Με σταυρόλεξο για δυνατούς λύτες, μοιάζει το ασφαλιστικό σύστημα της χώρας, καθώς θα πρέπει να συγκεραστούν διαφορετικές ανάγκες, όπως η κοινωνική προστασία των συνταξιούχων με μέτρα αυστηρής δημοσιονομικής πειθαρχίας, όπως περιγράφει έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την επάρκεια των συντάξεων.
Πρόκειται για μια δύσκολη «κατασκευή» στην οποία πρέπει να «κολλήσουν» η εσωτερική αναδιανομή υπέρ των φτωχότερων συνταξιούχων που συντελέστηκε με όλες τις μνημονιακές περικοπές, με αποκορύφωμα αυτές που περιλαμβάνονται στο νόμο Κατρούγκαλου, η «διάσωση» των συνταξιούχων σε σχέση με τον κίνδυνο φτώχιας και κοινωνικού αποκλεισμού που αντιμετωπίζουν οι νεότερης ηλικίας εργαζόμενοι ή άνεργοι αλλά και η σοβαρή υλική στέρηση των ηλικιωμένων, παρότι το ποσοστό της τάξης του 15,2% είναι πολύ χαμηλότερο από το σοβαρό ποσοστό υλικής υποβάθμισης του συνολικού πληθυσμού, που ήταν 22,4%.
Η έκθεση που δημοσιοποιήθηκε, με στόχο τη διασφάλιση της επάρκειας και της βιωσιμότητας των τρεχουσών αλλά και των μελλοντικών συντάξεων, δεν «βλέπει» άλλη διέξοδο από τη διεύρυνση του εργάσιμου βίου, που μεταξύ άλλων περνά μέσα και από την αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης.
Το ίδιο προτείνει άλλωστε και ο ΟΟΣΑ στην πρόσφατη έκθεσή του για την Ελλάδα, επισημαίνοντας ότι απαιτείται η αύξηση κατά 4 χρόνια της πραγματικής ηλικίας συνταξιοδότησης, έως το 2030, όταν οι μεταρρυθμίσεις του 2015 και 2016 οδηγούν στην αύξηση κατά 3 χρόνια (σήμερα βρίσκεται στα 61,2 έτη).
Στην πράξη, διαπιστώνεται από τους διεθνείς οργανισμούς ότι τα υπόλοιπα μέτρα παραμετρικών παρεμβάσεων στο σύστημα έχουν «εξαντληθεί» και το μόνο εργαλείο στην προσπάθεια διασφάλισης επαρκών παροχών που θα προστατεύουν τους συνταξιούχους από τη φτώχια, είναι οι παρεμβάσεις στα όρια ηλικίας, κλείνοντας κάθε πόρτα πρόωρης εξόδου.
Ειδικά δε, για την Ελλάδα, οι μελετητές της Ε.Ε. επισημαίνουν, σύμφωνα με το euro2day.gr, αφενός μεν, ότι οι συνταξιούχοι κινδυνεύουν εξαιτίας της κρίσης πολύ περισσότερο να περάσουν το κατώφλι της φτώχιας από τους συνταξιούχους στις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ, αφετέρου ότι παρά τις συνεχείς μνημονιακές περικοπές, βρίσκονται σε καλύτερο επίπεδο από τους Έλληνες εργαζόμενους και τους άνεργους, καθώς οι συντάξεις, έστω και χαμηλότερες βοήθησαν στη μείωση του ποσοστού των ηλικιωμένων ατόμων που κινδυνεύουν από τη φτώχια και τον κοινωνικό αποκλεισμό.
Το εισόδημα των μεγαλύτερης ηλικίας ατόμων αυξήθηκε σε σχέση με το εισόδημα των νεότερων, ενώ οι μεταρρυθμίσεις των μνημονίων μείωσαν τις ανισότητες μεταξύ των συνταξιούχων ηλικίας 65 ετών και άνω, καθώς οι περικοπές αφορούσαν κατά κύριο λόγο υψηλότερες συντάξεις.
Σύμφωνα με την Ε.Ε., ο ρυθμός της φτώχιας ή του κοινωνικού αποκλεισμού των ατόμων ηλικίας 65 ετών μειώθηκε κατά 6,1 ποσοστιαίες μονάδες, ήτοι από 28,1% το 2008 σε 22% το 2016 (έναντι 35,6% του συνολικού πληθυσμού 2016). Βέβαια, σε σοβαρή υλική στέρηση το 2016 βρισκόταν το 15,2% των ηλικιωμένων, ποσοστό ελαφρώς υψηλότερο από το αντίστοιχο ποσοστό των ατόμων ηλικίας 75+ (14,8%) και πολύ χαμηλότερο από το σοβαρό ποσοστό υλικής υποβάθμισης του συνολικού πληθυσμού (22,4%).
Την ίδια στιγμή, το ποσοστό των ατόμων ηλικίας 65 ετών και άνω που ανέφεραν ανεκπλήρωτες ανάγκες για ιατρική περίθαλψη αυξήθηκε κατά 6,7 μονάδες βάσης, κατά την περίοδο 2008-2016 (δηλ. από 9,9% σε 16,6%).
