«Κάτω από την πίεση όλου του εκπαιδευτικού κόσμου και σε γενικό κλίμα δυσαρέσκειας για την κυβερνητική πολιτική και στο πεδίο της διαχείρισης της πανδημίας και στο χώρο της παιδείας, το προέβη στη δημοσίευση της σύμβασης με την εταιρεία » αναφέρει σε ανακοίνωσή της η Γ’ ΕΛΜΕ Θεσσαλονίκης και συνεχίζει:

 

«Η  δημοσιοποίησή της καλά κρυμμένης στα συρτάρια της κας Υπουργού σύμβασης, που έγινε μάλιστα με απευθείας ανάθεση, αποκαλύπτει με σκανδαλώδη τρόπο :

  • πόσο σαθρή και ψεύτικη ήταν η επικοινωνιακή φιέστα της που έστησε το ΥΠΑΙΘ τους τελευταίους μήνες, όταν παραπλανούσε συνειδητά την εκπαιδευτική κοινότητα και την κοινωνία και με θράσος διαφήμιζε ότι η τηλεκπαίδευση «δεν κοστίζει ούτε ένα ευρώ στο Ελληνικό Δημόσιο». Οι δήθεν δωρεάν υπηρεσίες, προς το ελληνικό δημόσιο, αποδείχτηκε ότι κοστίζουν 2.000.000 ευρώ!!!

Η προσπάθεια της Υπουργού να εμφανίσει πως δήθεν υπήρχε δωρεάν προσφορά για ένα χρόνο και πως από τον Ιανουάριο του 2021 υπάρχει αντίτιμο, προκαλεί! Όλοι κατανοούν πως υπήρχε εκ των προτέρων συμφωνία Υπουργείου Παιδείας και Cisco να εμφανιστεί αρχικά ως δήθεν δωρεάν παραχώρηση, αλλά στη συνέχεια να καταβληθεί αντίτιμο, από το Ελληνικό Δημόσιο, γενικά, για τις προσφερόμενες υπηρεσίες.

  • είναι απόλυτα ψευδές ότι «δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα αξιοποίησης στοιχείων από την χρήση των προσφερόμενων ψηφιακών υπηρεσιών». Μέσα σε 172 σελίδες, με μια σειρά εγγράφων με διαφορετικές μεταξύ τους ημερομηνίες, που ξεκινούν από το Μάρτιο του 2020 και φτάνουν μέχρι πριν λίγες μέρες, διαβάζει κανείς ότι τα προσωπικά δεδομένα 1,5 εκατομμυρίου μαθητών και εκπαιδευτικών, έχουν καταγραφεί χωρίς την συναίνεσή μας και μπορούν να διατηρούνται για 7 χρόνια μετά τον τερματισμό χρήσης της πλατφόρμας! Οι  ρήτρες που διατείνεται το υπουργείο ότι προστατεύουν τα προσωπικά δεδομένα των ανήλικων μαθητών, δεν καθησυχάζουν κανέναν. Δεν τηρήθηκε  ούτε και η  σχετική ευρωπαϊκή οδηγία που προβλέπει ρητή άδεια του υποκειμένου για την παραχώρηση και επεξεργασία προσωπικών δεδομένων, δεν υπάρχει καμία δυνατότητα αίτησης διαγραφής τους, ούτε καμία υποχρέωση της εταιρίας στο μέλλον. Μάλιστα, το υπουργείο επικαλείται σχετική απόφαση της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα για να υποστηρίξει ότι η τηλεκπαίδευση «δεν αντίκειται στη νομοθεσία για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα», όταν η ίδια έχει εκφράσει συμφωνία για τους σκοπούς της τηλεκπαίδευσης, αλλά όχι για τον τρόπο διεξαγωγής της.

Τα συγκεκριμένα δεδομένα μας ο αμερικανικός κολοσσός μπορεί να τα πουλάει και να τα επεξεργάζονται άλλες εταιρείες κάπου στη Βιρτζίνια, το Οχάιο και το Όρεγκον. Χαρακτηριστικό της αξίας τέτοιων μεταδεδομένων είναι το πόσο πλουτίζουν τέτοιες εταιρίες (facebook, google, amazon κλπ). Γι’ αυτό και η εμπορική εκμετάλλευση τέτοιου είδους δεδομένων έχει γίνει τα τελευταία χρόνια πεδίο του ανελέητου ανταγωνισμού ανάμεσα στους πολυεθνικούς τιτάνες των νέων τεχνολογιών και της πληροφορικής και πεδίο αμύθητης κερδοφορίας. Στην σύμβαση λοιπόν γίνεται καθαρό ότι η Cisco θα μπορεί να αξιοποιήσει όλα αυτά τα δεδομένα όπως θέλει για δικούς της επιχειρηματικούς σκοπούς.

