Η περικοπή των “δώρων” Χριστουγέννων και Πάσχα, καθώς και του επιδόματος αδείας, ξεκίνησε κατά το ήμισυ με τους Ν.3833/10 και 3845/10 για να οδηγηθούμε στην οριστική κατάργηση τους με τον Ν.4093/12.
Άρθρο του Αντιπροέδρου της ΑΔΕΔΥ, Γιώργου Πετρόπουλου στην εφημερίδα Έθνος
Είναι χρήσιμο να θυμηθούμε, πως οι περικοπές αυτές(δυο μηνιαίοι μισθοί κατά μέσο όρο) προστέθηκαν σε σειρά άλλων μισθολογικών περικοπών που επιβλήθηκαν στους εργαζομένους στο Δημόσιο, με αποτέλεσμα να έχουμε μειώσεις που να υπερβαίνουν μεσοσταθμικά το 30%.
Είναι επίσης χρήσιμο να θυμηθούμε πως οι μειώσεις αυτές, συνοδεύτηκαν από έναν επικοινωνιακό πόλεμο ενάντια στους εργαζόμενους, και το Δημόσιο γενικότερα, με διάφορες τερατολογίες που ακούγοντας κάθε βράδυ στα τηλεπαράθυρα, για τον αριθμό των Δημοσίων Υπαλλήλων ή για τα επιδόματα που υποτίθεται ότι έπαιρναν. Να θυμίσουμε τέλος, πως οι ακραίες, μισθολογικές μειώσεις που οριστικοποίησε η συγκυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ (για να μη ξεχνιόμαστε) υποτίθεται πως έγινε για να διασωθούν οι μισθοί και η απασχόληση στον ιδιωτικό τομέα. Την συνέχεια την ξέρουμε, “εξαέρωση” των μισθών, των εργασιακών σχέσεων, και την απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα, μέσω του καθοδικού σπιράλ που δημιούργησαν οι αντίστοιχες περικοπές στο Δημόσιο.
Ακολούθησαν μεμονωμένες προσφυγές εργαζομένων, κυρίως στα πολιτικά δικαστήρια, οι περισσότερες απο τις οποίες κρίθηκαν θετικά σε πρώτο βαθμό. Η ΑΔΕΔΥ, σωστά κατά τη γνώμη μου, διαβλέποντας το κίνδυνο, να διολισθήσει, μια, κατεξοχήν πολιτική διεκδίκηση, σε δικαστική διαμάχη με κόστος και ταλαιπωρία για τους εργαζόμενους, και προκειμένου να συγκροτηθεί “νομολογία” που να προκρίνει τις επόμενες κινήσεις, συνέστησε ψυχραιμία και την συμπλήρωση αιτήσεων για την αποφυγή της μη παραγραφής.
Η πρόσφατη απόφαση του ΣΤ’ Τμήματος του ΣΤΕ, η οποία έκρινε ως αντισυνταγματικό τον Ν. 4093/12, και η αναμενόμενη συνεδρίαση της Ολομέλειας την 1η Φεβρουαρίου, κάνει αναγκαία την αναπροσαρμογή της τακτικής. Και αυτό γιατί υπάρχει το ενδεχόμενο, η Ολομέλεια να επαναλάβει το σκεπτικό της απόφασης του ΣΤ’ Τμήματος, κρίνοντας ταυτόχρονα, όπως έχει κάνει στο παρελθόν, περιορισμένη την αναδρομικότητα, μόνο σε όσους έχουν προσφύγει δικαστικά.
Οδηγούμαστε εκ των πραγμάτων, και προκειμένου να εξασφαλιστεί κάθε ενδεχόμενο, σε μια εξέλιξη, που προσπαθήσαμε, όλο το προηγούμενο διάστημα να αποφύγουμε. Τις δεκάδες χιλιάδες αγωγές εργαζομένων και την ταλαιπωρία και το κόστος που αυτές συνεπάγονται.
Ο μόνος τρόπος για να ανατραπεί αυτή η κατάσταση, είναι η πολιτική πρωτοβουλία της Κυβέρνησης για επαναφορά των Δώρων και του Επιδόματος Αδείας. Όπως, πολύ σωστά, η Κυβέρνηση προχώρησε στην αύξηση του κατώτατου μισθού, όχι μόνο για λόγους δικαιοσύνης, αλλά και γιατί το αντιμετωπίζει ως αναπτυξιακή στρατηγική, έτσι θα πρέπει να αντιμετωπιστεί και η διευθέτηση του 13ου και 14ου μισθού στο Δημόσιο.
Πρόκειται για χρήματα, που προφανώς δεν θα διαφύγουν σε κάποιο εξωχώριο παράδεισο, κατά τα ειωθότα της επιχειρηματικής ελίτ, άλλα θα καλύψουν βασικές ανάγκες, των έτσι κι αλλιώς χαμηλόμισθων εργαζομένων στο Δημόσιο. Θα ξαναγυρίσουν δηλαδή στην ελληνική κοινωνία, αφού η αύξηση των εισοδημάτων, θα οδηγήσει στην αύξηση της ενεργούς ζήτησης, σε περισσότερες και καλύτερες δουλειές, που κι αυτές θα τροφοδοτήσουν ένα αναπτυξιακό σπιράλ, αυτή τη φορά, αυξάνοντας τα φορολογικά και ασφαλιστικά έσοδα.