Η Ελλάδα από μέρος ενός προβλήματος γίνεται σημείο αναφοράς, παράγοντας σταθερότητας και επίλυσης των προβλημάτων της περιοχής», σημειώνει αναφορικά με τη Συμφωνία των Πρεσπών ο Γιάννης Δραγασάκης σε συνέντευξή του στο Αθηναϊκό και Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Μιλώντας για τα ευρύτερα πολιτικά, οικονομικά και γεωστρατηγικά οφέλη, επισημαίνει ότι η συμφωνία πρέπει να κατανοηθεί ως μέρος μιας «συνολικής στρατηγικής για την ισότιμη συνεργασία, και συνανάπτυξη της περιοχής». Προαναγγέλλει ότι η κυβέρνηση και το υπουργείο Οικονομίας και Ανάπτυξης ειδικότερα, σχεδιάζει δράσεις και εργαλεία προς αυτή τη κατεύθυνση που θα ανακοινωθούν στο κατάλληλο χρόνο.
Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης δηλώνει ότι η στάση της ΝΔ σε σχέση με τη Συμφωνία των Πρεσπών «νομιμοποιεί τη θέση του κ. Σαμαρά» και τη δράση της Χρυσής Αυγής. Συμπεραίνει ότι ορισμένες δυνάμεις «νιώθουν άβολα» με την προοπτική που δημιουργεί η έξοδος από τα μνημόνια και η θετική προγραμματική ατζέντα για την αντιμετώπιση των κοινωνικών προβλημάτων. Αποκρούοντας αιτιάσεις σχετικά με την αύξηση του κατώτατου μισθού και την κατάργηση του υποκατώτατου, τονίζει ότι αναμένονται θετικές συνέπειες από τις πλευρές της κατανάλωσης, της παραγωγής και της παραγωγικότητας, ενώ στηλιτεύει τη στάση του κ. Μητσοτάκη και της κ. Γεννηματά, αλλά και του ΚΚΕ. Επικρίνει δε, τη ΝΔ και το ΚΙΝΑΛ για τη στάση τους και στην έξοδο στις αγορές.
Ενόψει και των ευρωεκλογών, ο κ. Δραγασάκης υπογραμμίζει πως η απάντηση στην ακροδεξιά και τον νεοφιλελευθερισμό στην Ευρώπη μπορεί να δοθεί «μέσα από μια ευρεία προοδευτική δημοκρατική συμπαράταξη». Ως προς το πώς μεταφράζονται αυτά στην Ελλάδα ενόψει και εκλογικών αναμετρήσεων, αναφέρει ότι από τη μια είναι το μπλοκ των συντηρητικών, «παλιών καθεστωτικών» δυνάμεων που «θεωρούν την Ελλάδα ιδιοκτησία τους». Από την άλλη είναι «οι δυνάμεις του αριστερού και προοδευτικού χώρου, η μεγάλη κοινωνική συμμαχία των δυνάμεων της εργασίας» για την υπεράσπιση της εργασίας, του κοινωνικού κράτους, την προοπτική της νέας γενιάς, τα ευρύτερα συμφέροντα της χώρας.
Σημειώνει ακόμη ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι βασικός ισχυρός πυλώνας για αυτή την «προοδευτική συμπαράταξη», το εύρος της οποίας «εμείς δεν το φοβόμαστε από την στιγμή που θα έχει συμφωνηθεί μια συγκεκριμένη προγραμματική βάση».
«Ποτέ δεν δήλωσα ότι θα γίνει νέα ανακεφαλαιοποίηση», εξάλλου «είναι εντυπωσιακός ο βαθμός διαστρέβλωσης για άλλη μια φορά», υπογραμμίζει ερωτηθείς εάν υπάρχει ενδεχόμενο νέας ανακεφαλαιοποίησης εξαιτίας των κόκκινων δανείων. Αναφέρει ότι η κυβέρνηση έκανε και κάνει ό,τι χρειάζεται για να λύσει το πρόβλημα των κόκκινων δανείων, επισημαίνει ότι το Σεπτέμβριο του 2018 τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια είχαν μειωθεί στα 84,7 δισ. και τονίζει ότι η κυβέρνηση επιταχύνει την επίλυση αυτού του προβλήματος με τρόπο που προστατεύει την πρώτη κατοικία.
“Είναι εντυπωσιακός ο βαθμός διαστρέβλωσης για άλλη μια φορά. Ποτέ δεν δήλωσα ότι θα γίνει νέα ανακεφαλαιοποίηση. Αντίθετα τόνισα τη σημασία που έχει η μείωση των κόκκινων δανείων και ότι αυτή η κυβέρνηση έκανε και κάνει ό,τι χρειάζεται για να λύσει το πρόβλημα των κόκκινων δανείων και να απελευθερώσει την κοινωνία και την οικονομία από το βάρος αυτό που μας κληροδότησαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις. Μέχρι το 2014 άφησαν το πρόβλημα να γιγαντώνεται μέχρι που φθάσαμε στο σημείο να είμαστε η χώρα με το μεγαλύτερο όγκο κόκκινων δανείων στην Ευρώπη, με τις γνωστές οδυνηρές συνέπειες. Ενδεικτικό είναι ότι τα κόκκινα δάνεια από 52,3 δισ. που ήταν το Δεκέμβριο του 2011 έφτασαν τα 97,7 δισ. ευρώ το Δεκέμβριο του 2014.
Από το 2015 μέχρι σήμερα έχουν υπάρξει θετικά αποτελέσματα. Αυτό το αναγνωρίζουν όλοι και συγκεκριμένα το Σεπτέμβριο του 2018 τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια είχαν μειωθεί στα 84,7 δισ. Μάλιστα με ένα φάσμα θεσμικών και άλλων πρωτοβουλιών η κυβέρνηση επιταχύνει την επίλυση αυτού του προβλήματος με τρόπο που προστατεύει τη πρώτη κατοικία”.
Αναφέρεται στις κινήσεις για τη ρευστότητα και τη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας, προαναγγέλλοντας, μεταξύ άλλων, ότι το Νομοσχέδιο για την Εθνική Αναπτυξιακή Τράπεζα ολοκληρώνεται με τη τεχνική βοήθεια και συνεργασία της Γαλλικής Αναπτυξιακής Τράπεζας και θα δοθεί σύντομα σε διαβούλευση.