Τη σημαντική μείωση των κόκκινων δανείων για τη φετινή χρονιά «βλέπει» ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Γιάννης Δραγασάκης, σε συνέντευξη που παραχώρησε στην «Αυγή» της Κυριακής, τονίζοντας ότι το 2017 θα αποτελέσει έτος στροφής για τις ελληνικές τράπεζες
. Ακόμη κάνει λόγο για «υποεκπροσώπηση» του Δημοσίου στις Γενικές Συνελεύσεις των τραπεζών και του ΤΧΣ στα Διοικητικά τους Συμβούλια, καθώς η παρουσία των εκπροσώπων του είναι αναντίστοιχη των ποσοστών που κατέχει το Δημόσιο σε αυτές, τονίζοντας την ανάγκη να επαναξιολογηθεί ο νόμος για το ΤΧΣ. Επιπλέον, αναφέρει ότι η Ν.Δ. αποτελεί τμήμα του λεγόμενου «τριγώνου της διαπλοκής», κάτι το οποίο δείχνει ο υπερδανεισμός της.
«Το 2017, μπορεί να είναι έτος στροφής και για το τραπεζικό σύστημα. Η αύξηση των κόκκινων δάνειων έχει πλέον ανακοπεί», τονίζει ο κ. Δραγασάκης και προσθέτει ότι, «από το 2017 κι έπειτα αναμένεται να υπάρξει σημαντική μείωση. Κι αυτό θα γίνει κυρίως με τη μορφή των αναδιαρθρώσεων των δανείων. Ισχυρή ώθηση θα δώσει και η διαδικασία του εξωδικαστικού διακανονισμού», αναφέρει ο Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης, ενώ προαναγγέλλει ότι, «το σχετικό νομοσχέδιο αναμένεται να κατατεθεί σύντομα στη Βουλή. Εντός του 2017 θα λειτουργήσουν επίσης τα κέντρα ενημέρωσης πολιτών και άλλες δομές που θα διευκολύνουν τη διαδικασία.
Στα κόκκινα επιχειρηματικά δάνεια η σημερινή κυβέρνηση είναι υπέρ των λύσεων που ελαχιστοποιούν το κοινωνικό κόστος, διασφαλίζουν θέσεις εργασίας ή και δημιουργούν νέα απασχόληση οδηγώντας εν τέλει σε βιώσιμα σχήματα, αντιμετωπίζοντας παράλληλα θετικά τη δημιουργία συνεργατικών ή κοινοπρακτικών σχημάτων εργαζομένων», υπογραμμίζει.
Ερωτηθείς για τις προτεραιότητες και τους βασικούς στόχους της κυβερνητικής πολιτικής σε σχέση με το τραπεζικό σύστημα, ο κ. Δραγασάκης σημειώνει ότι, «άμεση προτεραιότητα, μόλις αναλάβαμε το 2015, ήταν να αποφύγουμε χρεοκοπίες τραπεζών και να αποτρέψουμε τον κίνδυνο για «κούρεμα» καταθέσεων.
Ο δεύτερος στόχος ήταν, και συνεχίζει να είναι, ένα τραπεζικό σύστημα που θα έχει την εμπιστοσύνη και τη νομιμοποίηση της κοινωνίας και θα υπηρετεί τη διαμόρφωση ενός νέου υποδείγματος βιώσιμης και δίκαιης ανάπτυξης. Αυτό βέβαια», σημειώνει, «προϋποθέτει οι τράπεζες, να ξαναγίνουν τράπεζες, να έχουν πρόσβαση στις διεθνείς αγορές, να μπορούν να χρηματοδοτούν την οικονομία, να σπάσουν οι παλιές διαπλοκές και εξαρτήσεις και αυτό να γίνει σε ένα νέο θεσμικό πλαίσιο που θα διασφαλίζει το συλλογικό κοινωνικό συμφέρον και θα αποτρέπει την επανάληψη παθογενειών του παρελθόντος. Απέχουμε, όμως, ακόμη πολύ από το σημείο αυτό.
«Ο τρίτος στόχος», καταλήγει ο Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης, «είναι ένα εναλλακτικό χρηματοδοτικό σύστημα που θα συνυπάρχει με τις συστημικές τράπεζες και θα έχει ως κύρια αποστολή την ανάδειξη νέων μορφών τραπεζικής και εξωτραπεζικής χρηματοδότησης, τη χρηματοδότηση επενδυτικών σχεδίων μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, την εισαγωγή και διάδοση των μικροπιστώσεων, την ανάπτυξη γενικότερα ανταλλακτικών ιδεών, κριτηρίων και μορφών χρηματοδότησης».