Στο 23,1% μειώθηκε το ποσοστό της ανεργίας στη χώρα το β΄ τρίμηνο εφέτος από 24,9% το α΄ τρίμηνο 2016 και έναντι 24,6% το β΄ τρίμηνο 2015, με τον αριθμό των ανέργων να ανέρχεται σε 1.112.075 άτομα.
Ωστόσο, δεν έχουν επιλυθεί τα δύο βασικά προβλήματα: ότι σχεδόν ένας στους δύο νέους έως 24 ετών (ποσοστό 49,1%) είναι άνεργος, ενώ ειδικά στις νέες γυναίκες η ανεργία εκτοξεύεται στο 52,5%. Και ότι περίπου 803.000 άτομα ή το 72,2% των ανέργων είναι μακροχρόνια άνεργοι, ήτοι αναζητούν εις μάτην εργασία για πάνω από 12 μήνες. Παράλληλα, περίπου 935.000 άτομα ή το 84% του συνόλου των ανέργων αναγκάζεται να δεχθεί και τη μερική απασχόληση για να καλύψει μέρος των αναγκών του.
Ειδικότερα, από την έρευνα εργατικού δυναμικού της ΕΛΣΤΑΤ προκύπτουν τα εξής:
Ο αριθμός των ανέργων μειώθηκε κατά 6,9% σε σχέση με το α΄ τρίμηνο εφέτος και κατά 5,8% σε σχέση με το β΄ τρί?ηνο του 2015.
Στις γυναίκες το ποσοστό ανεργίας (27,6% το β΄ τρίμηνο 2016 από 28,3% το β΄ τρίμηνο 2015) είναι πολύ υψηλότερο από εκείνο των ανδρών (19,4% από 21,5%).
Ηλικιακά, το υψηλότερο ποσοστό καταγράφεται στις ομάδες 15- 24 ετών (49,1% το β΄ τρίμηνο 2016 από 49,5% το β΄ τρίμηνο 2015) και 25- 29 ετών (32,6% από 35,7%). Ακολουθούν οι ηλικίες 30- 44 ετών (21,5% από 23,8%), 45- 64 ετών (19,1% από 18,8%) και 65 ετών και άνω (11,9% από 9,9%).
Σε επίπεδο περιφερειών της χώρας, στις τρεις πρώτες θέσεις βρίσκονται η Δυτική Ελλάδα (31,3% το β΄ τρίμηνο 2016 από 27,8% το β΄ τρίμηνο 2015), η Δυτική Μακεδονία (30,6% από 30,1%) και η Θεσσαλία (24,9% από 25,8%). Ακολουθούν, η Στερεά Ελλάδα (24,4% από 25,3%), η Κεντρική Μακεδονία (24,2% από 25,6%), η Ήπειρος (24% από 23,8%), η Αττική (22,6% από 25%), η Ανατολική Μακεδονία- Θράκη (21,9% από 23,4%), η Κρήτη (20,4% από 22,7%), η Πελοπόννησος (19,6% από 22,9%), το Νότιο Αιγαίο (18,4% από 13,4%), το Βόρειο Αιγαίο (17,3% από 19,4%) και οι Ιόνιοι Νήσοι (11,7% από 19,8%).
Λαμβάνοντας υπόψη το επίπεδο της εκπαίδευσης, το υψηλότερο ποσοστό ανεργίας παρατηρείται σε όσους δεν έχουν πάει καθόλου σχολείο (31,6%) και σε όσους έχουν απολυτήριο τριτάξιας ?έσης εκπαίδευσης (27,4%). Τα χαμηλότερα ποσοστά παρατηρούνται σε όσους έχουν διδακτορικό ή ?εταπτυχιακό τίτλο σπουδών (11,8%) και στους πτυχιούχους της τριτοβάθ?ιας εκπαίδευσης (17,3%).
