Τομές επιφέρει το νομοσχέδιο που κατατέθηκε από τον υπουργό Δικαιοσύνης Κωνσταντίνο Τσιάρα στην Βουλή για το θεσμό της διαμεσολάβησης στις αστικές και εμπορικές υποθέσεις, έτσι ώστε να καταστεί μια αξιόπιστη, εναλλακτική μέθοδο πρόσβασης στη Δικαιοσύνη, με μικρό κόστος και εξοικονόμηση χρόνου, προς το συμφέρον των πολιτών και της κοινωνίας γενικότερα.
Η νομοθετική αυτή πρωτοβουλία του υπουργείου Δικαιοσύνης συνιστά ένα εγχείρημα υποχρεωτικής προσπάθειας υπαγωγής στη διαμεσολάβηση, ως μια ευκαιρία στον θεσμό της διαμεσολάβησης, ο οποίος εδώ και 10 χρόνια μετά την εισαγωγή του στην εθνική έννομη τάξη το έτος 2010 (νόμος 3898/2010) μέχρι και την αναθεώρησή του με τον νόμο 4512/2018 της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ συνεχίζει να καρκινοβατεί. Και αυτό γιατί η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ δεν μπόρεσε να πείσει τον απλό πολίτη ότι είναι προς το συμφέρον του, από κάθε σκοπιά (οικονομική, χρονική, ψυχική, κ.λπ.).
Με το επίμαχο νομοσχέδιο για τη διαμεσολάβηση σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις που στην ουσία εναρμονίζεται η ελληνική νομοθεσία στις διατάξεις της οδηγίας 2008/52/ΕΚ του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου και του συμβουλίου της 21ής Μαίου 2008, επέρχονται αλλαγές στο ισχύον νομοθετικό πλαίσιο (νόμος 4512/2018), του οποίου οι διατάξεις για την υποχρεωτικότητα κρίθηκαν αντισυνταγματικές από τη Διοικητική Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, με την υπ΄ αριθμ. 34/2018 απόφασή της.
Το υπουργείο Δικαιοσύνης φιλοδοξεί να μετατρέψει σε βάθος χρόνου τη διαδικασία της διαμεσολάβησης από έναν προαιρετικό θεσμό σε μια συνειδητή επιλογή των πολιτών, οι οποίοι επιζητούν την άμεση και οικονομική λύση στα δικαιοδοτικά τους προβλήματα που ανακύπτουν στο πέρασμα της καθημερινότητας. Έτσι οι πολίτες θα έχουν το δικαίωμα της επιλογής μιας σύντομης και μη χρονοβόρας διαδικασίας επίλυσης των διαφορών τους.
Πρόκειται ουσιαστικά για μια οικονομική, εμπιστευτική και αμερόληπτη διαδικασία που δεν διαταράσσει, αλλά αντίθετα διευκολύνει, τις οικογενειακές σχέσεις, τις εταιρικές και εμπορικές συναλλαγές και τις σχέσεις εργοδότη και εργαζόμενου, ενώ ταυτόχρονα αφαιρεί έναν τεράστιο όγκο δικαστικής ύλης από τα χέρια της Δικαιοσύνης, έτσι ώστε να αδειάσουν επιτέλους οι κατάμεστες αίθουσες των δικαστηρίων από το συνωστισμό των διαδίκων, δικηγόρων και μαρτύρων.
