Ο χρόνος χορήγησης της ετήσιας καθορίζεται μετά από συμφωνία μεταξύ εργαζομένου και εργοδότη, ενώ οι μισοί τουλάχιστον εργαζόμενοι μιας επιχείρησης πρέπει να πάρουν την άδεια από 1η Μαΐου μέχρι 30 Σεπτεμβρίου.

Το καλοκαίρι μπορεί τυπικά να έχει ξεκινήσει από την 1η Ιουνίου, ωστόσο το μεγαλύτερο μέρος των εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα, αποφασίζει να πάρει την καλοκαιρινή του άδεια και να κάνει τις διακοπές του από τα τέλη Ιουλίου μέχρι και τα τέλη Αυγούστου.

Τι όμως πρέπει να γνωρίζουν οι εργαζόμενοι για τη χορήγηση της ετήσιας άδειας. Πότε και πόσες μέρες έχετε δικαιώματα να πάρετε, ποιες οι αποδοχές άδειας και ο χρόνος καταβολής τους

Υποχρεωτική καλοκαιρινή

  • εργοδότης: υποχρεωμένος να χορηγήσει εντός του ημερολογιακού έτους την άδεια που δικαιούται ο εργαζόμενος, έπειτα από αίτησή του και εντός δύο μηνών από την υποβολή της αίτησης
  • διαφορετικά, ο εργοδότης πρέπει να καταβάλει στον εργαζόμενο τις αντίστοιχες αποδοχές αδείας, προσαυξημένες κατά 100%, καθώς και το επίδομα αδείας
  • οι μισές από τις δικαιούμενες ημέρες αδείας πρέπει να χορηγούνται μέσα στο χρονικό διάστημα από την 1η Μαΐου έως την 30ή Σεπτεμβρίου
  • ο μισθωτός δικαιούται και επίδομα αδείας, το οποίο φτάνει μέχρι τον μισό μισθό ή μέχρι τα 13 ημερομίσθια
  • κάθε εργαζόμενος δικαιούται άδεια από τον 1ο μήνα απασχόλησής του στην ίδια επιχείρηση.

Έτσι υπολογίζονται οι ημέρες της δικαιούμενης

Από την έναρξη της σύμβασης εργασίας και μέχρι τη συμπλήρωση 12 μηνών συνεχούς απασχόλησης στην επιχείρηση, ο εργαζόμενος δικαιούται να λάβει ποσοστό της ετήσιας κανονικής άδειας με αποδοχές, κατ’ αναλογία με τον χρόνο εργασίας που έχει συμπληρώσει στην ίδια επιχείρηση

Το ποσοστό αυτό υπολογίζεται με βάση την ετήσια :

‐ 24 ημερών (για εξαήμερη εργασία), δηλαδή 24/12 x μήνες απασχόλησης με στρογγυλοποίηση του γινομένου ή 2 ημέρες αδείας για κάθε μήνα απασχόλησης

‐ 20 ημερών (για πενθήμερη εργασία), δηλαδή 20/12 x μήνες απασχόλησης με στρογγυλοποίηση του γινομένου ή 1,6667 ημέρες για κάθε μήνα απασχόλησης

Από τη συμπλήρωση του 12μήνου και έως 31‐12 του 2ου ημερολογιακού έτους απασχόλησης:

‐ 25 ημέρες (για εξαήμερη εργασία) για όλο το έτος ή 25/12 μήνες απασχόλησης με στρογγυλοποίηση του γινομένου

‐ 21 ημέρες (για πενθήμερη εργασία) για όλο το έτος ή 21/12 μήνες απασχόλησης με στρογγυλοποίηση του γινομένου

Από τη συμπλήρωση των 24 μηνών και για κάθε επόμενο έτος απασχόλησης:

‐ 26 ημέρες για εξαήμερη εργασία

‐ 22 ημέρες για πενθήμερη εργασία

Από τη συμπλήρωση υπηρεσίας 10 ετών στον ίδιο εργοδότη ή προϋπηρεσίας 12 ετών σε οποιονδήποτε εργοδότη και με οποιαδήποτε σχέση εργασίας, η ετήσια άδεια φτάνει τις 30 εργάσιμες ημέρες (για εξαήμερη εργασία) ή τις 25 εργάσιμες ημέρες (για πενθήμερη εργασία)

Από τη συμπλήρωση 25ετούς υπηρεσίας ή προϋπηρεσίας, η ετήσια άδεια προσαυξάνεται κατά μία (1) επιπλέον εργάσιμη ημέρα, δηλαδή συνολικά 31 ημέρες αδείας για εξαήμερη εργασία και 26 ημέρες αδείας για πενθήμερη εργασία

Προσοχή: Οι αποδοχές αδείας και το επίδομα αδείας καταβάλλονται κατά την έναρξη της αδείας και δεν συμψηφίζονται με ανώτερες των νομίμων καταβαλλόμενες αποδοχές

Απόλυση και άδεια αναψυχής

  • απαγορεύεται καταγγελία σύμβασης κατά τη διάρκεια της άδειας του μισθωτού από τον εργοδότη, εάν συμβεί θεωρείται άκυρη
  • απαγορεύεται η απασχόληση του μισθωτών κατά τη διάρκεια της άδειάς τους
  • στην άδεια υπολογίζονται μόνο οι εργάσιμες ημέρες
  • δεν συμπεριλαμβάνονται οι Κυριακές, οι αργίες και οι ημέρες ασθενείας
  • για τους μισθωτούς πενθήμερης εργασίας δεν περιλαμβάνεται στον αριθμό ημερών αδείας η ημέρα της εβδομάδας κατά την οποία δεν παρέχουν εργασία λόγω πενθημέρου

Σύμφωνα με το νόμο:

Κατά το νόμο, το επίδομα αδείας ισούται με τις αποδοχές αδείας, περιορίζεται όμως στο μισό μηνιαίο μισθό για τούς αμειβομένους με μισθό και στα 13 ημερομίσθια για τούς αμειβομένους με ημερομίσθιο (άρθρο 3 παρ. 16 του Ν. 4504/66, ΔΕΝ 1966 σ. 274).

Το επίδομα αδείας δεν πρέπει να ξεπερνά το μισό μισθό η τα 13 ημερομίσθια του καθεστώτος πλήρους απασχόλησης(βλ. σχετ. ΔΕΝ 2011 σ. 570, ΔΕΝ 2011 σ. 1084 (1085), καθώς και την υπέρ αυτής θέση του Υπουργείου Εργασίας στο Εγγρ. 1219/83 – ΔΕΝ 1983 σ. 955. Βλ. και αντίθετη άποψη στο ΔΕΝ 2005 σ. 809).

Συνεπώς, το επίδομα αδείας θα ισούται με τις αποδοχές αδείας, με το όριο είτε του 1/2 πλήρους μισθού είτε των 13 πλήρων (για τις 6,66 ώρες εργασίας) ημερομισθίων.

Παράδειγμα:

Στο ίδιο παράδειγμα, με μισθό πλήρους απασχόλησης τα 1.000 ευρώ

οι αποδοχές αδείας υπερβαίνουν το μισό μηνιαίο πλήρη μισθό, το επίδομα αδείας θα ισούται με το μισό του πλήρους μηνιαίου μισθού, δηλαδή με 500 ευρώ

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Πρόγραμμα Πανελληνίων 2025