Οι συνθήκες του μεταποιητικού τομέα στην Ελλάδα επιδεινώθηκαν κατά τη διάρκεια του Φεβρουαρίου, σύμφωνα με τα αποτελέσματα μηνιαίας έρευνας της Markit.
Σύμφωνα με την ίδια έρευνα, την ύφεση στον μεταποιητικό τομέα υπογράμμισαν η περαιτέρω μείωση των νέων εργασιών, η οποία οδήγησε σε επακόλουθη μείωση της παραγωγής.
Ως αποτέλεσμα των περιορισμένων απαιτήσεων παραγωγής, οι εταιρείες μείωσαν τα επίπεδα προσωπικού και περιόρισαν τις αγορές προμηθειών. Εν τω μεταξύ, τα κέρδη των κατασκευαστών συμπιέστηκαν μετά από περαιτέρω έντονη αύξηση του κόστους, σε συνδυασμό με τη μείωση των μέσων τιμών πώλησης. Παρά το γεγονός αυτό, οι προσδοκίες για μελλοντική ανάπτυξη καταγράφηκαν ως οι πιο αισιόδοξες σε διάστημα οκτώ μηνών.
Η συρρίκνωση του Φεβρουαρίου υπογραμμίστηκε από τον εποχικά προσαρμοσμένο Δείκτη Υπευθύνων Προμηθειών της Markit για τον τομέα μεταποίησης στην Ελλάδα (Purchasing Managers’ Index-PMI –έναν σύνθετο δείκτη που έχει σχεδιαστεί για να μετρά την απόδοση της μεταποιητικής οικονομίας– ο οποίος κατέγραψε τιμή κάτω από το σημείο μηδενικής μεταβολής των 50 μονάδων. Κλείνοντας στις 47,7 μονάδες τον Φεβρουάριο, τιμή υψηλότερη από τις 46,6 μονάδες του Ιανουαρίου, η πρόσφατη τιμή υπέδειξε την έκτη συνεχόμενη επιδείνωση του μεταποιητικού τομέα στην Ελλάδα. Ο ρυθμός μείωσης παρέμεινε σταθερός, μολονότι ασθενέστερος σε σύγκριση με τον προηγούμενο μήνα.
Κατά τη διάρκεια της γενικότερης ύφεσης καταγράφηκε έκτη συνεχή μείωση των συνολικών νέων εργασιών. Παράλληλα, οι νέες εργασίες από το εξωτερικό μειώθηκαν σε μηνιαία βάση. Παρόλα αυτά, ο ρυθμός συρρίκνωσης των νέων εργασιών τόσο από το εσωτερικό όσο και από το εξωτερικό εξασθένησε ελαφρώς σε σχέση με τον Ιανουάριο.
Ανταποκρινόμενοι στην εξασθένηση της ζήτησης, οι Έλληνες κατασκευαστές περιόρισαν την παραγωγή κατά τη διάρκεια του Φεβρουαρίου, συνεχίζοντας έτσι την τάση που παρατηρείται από τον περασμένο Σεπτέμβριο. Η μείωση αυτή, με τη σειρά της, συνέβαλε στην εκατοστή συνεχή υποχώρηση των αποθεμάτων ετοίμων προϊόντων.
Ως αποτέλεσμα των μειωμένων απαιτήσεων παραγωγής, οι εταιρείες περιόρισαν το εργατικό δυναμικό κατά τη διάρκεια του Φεβρουαρίου και μείωσαν τα επίπεδα στελέχωσης για τρίτο συνεχή μήνα. Παρόλα αυτά, ο ρυθμός μείωσης εξασθένησε σε σύγκριση με τον Ιανουάριο και ήταν σε γενικές γραμμές οριακός. Παρά τη μείωση της απασχόλησης, τα επίπεδα αδιεκπεραίωτων εργασιών εξακολούθησαν να μειώνονται.
Ακολουθώντας παρόμοια τακτική με αυτή της απασχόλησης, η εξασθενημένη ζήτηση των πελατών ενθάρρυνε τους Έλληνες κατασκευαστές να περιορίσουν την αγοραστική δραστηριότητά τους κατά τη διάρκεια του Φεβρουαρίου. Ο ρυθμός μείωσης παρέμεινε σταθερός, μολονότι ασθενέστερος από τον αντίστοιχο που καταγράφηκε τον προηγούμενο μήνα. Η υποχώρηση συνέβαλε σε επιπλέον μείωση των επιπέδων αποθεμάτων προμηθειών.
Οι Έλληνες κατασκευαστές ήρθαν αντιμέτωποι με την αύξηση των μέσων τιμών εισροών κατά τη διάρκεια του Φεβρουαρίου, καθώς υπήρξαν συχνές αναφορές για αύξηση του κόστους πρώτων υλών. Ο ρυθμός αύξησης του κόστους εξασθένησε οριακά από τον Ιανουάριο, παρέμεινε ωστόσο σημαντικός σε γενικές γραμμές. Αντιθέτως, οι μέσες τιμές πώλησης μειώθηκαν για δεύτερο συνεχή μήνα, ως αποτέλεσμα της αδυναμίας των εταιρειών να μετακυλήσουν το υψηλότερο κόστος στους πελάτες τους, λόγω των έντονων ανταγωνιστικών πιέσεων.
Τέλος, οι μέσοι χρόνοι παράδοσης προμηθειών επιμηκύνθηκαν για πέμπτο συνεχή μήνα. Παρόλα αυτά, ο ρυθμός επιδείνωσης της απόδοσης των προμηθευτών ήταν ο ασθενέστερος που έχει καταγραφεί από τον περασμένο Οκτώβριο και υποτονικός σε γενικές γραμμές.