Αναδρομικά: Σύσσωμη η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εργασίας έχει ξεκαθαρίσει πως θα σεβαστεί την απόφαση του Ανώτατου Ακυρωτικού Δικαστηρίου πάντα εντός των επιτρεπόμενων δημοσιονομικών ορίων.
Ο υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Γιάννης Βρούτσης, έχει ξεκαθαρίσει επανειλημμένως πως η διοίκηση θα σεβαστεί απόλυτα τις αποφάσεις της Δικαιοσύνης στο πλαίσιο πάντα των δυνατοτήτων και των δημοσιονομικών αντοχών της ελληνικής οικονομίας και του συνταξιοδοτικού συστήματος. Στην ίδια γραμμή και ο υφυπουργός, Νότης Μηταράκης, χαρακτήρισε χθες δεδομένο ότι η κυβέρνηση θα αποδεχθεί και θα εφαρμόσει τις αποφάσεις του ΣτΕ, ενώ δεν απέκλεισε οι καταβολές των αναδρομικών – που προφανώς θα γίνουν σε δόσεις – να ξεκινήσουν από το 2020.
Γιατί η απόφαση του ΣτΕ έχει ρόλο – κλειδί
Όπως αναφέρει το Έθνος, η απόφαση του ΣτΕ, που θα κρίνει την συνταγματικότητα πολλών ρυθμίσεων του νόμου Κατρούγκαλου, θα δείξει και το ύψος των συνολικών οφειλών. Εφόσον ο νόμος Κατρούγκαλου και κυρίως το επίμαχο άρθρο 14 που αφορά τον επανυπολογισμό των παλαιών συντάξεων (των συντάξεων πριν τις 13 Μαΐου του 2016) κριθεί συνταγματικό, τότε τα αναδρομικά θα προσδιοριστούν πιθανότατα για το 10μηνο μεταξύ Ιουλίου 2015 και Μαΐου 2016.
Υπενθυμίζεται ότι η απόφαση – βόμβα του Ανώτατου Ακυρωτικού Δικαστηρίου που δημοσιεύθηκε τον Ιούνιο του 2015 όριζε ότι η αντισυνταγματικότητα των μειώσεων των νόμων 4093 και 4051 του 2012 ισχύει από την δημοσίευση της απόφασης και μετά. Εφόσον η νέα απόφαση της Ολομέλειας για τις κρίσιμες ρήτρες του νόμου του 2016 είναι αντίθετη – δηλαδή κρίνει συνταγματικό το νόμο του 2016 – τότε το «παράθυρο» των αναδρομικών μένει ανοικτό μόνο για την ενδιάμεση περίοδο, δηλαδή Ιούλιος 2015 με Μάιος 2016. Όλα βέβαια εξαρτώνται από το σκεπτικό της επίμαχης απόφασης, δεδομένου ότι οι αντισυνταγματικές περικοπές επιβάλλονταν στην πράξη στις συντάξεις μέχρι 31/12/2018 (ο επανυπολογισμός έκανε πρεμιέρα στις 1/1/2019). Στον νόμο Κατρούγκαλου υπάρχουν ρήτρες που επιχειρούν να «καλύψουν» νομικά την περίοδο από τον Μάιο του 2016 μέχρι και τον Δεκέμβριο του 2018. Μένει να διευκρινιστεί αν η πολυαναμενόμενη απόφαση του ΣτΕ θα τις αγγίζει ή όχι.
Το κόστος των επιστροφών
Σε κάθε περίπτωση το 10μηνο είναι το πλέον βάσιμο χρονικό διάστημα εντός του οποίου εντοπίζεται έδαφος για επιστροφές. Αν και πρόκειται βέβαια για μικρό χρονικό διάστημα, το δημοσιονομικό βάρος που απαιτεί είναι αρκετά σημαντικό. Μόνο γι’ αυτή την περίοδο, το δημοσιονομικό αποτύπωμα αγγίζει συνολικά τα 4 δις για κύριες και επικουρικές συντάξεις. Το μηνιαίο κόστος των αναδρομικών φέρεται να φτάνει συνολικά στα 175 εκατομμύρια ευρώ κι αυτό μόνο από τις περικοπές σε κύριες και επικουρικές. Αν προστεθούν και τα δώρα που καταργήθηκαν εντελώς το 2012 τότε ο λογαριασμός ξεπερνά τα 4 δισ. το χρόνο.
Σε δόσεις οι επιστροφές
Ακριβώς γι’ αυτό το λόγο το πλέον πιθανό σενάριο είναι οι επιστροφές να σπάσουν σε δόσεις, οι οποίες μπορεί να απλωθούν σε τρία, πέντε ή και έξι χρόνια (36 ή 60 ή 72 δόσεις). Δεν αποκλείεται, ωστόσο, το ενδεχόμενο κάποια μικρά ποσά να δοθούν εφάπαξ αν αυτό κριθεί δημοσιονομικά ανεκτό. Για παράδειγμα, οι 580.000 συνταξιούχοι του πρ. ΟΓΑ που δεν είχαν περικοπές καθώς λαμβάνουν συντάξεις κάτω από 1.000 ευρώ, έχασαν από τα αντισυνταγματικά «ψαλίδια» μόνο τα δώρα, τα οποία για ένα έτος κυμαίνονται από 660 ευρώ έως 800 ευρώ κατά άτομο.
