«Μισθοί και συντάξεις αυξάνονται το 2019 και αυτό είναι πάρα πολύ κομβικό ζήτημα για τη χώρα που έχει περάσει μία οχταετία μνημονίων», τόνισε η υπουργός Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Έφη Αχτσιόγλου, σε συνέντευξή της στην ΕΡΤ3.
«Ο κύκλος των μνημονίων έχει κλείσει μια για πάντα», σημείωσε η Υπουργός Εργασίας και πρόσθεσε ότι «αντιστρέψαμε το μέτρο της περικοπής των συντάξεων, μειώσαμε τις ασφαλιστικές εισφορές, επαναφέραμε τις συλλογικές συμβάσεις, είμαστε ήδη σε εντατική διαδικασία για να αυξήσουμε τον κατώτατο μισθό τον Ιανουάριο, υλοποιούμε προγράμματα εργασίας για τους νέους». Δήλωσε, επίσης, ότι «αυτό που σχεδιάζουμε για τους πρώτους μήνες του 2019 είναι ένα συνολικό πλαίσιο για τις ρυθμίσεις οφειλών στα ασφαλιστικά ταμεία».
Η κυρία Αχτσιόγλου υπογράμμισε ότι, λόγω της θετικής προσωπικής διαφοράς, «600.000 συνταξιούχοι, κατά κανόνα προερχόμενοι από το ΙΚΑ, θα δουν αυξήσεις στις συντάξεις τους από 1/1/2019. Άρα, και δεν θα περικοπούν οι συντάξεις, λόγω της μη περικοπής της αρνητικής προσωπικής διαφοράς, και για αρκετούς εκ των συνταξιούχων θα υπάρχουν αυξήσεις».
Απαντώντας σε ερώτηση για τις συντάξεις χηρείας, η υπουργός Εργασίας επισήμανε ότι «αυτό το οποίο έχουμε συζητήσει με εκπροσώπους των συζύγων θανόντων είναι ότι θα προσπαθήσουμε να λάβουμε κάποια επιπλέον μέτρα το επόμενο διάστημα, προκειμένου να χαλαρώσουμε το ζήτημα των ηλικιακών ορίων αλλά και να δούμε δημοσιονομικά τι δυνατότητες έχουμε προκειμένου να κάνουμε κάποιες παρεμβάσεις και στο ύψος».
Παράλληλα, η κ. Αχτσιόγλου υπενθύμισε ότι «εντός μνημονίου, στο πλαίσιο της 3ης αξιολόγησης, επιμείναμε πάρα πολύ να μπουν κάποιοι κανόνες προστασίας που δεν υπήρχαν πριν: βάλαμε κατώφλια προστασίας, δηλαδή κατώτατο όριο σύνταξης για τον χήρο/α, ξεχωριστό κατώτατο όριο σύνταξης για τα ανήλικα τέκνα και φροντίσαμε ώστε τα ενήλικα τέκνα να συνεχίσουν να λαμβάνουν τη σύνταξη χηρείας μέχρι να τελειώσουν τις σπουδές τους. Επίσης, φτιάξαμε ειδικά προγράμματα προκειμένου να μπορέσουν οι χήροι/ες να ενταχθούν στην αγορά εργασίας: δηλαδή πριμοδότηση σε όλα τα προγράμματα του ΟΑΕΔ, ειδικά προγράμματα κοινωφελούς εργασίας αποκλειστικά εστιασμένα σε αυτούς. Άρα, κάναμε ήδη κάποια βήματα με τα οποία δείχνουμε ότι κατανοούμε απολύτως το πρόβλημα και θέλουμε να βοηθήσουμε έμπρακτα».
Αναφερόμενη στα προγράμματα του ΟΑΕΔ, σημείωσε ότι στο σύνολό τους απευθύνονται και σε ανθρώπους μεγαλύτερης ηλικίας που πρέπει να βρουν μια δουλειά χωρίς κατ’ ανάγκη να έχουν υψηλά προσόντα, και σε νέους ανθρώπους με υψηλά προσόντα, δίνοντας μάλιστα αρκετά καλύτερους μισθούς από αυτούς που δίνονταν μέχρι σήμερα, και σε νέους οι οποίοι χρειάζονται μία ειδική γνώση, μία ειδική κατάρτιση ή εκπαίδευση την οποία δεν έχουν λάβει.
Ειδικά για τα δύο προγράμματα του ΟΑΕΔ, που ξεκίνησαν τις τελευταίες ημέρες και αφορούν νέους με υψηλή κατάρτιση και ειδίκευση, σημείωσε, μεταξύ άλλων, ότι «το πρώτο αφορά την εργασία 5.500 δικαιούχων σε φορείς του δημοσίου για 12 μήνες, με αμοιβές υπαλλήλου ΠΕ, περίπου 1050 ευρώ το μήνα, και με έργο που θα έχει ένα πολύ σημαντικό κοινωνικό αποτύπωμα». Το δεύτερο «αφορά την επιδότηση επιχειρήσεων στον ιδιωτικό τομέα με έως και 800 ευρώ, για να καλύπτουν το 50% του μισθού, δηλαδή να μπορούν να δώσουν μισθούς έως και 1.600 ευρώ».
Σχετικά με τις ακροδεξιές κινητοποιήσεις σε σχολεία, η Υπουργός Εργασίας υπογράμμισε ότι όλες οι πολιτικές δυνάμεις του δημοκρατικού τόξου «καλούμαστε να τοποθετηθούμε ευθέως και να οριοθετήσουμε πράγματα».
«Το μαθητικό κίνημα και η εκπαιδευτική κοινότητα κατά κανόνα πρωτοστατούσαν με τους αγώνες τους σε προοδευτικές μεταρρυθμίσεις, κατά κανόνα πίεζαν προς αυτό. Κατά κανόνα ήταν η εκπαιδευτική κοινότητα και τα σχολεία μας που υποδέχτηκαν τα προσφυγόπουλα», σημείωσε. Αυτό που συμβαίνει με τις συγκεκριμένες καταλήψεις, πρόσθεσε η Υπουργός Εργασίας, είναι «μία προσπάθεια της Χρυσής Αυγής, αυτού του ναζιστικού, φασιστικού μορφώματος, να διεισδύσει στα σχολεία μας και αυτό είναι εξαιρετικά επικίνδυνο».
Πρέπει, επισήμανε, «όλες οι δυνάμεις του δημοκρατικού τόξου να τοποθετηθούν με καθαρότητα σε αυτό και η αξιωματική αντιπολίτευση, όχι απλώς δεν τοποθετείται με καθαρότητα, αλλά ρίχνει νερό στο μύλο αυτής της κατάστασης. Στην πραγματικότητα, είτε δια βουλευτών της είτε δια συνδικαλιστικών της παρατάξεων, σιγοντάρει αυτή τη μεθόδευση, αυτή την παρείσφρηση ακροδεξιών, ρατσιστικών δυνάμεων στα σχολεία. Πρέπει να είναι εξαιρετικά αυστηρές όλες οι πολιτικές δυνάμεις του δημοκρατικού τόξου και νομίζω πως είναι έκθετη η ΝΔ για τη στάση που κρατά απέναντι σε αυτό το ζήτημα».