: Από τις 13 Μαΐου 2016, οι μηνιαίες κύριες συντάξεις εξ ιδίου δικαιώματος, λόγω ανικανότητας και εκ μεταβιβάσεως, υπολογίζονται ως άθροισμα δύο τμημάτων, της εθνικής και της ανταποδοτικής σύνταξης, σύνολο το οποίο, σύμφωνα με την πρόθεση του νομοθέτη, αποσκοπεί στην εξασφάλιση ενός αξιοπρεπούς επιπέδου διαβίωσης, όσο το δυνατόν εγγύτερα προς εκείνο που είχε ο ασφαλισμένος κατά τη διάρκεια του εργασιακού βίου του.

Αυτό επισημαίνεται, μεταξύ άλλων, σε νέα διευκρινιστική εγκύκλιο του Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης ().

Όπως σημειώνεται στην εγκύκλιο, με τις διατάξεις του Ν. 4387/2016 (ΦΕΚ 85Α/12.5.2016) «Ενιαίο Σύστημα Κοινωνικής Ασφάλειας-Μεταρρύθμιση ασφαλιστικού-συνταξιοδοτικού συστήματος-Ρυθμίσεις φορολογίας εισοδήματος και τυχερών παιγνίων και άλλες διατάξεις», μεταρρυθμίστηκαν και εντάχθηκαν σε ενιαίο πλαίσιο οι κανόνες του ασφαλιστικού και του συνταξιοδοτικού συστήματος γι’ όλους τους ασφαλισμένους.

Στο άρθρο 2 του νόμου αυτού «Εννοιολογικοί προσδιορισμοί» εισάγονται οι έννοιες της εθνικής και της ανταποδοτικής σύνταξης.

Α. Η έννοια και τα χαρακτηριστικά της ανταποδοτικής σύνταξης

α) Αποτελεί το δεύτερο τμήμα του αθροίσματος της κύριας σύνταξης όλων των κατηγοριών (εξ ιδίου δικαιώματος, ανικανότητας, εκ μεταβιβάσεως).

β) Καθορίζεται από:

– Τις συντάξιμες αποδοχές/εισόδημα, επί των οποίων καταβλήθηκαν εισφορές, (όπως ορίζονται με τις διατάξεις των παρ. 2 και 3 του άρθρου 28)- βλ. στη συνέχεια παρ. Γ1.

– Το χρόνο ασφάλισης, (όπως ορίζεται στο άρθρο 34).

– Τα ετήσια ποσοστά αναπλήρωσης επί των συντάξιμων αποδοχών.

γ) Καταβάλλεται μαζί με την εθνική σύνταξη κάθε μήνα.

δ) Η χορήγησή της τελεί υπό την εγγύηση του ελληνικού κράτους.

Β. Δικαιούχοι

α) Υπάλληλοι-λειτουργοί του Δημοσίου και στρατιωτικοί.

β) Ασφαλισμένοι κύριας ασφάλισης του ιδιωτικού τομέα (μισθωτοί, αυτοαπασχολούμενοι, ελεύθεροι επαγγελματίες και οι αυτοπασχολούμενοι του κλάδου κύριας ασφάλισης αγροτών του ), οι οποίοι θεμελιώνουν δικαίωμα συνταξιοδότησης, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις, δηλαδή έχουν συμπληρώσει τον κατά περίπτωση οριζόμενο από τη νομοθεσία χρόνο ασφάλισης και την αντίστοιχη ηλικία συνταξιοδότησης. Υπενθυμίζεται ότι τα πρόσωπα που συνταξιοδοτούνται με το νέο τρόπο υπολογισμού της σύνταξης, καθορίζονται στο άρθρο 94 του Ν. 4387/2016 (εγκύκλιος 20/16 τ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ) και είναι οι ασφαλισμένοι που έχουν υποβάλει αίτηση συνταξιοδότησης είτε πριν από την 13.05.2016 είτε από την ημερομηνία αυτή και μετά, των οποίων η σύνταξη αρχίζει να καταβάλλεται από την ημερομηνία αυτή και μετά.