Από το σύνολο των ανέργων που αναζητούν μισθωτή απασχόληση, το 11,4% αναζητεί αποκλειστικά πλήρη απασχόληση, ενώ το 84% αναζητεί πλήρη αλλά, στην ανάγκη, είναι διατεθειμένο να εργαστεί και με μερική απασχόληση. Τέλος, το 4,5% είτε αναζητεί μερική απασχόληση είτε δεν ενδιαφέρεται αν θα βρει μερική ή πλήρη απασχόληση.
Ένα ποσοστό ανέργων (6%) απέρριψε κάποια πρόταση ανάληψης εργασίας για διάφορους λόγους, κυρίως επειδή δεν εξυπηρετούσε ο τόπος εργασίας (25,2%), δεν ήταν ικανοποιητικές οι αποδοχές (23%) και δεν εξυπηρετούσε το ωράριο εργασίας (20,4%).
Το ποσοστό των ανέργων που δεν έχουν εργαστεί ποτέ στο παρελθόν ανέρχεται στο 21,4% του συνόλου των ανέργων, ενώ οι μακροχρόνια άνεργοι (αυτοί που αναζητούν από 12 μήνες και άνω εργασία, ανεξάρτητα από το εάν έχουν εργαστεί στο παρελθόν), αποτελούν αντίστοιχα το 72,2%.
Το ποσοστό ανεργίας των ατόμων με ξένη υπηκοότητα είναι μεγαλύτερο από το αντίστοιχο των Ελλήνων υπηκόων (28,2% έναντι 22,7%). Επίσης, το 72,7% των ξένων υπηκόων είναι οικονο?ικά ενεργό, ποσοστό σημαντικά υψηλότερο από το αντίστοιχο των Ελλήνων, το οποίο είναι 51,1%.
Σε επίπεδο απασχόλησης, το β΄ τρίμηνο εφέτος ο αριθ?ός των απασχολού?ενων ανήλθε σε 3.702.613 άτο?α και η απασχόληση αυξήθηκε κατά 2,7% σε σχέση ?ε το προηγούμενο τρίμηνο και κατά 2,1% σε σχέση με το β΄ τρίμηνο του 2015.
Ειδικότερα, βρήκαν απασχόληση 143.836 άτο?α, τα οποία δήλωσαν ότι ήταν άνεργα πριν από ένα έτος. Παράλληλα, 46.772 άτο?α ?ετακινήθηκαν από τον οικονομικά μη ενεργό πληθυσ?ό σε θέσεις απασχόλησης. Αντίθετα, 115.103 άτο?α, τα οποία πριν από έναν χρόνο ήταν απασχολού?ενα, σήμερα είναι άνεργα και άλλα 56.862 άτομα που ήταν απασχολούμενα είναι πλέον οικονο?ικά ?η ενεργά. Επιπλέον, 105.904 άτο?α, που πριν από ένα έτος ανήκαν στον οικονομικά μη ενεργό πληθυσ?ό, εισήλθαν στην αγορά εργασίας αναζητώντας απασχόληση αλλά είναι άνεργα.
Ανά τομέα της οικονομίας, παρατηρείται ότι στον πρωτογενή τομέα υπάρχει μείωση 0,3% στον αριθμό των απασχολούμενων, στον δευτερογενή το?έα παρατηρείται αύξηση 6% και στον τριτογενή αύξηση 1,7%.
Το ποσοστό της μερικής απασχόλησης ανέρχεται στο 9,8% του συνόλου των απασχολουμένων. Από το υποσύνολο αυτό των εργαζο?ένων, το 69,7% έκανε αυτή την επιλογή διότι δεν μπόρεσε να βρει πλήρη απασχόληση, το 8,2% για άλλους προσωπικούς ή οικογενειακούς λόγους, το 4,8% διότι εκπαιδεύεται, το 1,7% διότι φροντίζει μικρά παιδιά ή εξαρτώ?ενους ενήλικες και το 15,6% για διάφορους άλλους λόγους.
Το ποσοστό των ?ισθωτών, το οποίο εκτι?άται σε 65,9%, εξακολουθεί να είναι το χαμηλότερο σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση, στην οποία ανέρχεται στο 83,9 του συνόλου των απασχολουμένων (εκτίμηση 2015).