Aύξηση των επιτοκίων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας κατά 75 μονάδες βάσης
Σύμφωνα με την ΗΜΕΡΗΣΙΑ, το euribor 3μήνου από το 1,5% αναμένεται να «σκαρφαλώσει» κοντά στο 2,5% στο τέλος του 2022 και σε πάνω από 3% την επόμενη χρονιά.
Σε ό,τι αφορά τους καταθέτες οι αποδόσεις των προθεσμιακών είναι σχεδόν μηδενικές (το μέσο επιτόκιο στην Ελλάδα διαμορφώνεται στο 0,11%, έναντι 0,35% στην ευρωζώνη).
Σε πρόσφατη έκθεσή της η Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή (ΕΒΑ) περιέγραψε το ντόμινο επιπτώσεων που μπορεί να δημιουργηθεί λόγω του υψηλού πληθωρισμού και των αυξανόμενων επιτοκίων των στεγαστικών δανείων, πανευρωπαϊκά. Επιπτώσεις που θα είναι εντονότερες αν υπάρξει αύξηση της ανεργίας.
Μεγαλύτερο κίνδυνο σε ό,τι αφορά την ικανότητα αποπληρωμής έχουν οι υπερχρεωμένοι δανειολήπτες και όσοι είναι χαμηλού εισοδήματος, που θα δουν αύξηση των επιτοκίων χωρίς αύξηση των εισοδημάτων τους. Ταυτόχρονα τα υψηλότερα επιτόκια και κόστος ζωής μειώνουν τη δανειοληπτική ικανότητα των νοικοκυριών σε νέα στεγαστικά δάνεια.
Ετσι, η ΕΒΑ συστήνει συνετές πολιτικές δανειοδότησης -που θα περιορίσουν την περίμετρο των εν δυνάμει δανειοληπτών και την πιστωτική επέκταση- αλλά και ενίσχυση της παρακολούθησης τόσο από τις ίδιες τις τράπεζες, όσο και από τους επόπτες, ώστε να εντοπίζουν έγκαιρα τους κινδύνους καθώς η ποιότητα του ενεργητικού του στεγαστικού χαρτοφυλακίου επιβαρύνει σημαντικά τον πιστωτικό κίνδυνο.
Δανειολήπτες με κυμαινόμενο επιτόκιο
Οι δανειολήπτες κυμαινόμενου επιτοκίου έχουν βγάλει τα κομπιουτεράκια ώστε να υπολογίσουν την νέα επιβάρυνση, κυρίως των στεγαστικών δανείων, καθώς το κόστος της στέγης είναι αυτό που καίει τα ελληνικά νοικοκυριά.
Αλώβητες από τις αυξήσεις των επιτοκίων δεν βγαίνουν φυσικά ούτε οι επιχειρήσεις καθώς και αυτές θα δουν αυξήσεις στις δόσεις των δανείων τους. Σήμερα τα κυμαινόμενα επιτόκια των στεγαστικών διαμορφώνονται στη ζώνη 2,5%-3% συν euribor 3μήνου.
Παράλληλα επιστρέφει το «πέναλτι» πρόωρης αποπληρωμής δανείων σταθερού επιτοκίου, το οποίο καθορίζεται από μια σειρά παραμέτρων.
Παραδείγματα
Ενδεικτικά, σε υφιστάμενο δάνειο με κυμαινόμενο επιτόκιο (συνήθως Εuribor+spread) 100.000 ευρώ με ονομαστικό επιτόκιο 3,0%, διάρκειας 15 ετών, η μηνιαία δόση υπολογίζεται σε 696,37 ευρώ. Οταν το επιτόκιο διαμορφωθεί στο 3,75%, η μηνιαία δόση αυξάνεται στα 733,19 ευρώ και στα 745,72 ευρώ αν το επιτόκιο διαμορφωθεί στο 4%.
Με επιτόκιο 4,25% η μηνιαία δόση είναι περίπου 758 ευρώ (+62 ευρώ) και στα 771 ευρώ αν το επιτόκιο «σκαρφαλώσει» στο 4,5% (+75 ευρώ). Ανάλογες είναι οι επιβαρύνσεις για δάνειο ίδιου ποσού και επιτοκίου αλλά 20ετούς διάρκειας, η δόση του οποίου διαμορφώνεται στα 560 ευρώ όταν το επιτόκιο είναι 3% και μπορεί να φτάσει τα 640 με επιτόκιο 4,5%.
Σε κάθε περίπτωση, σημασία έχει πόσο ώριμο είναι το κάθε δάνειο, δηλαδή πότε εκταμιεύθηκε και πόσο χρόνια υπολείπονται για την αποπληρωμή του.
Ετσι, η δόση ενός δανείου 100.000 ευρώ, διάρκειας 30 ετών, θα αυξηθεί κατά 38 ευρώ και θα διαμορφωθεί στα 501 ευρώ αν χορηγήθηκε το 2010 και το επιτόκιο αυξηθεί από 3,75% στο 4,75%. Αντίστοιχα για το ίδιο ακριβώς δάνειο, που χορηγήθηκε το 2017, η δόση θα αυξηθεί κατά 58 ευρώ, στα 521 ευρώ, από 463,12 ευρώ.
Τους δικούς τους υπολογισμούς κάνουν και εκείνοι που λόγω της έκρηξης των ενοικίων παραμένουν ακόμα προσανατολισμένοι στην αγορά κατοικίας και πριν η ΕΚΤ αποφασίσει περαιτέρω αύξηση των επιτοκίων, το πρώτο τρίμηνο του 2023.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στο πρώτο 8μηνο του έτους οι αιτήσεις για στεγαστικά δάνεια αυξήθηκαν στις 34.000, έναντι 30.000 το αντίστοιχο διάστημα του 2021.
Οι «τυχεροί»
Οι «τυχεροί» της υπόθεσης είναι όσοι έχουν δάνεια σταθερού επιτοκίου (σήμερα διαμορφώνεται πάνω από το 4,20%-4,30%) και κυρίως εκείνοι που άκουσαν τους προηγούμενους μήνες τις προτροπές των τραπεζών και «γύρισαν» τα δάνειά τους από κυμαινόμενου επιτοκίου σε σταθερό ώστε να «προφυλαχθούν» από την άνοδο των επιτοκίων.
Οι τράπεζες, σε μια προσπάθεια να διατηρήσουν όσο τον δυνατόν την ελκυστικότητα των δανείων -ώστε να πετύχουν και τους στόχους πιστωτικές επέκτασης- αλλά και να μη διαταράξουν τη ροή αποπληρωμών, μειώνουν το spread στα κυμαινόμενα επιτόκια, ωστόσο τα νέα στεγαστικά σταθερού επιτοκίου έχουν αυξηθεί κατά 40 και 50 μονάδες βάσης.
Σε ό,τι αφορά τις επιχειρήσεις τα επιτόκια βραχυχρόνιων χορηγήσεων κινούνται ήδη πάνω από το 9% και τα κεφάλαια κίνησης πάνω από το 8,5%.