Γ. Υπολογισμός ανταποδοτικής σύνταξης μισθωτών

1. Παράμετροι-Ορισμοί

– Συντάξιμες αποδοχές: Για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους σύνταξης κύριας ασφάλισης, λόγω γήρατος, αναπηρίας ή θανάτου, λαμβάνεται ο μέσος όρος των μηνιαίων αποδοχών του ασφαλισμένου σε όλο τον ασφαλιστικό βίο του. Για τις αιτήσεις συνταξιοδότησης που υποβάλλονται από 13.05.2016 έως 31.12.2016, οι συντάξιμες αποδοχές καθορίζονται από το μέσο όρο των μηνιαίων αποδοχών της περιόδου μεταξύ 2002 και της ημέρας που προηγείται της ημερομηνίας κατάθεσης της αίτησης συνταξιοδότησης, επί των οποίων έχουν καταβληθεί εισφορές κλάδου σύνταξης.

Από 01.01.2017 και κάθε επόμενο έτος, αυτή η περίοδος αναφοράς αυξάνεται κατά ένα έτος (προς το μέλλον).

– Μέσος όρος των μηνιαίων αποδοχών: Προκύπτει από το πηλίκο της διαίρεσης του συνόλου των μηνιαίων αποδοχών του ασφαλισμένου (από το 2002 και μετά) δια του συνολικού χρόνου ασφάλισης.

– Σύνολο μηνιαίων αποδοχών: Το άθροισμα των μηνιαίων αποδοχών που υπόκεινται σε εισφορές κλάδου σύνταξης (και μέχρι του ανωτάτου ορίου ασφαλιστέων αποδοχών, όπως και όπου αυτό προβλεπόταν) καθ’ όλη τη διάρκεια του ασφαλιστικού βίου (από το 2002 και μετά). Από τις διατάξεις των άρθρων 38, 39 και 40 του Ν. 4387/2016, προβλέπεται ανώτατο και κατώτατο όριο ασφαλιστέων αποδοχών/εισοδήματος επί του οποίου υπολογίζονται οι μηνιαίες ασφαλιστικές εισφορές.

Σε κάθε περίπτωση, για όλους τους μισθωτούς που υπάγονται στην ασφάλιση του , από 01.01.2017, το ανώτατο όριο ασφαλιστέων αποδοχών ανέρχεται στο δεκαπλάσιο του ποσού που αντιστοιχεί στο κατώτατο βασικό μισθό άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών (σήμερα ισούται με 5.860,80 ευρώ (586,08 ευρώ Χ 10). Επίσης, από το άρθρο 27 παρ. 1 του Ν. 4445/2016, προβλέπεται κατώτατο όριο ασφαλιστέων αποδοχών για τους μισθωτούς με πλήρη απασχόληση ίσο με ποσό που αντιστοιχεί στον κατώτατο βασικό μισθό άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών (σήμερα το κατώτατο όριο διαμορφώνεται στα 586,08 ευρώ). Σε περίπτωση που υπάρχει πλήρης απασχόληση μισθωτού έως 25 ετών, το κατώτατο όριο ασφαλιστέων αποδοχών διαμορφώνεται σε 510,95 ευρώ.

– Χρόνος ασφάλισης στον ΕΦΚΑ (άρθρο 34 Ν. 4387/2016). Οι χρόνοι που λαμβάνονται υπόψη στον υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών είναι:

α) Ο χρόνος πραγματικής ασφάλισης: Ο χρόνος ασφαλιστέας απασχόλησης ή ιδιότητας στον ή στους εντασσόμενους στον φορείς, τομείς, κλάδους και λογαριασμούς για τον οποίο έχουν καταβληθεί εισφορές. Για τους μισθωτούς, ως χρόνος ασφάλισης αναγνωρίζεται και ο χρόνος για τον οποίο οφείλονται εισφορές.

β) Ο λογιζόμενος χρόνος συντάξιμης υπηρεσίας των πολιτικών και στρατιωτικών υπαλλήλων, σύμφωνα με τις διατάξεις της συνταξιοδοτικής νομοθεσίας του Δημοσίου, όπως ίσχυαν, μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού.

γ) Οι πλασματικοί χρόνοι ασφάλισης: – παρ. 18 του άρθρου 10 του Ν. 3863/2010 (Α’ 115), – των άρθρων 39, 40 και 41 του Ν. 3996/2011 (Α’ 170), – του άρθρου 6 παρ.12 και του άρθρου 17 του Ν. 3865/2010 (Α’ 120), – του άρθρου 40 του Ν. 2084/1992 (Α’ 165). Από 13.05.2016, οι ασφαλισμένοι που συνταξιοδοτούνται, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 10 του άρθρου 10 του Ν. 3863/2010, έχουν δικαίωμα να αναγνωρίζουν τους πλασματικούς χρόνους ασφάλισης των άρθρων 39, 40 και 41 του Ν. 3996/2011.

