Στη δικαστική απόφαση σχετικά με τις περικοπές των δώρων συνταξιούχου το 2012, αναφέρθηκε σε συνέντευξή της στο «Πρώτο Πρόγραμμα 105,8» η Υπουργός Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Έφη Αχτσιόγλου.
«Αυτό που έκρινε η συγκεκριμένη απόφαση δεν είναι κάτι καινούργιο. Το Συμβούλιο της Επικρατείας το 2015 είχε βγάλει μία απόφαση – πιλότο από την έκδοσή της και για το μέλλον, σύμφωνα με την οποία οι περικοπές που έγιναν το 2012 ήταν αντισυνταγματικές. Επίσης, είχε πει ότι όσες αγωγές είχαν ήδη ασκηθεί -άρα μιλάμε για αγωγές οι οποίες είχαν ασκηθεί μέχρι το 2015, πριν την κρίση του ΣτΕ- αυτές προφανώς δικάζονται κανονικά και σε αυτές το ΣτΕ υπέδειξε να ακολουθηθεί η κρίση που το ίδιο είχε διαμορφώσει. Οι αγωγές που έχουν ασκηθεί μέχρι το 2015 κατά πάσα πιθανότητα θα ευδοκιμήσουν, διότι το Συμβούλιο της Επικρατείας είχε δώσει σαφή κατεύθυνση και προφανώς το ελληνικό κράτος, το ελληνικό δημόσιο, συμμορφώνεται με τις αποφάσεις της δικαιοσύνης. Αλλά, προσοχή, αφορά αγωγές οι οποίες έχουν ασκηθεί πριν την κρίση του ΣτΕ. Από τη δική μας πλευρά, η κυβέρνηση το 2016 προχώρησε στην ασφαλιστική μεταρρύθμιση η οποία εναρμονίστηκε πλήρως με την κρίση του ΣτΕ, δηλαδή έθεσε καινούργιους ενιαίους κανόνες για όλους τους ασφαλισμένους, για όλους τους συνταξιούχους, χωρίς διακρίσεις, προστατεύοντας τα καταβαλλόμενα ποσά των συντάξεων», δήλωσε η Υπουργός Εργασίας.
Η κ. Αχτσιόγλου επισήμανε ότι «όσο βελτιώνονται τα δημοσιονομικά δεδομένα και τα οικονομικά του ΕΦΚΑ, ο οποίος αυτή τη στιγμή έχει διαμορφώσει ένα σημαντικό πλεόνασμα, προφανώς θα γίνονται συνεχώς θετικές παρεμβάσεις υπέρ των ασφαλισμένων και των συνταξιούχων. Η αποκατάσταση βασικών πληγμάτων που υπέστησαν οι συνταξιούχοι την περίοδο 2010-2014 γίνεται σταδιακά. Ήδη αποκαθιστούμε πληγές του παρελθόντος. Στα τέλη του 2017 επιστρέψαμε στους συνταξιούχους παρανόμως παρακρατηθείσες εισφορές υγείας που έγιναν από προηγούμενες κυβερνήσεις. Επίσης, διορθώσαμε την παρακράτηση υπέρ ΑΚΑΓΕ στις επικουρικές συντάξεις και επιστρέψαμε τα αναδρομικά, στα μέσα του 2018. Άρα, κάθε στιγμή που έχουμε και λίγο οικονομικό περιθώριο, αμέσως προβαίνουμε σε διορθωτικές παρεμβάσεις».
Η Υπουργός Εργασίας επισήμανε ότι «τα τελευταία 3,5 χρόνια η ανεργία έχει μειωθεί κατά περίπου 7 ποσοστιαίες μονάδες» και αναφερόμενη στα προγράμματα καταπολέμησης της ανεργίας επισήμανε ότι έχουν σχεδιαστεί συγκεκριμένα βήματα από τώρα μέχρι και το πρώτο τρίμηνο του 2019. «Πρόκειται για 11 προγράμματα, συνολικού προϋπολογισμού 632 εκατ. ευρώ, τα οποία θα καλύψουν συνολικά 88.500 ανέργους. Το καινοτόμο στοιχείο τους είναι ότι επικεντρώνονται στους νέους με υψηλά προσόντα και εγγυώνται μισθούς πολύ ανώτερους του σημερινού κατώτατου μισθού. Προφανώς, υπάρχουν και προγράμματα που καλύπτουν ανθρώπους μεγαλύτερης ηλικίας και χαμηλότερων προσόντων», σημείωσε.
Υπογραμμίζοντας ότι έχει επιταχυνθεί και ξεκίνησε ήδη η διαδικασία αύξησης του κατώτατου μισθού, τόνισε ότι «τον Γενάρη θα ληφθεί η απόφαση, για την αύξηση του κατώτατου μισθού και την ταυτόχρονη κατάργηση του υποκατώτατου μισθού για τους νέους κάτω των 25 ετών». Παράλληλα, πρόσθεσε ότι έχουν ήδη επεκταθεί 7 κλαδικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας, γεγονός που «σημαίνει αύξηση μισθών για δεκάδες χιλιάδες εργαζόμενους».
Η κ. Αχτσιόγλου δήλωσε ότι εντός Νοεμβρίου θα κατατεθεί το νομοσχέδιο για τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών σε ελεύθερους επαγγελματίες, αυτοαπασχολούμενους και αγρότες. «Από 1/1/2019 η εισφορά για κύρια σύνταξη από το 20% που είναι σήμερα θα μειωθεί στο 13,3%. Δηλαδή το ασφάλιστρο μειώνεται κατά περίπου 35%. Ειδικά για τους επιστήμονες (δικηγόρους, γιατρούς, μηχανικούς) υπάρχει και μία πρόσθετη ελάφρυνση σε ότι αφορά το ασφάλιστρο για επικούρηση και εφάπαξ, όπου εκεί όλοι πια θα πληρώνουν το κατώτατο ποσό των 64,5 ευρώ. Ειδικά γι’ αυτή την ελάφρυνση, στο επικουρικό και το εφάπαξ, η ισχύς θα είναι αναδρομική από 1/1/2017».
Τέλος, η Υπουργός Εργασίας σημείωσε ότι «βρισκόμαστε σε μία στιγμή στην οποία έχει διαμορφωθεί ένα θετικό κλίμα και στην Ευρώπη, στους εταίρους μας, σε σχέση με το ζήτημα της απομείωσης της προσωπικής διαφοράς για το 2019. Φαίνεται να αποδέχονται τα βασικά επιχειρήματα που πλέον είναι δεδομένα και είχαμε υποστηρίξει. Δηλαδή ότι το μέτρο της απομείωσης της προσωπικής διαφοράς δεν είναι αναγκαίο ούτε διαρθρωτικά για το ασφαλιστικό σύστημα- αυτό πια το έχουν αποδεχτεί ρητά, το έχουν δηλώσει επισήμως, ότι δεν το αναγνωρίζουν ως αναγκαίο διαρθρωτικά- ενώ και δημοσιονομικά πια, δηλαδή σε σχέση με το εάν επιτυγχάνουμε τους στόχους μας, συγκλίνουν πολύ τα δεδομένα μας. Κάθε μέρα που περνάει συγκλίνουμε όλο και περισσότερο και στο δημοσιονομικό. Δηλαδή στο ότι μπορούμε να πετύχουμε τους στόχους χωρίς την απομείωση της προσωπικής διαφοράς. Άρα έχει διαμορφωθεί ένα θετικό κλίμα για να μην επιβαρυνθούν περαιτέρω οι συνταξιούχοι το 2019».