Η δυσανεξία στη λακτόζη είναι η αδυναμία του οργανισμού να διασπάσει τη λακτόζη, το σάκχαρο που υπάρχει στο γάλα και στα γαλακτοκομικά προϊόντα, για να την απορροφήσει.
Στις περισσότερες περιπτώσεις οφείλεται στη μειωμένη παραγωγή λακτάσης, του ενζύμου που παράγεται από το έντερο και διασπά τη λακτόζη, μπορεί όμως και να σχετίζεται με βλάβες του εντέρου.
Τα είδη της
Η δυσανεξία στη λακτόζη είναι κυρίως πρωτοπαθής ή δευτεροπαθής. Στην πρωτοπαθή δυσανεξία ο ασθενής γεννιέται με ανεπάρκεια της λακτάσης που συνήθως εκδηλώνεται κατά την πρώτη σχολική ηλικία (5-6 ετών). Στην ανάπτυξη της πρωτοπαθούς δυσανεξίας παίζουν ρόλο διάφοροι παράγοντες (γονιδιακοί, εθνικότητα, το στάδιο της κύησης στο οποίο γεννιέται κάποιος κτλ.).
Τα πρόωρα μωρά έχουν πολύ περισσότερες πιθανότητες να εκδηλώσουν δυσανεξία στη λακτόζη επειδή η παραγωγή της λακτάσης αρχίζει προς το τέλος της εμβρυϊκής ζωής. Το ίδιο και οι μεσογειακοί λαοί έναντι των Βορειοευρωπαίων για αδιευκρίνιστους προς το παρόν λόγους.
Η δευτεροπαθής δυσανεξία προκαλείται από κάποια προβλήματα του εντέρου, όπως:
– Υπερανάπτυξη βακτηρίων που διαταράσσει τη χλωρίδα του εντέρου και την απορρόφηση της λακτόζης
– Πληγές του βλεννογόνου του λεπτού εντέρου (π.χ. μετά από μία γαστρεντερίτιδα)
– Νόσος του Crohn (μόνο όμως όταν εντοπίζεται στο λεπτό έντερο).
Η δευτεροπαθής δυσανεξία είναι παροδική, αρκεί να αντιμετωπισθεί το αίτιο που την προκαλεί.
Υπάρχει, τέλος, μια πολύ σπάνια κληρονομούμενη μορφή δυσανεξίας που εμποδίζει ακόμη και τον θηλασμό και διαρκεί για όλη τη ζωή.
Συμπτώματα
Οι πάσχοντες από δυσανεξία στη λακτόζη εκδηλώνουν κυρίως διάρροια, πόνο στην κοιλιά και πρήξιμο (μετεωρισμό), που οφείλονται στις συσπάσεις του λεπτού εντέρου.
Τα συμπτώματα αυτά είναι πιο έντονα όταν κάποιος καταναλώσει γάλα και άπαχα παγωτά χωρίς ζάχαρη και λιγότερο έντονα όταν καταναλώσει γιαούρτι και τυρί. Αυτό οφείλεται στο ότι το γάλα και το παγωτό περιέχουν περισσότερη λακτόζη, ενώ οι άπαχες μορφές τους δεν διαθέτουν το λίπος που καθυστερεί τη γαστρική κένωση, απαλύνοντας τα συμπτώματα της δυσανεξίας.
Αντιμετώπιση
– Να προτιμάτε τα πλήρη γαλακτοκομικά προϊόντα και να τα καταναλώνετε με γεμάτο στομάχι (καλύτερα μαζί με τα κύρια γεύματα).
– Να καταναλώνετε τρόφιμα που θα αναπληρώνουν τα θρεπτικά συστατικά που χάνετε εξαιτίας της αδυναμίας κατανάλωσης γάλακτος ή/και άλλων γαλακτοκομικών.
– Ζητήστε από τον γιατρό σας να σας συστήσει σκευάσματα με λακτάση, προκειμένου να αναπληρώσετε το ένζυμο που λείπει, ώστε να μπορείτε να καταναλώνετε γαλακτοκομικά.
– Να παίρνετε συμπληρώματα ασβεστίου και βιταμίνης D για αποφυγή της οστεοπόρωσης, ιδίως εάν είστε γυναίκες.
– Να συμβουλεύεστε τις ετικέτες των τροφίμων, καθώς η λακτόζη χρησιμοποιείται ως χημικό πρόσθετο στην παρασκευή πολλών τροφίμων και φαρμάκων.