Πλασματικός χρόνος που αναγνωρίζεται, χωρίς εξαγορά, (χρόνος επιδότησης, λόγω ασθένειας, χρόνος επιδότησης, λόγω τακτικής ανεργίας ή χρόνος απουσίας από την εργασία, λόγω κύησης/λοχείας) δεν συνυπολογίζεται ούτε στα ποσοστά αναπλήρωσης ούτε στον υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών κατά τον υπολογισμό του ποσού της ανταποδοτικής σύνταξης.

δ) Ο χρόνος προαιρετικής ασφάλισης της παρ. 2 του άρθρου 34 του Ν. 4387/2016.

ε) Χρόνος για τον οποίο έχουν καταβληθεί ασφαλιστικές εισφορές στους εντασσόμενους στον φορείς, τομείς, κλάδους και λογαριασμούς, ακόμα και αν δεν συνέτρεχαν οι νόμιμες προϋποθέσεις ασφάλισης.

– Συντάξιμες αποδοχές για το χρόνο ασφάλισης που αναγνωρίζεται πλασματικά, (κατόπιν καταβολής του προβλεπόμενου ποσού εξαγοράς), ορίζεται το ποσό που θα αποτελούσε τον ασφαλιστέο μηνιαίο μισθό/εισόδημα, αν εκλαμβανόταν ως μηνιαία εισφορά το ποσό που καταβλήθηκε για την εξαγορά κάθε μήνα ασφάλισης. Οι συντάξιμες αποδοχές υπολογίζονται στο αρχικό ποσό εξαγοράς, πριν από την εφαρμογή της ποσοστιαίας έκπτωσης σε περίπτωση εφάπαξ καταβολής του ποσού.

Οι αποδοχές του ασφαλισμένου για κάθε ημερολογιακό έτος προσαυξάνονται/αναπροσαρμόζονται

Με τις διατάξεις των παρ. 1, 2, 5 και 6 του άρθρου 94 του Ν. 4461/2017 αντικαταστάθηκαν αντιστοίχως από τότε που ίσχυσαν το τέταρτο εδάφιο της παρ. 2α του άρθρου 8 του Ν. 4387/2016, τα τελευταία εδάφια των περιπτώσεων α’ και β’ της παρ. 2 του άρθρου 28 του Ν. 4387/2016, έγινε νέα αρίθμηση στις παρ. 4,5,6 και 8 του Ν. 4387/2016 και προστέθηκε παράγραφος 4α στο άρθρο 8 του νόμου αυτού.

Συνεπώς, η αναπροσαρμογή των αποδοχών του ασφαλισμένου, μέχρι και το 2020, καθορίζεται από τη μεταβολή του μέσου ετήσιου γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή (ΔτΚ) της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής. Από το 2021 και μετά, η αναπροσαρμογή των αποδοχών του ασφαλισμένου καθορίζεται από το δείκτη μεταβολής μισθών (ΔΜΜ), που υπολογίζεται από την ΕΛΣΤΑΤ. Επισημαίνεται ότι οι συντάξιμες αποδοχές αναπροσαρμόζονται έως και το προηγούμενο της συνταξιοδότησης έτος.

Ετήσια ποσοστά αναπλήρωσης

Το τελικό ποσό του ανταποδοτικού μέρους της σύνταξης υπολογίζεται για το σύνολο του χρόνου ασφάλισης, με βάση τα ποσοστά αναπλήρωσης του πίνακα της παρ. 4 του άρθρου 8.

Το ποσοστό αναπλήρωσης για κάθε έτος ασφάλισης ανά κλίμακα ετών αντιστοιχεί στο ποσοστό που αναγράφεται στην τρίτη στήλη του πίνακα και το τελικό ποσοστό αναπλήρωσης στην τέταρτη στήλη. Το ανταποδοτικό μέρος της σύνταξης αντιστοιχεί στα κατ’ έτος ποσοστά αναπλήρωσης για το σύνολο του χρόνου ασφάλισης επί των συντάξιμων αποδοχών. Το σύνολο του χρόνου ασφάλισης λαμβάνεται υπόψη με μαθηματική ακρίβεια δύο δεκαδικών ψηφίων.

