπετε πόσο έντονες συζητήσεις γίνονται σε σχέση με την ερμηνεία και την εφαρμογή του Συντάγματος […] Για το εκλογικό σύστημα μπορεί να αναθεωρηθεί η σχετική συνταγματική διάταξη του άρθρου 54 ή θα ψηφίσει η κοινοβουλευτική πλειοψηφία μόνη της έναν εκλογικό νόμο; […] Βλέπετε τη συζήτηση που γίνεται για την ψήφο των εκτός επικρατείας πολιτών, των Ελλήνων που βρίσκονται στο εξωτερικό είτε μόνιμα, είτε προσωρινά. Θα αναθεωρηθεί η σχετική διάταξη; Θα βρεθούν 200 ψήφοι, προκειμένου να ψηφιστεί ένας νόμος σχετικός με την ψήφο των εκτός επικρατείας πολιτών που είναι ένας νόμος προβλεπόμενος από το Σύνταγμα, ένας νόμος εκτελεστικός του συντάγματος νόμος;», παρατήρησε.

«Τι είναι Σύνταγμα»

Απαντώντας στο ερώτημα «τι είναι Σύνταγμα» ο κ. Βενιζέλος εξήγησε στους φοιτητές ότι «είναι πριν από οτιδήποτε άλλο ένα κείμενο». «Το Σύνταγμα είναι ειδικό κείμενο, με πολύ σημαντικά προσόντα, κείμενο νομοθετικό, που ρυθμίζει με νομική ισχύ πολύ σημαντικά θέματα, είναι έντονα πολιτικό κείμενο, γιατί όλα όσα ρυθμίζει σχετίζονται με το κράτος, του θεσμούς, με τη δημοκρατία, με τα δικαιώματα, άρα με το αντικείμενο της πολιτικής. Ενώ είναι ένα κείμενο πολιτικό είναι ταυτόχρονα και κατεξοχήν νομικό και μάλιστα κανονιστικό νομοθετικό, αλλά σε σχέση με τα συνήθη νομοθετικά κείμενα -νόμοι, προεδρικά διατάγματα, υπουργικές αποφάσεις, διεθνείς συμβάσεις, κανόνες του ευρωπαϊκού ενωσιακού δικαίου- θα δούμε ότι το Σύνταγμα, και όχι μόνο το ελληνικό, αυτό που γενικά εννοούμε διεθνώς σύνταγμα, είναι ένα κείμενο που δεν είναι απλώς πολιτικό και νομοθετικό, αλλά ταυτόχρονα είναι και πανηγυρικό στη διατύπωσή του. Ακόμη και όταν έχει μεγάλη έκταση σχετικά πάντα είναι ελλειπτικό, είναι ένα κείμενο υψηλής αφαίρεσης, με λίγα σχετικώς λόγια ρυθμίζει πολύ σημαντικά πράγματα για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα, άρα έχει τόσο σημαντικές φιλοδοξίες να ρυθμίζει τα σημαντικότερα θέματα με τη μεγαλύτερη δυνατή νομική ισχύ για τη μεγαλύτερη δυνατή χρονική διάρκεια».

«Το Σύνταγμα ανακόπτει τη φυσική ροπή της κοινωνίας στη βία»

Σχετικά με τον ρόλο που επιτελεί το Σύνταγμα στις κοινωνίες ο κ. Βενιζέλος ανέφερε: «Οι κοινωνίες είναι συγκρουσιακές και βίαιες. Οτιδήποτε περιορίζει τη σύγκρουση και τη βία και την οργανώνει νομικά και τη βάζει σε ένα κείμενο μέσα, άρα την υποτάσσει στους κανόνες της γραφής και στη συνέχεια της ανάγνωσης και της ερμηνείας, είναι μία ανακοπή αυτής της φυσικής ροπής προς τη βία και τη σύγκρουση. Το Σύνταγμα λοιπόν είναι ένα προϊόν της νεοτερικότητας, φυσικά του νεοτερισμού, της βιομηχανικής επανάστασης και συνδέεται με την ιστορική εμφάνιση του εθνικού κράτους σε πολύ μεγάλο βαθμό». «Το Σύνταγμα», συνέχισε, «συμβολίζει κάτι πολύ σπουδαίο, τη μικρή ή μεγάλη φραγή στην απόλυτη εξουσία, τον περιορισμό της κρατικής εξουσίας, την εκλογίκευση, την οργάνωση και σε κάθε περίπτωση τον περιορισμό. Ακόμη κι αν οι περιορισμοί είναι στην αρχή πολύ μικροί και αφορούν πολύ λίγα θέματα, π.χ. τη διαδικασία επιβολής φόρων, στη συνέχεια αναπτύσσονται δικαιώματα».

