Ανάπτυξη 0,3% του ΑΕΠ επέτυχε η ελληνική οικονομία το 2016, σύμφωνα με τις χειμερινές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που είδαν σήμερα το φως της δημοσιότητας. Η εικόνα της ελληνικής οικονομίας που δίνει σήμερα η Επιτροπή είναι βελτιωμένη σε σχέση με τις φθινοπωρινές προβλέψεις της, οπότε για το 2016 προέβλεπε ύφεση 0,3% του ΑΕΠ. Το 2017, η ανάπτυξη αναμένεται να διαμορφωθεί στο 2,7% και το 2018 στο 3,1%.
«Υπό την προϋπόθεση της έγκαιρης ολοκλήρωσης της δεύτερης αξιολόγησης του προγράμματος του ESM, η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας αναμένεται να αυξήσει ταχύτητα το 2017 με ανάπτυξη 2,7%, αμέσως μετά και ως αποτέλεσμα της βελτίωσης των χρηματοοικονομικών συνθηκών εν μέσω μιας σταδιακής χαλάρωσης των capital controls», εκτιμά η ΕΕ. Κατά την ΕΕ η ιδιωτική κατανάλωση και οι επενδύσεις προβλέπεται να επιταχυνθούν και η συνεισφορά των καθαρών εξαγωγών να γίνει θετική.
Σύμφωνα με την έκθεση της Κομισιόν, τα πτωτικά ρίσκα για την ανάπτυξη σχετίζονται κυρίως με τις αβεβαιότητες για την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης του προγράμματος του ESM και εξωτερικούς παράγοντες όπως οι διεθνείς και περιφερειακές γεωπολιτικές και οικονομικές εντάσεις, καθώς και η προσφυγική κρίση.
Η συνεισφορά των καθαρών εξαγωγών στην ανάπτυξη πιθανότατα παρέμεινε αρνητική το 2016, καθώς οι εισαγωγές αυξήθηκαν ταχύτερα από τις εξαγωγές εν μέσω υψηλότερης εγχώριας ζήτησης. Για τη συνέχεια, οι καθαρές εξαγωγές αναμένεται να γίνουν θετικές, καθώς η βελτιωμένη ανταγωνιστικότητα και οι υψηλότερες επενδύσεις στον τομέα των εμπορεύσιμων αγαθών δίνουν ώθηση στις εξαγωγές.
Το δημοσιονομικό έλλειμμα αναμένεται να μειωθεί στο -1,1% του ΑΕΠ το 2016 επίσης βελτιωμένο σε σχέση με τις φθινοπωρινές προβλέψεις της Επιτροπής (-2,5%), να παραμείνει σταθερό το 2017 και να διαμορφωθεί σε πλεόνασμα ύψους 0,7% το 2018.
«Με βάση τα μέτρα που έχουν υιοθετηθεί, ιδιαίτερα τον φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων και τις συνταξιοδοτικές μεταρρυθμίσεις, και τον προϋπολογισμό του 2017, η Ελλάδα προβλέπεται να επιτύχει τον στόχο του προγράμματος του ESM για πρωτογενές ισοζύγιο 1,75% του ΑΕΠ το 2017, ακόμα και μετά την έναρξη του προγράμματος του Εγγυημένου Κατώτατου Μισθού», τονίζει η Κομισιόν.
Στο ίδιο πλαίσιο αναφέρει πως οι ισχυρές επιδόσεις στα έσοδα που έχουν παρατηρηθεί μέχρι τώρα ιδιαίτερα το 2016, με τη στήριξη των συνεχιζόμενων μεταρρυθμίσεων της διαχείρισης των εσόδων, υποδηλώνει σημαντικά ανοδικά ρίσκα στις προβλέψεις, αποτελώντας καλό οιωνό για την επίτευξη του στόχου και το 2018. «Τα πτωτικά ρίσκα περιλαμβάνουν την πιθανότητα οι δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις του 2017 να αποφέρουν λιγότερα του αναμενόμενου λόγω των κινδύνων εφαρμογής και των επιπτώσεων των αβεβαιοτήτων για την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης του προγράμματος του ESM», σημειώνεται σχετικά.
Ακόμη, υπογραμμίζεται πως οι αρχές αναμένεται να υιοθετήσουν την Μεσοπρόθεσμη Δημοσιονομική Προσαρμογή για το 2018-2021, περιλαμβανομένων των όποιων προσαρμογών στις δημοσιονομικές πολιτικές που θα απαιτηθούν, προκειμένου να διασφαλιστεί η επίτευξη του στόχου του προγράμματος για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ το 2018.
Σύμφωνα με την έκθεση της Κομισιόν, το ισοζύγιο της γενικής κυβέρνησης προβλέπεται να φτάσει το -1,1% του ΑΕΠ το 2017 για να βελτιωθεί στο 0,7% του ΑΕΠ το 2018. Σε διαρθρωτικούς όρους, δεδομένου του κενού στην παραγωγή, που παραμένει μεγάλο, το ισοζύγιο της γενικής κυβέρνησης προβλέπεται να φτάσει στο 2 1/3 του ΑΕΠ το 2017 και στο 2 ½ του ΑΕΠ του 2018.