Παράδειγμα υπολογισμού ποσού ανταποδοτικής σύνταξης μισθωτού

Μισθωτός, ασφαλισμένος στο τ. για πρώτη φορά πριν από την 01.01.1993, με πλήρη απασχόληση από 01/01/2002 έως 30/11/2016 και περισσότερα από 40 έτη μόνιμης και νόμιμης διαμονής στη χώρα μας μεταξύ του 15ου και της 30.11.2016, υποβάλλει αίτημα συνταξιοδότησης, λόγω γήρατος, την 01/12/2016, σε ηλικία 63 ετών, με 12.000 ημέρες ασφάλισης (καθ’ όλο το διάστημα της ασφάλισής του το ποσοστό των εισφορών υπέρ κλάδου σύνταξης δεν ξεπέρασε το 6,67% για τον ασφαλισμένο και το 13,33% για τον εργοδότη). Οι αποδοχές επί των οποίων καταβλήθηκαν εισφορές υπέρ κλάδου σύνταξης, από 01/01/2002 έως 30/11/2016, όπως αυτές αναπροσαρμόστηκαν με το ΔτΚ κατ’ έτος, συμπεριλαμβανομένων των δώρων εορτών και του επιδόματος άδειας, είναι αυτές που επισυνάπτονται σε σχετικό πίνακα.

Οι συντάξιμες αποδοχές ανέρχονται σε 2.578,66 ευρώ (461.580,68 ευρώ /179 μήνες) Ανταποδοτική σύνταξη: 2.578,66 ευρώ Χ 42,8% (ποσοστό αναπλήρωσης για 12.000 Η.Ε.) = 1.103,67 ευρώ. Ο ασφαλισμένος δικαιούται και εθνική σύνταξη, ύψους 384,00 ευρώ. Συνολικό ποσό σύνταξης: 384,00 ευρώ + 1.103,67 ευρώ = 1.487,67 ευρώ.

Προσαύξηση σύνταξης, όσων κατέβαλαν αυξημένες εισφορές (άρθρο 30 Ν. 4387/2016)

i. Στο άρθρο 30 του Ν. 4387/2016 ορίζεται ότι για όσους ασφαλισμένους υποβάλλουν αίτηση συνταξιοδότησης από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού (13.05.2016), οι οποίοι, σύμφωνα με το προϊσχύον νομικό καθεστώς, κατέβαλαν εισφορές ανώτερες από αυτές του (6,67% για τον ασφαλισμένο και 13,33% για τον εργοδότη), στον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους της σύνταξής τους, σύμφωνα με το άρθρο 28 του νόμου αυτού, θα υπολογίζεται και ετήσιος συντελεστής αναπλήρωσης 0,075% για κάθε ποσοστιαία μονάδα (1%) επιπλέον εισφοράς σε κάθε έτος που έχει καταβληθεί επιπλέον εισφορά. Ο συντάξιμος μισθός, σε αυτήν την περίπτωση, θα προκύπτει, λαμβάνοντας υπόψη τη βάση υπολογισμού της επιπλέον εισφοράς.

Στο με αρ. πρωτ. Φ.80000/οικ.60271/2195/23.12.2016 έγγραφο της ΓΓΚΑ (σελ. 4, που περιλαμβάνεται στο κεφάλαιο Υπολογισμός συντάξιμων αποδοχών, Β. Μισθωτοί) διευκρινίζεται ότι «Στην περίπτωση ασφαλισμένων οι οποίοι, υπό την ισχύ του προϊσχύοντος νομοθετικού καθεστώτος, κατέβαλαν εισφορές ανώτερες από αυτές του κοινού καθεστώτος του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ (6,67% για τον ασφαλισμένο και 13,33% για τον εργοδότη), εφαρμόζεται το άρθρο 30 παρ. 1 του ν. 4387/2016, όπως ισχύει, δηλαδή το ανταποδοτικό μέρος της σύνταξής τους για κάθε έτος που έχει καταβληθεί επιπλέον εισφορά, θα υπολογίζεται με ετήσιο συντελεστή αναπλήρωσης 0,075% για καθεμία ποσοστιαία μονάδα επιπλέον εισφοράς. Η προσαύξηση αυτή δεν ισχύει για τα πρόσωπα που περιγράφονται στο άρθρο 30 παρ.1 του Ν.4387/2016, όπως ισχύει».

