Διατάξεις που επέτρεψαν να «φουντώσει» η φοροδιαφυγή με τα πλαστά και τα εικονικά τιμολόγια έχουν τεθεί σε ισχύ εδώ και 6,5 χρόνια, με συνέπεια το Δημόσιο να έχει χάσει ήδη έσοδα ύψους πολλών δισ. ευρώ. Πρόκειται για τις διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Απεικόνισης Συναλλαγών, με τις οποίες από την 1η-1-2013 δόθηκε η δυνατότητα σε χιλιάδες επιχειρήσεις και ελεύθερους επαγγελματίες να εκδίδουν τιμολόγια από απλά μπλοκ χωρίς καμία διασφάλιση της γνησιότητας και χωρίς κανέναν περιορισμό στον αριθμό των εκδιδόμενων στοιχείων.
Με τις διατάξεις αυτές καταργήθηκε μεν το -όντως- αναχρονιστικό σύστημα της θεώρησης των τιμολογίων με διάτρηση από τις αρμόδιες ΔΟΥ, αλλά ταυτόχρονα δεν θεσπίσθηκε κανένα άλλο μέτρο διασφάλισης της γνησιότητας και ελέγχου της ποσότητας των εκδιδόμενων τιμολογίων μέσω ηλεκτρονικής σήμανσης. Παράλληλα, καταργήθηκε και η υποχρέωση που είχαν μέχρι τότε χιλιάδες επιχειρήσεις και επιτηδευματίες να χρησιμοποιούν ειδικούς ηλεκτρονικούς φορολογικούς μηχανισμούς για τη σήμανση των τιμολογίων που εκδίδουν μέσω ηλεκτρονικών υπολογιστών. Ουσιαστικά, όλα τα φορολογικά στοιχεία που επέχουν θέση τιμολογίου, εδώ και 6,5 χρόνια, εκδίδονται και διακινούνται αθεώρητα ή χωρίς ηλεκτρονική σήμανση.
Σύμφωνα με το σκεπτικό της κατάργησης της υποχρέωσης «θεώρησης» των τιμολογίων, σκοπός ήταν η απλοποίηση των φορολογικών διαδικασιών και η μείωση του γραφειοκρατικού κόστους, τόσο για τους υπόχρεους φορολογούμενους όσο και για τις ΔΟΥ. Ωστόσο, η σημαντική αυτή αλλαγή δεν συνοδεύτηκε από καμία μέριμνα για τη διασφάλιση των συμφερόντων του Δημοσίου από τον κίνδυνο, λόγω της πλήρους κατάργησης κάθε άμεσου ελέγχου στα εκδιδόμενα τιμολόγια, να πολλαπλασιαστούν τα φαινόμενα φοροδιαφυγής μέσω της διακίνησης πλαστών και εικονικών τιμολογίων.
Έμεινε δηλαδή ένα τεράστιο κενό το οποίο έσπευσαν να εκμεταλλευτούν τα κυκλώματα των επιτηδείων που εκδίδουν και διακινούν πλαστά και εικονικά τιμολόγια, μη αποδίδοντας καν στο Δημόσιο τους αναλογούντες φόρους εισοδήματος και ΦΠΑ, με αποτέλεσμα τα φαινόμενα φοροδιαφυγής αυτής της μορφής να έχουν πολλαπλασιαστεί τα τελευταία 6,5 χρόνια και το Δημόσιο να έχει απoλέσει έσοδα ύψους πολλών δισ. ευρώ.
Εκμεταλλεύονται το κενό
Σύμφωνα με τη σχετική έρευνα της ΑΑΔΕ, τεράστια έκταση έχουν προσλάβει μάλιστα τα τελευταία χρόνια τα φαινόμενα της δημιουργίας εικονικών επιχειρήσεων που εκδίδουν αφειδώς τιμολόγια από απλά μπλοκ εμφανίζοντας ως λήπτριες των τιμολογίων υπαρκτές επιχειρήσεις, οι οποίες όμως στην πραγματικότητα δεν έχουν καμία συναλλαγή με τις εκδότριες. Δηλαδή, τα τιμολόγια εκδίδονται εν αγνοία των επιχειρήσεων που εμφανίζονται να τα έχουν λάβει.
Οι επιτήδειοι που συστήνουν τις εικονικές επιχειρήσεις εντοπίζουν μέσω μηχανών αναζήτησης στο internet (μέσω google κ.λπ.) τις επωνυμίες, τις διευθύνσεις και τους ΑΦΜ ενεργών επιχειρήσεων και αναγράφουν τα στοιχεία αυτά στα τιμολόγια που εκδίδουν. Εμφανίζουν δηλαδή επιχειρήσεις ως λήπτριες των τιμολογίων αναγράφοντας απλώς τα στοιχεία τους. Εκδίδουν με τον τρόπο αυτό χιλιάδες εικονικά τιμολόγια για ανύπαρκτες συναλλαγές και εν αγνοία των φερόμενων ως ληπτριών επιχειρήσεων.