«Το σύνταγμα και το περιεχόμενό του δεν αφορά μόνο αυτό που ονομάζουμε κράτος, πολιτικό σύστημα, σχέσεις κράτους και πολίτη, αλλά αφορά άμεσα ή έμμεσα κι αυτό που ονομάζουμε κοινωνία των πολιτών, ή απλά κοινωνία, αυτό που ονομάζουμε αγορά, οικονομία, διότι κατοχυρώνονται δικαιώματα και δυνατότητες μέσα από τις οποίες αναπτύσσεται η οικονομική δραστηριότητα, λειτουργεί η αγορά και αναπτύσσεται και η κοινωνία των πολιτών», επισήμανε.

«Οι τέσσερις λειτουργίες του Συντάγματος»

Ο κ. Βενιζέλος παρατήρησε ότι σήμερα υπάρχουν πολλές αμφισβητήσεις των χαρακτηριστικών του Συντάγματος, μέσα από την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και το δίκαιο της ευρωπαϊκής ένωσης και μέσα από την εξέλιξη του διεθνούς δικαίου, που, όπως ειπε, παίρνουν συνεχώς σημαντικά τμήματα της ύλης του, ασχολούνται με θέματα δημοκρατίας και ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Παρόλα αυτά, τόνισε ότι το Σύνταγμα παρά την κρίση στο φαινόμενο του κράτους, τις αμφισβητήσεις, τη διεθνοποίηση των καταστάσεων, την παγκοσμιοποίηση, την αποπολιτικοποίηση μεγάλων τομέων της δημόσιας δραστηριότητας και εθνικά και διεθνώς επιτελεί ορισμένες βασικές λειτουργίες.

«Η πρώτη είναι η οργανωτική, η συγκρότηση και η άσκηση της κρατικής λειτουργίας. Οργανώνει την κρατική εξουσία, τη δικαιοπαραγωγική διαδικασία, τη σχέση με τη διεθνή και ευρωπαϊκή έννομη τάξη. Η δεύτερη λειτουργία, που ιστορικά είναι πρώτη αλλά μεθοδολογικά δεύτερη, είναι η εγγυητική. Το σύνταγμα οριοθετεί την εξουσία , προστατεύει δικαιώματα, άρα διασφαλίζει το κράτος δικαίου. Τρίτον επιτελεί μια λειτουργία θεμελιώδη που είναι νομιμοποιητική. Είναι ο τίτλος δυνάμει του οποίου ασκείται η εξουσία. Η εξουσία είναι όχι απλά και μόνο νόμιμη, επειδή προέρχεται από μία δημοκρατική διαδικασία, σύμφωνα με τους συνταγματικούς κανόνες, αλλά είναι και νομιμοποιημένη, δηλαδή αποδεκτή από την κοινωνία, από το εκλογικό σώμα, από τον λαό, επειδή προέρχεται μέσα από τις προβλέψεις του συντάγματος. Η επίκληση του συντάγματος λειτουργεί ως τίτλος άσκησης εξουσίας […] Υπάρχει και μια τέταρτη υπολανθάνουσα λειτουργία, το σύνταγμα είναι ένα ολόκληρο επιστημολογικό παράδειγμα, δηλαδή στην πραγματικότητα είναι ένας κανόνας περί της μεθόδου και στην επιστήμη του δικαίου και στην επιστήμη του συνταγματικού δικαίου», διευκρίνισε.