Όμως, με βάση τις κοινοποιούμενες διατάξεις του άρθρου 24 του Ν. 4445/2016, η προσαύξηση του άρθρου 30 Ν. 4387/2016 δεν ισχύει:

– Για τα πρόσωπα που συνταξιοδοτούνται με βάση τις διατάξεις του άρθρου 3 της με αρ. Φ11321/οικ.47523/1570/23.10.2015 απόφασης του υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (Β’2311), δηλαδή, για όσους:

α) Υπάγονται σε βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα, όπως αναφέρονται αναλυτικά κατά διάταξη στο άρθρο 3 της ως άνω Υπουργικής Απόφασης, καθώς και στο με αρ. πρωτ. Φ.80000/54411/1797/30.11.2015 έγγραφο του ΥΠΕΚΑΑ.

β) Συνταξιοδοτούνται είτε με βάση τις διατάξεις του ν. 612/1977 είτε με βάση τις διατάξεις που παραπέμπουν σε αυτές (άρθρο 40 παρ. 8 του ν. 1902/1990, άρθρο 16 παρ. 3 του ν. 2227/1994, άρθρο 2 παρ. 2 του ν. 3075/2002, άρθρο 5 παρ. 1, 3 του ν. 3232/2004, άρθρο 61 παρ. 4 του ν. 3518/2006, άρθρο 37 παρ. 4 του ν. 3996/2011).

γ) Υπάγονται σε γενικές, ειδικές ή καταστατικές διατάξεις συνταξιοδότησης ως μητέρες και χήροι πατέρες ανίκανων για κάθε βιοποριστική εργασία τέκνων.

– Για τα πρόσωπα που υπάγονται στην παρ. 2α του άρθρου 22 του Ν. 4331/2015 (σχ. η με αρ. Φ80000/οικ.61647/2212/11.1.2017 εγκύκλιος του ΥΠΕΚΑΑ, ΑΔΑ: ΩΔ4Γ465Θ1Ω-Β8Ε), δηλαδή στην ασφάλιση του Τομέα Ασφάλισης Τεχνικών Τύπου Αθηνών και Θεσσαλονίκης του ΕΤΑΠ-ΜΜΕ, οι οποίοι καταβάλλουν πρόσθετη εισφορά 3,6% της παρ. 4 του άρθρου 4 του ν. 1186/1981 (Α’ 202) για τη συνταξιοδότησή τους, λόγω γήρατος, σύμφωνα με τις διατάξεις περί βαρέων και ανθυγιεινών επαγγελμάτων του ΑΝ 1846/1951 (Α’179).

Αντίθετα, την εν λόγω προσαύξηση δικαιούνται τα πρόσωπα που υπάγονται στις διατάξεις των περιπτώσεων ε’ και στ’ της παρ. 2 του άρθρου 46 του ν. 2084/1992 (Α’ 165). Ως προς την εφαρμογή του άρθρου 30 του Ν. 4387/2016 εν γένει θα ακολουθήσουν εξειδικευμένες οδηγίες σε ξεχωριστό έγγραφο. Προς το παρόν και μέχρι να διευθετηθούν ζητήματα ερμηνείας και εφαρμογής ειδικά των διατάξεων του δεύτερου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 30 του Ν. 4387/2016, οι αποφάσεις συνταξιοδότησης περιλαμβάνουν σχετική επιφύλαξη.

Εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου 94 του Ν. 4387/2016

Με την εγκύκλιο 20/16 του τ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, καθώς και με την εγκύκλιο 18/2016 και το με αρ. πρωτ. ΔΙΠΣΥΝ/Φ17/2/760552/26.5.2016 έγγραφο του τ. ΟΑΕΕ, κοινοποιήθηκαν οι διατάξεις του άρθρου 94 του Ν. 4387/2016 και δόθηκαν οδηγίες για την εφαρμογή τους ειδικά ως προς τα κριτήρια ένταξης των ασφαλισμένων στις διατάξεις υπολογισμού του ποσού της σύνταξης του Ν. 4387/2016. Στο δεύτερο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου αυτού ορίζεται ότι επί αιτήσεων συνταξιοδότησης που θα κατατεθούν εντός του 2016, εάν το ποσό της απονεμόμενης σύνταξης υπολείπεται του ποσού της σύνταξης που θα απονεμόταν κατά το προϊσχύσαν καθεστώς σε ποσοστό άνω του 20%, το ήμισυ της διαφοράς καταβάλλεται στο δικαιούχο ως προσωπική διαφορά, με ανάλογη εφαρμογή της παραγράφου 2 του άρθρου 14.