Αυτά τα λεγόμενα «μεταδεδομένα» μπορούν να χρησιμοποιηθούν από εταιρείες για  λόγους οικονομικούς- εμπορικούς αλλά  και πολιτικούς -ιδεολογικούς. Για να αναλυθεί η συμπεριφορά των ατόμων, να γίνει αντιληπτή η προσωπικότητά τους και άρα να τους πουλήσουν προϊόντα  σύμφωνα με τις προτιμήσεις τους, αλλά και να τους χειραγωγήσουν πολιτικά και ιδεολογικά. Η Cisco, όπως και άλλες εταιρείες, κερδίζει πρώτα και κύρια από τον όγκο των χρηστών. Το σύνολό τους αποτελεί το “προϊόν” που πουλάει. Κάθε επιλογή, όπως τι κινητό χρησιμοποιούν, τι λογισμικά, τι βίντεο προβάλλουν, σε τι κάνουν “like” κ.ο.κ., είναι μεταδεδομένα που μεταπουλάνε οι εταιρείες ψηφιακών πλατφορμών σε άλλες εταιρείες, εμπορικές και διαφημιστικές, αλλά και σε κυβερνήσεις και πολιτικά κόμματα. Χαρακτηριστικό  το σκάνδαλο με το Facebook που έδωσε δεδομένα χρηστών στην εταιρία Cambridge Analytica, η οποία έκανε  συμφωνία  με το αμερικανικό κόμμα των Ρεπουμπλικάνων για τη δημιουργία εκλογικού προφίλ του χρήστη και προώθηση αναλόγων μηνυμάτων για την καθοδήγηση των πεποιθήσεων, των ιδεών του και της ψήφου του.

Η κυβέρνηση λοιπόν ,όχι μόνο παραχώρησε τα δεδομένα μας -και τα μεταδεδομένα μας- για 7 χρόνια σε μια ιδιωτική εταιρία, αλλά ουσιαστικά στοχοποίησε διαδικτυακά εν γνώση της μια ολόκληρη γενιά παιδιών μέχρι την ενηλικίωση της!

Μέσα στα ίδια μας τα σπίτια, χρησιμοποιώντας τις ίδιες μας τις οικογένειες, η κυρία Κεραμέως, χωρίς ίχνος ντροπής και ήθους, μας μετέτρεψε σε εμπορεύσιμο προϊόν για να ευχαριστήσει τους νεοφιλελεύθερους συμμάχους της!

Η πολιτική αυτή καμία σχέση δεν έχει με τις πραγματικές ανάγκες των εκπαιδευτικών, των μαθητών και της Δημόσιας Εκπαίδευσης. Εδώ και μήνες η κυβέρνηση και το ΥΠΑΙΘ έχουν εγκαταλείψει στα σκοτάδια της τηλεκπαίδευσης μαθητές και εκπαιδευτικούς, αδιαφορώντας πλήρως για τα μορφωτικά αδιέξοδα μιας ολόκληρης γενιάς. Προκλητικά αγνόησε τα αιτήματα του κλάδου για να παρθούν μέτρα ώστε να λειτουργούν τα σχολεία με ασφάλεια. Δεν έδωσε ούτε ένα ευρώ για τη στήριξη της Δημόσιας Εκπαίδευσης.