«Η αμφισβήτηση του Συντάγματος από την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση»

Σχετικά με τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν τα κράτη μέλη της ΕΕ ισορροπώντας ανάμεσα στην προσήλωση τους στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και την προάσπιση των εθνικών κυριαρχικών τους δικαιωμάτων ο κ. Βενιζέλος, ανέφερε: «Υπάρχει διαρκής αμφισβήτηση, άρα οι δοκιμασίες του κράτους και των στοιχείων που συγκροτούν το κράτος οδηγούν και σε μια αμφισβήτηση για το σύνταγμα. Αντέχει το εθνικό σύνταγμα; Βλέπουμε ότι διεκδικούν τον ρόλο του Συντάγματος και το Ευρωπαϊκό ενωσιακό δίκαιο και το διεθνές δίκαιο , η ευρωπαϊκή σύμβαση δικαιωμάτων του ανθρώπου. Παρότι υπάρχουν αυτές οι προκλήσεις και οι αλλαγές οι οποίες είναι καταλυτικές -κοσμογονικές σε πολλές περιπτώσεις- εντούτοις το Σύνταγμα αντέχει […] Παρότι υπάρχουν τεράστιες εντάσεις κοινωνικές και πολιτικές το εθνικό Σύνταγμα αντέχει, εμφανίζει μία ευελιξία και μία αντοχή, ενσωματώνει πολλά πράγματα, με διάφορες μεθόδους ερμηνευτικές . Ακόμη και με περιορισμένη κυριαρχία, ακόμη και με διαμοιρασμένη κυριαρχία το Σύνταγμα υπάρχει».

«Η ενσωμάτωση των νέων δικαιωμάτων»

Κλείνοντας ο κ. Βενιζέλος αναφέρθηκε στη νέα γενιά συνταγματισμού, η οποία ενσωματώνει τις νέες απειλές, τις νέες προκλήσεις, νέες τεχνολογικές εξελίξεις και νέες αμφισβητήσεις της κυριαρχίας και του ατομικού καθεστώτος της προσωπικής κατάστασης του ατόμου. «Έχουμε νέα γενιά δικαιωμάτων. Η μετά και την οικολογική διάσταση, είναι αυτή που αφορά τα προσωπικά δεδομένα, τη βιοθηική, την τεχνοηθική, μεγάλα ερωτήματα που είναι φιλοσοφικά, κοινωνικά, πολιτικά, ηθικά αλλά, που έχουν ενσωματωθεί στο Σύνταγμα».

Όπως εξήγησε, «από την άποψη αυτή το ελληνικό Σύνταγμα, όπως αναθεωρήθηκε το 2001 -και ευτυχώς αυτά τα ζητήματα δε θίχθηκαν ούτε από την αναθεώρηση του 2008, ούτε από την τρέχουσα αναθεωρητική διαδικασία, η οποία είναι ανοιχτή- είναι ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα σύγχρονου δυτικού συντάγματος που ενσωματώνει ισορροπημένα όλα τα κείμενα του συνταγματισμού, το αρχαϊκό το θεμελιώδες που αφορά τη δημοκρατία […] ατομικά και πολιτικά δικαιώματα και μετά κοινωνικά δικαιώματα με εκτενή αναφορά στο σύνταγμα, περιβαλλοντικά δικαιώματα και δικαιώματα σχετικά με την προσωπική αυτονομία, την ιδιωτικότητα, τη βιολογική υπόσταση, τη βιοηθική, την τεχνοηθική, όλα αυτά που είναι στην πρώτη γραμμή του σύγχρονου προβληματισμού».

«Είναι μια πολύτιμη παρακαταθήκη που έχει το προσόν να αφήνει έναν χώρο πολλαπλών επιλογών ανάλογα με τις επιλογές ελληνικού λαού και ανάλογα με την ερμηνεία τη δικαστική, κάτι το οποίο δε συμβαίνει στο ευρωπαϊκό δίκαιο και στους κανόνες τους, όπου τα πράγματα είναι πιο μονοδιάστατα», επισήμανε.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Πρόγραμμα Πανελληνίων 2025