Επί αιτήσεων που θα κατατεθούν εντός του 2017, καταβάλλεται στο δικαιούχο ως προσωπική διαφορά το ένα τρίτο (1/3) της διαφοράς και επί αιτήσεων που θα κατατεθούν εντός του 2018, το ένα τέταρτο (1/4) της διαφοράς. Έχοντας υλοποιήσει τη διάταξη αυτή στην απόφαση συνταξιοδότησης που εκδίδεται από το Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα ΕΦΚΑ, σημειώνεται ότι στο πεδίο υπολογισμού του ποσού της σύνταξης περιλαμβάνεται τόσο ο υπολογισμός με βάση τις διατάξεις που ίσχυαν, πριν από την 13.05.2016, όσο και με βάση τις διατάξεις του Ν. 4387/2016 (εθνική και ανταποδοτική σύνταξη), προβλέπεται δε ότι ο υπολογισμός της τυχόν προκύπτουσας προσωπικής διαφοράς του άρθρου 94 του Ν. 4387/2016 θα υλοποιηθεί σε δεύτερο στάδιο, αποκλειστικά με μηχανογραφικές εφαρμογές.

Υπολογισμός ανταποδοτικής σύνταξης μη μισθωτών (ελεύθερων επαγγελματιών)

1. Υπολογισμός συντάξιμων αποδοχών

i. Όσον αφορά τον υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών των μη μισθωτών (ελεύθερων επαγγελματιών), η εγκύκλιος παραπέμπει στις σχετικές οδηγίες του με αρ. πρωτ. Φ.80000/οικ.60271/2195/23.12.2016 εγγράφου του ΥΠΕΚΑΑ.

Σύμφωνα, λοιπόν, με τα οριζόμενα στο άρθρο 28 παρ. 2 β του Ν. 4387/2016, όσον αφορά τους ελεύθερους επαγγελματίες, ως συντάξιμες αποδοχές για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους σύνταξης κύριας ασφάλισης, λόγω γήρατος, αναπηρίας ή θανάτου, λαμβάνεται υπόψη το εισόδημα, το οποίο υπόκειται σε εισφορές καθ’ όλη τη διάρκεια του ασφαλιστικού βίου.

Ειδικότερα, για το διάστημα μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου 4387/2016, εισόδημα νοείται το ποσό που θα αποτελούσε το ασφαλιστέο μηνιαίο εισόδημα, αν εκλαμβανόταν ως μηνιαία εισφορά το ποσό που πράγματι καταβλήθηκε για κάθε μήνα ασφάλισης, συνυπολογιζομένων, με αναγωγή κατά κεφαλήν, τυχόν υφισταμένων κατά το διάστημα αυτό κοινωνικών πόρων υπέρ των αντίστοιχων ταμείων.

Για τους ελεύθερους επαγγελματίες, προβλέπεται κατώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος ίσο με τον εκάστοτε προβλεπόμενο κατώτατο βασικό μισθό άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών (σήμερα το κατώτατο όριο διαμορφώνεται σε 586,08 ευρώ). Ως ανώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος καθορίζεται αυτό των έμμισθων ασφαλισμένων του άρθρου 38 του Ν. 4387/2016, δηλαδή το ποσό των 5.860,80 ευρώ. Ευνόητο είναι ότι και σε αυτή την κατηγορία, των ελεύθερων επαγγελματιών, για τον υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών επί των αιτήσεων συνταξιοδότησης που υποβάλλονται από 13.05.2016 έως 31.12.2016, λαμβάνεται υπόψη το εισόδημα κατά τις ειδικότερες λοιπές προβλέψεις του άρθρου 28, που προκύπτει από το έτος 2002 και έως την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης.

Από 01.01.2017 και κάθε επόμενο έτος, αυτή η περίοδος αναφοράς αυξάνεται κατά ένα έτος. Ως προς το ζήτημα των κοινωνικών πόρων, θα δοθούν οδηγίες με ξεχωριστό έγγραφο.

Παράδειγμα υπολογισμού εισοδήματος: Έστω ότι το έτος 2009 καταβλήθηκε εισφορά στην 5η ασφαλιστική κατηγορία ποσού 279,81 ευρώ. Το εισόδημα θα υπολογιστεί, ως εξής: 279,81 ευρώ Χ12 μήνες = 3.357,72 ευρώ : 20% =16788,60 ευρώ

ii. Ως συντάξιμες αποδοχές για το χρόνο ασφάλισης που αναγνωρίζεται πλασματικά, (κατόπιν καταβολής του προβλεπόμενου ποσού εξαγοράς), ορίζεται το ποσό που θα αποτελούσε τον ασφαλιστέο μηνιαίο μισθό/εισόδημα, αν εκλαμβανόταν ως μηνιαία εισφορά το ποσό που καταβλήθηκε για την εξαγορά κάθε μήνα ασφάλισης. Οι συντάξιμες αποδοχές υπολογίζονται στο αρχικό ποσό εξαγοράς, πριν από την εφαρμογή της ποσοστιαίας έκπτωσης, σε περίπτωση εφάπαξ καταβολής του ποσού.