Αλήθεια, με αυτά τα 2 και πλέον εκατομμύρια ευρώ που στοίχισε η διαβόητη πλατφόρμα «παιδιά, με ακούτε;» πόσους συναδέλφους, που ακούνε, αγκαλιάζουν, εμπνέουν, στηρίζουν τα παιδιά-ήρωες σε αυτούς τους νοσηρούς καιρούς, θα μπορούσαν να διορίσουν; Και αν, από όσο διαβάζουμε, αυτό το ποσό αφορά σε ετήσια πληρωμή, πόσα σχολεία και εκπαιδευτικό υλικό , δημόσιες υποδομές θα μπορούσαμε να έχουμε στα χέρια μας;

Είναι φανερό ότι οι πραγματικοί στόχοι της κυβέρνησης είναι άλλοι. Πάνω στο έδαφος της πανδημίας επιδιώκουν να παγιώσουν το καθεστώς της τηλεκπαίδευσης , να του προσδώσουν μόνιμα χαρακτηριστικά δημιουργώντας ένα πανοπτικό σύστημα ελέγχου των σχολείων, των εκπαιδευτικών και των μαθητών, για να καλύπτουν τις ανάγκες σε εκπαιδευτικούς κατά πώς τους βολεύει. Για να προωθήσουν το τηλεσχολείο τους , ένα σχολείο γεμάτο ιδιωτικές εταιρίες που θα εκμεταλλεύονται τα πάντα για το κέρδος τους, οικονομικό και «αποτελεσματικό», αφού αυξάνει την αποδοτικότητα και μειώνει το κόστος.

Αυτό που αποκαλύπτεται με το σκάνδαλο της σύμβασης Cisco – Υπουργείου είναι ότι η τηλ-«εκπαίδευση» και η αναγκαιότητά της γίνεται  δούρειος ίππος για την οικονομική εκμετάλλευση όλων μας, εκπαιδευτικών, μαθητών και γονιών, για να μας καταστήσουν  «εμπορεύματα» απολύτως εκμεταλλεύσιμα για κάθε λογής εταιρεία στον κόσμο που θέλει να πουλήσει τα προϊόντα της, αλλά και αντικείμενα συνεχούς παρατήρησης, ανάλυσης, επιρροής και χειρισμού.

Καταγγέλλουμε την απαράδεκτη και προκλητική πολιτική του ΥΠΑΙΘ,  και  την κατάπτυστη σύμβαση που έφερε τώρα, μετά από τόσους μήνες, στη δημοσιότητα.

  • Δεν απαιτούμε μόνο την παραίτησή της Κεραμέως. Απαιτούμε την άμεση απόσυρση της σύμβασης του αίσχους, τη διερεύνηση, το νομικό έλεγχο  των ενεργειών της ηγεσίας του ΥΠΑΙΘ   και  απόδοση  ευθυνών σε  όσους εμπλέκονται στο σκάνδαλο.
  • Γενναία χρηματοδότηση των δημόσιων υποδομών και του Πανελλήνιου Σχολικού Δικτύου, ώστε να

καλύπτονται όλες οι ανάγκες από αποκλειστικά δημόσιους φορείς.

  • Απαιτούμε την άμεση επιστροφή των μαθητών μας στις τάξεις τους με όλα τα μέτρα προστασίας.

Με  την ικανοποίηση των αιτημάτων του εκπαιδευτικού κινήματος :μόνιμοι μαζικοί διορισμοί

εκπαιδευτικών, προσωπικού καθαριότητας, συνεχή τεστ και ιχνηλάτηση, 15 μαθητές στην

τάξη ,μαζικοί εμβολιασμοί εκπαιδευτικών.

  • Ικανοποίηση όλων των αιτημάτων των υγειονομικών:άμεση επίταξη των ιδιωτικών νοσοκομείων και κλινικών, μαζικές προσλήψεις όλου του αναγκαίου μόνιμου προσωπικού ,ενίσχυση της πρωτοβάθμιας υγείαςκ.α.
  • Γενναία χρηματοδότηση της δημόσιας εκπαίδευσης και των δημόσιων υποδομών (ΠΣΔ κλπ ).

2.000.000 ΕΥΡΩ ΤΩΡΑ ΓΙΑ ΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ ΣΧΟΛΕΙΟ.

 Καλούμε όλα τα εκπαιδευτικά σωματεία (ΕΛΜΕ-ΣΕΠΕ), τους συλλόγους γονέων, τους μαθητές  να προχωρήσουν σε αντίστοιχες καταγγελίες και από κοινού να οργανώσουμε κινητοποιήσεις  για την υπεράσπιση της δημόσιας εκπαίδευσης,  των μορφωτικών δικαιωμάτων των μαθητών μας και των προσωπικών δεδομένων μαθητών και εκπαιδευτικών».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Πρόγραμμα Πανελληνίων 2025