Οι άντρες ηλικίας 65 ετών το 2015 εκτιμάται ότι θα ζουν σε υγιή κατάσταση για 7,9 έτη, ενώ οι γυναίκες ηλικίας 65 ετών αναμένεται να ζουν σε υγιή κατάσταση για 7,5 χρόνια. Η χειροτέρευση της κατάστασης υγείας των ηλικιωμένων τα τελευταία χρόνια είναι αποτέλεσμα μιας παρατεταμένης οικονομικής κρίσης, μαζί με τη μείωση των δημόσιων δαπανών για την υγεία και τις σημαντικές περικοπές του διαθέσιμου εισοδήματος.
Η διάρκεια της συνταξιοδότησης υπολογίζεται σε 23,9 έτη για τους άνδρες και 27,9 έτη για τις γυναίκες. Η διάρκεια συνταξιοδότησης προβλέπεται να μειωθεί κατά 1,2 έτη για τους άνδρες έως το 2056 (δηλαδή από 21,6 έτη το 2016 σε 20,4 έτη) και 1,9 έτη για τις γυναίκες (δηλαδή από 25 έτη το 2016 έως 23,1 έτη). Αυτό σημαίνει ότι η περίοδος συνταξιοδότησης θα μειωθεί, με αποτέλεσμα τη μείωση των δημόσιων συνταξιοδοτικών δαπανών. Ωστόσο, πρέπει να επισημανθεί ότι η εξέλιξη των δεικτών δεν μπορεί να επηρεάσει τη συνταξιοδοτική επάρκεια, δεδομένου ότι το συνταξιοδοτικό σύστημα στην Ελλάδα βασίζεται κυρίως σε ένα καθορισμένο αναδιανεμητικό συνταξιοδοτικό σύστημα.
Ιδιαίτερη αναφορά κάνουν οι συντάκτες της μελέτης, στην επιτακτική ανάγκη να υλοποιηθεί πλήρως η μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού του 2016 και να εγγυάται ένα αξιοπρεπές επίπεδο παροχών υπό τους περιορισμούς που δημιουργεί το επίπεδο της οικονομικής ανάπτυξης, μαζί με το επίπεδο των πρωτογενών πλεονασμάτων του προϋπολογισμού.
Την ίδια στιγμή βέβαια, που εκφράζουν την ανησυχία τους για τον αρνητικό αντίκτυπο που θα έχουν στην επάρκεια των συντάξεων τα μέτρα της μεταρρύθμισης, όπως η μείωση των συντάξεων έως και κατά 18% από τον Ιανουάριο του 2019, το «πάγωμα» των συντάξεων έως το τέλος του 2022 και η κατάργηση του EΚΑΣ έως το τέλος του 2019
Οι προτάσεις
Οι λύσεις αναζητούνται πλέον σε μέτρα που αφορούν την ενεργό γήρανση, την προστασία των εργαζόμενων με ευέλικτες μορφές εργασίας, την πάταξη της εισφοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής.
Αναλυτικά, οι συντάκτες επισημαίνουν πως βασική μέριμνα του συνταξιοδοτικού συστήματος στην Ελλάδα παραμένει η αειφορία του, δεδομένης της γήρανσης του πληθυσμού παράλληλα με την υψηλή ανεργία. Χωρίς να μπορεί η χώρα να παρεκκλίνει από τις δεσμεύσεις της προς τους δανειστές, οι προσπάθειες πρέπει να επικεντρωθούν στην αντιμετώπιση συγκεκριμένων προκλήσεων που συνδέονται με τη συνταξιοδότηση, όπως οικονομική ύφεση, υψηλή ανεργία, μη κανονική απασχόληση, αδήλωτη εργασία και φοροδιαφυγή.
Έτσι, μεταξύ άλλων, προτείνεται η εφαρμογή ενεργών πολιτικών για την αγορά εργασίας, μαζί με πολιτικές και μεταρρυθμίσεις που αποσκοπούν στην προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης, που ενδέχεται να μειώσουν την ανεργία και να αυξήσουν τα ποσοστά απασχόλησης (κυρίως των γυναικών), γεγονός που θα οδηγήσει τελικά σε αύξηση του αριθμού των ασφαλισμένων.
Στο πλαίσιο αυτό, θα πρέπει να ληφθούν συγκεκριμένες πολιτικές και μέτρα (ενεργός γήρανση) προκειμένου να βελτιωθεί το ποσοστό συμμετοχής των ηλικιωμένων εργαζομένων (55-67 ετών). Αυτό θα είναι ζωτικής σημασίας για το συνταξιοδοτικό σύστημα, καθώς αναμένεται να οδηγήσει σε αύξηση της μέσης πραγματικής ηλικίας συνταξιοδότησης και, ενδεχομένως, σε αύξηση της περιόδου καταβολής εισφορών, η οποία θα έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση της διάρκειας της συνταξιοδότησης.
Για τον σκοπό αυτό, πρέπει να υπάρχουν περαιτέρω πολιτικές που προωθούν τα αντικίνητρα πρόωρης συνταξιοδότησης. Ιδιαίτερη έμφαση θα πρέπει να δοθεί στην καθιέρωση κατάλληλων μηχανισμών που θα αντιμετωπίζουν τα προβλήματα της «μαύρης» εργασίας και της φοροδιαφυγής, τα οποία συνεχίζουν να παραμένουν σε πολύ υψηλά επίπεδα στην Ελλάδα.