2. Προσαύξηση/αναπροσαρμογή των αποδοχών ελεύθερων επαγγελματιών

Όπως και στην περίπτωση των μισθωτών, οι αποδοχές των ελεύθερων επαγγελματιών αναπροσαρμόζονται, μέχρι και το 2020, με βάση τη μεταβολή του μέσου ετήσιου γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής και, από το 2021 και μετά, με βάση το δείκτη μεταβολής μισθών, που υπολογίζεται από την ΕΛΣΤΑΤ. Επισημαίνεται ότι οι συντάξιμες αποδοχές αναπροσαρμόζονται έως και το προηγούμενο της συνταξιοδότησης έτος. Επίσης, σημειώνεται ότι, όταν το γινόμενο των διαδοχικών μεταβολών του μέσου ετήσιου ΔτΚ περισσοτέρων του ενός ετών είναι μικρότερο της μονάδας (1), επειδή η οικεία διάταξη αναφέρεται σε προσαύξηση των αποδοχών, τότε λαμβάνεται υπόψη ως τιμή του γινομένου η μονάδα.

Παράδειγμα υπολογισμού προσαύξησης αποδοχών με βάση το ΔτΚ: Έστω ότι καταβλήθηκε εισφορά το έτος 2009 στην 5η ασφαλιστική κατηγορία ποσού 279,81 ευρώ. Η αίτηση συνταξιοδότησης υποβλήθηκε τον Νοέμβριο του 2016. Η προσαύξηση του εισοδήματος με βάση το ΔτΚ θα υπολογιστεί, ως εξής: 279,81 ευρώ Χ 12 μήνες = 3357,72 ευρώ : 20% =16.788,60 ευρώ Χ 1,05521 (ΔτΚ 2009) =17715,49 ευρώ

Ετήσια ποσοστά αναπλήρωσης

Το τελικό ποσό του ανταποδοτικού μέρους της σύνταξης υπολογίζεται για το σύνολο του χρόνου ασφάλισης, με βάση τα ποσοστά αναπλήρωσης του πίνακα της παρ. 4 του άρθρου 8. Για την κατανόηση του θέματος, παρατίθεται το ακόλουθο παράδειγμα. Παράδειγμα υπολογισμού τελικού ποσού ανταποδοτικής σύνταξης παλαιού ασφαλισμένου στον τ. ΟΑΕΕ-ΤΕΒΕ. Έστω ασφαλισμένος με συνολικό χρόνο ασφάλισης 40 έτη, ο οποίος υποβάλλει αίτηση συνταξιοδότησης τον Δεκέμβριο του 2016.

Επισυνάπτεται σχετικός πίνακας

Συνεπώς, από 01/01/2002 έως και 31/12/2016, δηλαδή για 180 μήνες, έχουν καταβληθεί συνολικά 254319,18 ευρώ και οι μηνιαίες συντάξιμες αποδοχές ανέρχονται σε 1412,88 ευρώ (25.4319,18 ευρώ: 180 μήνες). Το ποσό της ανταποδοτικής σύνταξης ανέρχεται σε 604,71 ευρώ [1412,88 ευρώ Χ 42,80% (συντελεστής αναπλήρωσης)].

Υπολογισμός ανταποδοτικής σύνταξης μη μισθωτών (ασφαλισμένων τ. ΕΤΑΑ και αυτοαπασχολουμένων)

Όσον αφορά τον υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών των μη μισθωτών (ασφαλισμένων ΕΤΑΑ), η εγκύκλιος παραπέμπει στις οδηγίες του με αρ. πρωτ. Φ.80000/οικ.60271/2195/23.12.2016 εγγράφου του ΥΠΕΚΑΑ (σελ. 9-18). Σχετικά με τον υπολογισμό της ανταποδοτικής σύνταξης των αυτοαπασχολουμένων και των ασφαλισμένων του ΟΓΑ, θα ακολουθήσουν εξειδικευμένες οδηγίες σε ξεχωριστό έγγραφο.

