Ακρίβεια: H κρίση στην ενέργεια αλλά και πιθανές ελλείψεις σε ορισμένα προϊόντα λόγω της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία θα συζητηθούν σήμερα μεταξύ του πρωθυπουργού και του υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
Σύμφωνα με την Ημερησία και με το όσα έχει δηλώσει τις τελευταίες ημέρες ο κ. Γεωργαντάς, στην δεδομένη στιγμή, η χώρα μας δεν αντιμετωπίζει προβλήματα επάρκειας. Ειδικότερα, όπως υποστηρίζει, στο σκληρό σιτάρι, το οποίο χρησιμοποιείται κατά βάση για μακαρόνια, η Ελλάδα έχει πλήρη επάρκεια.
Εναλλακτικές πηγές
Σε ό,τι αφορά το μαλακό σιτάρι, η χώρα μας εισάγει σε ετήσια βάση από Ουκρανία και Ρωσία περίπου 250.000-300.000 τόνους (από τους συνολικά 900.000 που χρειάζεται), με την Ουκρανία να συνεχίζει παρά τον πόλεμο να εξάγει μικρότερες έστω ποσότητες σε διάφορες χώρες.
Σύμφωνα με τον κ. Γεωργαντά, ήδη χρησιμοποιούνται εναλλακτικές πηγές προμήθειας του συγκεκριμένου προϊόντος, όπως π.χ. από Γερμανία, Ουγγαρία, Ρουμανία, Βουλγαρία κ.ά., ενώ επανεξετάζονται μετά από χρόνια οι εναλλακτικές αγορές της Βορείου Αμερικής (ΗΠΑ, Καναδά).
Αναφορικά με το ηλιέλαιο, στο οποίο έχει μπει πλαφόν από όλες σχεδόν τις αλυσίδες σούπερ μαρκετ, ο κ. Γεωργαντάς σημείωσε ότι η Ελλάδα έχει μεγάλη παραγωγή σε ηλιοτρόπιο, ωστόσο, το 90% της παραγωγής κατευθύνεται στα βιοκαύσιμα και μόλις το 10% για μαγειρική χρήση ή ως συστατικό για την παραγωγή προϊόντων, όπως τα μπισκότα, η μαργαρίνη, τα πατατάκια κ.λπ., ενώ τις ανάγκες μας μέχρι σήμερα τις κάλυπτε η Ουκρανία.
Κίνητρα για αύξηση της παραγωγής
Σε κάθε περίπτωση, το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων εξετάζει την παροχή περαιτέρω κινήτρων για αύξηση της παραγωγής ελληνικών αγροτικών προϊόντων, προκειμένου να μειώσουμε την εξάρτησή μας από άλλες χώρες.
Στη συζήτηση αναμένεται να τεθεί και το θέμα των μεγάλων αυξήσεων στο κόστος παραγωγής, που έχει υποστεί ο πρωτογενής τομέας και πιο συγκεκριμένα από την ενέργεια, τα λιπάσματα και τις ζωοτροφές, γεγονός το οποίο έχει αποτυπωθεί και στα ράφια, δηλαδή στην…τσέπη του τελικού καταναλωτή.
Πάταξη της αισχροκέρδειας
Το ζήτημα της αισχροκέρδειας αποτελεί κορυφαία προτεραιότητα της κυβέρνησης, κάτι το οποίο αποδεικνύεται και από τα τσουχτερά πρόστιμα που επιβάλλονται σε εταιρείες που εμφανίζουν πολύ υψηλά ποσοστά κερδοφορίας σε σχέση με πέρυσι, αλλά και στα πλαφόν που έχουν τεθεί στα περιθώρια αυτά.
Ηδη, πάντως, οι τιμές σε σχέση με πέρυσι είναι σημαντικά αυξημένες, αφού η μία μετά την άλλη επιχείρηση σε όλους σχεδόν τους κλάδους οικονομικής δραστηριότητας, έχουν περάσει ανατιμήσεις προκειμένου να μπορέσουν να καλύψουν μέρος της δραματικής αύξησης του λειτουργικού τους κόστους.
Θυμίζουμε ότι ο πληθωρισμός Φεβρουαρίου στη χώρα μας διαμορφώθηκε στο 7,2% με τα σημαντικότερα είδη τροφίμων-ποτών να εμφανίζουν μέσες ετήσιες αυξήσεις ως εξής:
5,9% το ψωμί και τα δημητριακά
4,2% το μοσχαρίσιο κρέας
14,4% το αιγοπρόβειο κρέας
6,8% τα πουλερικά
3,6% τα ψάρια
6% τα γαλακτοκομικά και τα αυγά
16,8% τα έλαια
9,8% τα φρούτα
15,2% τα λαχανικά
4,1% ο καφές
1,7% η κατηγορία αναψυκτικού, μεταλλικού νερού και χυμών
Σε μία ετήσια περίοδο, βέβαια, κατά την οποία η μέση αύξηση στο ηλεκτρικό ρεύμα είναι 71,4%, του φυσικού αερίου 78,5%, του πετρελαίου θέρμανσης 41,5% και των καυσίμων/λιπαντικών 23,2%.
Αναψυκτικά-καφές-ποτά
Επιχειρώντας να δώσουμε μία εικόνα από τις επιχειρήσεις του F&B κλάδου, διαπιστώνουμε ότι στην αγορά του καφέ πέρασαν πέρυσι αυξήσεις μεταξύ 3%-10%, ανάλογα με την υποκατηγορία, ενώ ανάλογες ανατιμήσεις εκτιμώνται και για φέτος. Ηδη οι καταναλωτές έχουν δει τις αυξήσεις τόσο στη λιανική (σούπερ μάρκετ), όσο και στα cafes.
Πουλερικά
Αναφορικά με τον τομέα των πουλερικών, όπως ανέφερε πρόσφατα ο πρόεδρος της Εθνικής Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Πτηνοτροφίας (ΕΔΟΠ), Θάνος Αγγελάκης, «η κρεατοπαραγωγός πτηνοτροφία καλείται, μεταξύ άλλων, να διαχειριστεί τις σημαντικές αυξήσεις στο κόστος παραγωγής λόγω του συνδυασμού των ανατιμήσεων στις πρώτες ύλες παρασκευής ζωοτροφών, στην ενέργεια και στις δαπάνες μεταφοράς.
Σύμφωνα με τον κ. Αγγελάκη, ενώ το κόστος παραγωγής αυξήθηκε κατά 40%, μετά την εμφάνιση της πανδημίας, οι ανατιμήσεις που έγιναν δεν ξεπερνούν το 12%.
Στις προτάσεις που έχει καταθέσει η ΕΔΟΠ συμπεριλαμβάνεται τόσο η αναζήτηση πηγών προμήθειας πρώτων υλών για ζωοτροφές από τρίτες χώρες, ως βραχυπρόθεσμη λύση, όσο και η στήριξη των παραγωγών για τη σπορά ελληνικών δημητριακών, ως μεσοπρόθεσμη λύση, που θα μειώσει το βαθμό εξάρτησης της χώρας μας από τις εισαγωγές.
Επιπλέον, η ενίσχυση κεφαλαίου κίνησης για τη στήριξη των επιχειρήσεων και των εκμεταλλεύσεων του κλάδου είναι αναγκαία για την τόνωση της ρευστότητας που είναι σήμερα απαραίτητη περισσότερο από ποτέ.