Με ένα άρθρο που αναμένεται να προκαλέσει ποικίλες αντιδράσεις τοποθετήθηκε ο νυν αρθρογράφος του Bloomberg και πρώην διευθυντικό στέλεχος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, Ασόκα Μόντι, για την εμπλοκή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα.

Ο Μόντι ούτε λίγο ούτε πολύ προτρέπει το Ταμείο να «αποχωρήσει από την Ελλάδα» καθώς όπως επισημαίνει «η μέχρι τώρα εμπλοκή του αποδείχθηκε ολική καταστροφική». Μάλιστα πηγαίνει ένα βήμα πιο πέρα τον συλλογισμό του αναφέροντας πως «το ΔΝΤ πρέπει να διαγράψει το χρέος της Ελλάδας και να αποχωρήσει από τη χώρα, αφήνοντας «Έλληνες και Ευρωπαίους να βγάλουν άκρη με αυτό το χάλι».

Το πρώην στέλεχος του Ταμείου στο ευρωπαϊκό τμήμα δίνει τροφή στις συζητήσεις που είναι πιο επίκαιρες από ποτέ όσον αφορά την -οικονομική- εμπλοκή του ΔΝΤ στο πακέτο διάσωσης της Ελλάδας και σε ποιο βαθμό αυτή θα πραγματωθεί.

«Ήταν σα να απαιτούσες από έναν τραυματία να τρέξει γύρω από το τετράγωνο πριν του προσφέρουμε φροντίδα», λέει αναφερόμενος στην Ελλάδα μετά την ανάληψη της εξουσίας από τον ΣΥΡΙΖΑ και συνεχίζει, «ως συνήθως όμως, η ταλαιπωρία χρεώθηκε στην απροθυμία της Ελλάδας να συνεργαστεί».

Το τεράστιο λάθος του Ταμείου, κατά τον ίδιο, ήταν ότι συμφώνησε στην κατάρτιση ενός προγράμματος διάσωσης που, αντίθετα με τους κανονισμούς του ΔΝΤ, δεν επέβαλλε καμία απώλεια στους ιδιώτες πιστωτές της Ελλάδας, με το επιχείρημα ότι αυτό θα μπορούσε να πυροδοτήσει μία παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση.

«Έτσι, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και το ΔΝΤ δάνεισαν στην Ελλάδα ένα μεγάλο ποσό για να αποπληρώσει τους υπάρχοντες δανειστές της. Το χρέος της Ελλάδας παρέμεινε απαράλλαχτο και επονείδιστο, και οι πιο ευάλωτοι Έλληνες αναγκάστηκαν να αποδεχθούν αυστηρή λιτότητα για να αποπληρώσουν τους νέους επίσημους δανειστές της χώρας. Η οικονομία, γρήγορα και προβλέψιμα, πήρε την κάτω βόλτα», εξηγεί ο Μόντι.

Και μολονότι το ΔΝΤ παραδέχθηκε αργότερα ότι το πρόγραμμα ήταν γεμάτο λάθη, ποτέ δεν ανέλαβε την ευθύνη, αλλά αντίθετα απαίτησε ακόμα περισσότερη λιτότητα το 2014, με τους Έλληνες να “επαναστατούν”, κατά τον ίδιο, και να στέλνουν στην εξουσία τον ΣΥΡΙΖΑ, γεγονός που “απλά έκανε τις απαιτήσεις του ΔΝΤ ακόμα πιο επίμονες”.

«Το κορυφαίο στάδιο παράνοιας ήρθε στα μέσα του 2015», επισημαίνει και εξηγεί: «Το ΔΝΤ έβγαλε μία έκθεση που ανέφερε απλά ότι με βάση τις τελευταίες προτάσεις λιτότητας της Ευρώπης, η Ελλάδα θα χρειαζόταν ένα θαύμα για να αποπληρώσει τα χρέη της. Τότε, η έρευνα του ΔΝΤ έδειχνε ότι η καλύτερη πορεία θα ήταν να χαριστεί το χρέος και να εγκαταλειφθεί η περαιτέρω δημοσιονομική λιτότητα. Αυτό θα επέτρεπε στη χώρα κάποια ελευθερία για να αναπτυχθεί ξανά και ενδεχομένως να προσελκύσει ακόμα και νέες επενδύσεις. Και όταν αυτή η διαδικασία θα ήταν σε εξέλιξη, η Ελλάδα θα ήταν ελεύθερη από τους επίσημους δανειστές της και θα βασιζόταν και πάλι στους ιδιώτες επενδυτές».

Έκτοτε, παρατηρεί ο Μόντι, το ΔΝΤ κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση, ζητώντας επιτακτικά από τους Ευρωπαίους να προχωρήσουν σε διαγραφή σημαντικού μέρους του ελληνικού χρέους, όμως η Γερμανία αντιδρά στο αίτημα αυτό, με αποτέλεσμα η λιτότητα να συνεχίζεται, αποτρέποντας την οικονομική ανάπτυξη και προκαλώντας περαιτέρω αύξηση του χρέους.

«Αυτή η στρατηγική είναι εντελώς απερίσκεπτη. Οι Έλληνες έχουν υποστεί άδικο πόνο. Αυτοί που μπορούν να φύγουν το κάνουν, με την προοπτική μίας γερασμένης και απελπισμένης χώρας να είναι απειλητική. Κάθε μέρα που περνά, οι πιθανότητες να δουν τα χρήματά τους μειώνονται. Οι επενδυτές ανεβάζουν και πάλι τις αποδόσεις στα ελληνικά ομόλογα, φοβούμενοι σωστά ότι είμαστε σε ένα ακόμα αδιέξοδο», υποστηρίζει ο Μόντι, που αναφέρει συμπερασματικά ότι αυτό το θρίλερ δεν θα τελειώσει αν το ΔΝΤ δεν επιβάλει τη θέση του.

«Ένα απλό mea culpa δεν είναι αρκετό: η πραγματική ευθύνη απαιτεί να αποδεχθούν προς τιμήν τους οι μέτοχοι του ΔΝΤ πραγματικές απώλειες. Αυτό σημαίνει να διαγράψουν τα χρέη της χώρας στο Ταμείο και να αφήσουν τους Έλληνες και τους Ευρωπαίους να αναζητήσουν τη δική τους λύση σε αυτό το χάος. Αν το ΔΝΤ παραμείνει, θα καταφέρει μόνο να βλάψει ακόμα περισσότερο την αξιοπιστία του», καταλήγει.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Πρόγραμμα Πανελληνίων 2025