Ειδικές περιπτώσεις

i. Για τους υπαγόμενους στις διατάξεις του Ν. 612/1977 και σε αυτές που παραπέμπουν στο νόμο αυτό, η ανταποδοτική σύνταξη υπολογίζεται, σύμφωνα με τους γενικούς κανόνες. Στην περίπτωση, όμως, που ο χρόνος ασφάλισης υπολείπεται των 35 ετών, το ποσοστό αναπλήρωσης υπολογίζεται στη βάση των 35 ετών. Αν υπερβαίνει τα 35 έτη, υπολογίζεται επί όλου του χρόνου ασφάλισης. Και στην περίπτωση αυτή ισχύει η αναπροσαρμογή των αποδοχών του ασφαλισμένου, για μεν το διάστημα μέχρι και το 2020 με βάση τη μεταβολή του μέσου ετήσιου γενικού ΔτΚ της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, από το 2021 και μετά δε, με βάση το δείκτη μεταβολής μισθών.

ii. Συνταξιοδότηση, λόγω αναπηρίας από εργατικό ατύχημα ή επαγγελματική ασθένεια (άρθρο 31, παρ. 2). Στην περίπτωση αυτή, το ποσό της σύνταξης (άθροισμα εθνικής και ανταποδοτικής σύνταξης, συμπεριλαμβανομένων τυχόν προσαυξήσεων, βάσει του άρθρου 30 ή λόγω παράλληλης απασχόλησης) δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού που αντιστοιχεί στο διπλάσιο της εθνικής σύνταξης για 20 έτη ασφάλισης, όπως εκάστοτε ορίζεται αυτό [σήμερα αντιστοιχεί σε 768,00 ευρώ (384,00 ευρώ Χ 2 =)].

iii. Μισθωτοί αμειβόμενοι με κυμαινόμενες αποδοχές. Για την κατηγορία αυτή ισχύουν οι οδηγίες της με αρ. πρωτ. Φ.80000/οικ.60271/2195/23.12.2016 εγκυκλίου του ΥΠΕΚΑΑ (σελ. 6, 7). Έχοντας, όμως, πλέον υπόψη τις διατάξεις των παρ.1, 2, 5 του άρθρου 94 του ν. 4461/2017, η αναπροσαρμογή των αποδοχών του ασφαλισμένου, μέχρι και το 2020, γίνεται με βάση τη μεταβολή του μέσου ετήσιου γενικού ΔτΚ της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής και, από το 2021 και μετά, με βάση το δείκτη μεταβολής μισθών.

iv. Πολλαπλή ασφάλιση στον ίδιο τ. ΦΚΑ-Παράλληλη ασφάλιση. Για τις περιπτώσεις των ασφαλιζόμενων παράλληλα σε δύο εργασίες, ασφαλιστέες και οι δύο στον ίδιο πρώην φορέα (π.χ. τ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ), καθώς και για εκείνες που αφορούν παράλληλη ασφάλιση, θα ακολουθήσουν οδηγίες σε ξεχωριστό έγγραφο.

Καταργούμενες διατάξεις (άρθρο 28 παρ. 4 Ν. 4387/2016)

Εφεξής, καταργούνται οι διατάξεις που προέβλεπαν διαφορετικό τρόπο υπολογισμού της σύνταξης, λόγω γήρατος, αναπηρίας ή θανάτου, κατώτατο και ανώτατο όριο ποσού κύριας σύνταξης και δεν εφαρμόζονται επί των αιτήσεων συνταξιοδότησης που υποβάλλονται από 13.05.2016. Στην παρ. 4 του άρθρου 28 του Ν. 4387/2016 αναφέρονται ρητά οι καταργούμενες διατάξεις και προβλέπεται η κατάργηση κάθε αντίθετης διάταξης.

Από 13.05.2016, καταργούνται, επίσης:

– Το άρθρο 3 του Ν. 1358/1983 (ΦΕΚ Α’ 64), περί δικαιώματος αναγνώρισης χρόνου στρατιωτικής υπηρεσίας από συνταξιούχους (άρθρο 34 παρ. 4 Ν. 4387/2016)

– Το εδάφιο γ’ της παρ. 2 του άρθρου 40 του Ν. 2084/1992, όπως ισχύει, μετά την αντικατάστασή του με την παρ. 18 του άρθρου 10 του Ν. 3863/2010, που αφορά την αναγνώριση χρόνου εκπαιδευτικής άδειας.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Πρόγραμμα Πανελληνίων 2025