Ποιοι δικαιούνται αναδρομικά
Από το παράθυρο της επιστροφής «χωράνε» δυόμιση εκατομμύρια συνταξιούχοι, οι οποίοι έχασαν εντελώς τα κουτσουρεμένα δώρα ή και σημαντικά ποσά από τις συντάξεις τους, κύριες και επικουρικές, με τις περικοπές των νόμων 4051 και 4093 του 2012. Σε κάθε περίπτωση τα αναδρομικά δεν αφορούν νέους συνταξιούχους, δηλαδή συνταξιούχους που αποχώρησαν από 13 Μαΐου του 2016 και μετά. Αφορούν ωστόσο όλους τους παλαιούς συνταξιούχους που ήταν ήδη σε σύνταξη πριν τον Μάιο του 2016.
Τα ποσά των επιστροφών
Τα ποσά που διεκδικούνται κυμαίνονται από 660 έως 7.000 ευρώ για το επίμαχο 10μηνο. Αν τα αναδρομικά “απλωθούν” μέχρι και τον Δεκέμβρη του 2018, δηλαδή σε 42 μήνες, τότε οι διεκδικήσεις φτάνουν έως και τις 27.000 ευρώ για συνταξιούχους με μια κύρια και μια επικουρική. Οι διεκδικήσεις κατά περιπτώσεις μπορούν να ξεπεράσουν και αυτό το ποσό, αν ο συνταξιούχος λαμβάνει περισσότερες από δυο συντάξεις, όπως για παράδειγμα γιατροί του ΕΣΥ, μηχανικοί του Δημοσίου, χήρες ή χήροι που λαμβάνουν περισσότερες από τέσσερις συντάξεις και άλλοι.
Τα ελάχιστα ποσά προκύπτουν για τους συνταξιούχους πρ. ΟΓΑ που έχασαν μόνο τα δώρα, τα οποία για την κατώτατη σύνταξη των 330 ευρώ ήταν 660 ευρώ το χρόνο, καθώς οι αγρότες ελάμβαναν μέχρι το 2012 τα πλήρη δώρα. Υπάρχουν βέβαια και ορισμένες ειδικές κατηγορίες συνταξιούχων που διεκδικούν ακόμη λιγότερα και είναι όσοι ήταν κάτω των 60 ετών – άρα είχαν χάσει τα δώρα από το 2010 – και είχαν ελάχιστη περικοπή, π.χ. 15 ευρώ το μήνα στην κύρια τους σύνταξη. Αντίστοιχα, τα μεγαλύτερα ποσά προκύπτουν για συνταξιούχους με υψηλές συντάξεις ή περισσότερες από δυο συντάξεις.
Για να υπολογίσει κανείς το συνολικό ποσό που διεκδικεί για το επίμαχο 10μηνο πρέπει να ανατρέξει στα μηνιαία εκκαθαριστικά πληρωμών των κύριων και επικουρικών συντάξεών του, όπου αναγράφονται οι μειώσεις των νόμων 4051 και 4093. Προσοχή, ο επανυπολογισμός των επικουρικών έγινε ήδη από το καλοκαίρι του 2016, οπότε οι όποιες νομικές διεκδικήσεις σταματούν εκεί, εφόσον η διαδικασία του επανυπολογισμού και των περικοπών κριθεί συνταγματική από το ΣτΕ.
Σημειώνεται πως το ΕΤΕΑΕΠ έχει ήδη αναρτήσει στην ιστοσελίδα του ηλεκτρονική υπηρεσία με ενημερωτικά σημειώματα για την ανάλυση της αναπροσαρμογής της επικουρικής σύνταξης που έγινε το καλοκαίρι του 2016 καθώς και συγκεντρωτικούς πίνακες με όλες τις μνημονιακές κρατήσεις (συνταγματικές και αντισυνταγματικές).
Σε δυο ταχύτητες οι διεκδικήσεις
Οι διεκδικήσεις κινούνται σε δυο ταχύτητες. Την διαχωριστική γραμμή θέτει το συνταξιοδοτικό εισόδημα, όπως αυτό είχε διαμορφωθεί το 2012 πριν τις περικοπές σε δώρα και συντάξεις που κρίθηκαν αντισυνταγματικές. Δεδομένου ότι οι επίμαχες μειώσεις επιβλήθηκαν οριζόντια σε όλους ανεξάρτητα από το Ταμείο στο οποίο ανήκαν και ανεξάρτητα από το αν προέρχονταν από το Δημόσιο ή τον ιδιωτικό τομέα, οι δυο βασικές ταχύτητες είναι :
Συνταξιούχοι με εισόδημα από κύριες, επικουρικές και μερίσματα κάτω από 1.000 ευρώ μικτά. Έχασαν τελείως τα δώρα, τα οποία είχαν “ψαλιδιστεί” ήδη από το 2010 και μέτρησαν απώλειες στην επικουρική τους σύνταξη.
Συνταξιούχοι με εισόδημα από κύριες, επικουρικές και μερίσματα πάνω από 1.000 ευρώ μικτά. Έχασαν τελείως τα δώρα, μέτρησαν απώλειες 5%-20% στο άθροισμα κύριας και επικουρικής, είχαν “έξτρα” μειώσεις στην επικουρική, καθώς και πρόσθετο “ψαλίδι” 12% ειδικά για όσους λάμβαναν μηνιαία σύνταξη άνω των 1.300 ευρώ.