Δείτε εδώ την αιτιολογική έκθεση
Ποιες υποθέσεις υπάγονται στη διαμεσολάβηση
Σύμφωνα με το εν λόγω νομοσχέδιο στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης υπάγονται οι παρακάτω ιδιωτικές διαφορές:
α) Οι οικογενειακές διαφορές πλην των γαμικών διαφορών που αφορούν το διαζύγιο, την ακύρωση του γάμου, την αναγνώριση της ύπαρξης ή της ανυπαρξίας γάμου και των διαφορών από τις σχέσεις γονέων και τέκνων (προσβολή πατρότητας, μητρότητας κ.λπ.),
β) Οι διαφορές που εκδικάζονται κατά την τακτική διαδικασία και υπάγονται στην καθ΄ ύλην αρμοδιότητα του Μονομελούς και Πολυμελούς Πρωτοδικείου, ενώ εξαιρούνται ρητά οι περιπτώσεις:
1) της κύριας παρέμβαση που ασκείται σε συνάφεια με το αντικείμενο των διαφορών αυτών,
2) οι διαφορές στις οποίες διάδικο μέρος είναι το Δημόσιο ή Ο.Τ.Α. ή Ν.Π.Δ.Δ. και
3) οι διαφορές, στις οποίες οι διάδικοι δικαιούνται νομικής βοήθειας. Ειδικότερα, πριν από την προσφυγή στο δικαστήριο, ο πληρεξούσιος δικηγόρος οφείλει να ενημερώσει τον εντολέα του εγγράφως, για τη δυνατότητα απόπειρας διαμεσολαβητικής διευθέτησης της διαφοράς, καθώς και για την υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης.
Το ενημερωτικό αυτό έγγραφο, το οποίο συντάσσεται από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης (ΚΕΔ), συμπληρώνεται και υπογράφεται από τον εντολέα και τον πληρεξούσιο δικηγόρο και κατατίθεται με το εισαγωγικό δικόγραφο της αγωγής, κ.λπ., επί ποινή απαράδεκτου της κατάθεσης του.
Στην συνέχεια, σε περίπτωση που τα διάδικα μέρη δεν συμφωνήσουν για το πρόσωπο του διαμεσολαβητή, αυτός ορίζεται από την ΚΕΔ, κατά σειρά προτεραιότητας σύμφωνα με τον αύξοντα αριθμό μητρώου από το Ειδικό Μητρώο Διαμεσολαβητών, που τηρείται στο οικείο Πρωτοδικείο της περιφέρειας του προσφεύγοντα στην Δικαιοσύνη.
Ως προς την υποχρεωτική αρχική συνεδρία της διαμεσολάβησης η παράσταση του δικηγόρου των διαδίκων είναι υποχρεωτική, με μειωμένο παράβολο του κατά τόπου Δικηγορικού Συλλόγου.
Πάντως, πρέπει να ξεκαθαριστεί ότι στην διαδικασία της διαμεσολάβησης η παράσταση δικηγόρου είναι υποχρεωτική και σε περίπτωση που τα διάδικα μέρη αχθούν σε συμφωνία, το σχετικό συμφωνητικό, συνιστά πλέον εκτελεστό τίτλο.
Στην πράξη τι γίνεται
Η υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης είναι μία συνάντηση των μερών με το διαμεσολαβητή που πρέπει να γίνει πριν τη συζήτηση της υπόθεσης στο δικαστήριο, αλλιώς αυτή (η συζήτηση) κηρύσσεται απαράδεκτη και αφορά μόνο τα δικόγραφα των αγωγών σε υποθέσεις οικογενειακές (πλην διαζυγίου, ακύρωσης γάμου, προσβολής πατρότητας κ.λπ.) καθώς και σε υποθέσεις που θα υπάγονταν στην τακτική διαδικασία Μονομελούς και Πολυμελούς Πρωτοδικείου και λαμβάνει χώρα σύμφωνα με την κατά τόπο αρμοδιότητα της διαφοράς. Εξαιρούνται οι υποθέσεις που στις διαφορές διάδικο μέρος είναι το Δημόσιο, Ο.Τ.Α. ή Ν.Π.Δ.Δ.
Στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία το πρόσωπο του διαμεσολαβητή δύναται να συμφωνηθεί από τα μέρη, άλλως επιλέγεται κατά απόλυτα αμερόληπτο τρόπο και συγκεκριμένα σύμφωνα με τη σειρά προτεραιότητας του Ειδικού Μητρώου διαπιστευμένων διαμεσολαβητών που τηρείται από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης ηλεκτρονικά.
Τα μέρη προσέρχονται στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία, προκειμένου ο διαμεσολαβητής να τους ενημερώσει για τη διαδικασία της διαμεσολάβησης, τις αρχές που τη διέπουν και τις ιδιαιτερότητες της υπόθεσής τους, με σκοπό να εξετάσουν την πιθανότητα να επιλύσουν τη διαφορά τους μέσω αυτής.
