To ΔΝΤ επιμένει πως πρέπει να ακυρώσει την επιλογή της κυβέρνησης, που αύξησε τον ΦΠΑ από 23% σε 24% και την άμεση φορολογία στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις ενώ μάλιστα προτείνει τηβν μείωση έως και δέκα μονάδες στις επιχειρήσεις ή και 15%-20% για τα νοικοκυριά.
Όπως αναφέρεται στην έκθεση του Ταμείου, το ΔΝΤ θεωρεί στρέβλωση και καταστροφικό λάθος για την ανάπτυξη και την απασχόληση την υπερφορολόγηση της αγοράς.
Για να καταστεί εφικτή όμως πλέον η μείωση των φόρων, το Ταμείο επαναφέρει την αρχική του πρόταση για δραστική μείωση του αφορολογήτου, έναντι της οποίας η κυβέρνηση προτίμησε τις αυξήσεις των εμμέσων φόρων.
Δέχεται δηλαδή να υπάρξουν φοροελαφρύνσεις (έως και δέκα μονάδες για επιχειρήσεις και νοικοκυριά), παίρνοντας όμως «λίγα από πολλούς» και όχι με μελλοντικά έσοδα, που ο υπουργός Οικονομικών, Ευκλείδης Τσακαλώτος, υπόσχεται πως θα βρεθούν από την καταπολέμηση της διαφθοράς και της φοροδιαφυγής στη χώρα μας.
Συγκεκριμένα, η έκθεση του ΔΝΤ αναφέρει ότι:
– οι φορολογικοί συντελεστές στην Ελλάδα πρέπει να μειωθούν, ενώ, αντιθέτως, πρέπει να διευρυνθεί η φορολογική βάση, δηλαδή ο αριθμός των φορολογουμένων που πληρώνουν άμεσους φόρους εισοδήματος.
– όλοι οι φόροι στην Ελλάδα ξεπερνούν τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, αλλά έτσι ενθαρρύνεται η φοροδιαφυγή, αποθαρρύνεται η διάθεση για αναζήτηση εργασίας και οδηγεί τις επιχειρήσεις να μεταφέρονται σε γειτονικές χώρες με χαμηλότερη φορολογία.
– πάνω από το 50% των μισθωτών απαλλάσσονται από φόρο εισοδήματος, λόγω του -σχετικά με τα διαθέσιμα εισοδήματα- υψηλού αφορολογήτου ορίου.
– η κυβέρνηση πρέπει να μειώσει τους φορολογικούς συντελεστές, τις εκπτώσεις φόρου και τις φοροαπαλλαγές. Μειώνοντας το αφορολόγητο στον μέσο όρο της ευρωζώνης θα μπορούσε να μειώσει τους φόρους στις επιχειρήσεις κατά δέκα μονάδες και τους φόρους εισοδήματος 15%-20% ή επίσης να μειώσει τον ΦΠΑ κατά μία μονάδα (από 24% σε 23%).