Απαντήσεις αναφορικά με το τι ισχύει για όσους εντάσσονται στα μέτρα για την αντιμετώπιση των συνεπειών του κορονοϊόυ και ειδικά το μέτρο της εκ περιτροπής εργασίας, έδωσε με παρέμβασή του στην ΕΡΤ ο εργατολόγος, Διονύσης Ρίζος.
Όσον αφορά τις περιπτώσεις, που είτε εντάσσονται στα μέτρα, είτε μένουν εκτός «είναι πάρα πολλές». Όπως σημείωσε, «είμαστε στην αναμονή, για να δούμε και σε βάθος χρόνου το πόσες θα είναι οι επιχειρήσεις που θα ενταχθούν».
Για το δώρο Πάσχα, απάντησε: «Αυτήν την στιγμή έχουμε δύο μεγάλες κατηγορίες επιχειρήσεων/εργοδοτών. Την πρώτη που βρίσκονται όσοι ενταχθεί στα μέτρα και τη δεύτερη μεγάλη, που δεν έχουν ενταχθεί. Στις περιπτώσεις που δεν έχουν ενταχθεί οι επιχειρήσεις και οι ΚΑΔ τους, το δώρο πρέπει να δοθεί κανονικότατα στους εργαζόμενους, μέχρι τις 15 Απριλίου. Η μη καταβολή του δώρου σε αυτές τις περιπτώσεις είναι και ποινικό αδίκημα, που επιφέρει αυτόφωρη διαδικασία».
Αναφορικά με την εκ περιτροπής εργασία, σημείωσε: «Είχε γίνει η εξής παρανόηση: στην αρχή είχε ανακοινωθεί ότι θα εφαρμοστεί οριζόντια, δηλαδή σε όλες τις επιχειρήσεις της χώρας. Θα περιοριστεί μόνο στις περιπτώσεις των πληττόμενων ΚΑΔ, θα αφορά τρεις μήνες.
Περιμένουμε την υπουργική απόφαση για διευκρινίσεις. Αλλά, αυτήν τη στιγμή, το μέτρο μπορεί να εφαρμοστεί μόνο από αυτές τις επιχειρήσεις και υπό τον όρο ότι θα διατηρήσουν τον αριθμό των εργαζόμενων που είχαν και πριν την έναρξη των μέτρων. Δεν πρόκειται για ένα μέτρο που στο σύνολο των εργαζομένων της χώρας θα κόψει το 50% των αποδοχών».
Εάν εύλογα ανησυχούν οι εργαζόμενοι, τόνισε: «Μα, γι’ αυτό και ο ρόλος της κυβέρνησης είναι να εξασφαλίσει την ομαλοποιημένη επαναφορά στην κανονικότητα, έτσι ώστε να μην χαθεί ούτε μια ημέρα εργασίας.
Παράλληλα, ενώ αυτήν τη στιγμή βλέπουμε ότι στις επιχειρήσεις που έχουν ενταχθεί στις πληττόμενες, υπάρχει μια μέριμνα, στις άλλες επιχειρήσεις δεν συμβαίνει το ίδιο, με συνέπεια είτε να πιέζονται οι εργαζόμενοι να πάρουν την κανονική τους άδεια, κάτι που είναι μη νόμιμο, ενώ υπάρχουν και φαινόμενα που πιέζονται οι εργαζόμενοι να αποδεχθούν μειώσεις μισθών κ.λ.π., τα οποία δεν προστατεύονται αυτήν τη στιγμή. Ακόμη και οι εξαγγελίες του υπουργού Εργασίας ότι δεν θα γίνει καμία καταγγελία σύμβασης, αφορούν τις πληττόμενες επιχειρήσεις, δηλαδή αυτές που έχουν εισαχθεί στα μέτρα».
Και πρόσθεσε: «Υπάρχουν και χιλιάδες άλλες επιχειρήσεις, στις οποίες οι εργαζόμενοι να αντιμετωπίζουν κίνδυνο ή πιέσεις εργοδοτών, να υποκύψουν είτε σε μειώσεις μισθών, είτε σε μειώσεις ωρών εργασίας».
Για μια επιχείρηση που έχει μείωση του τζίρου, που μπορεί να ζητηθεί από εργαζόμενο μείωση μισθού και εάν είναι παράνομο, επισήμανε: «Μονομερώς από τον εργοδότη δεν μπορεί να επιβληθεί. Θα πρέπει να συμφωνήσει ο εργαζόμενος. Δεν μπορεί να τον εξαναγκάσει ο εργοδότης να μειωθούν οι αποδοχές του και είναι παράνομο».
Τέλος, σχετικά με το επίδομα κατάρτισης των 600 ευρώ για τους επιστήμονες-ελεύθερους επαγγελματίες, είπε: «Θεωρώ ότι δεν ήταν σωστή η προσέγγιση της κυβέρνησης για επιστημονικούς κλάδους, όπως είναι και οι δικηγόροι, για τους οποίους ήταν κλειστά τα δικαστήρια και δεν μπορούν να προσεγγίσουν τα γραφεία τους, για να έχουν κάποιο κύκλο εργασίας.
Οπότε, θεωρώ ότι έπρεπε να ενταχθούν στο πρώτο κύμα δέσμης μέτρων. Να λες στους επιστημονικούς κλάδους να πάρουν κουπόνια κατάρτισης, είναι λίγο περίεργο».