Ειδικότερα, λόγω του ότι η εκούσια διαμεσολάβηση δεν απέφερε καρπούς, προβλέπεται σήμερα η υποχρεωτική αυτή αρχική συνεδρία, δίνοντας έτσι την ευκαιρία στα μέρη να επικοινωνήσουν μεταξύ τους με την παρουσία ενός τρίτου προσώπου του διαμεσολαβητή.
Περαιτέρω, προβλέπεται τόσο στην εκούσια διαμεσολάβηση όσο και στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία η παράσταση δικηγόρων. Αυτή κρίθηκε σκόπιμη δεδομένου ότι ο διαμεσολαβητής δεν είναι απαραίτητα νομικός, ενώ το πρακτικό της συμφωνίας στην οποία δύνανται τα μέρη να καταλήξουν θα μπορεί να αποτελέσει τίτλο εκτελεστό, ταυτόχρονα δε θα καταργείται κάθε τυχόν εκκρεμής δίκη και δεν θα δύνανται τα μέρη να ασκήσουν αγωγή για τη ίδια διαφορά.
Εξάλλου, η παρουσία των δικηγόρων, που στη διαμεσολάβηση καλούνται νομικοί παραστάτες, κρίνεται σκόπιμη και στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία, τόσο για την ισότητα των όπλων (αν προσέλθει το ένα μέρος με δικηγόρο και το άλλο όχι) όσο και για τα νομικά ζητήματα που ούτως ή άλλως υπάρχουν σε μια διαφορά και το γεγονός ότι ο δικηγόρος θα δύναται από την πρώτη στιγμή να λειτουργήσει επιβοηθητικά στο έργο που επιτελείται μέσω της διαδικασίας της διαμεσολάβησης, το πρώτο στάδιο της οποίας είναι η υποχρεωτική αρχική συνεδρία.
Στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία ο κανόνας είναι τα μέρη να παρίστανται αυτοπροσώπως με τους δικηγόρους τους.
Αν η υπόθεση αχθεί στο δικαστήριο, η μη προσέλευση του μέρους που κλήθηκε νομότυπα έχει ως συνέπεια τη δυνατότητα του δικαστή να επιβάλει ποινή ποσού 100 – 500 ευρώ, συνεκτιμώμενης της εν γένει συμπεριφοράς του μέρους και των λόγων μη προσέλευσης.
Η αμοιβή του διαμεσολαβητή συμφωνείται ελεύθερα με τα μέρη. Σε περίπτωση μη ύπαρξης έγγραφης συμφωνίας ορίζεται ότι η αμοιβή του για την υποχρεωτική αρχική συνεδρία είναι 50 ευρώ που βαρύνει τα μέρη κατ’ ισομοιρία, ενώ στη συνέχεια για τη διαδικασία της διαμεσολάβησης η αμοιβή του είναι 80 ευρώ ανά ώρα.
Η αμοιβή των νομικών παραστατών συμφωνείται ελεύθερα. Για τη συμμετοχή τους στην διαδικασία της διαμεσολάβησης (όχι της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας) εκδίδεται γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών σύμφωνα με τον Κώδικα Δικηγόρων ποσού 60 ευρώ, 100 ευρώ και 150 ευρώ αντίστοιχα για υποθέσεις που θα υπάγονταν στο Ειρηνοδικείο, Μονομελές και Πολυμελές Πρωτοδικείο.
Χρόνος εφαρμογής
Τέλος, προβλέπεται η σταδιακή εφαρμογή της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας ως εξής:
α) από την 15η Ιανουαρίου 2020 οι οικογενειακές διαφορές,
β) από την 15η Μαρτίου 2020 οι διαφορές που θα υπάγονταν στην καθ’ ύλην αρμοδιότητα του Πολυμελούς Πρωτοδικείου και
γ) από την 15η Μαΐου οι διαφορές που θα υπάγονταν στην καθ’ ύλην αρμοδιότητα του Μονομελούς Πρωτοδικείου.