Έτσι παρουσιάζουν τεράστιους τζίρους, τους οποίους δηλώνουν κανονικά στην εφορία χωρίς όμως και να αποδίδουν τους αναλογούντες φόρους εισοδήματος και ΦΠΑ. Με το «κόλπο» αυτό επιτυγχάνουν τους εξής στόχους:
* Νομιμοποιούν έσοδα από άλλες παράνομες δραστηριότητες μέσω εμφανιζόμενων νόμιμων πωλήσεων που «αποδεικνύονται» από τα εκδοθέντα τιμολόγια.
* Αιτούνται και καταφέρνουν να λάβουν δάνεια από τράπεζες, καθώς επικαλούνται τους υψηλούς ετήσιους τζίρους που δήλωσαν στην εφορία.
Τα μπλοκ τιμολογίων που χρησιμοποιούνται εδώ και 6,5 χρόνια δεν είναι καν δηλωμένα στο πληροφοριακό σύστημα φορολογίας ΤΑΧΙS, το οποίο διαθέτουν οι ΔΟΥ. Παρέχεται, συνεπώς, εδώ και 6,5 χρόνια, η δυνατότητα σε κυκλώματα επιτηδείων να εκδίδουν και να διακινούν αφειδώς τιμολόγια από απλά μπλοκ, τα οποία μπορούν να «νομιμοποιούνται» πλέον μόνο με μια απλή αρίθμησή τους και με την τοποθέτηση μιας σφραγίδας με στοιχεία ταυτότητας επιτηδευματία σε κάθε ένα από τα φύλλα τους.
Καμιά ηλεκτρονική σήμανση
Η υποχρέωση θεώρησης και ηλεκτρονικής σήμανσης των τιμολογίων καταργήθηκε από τις αρχές του 2013, χωρίς ταυτόχρονα να τεθεί καν σε εφαρμογή η διάταξη του άρθρου 20 του ν. 3842/2010 που προβλέπει:
* Την υποχρέωση όλων όσοι εκδίδουν τιμολόγια να διαβιβάζουν ηλεκτρονικά τα στοιχεία τους σε βάση δεδομένων της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων του υπουργείου Οικονομικών και μετέπειτα της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων για έλεγχο και διασταύρωση.
* Την υποχρέωση όσων αποδέχονται εκδοθέντα τιμολόγια και τα καταχωρίζουν στα βιβλία τους να αποστέλλουν ηλεκτρονικά στην ίδια βάση δεδομένων της ΓΓΠΣ και της μετέπειτα ΑΑΔΕ στοιχεία που να πιστοποιούν ότι έχουν αποδεχτεί τα τιμολόγια αυτά, τα οποία θα διασταυρώνονται με τα στοιχεία που έχουν διαβιβαστεί από τους εκδότες τιμολογίων για να διαπιστώνεται εάν τα αποδεχθέντα τιμολόγια που εμφανίζονται ως ληφθέντα είναι υπαρκτά ή όχι.
Η παραπάνω διάταξη, η οποία ψηφίστηκε από τη Βουλή στα τέλη Απριλίου 2010, δηλαδή πριν από 9,5 χρόνια, δεν έχει μέχρι σήμερα ενεργοποιηθεί.
Διασταύρωση δεδομένων
Το μέτρο της ηλεκτρονικής υποβολής καταστάσεων φορολογικών στοιχείων πελατών και προμηθευτών (πιο γνωστών ως ΜΥΦ), το οποίο θεσπίστηκε από το 2014 και μετά, με σκοπό τη διασταύρωση των δεδομένων των εκδιδόμενων φορολογικών στοιχείων δεν απέδωσε σημαντικά αποτελέσματα στον εντοπισμό και τον περιορισμό του φαινομένου της έκδοσης εικονικών φορολογικών στοιχείων, καθώς η υποχρέωση υποβολής των καταστάσεων αυτών και η διασταύρωση των δεδομένων ώστε να εντοπίζονται οι περιπτώσεις έκδοσης στοιχείων εν αγνοία των ληπτών γινόταν και εξακολουθεί να γίνεται με καθυστέρηση 3 έως και 15 μηνών από τη στιγμή της έκδοσης των τιμολογίων. Μέσα στα χρονικά αυτά διαστήματα οι επιτήδειοι που έχουν συστήσει τις εικονικές επιχειρήσεις μπορούν να ιδρύσουν νέες και να συνεχίσουν μέσα από αυτές την ίδια παράνομη τακτική ανενόχλητοι, σύμφωνα με τη naftemporiki.