Το δημόσιο χρέος εκτιμάται ότι θα φτάσει στο 179,7% του ΑΕΠ το 2016 (181,6% στις φθινοπωρινές προβλέψεις), το 2017 στο 177,2% και το 2018 στο 170,6%.
Μετά και ως αποτέλεσμα του δημοσιονομικού αποτελέσματος που προβλέπεται για το 2016 και της προσαρμογής που σχετίζεται στην εκκαθάριση των καθυστερούμενων οφειλών, το χρέος της Ελλάδας ως ποσοστό του ΑΕΠ αναμένεται να αυξηθεί από το 177,4% το 2015 στο 179,7% το 2016. Η βελτιωμένη δημοσιονομική θέση και η ισχυρότερη ανάπτυξη του ΑΕΠ αναμένεται να θέσουν το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ σε πτωτικό δρόμο αρχής γενομένης το 2017.Οι δαπάνες για τόκους προβλέπεται να μειωθούν κατά την προβλεπόμενη περίοδο καθώς τα παλαιά δάνεια αντικαθίστανται από νέα δάνεια οικονομικής βοήθειας με χαμηλότερα επιτόκια.
Κατά την ΕΕ, η εφαρμογή των βραχυπρόθεσμων μέτρων για το χρέος το 2017 και 2018 θα αυξήσουν τις δαπάνες για τόκους βραχυπρόθεσμα, όμως θα τις μειώσουν μακροπρόθεσμα και θα εξομαλύνουν το χρονοδιάγραμμα αποπληρωμής χρέους.
Παράλληλα, η ΕΕ σημειώνει πως η ανεργία συνεχίζει την πτωτική της τάση, καθώς από 23,4% το 2016 αναμένεται να διαμορφωθεί στο 22% το 2017 και στο 20,3% το 2018. Η απασχόληση αυξήθηκε κατά 2,4% κατά μέσο όρο τους πρώτους 10 μήνες του 2016 και προβλέπεται να αναπτυχθεί με ένα σταθερό μέσο ρυθμό 2,2% μέχρι το 2018. Η ανεργία εκτιμάται ότι μειώθηκε στο 23,4% το 2016, έναντι του ετήσιου μέσου όρου του 24,9% το 2015. Η ανεργία αναμένεται να μειωθεί σταθερά κατά την προβλεπόμενη περίοδο, στηριζόμενη από την επίπτωση των μεταρρυθμίσεων της αγοράς εργασίας που στηρίζουν τις ευέλικτες μορφές απασχόλησης και του ορισμού των μισθών.
Ο πληθωρισμός αναμένεται να είναι μηδενικός το 2016, στο 1,3% το 2017 και 1% το 2018. Σύμφωνα με την ΕΕ η μείωση του επιπέδου τιμών σταμάτησε το 2016 λόγω της υψηλότερης έμμεσης φορολογίας και των αυξανόμενων τιμών του πετρελαίου. Οι παράγοντες αυτοί αναμένεται επίσης να στηρίξουν μια μέτρια ανάκαμψη του πληθωρισμού το 2017 και 2018, μαζί με την ενίσχυση της εγχώριας ζήτησης. Κατά την προβλεπόμενη περίοδο, οι μισθοί αναμένεται να αυξηθούν μαζί με την ανάκαμψη της εργατικής παραγωγικότητας.
Οι εκτιμήσεις για την ευρωζώνη
Στις χειμερινές προβλέψεις, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προσδοκά αύξηση του ΑΕΠ στη ζώνη του ευρώ κατά 1,6% το 2017 και 1,8% το 2018. Η αύξηση αυτή είναι ελαφρώς αναθεωρημένη προς τα πάνω σε σχέση με τις φθινοπωρινές προβλέψεις (2017: 1,5 %, 2018: 1,7%) χάρη στις καλύτερες από τις αναμενόμενες επιδόσεις το δεύτερο εξάμηνο του 2016 και σε μια μάλλον δυναμική εκκίνηση το 2017. Η αύξηση του ΑΕΠ στο σύνολο της ΕΕ προβλέπεται να ακολουθήσει ανάλογη πορεία και να ανέλθει σε 1,8% το τρέχον και το επόμενο έτος (εαρινές προβλέψεις: 2017: 1,6%, 2018: 1,8%).
Οι κίνδυνοι απόκλισης από τις προβλέψεις είναι ιδιαίτερα υψηλοί, και μολονότι έχει αυξηθεί το ενδεχόμενο τόσο για ευνοϊκότερες όσο και για δυσμενέστερες εξελίξεις σε σχέση με τις προβλέψεις, η συνολική κατάσταση εξακολουθεί να τείνει σε δυσμενέστερες εξελίξεις.
Ο Βάλντις Ντομπρόβσκις, Αντιπρόεδρος της Επιτροπής αρμόδιος για το Ευρώ και τον Κοινωνικό Διάλογο, καθώς και για τη Χρηματοπιστωτική Σταθερότητα, τις Χρηματοπιστωτικές Υπηρεσίες και την Ένωση Κεφαλαιαγορών, δήλωσε: «Η οικονομική ανάκαμψη της Ευρώπης συνεχίζεται για πέμπτη συνεχή χρονιά. Σε αυτούς όμως τους αβέβαιους καιρούς, είναι σημαντικό να παραμείνουν οι ευρωπαϊκές οικονομίες ανταγωνιστικές και ικανές να προσαρμόζονται στις μεταβαλλόμενες συνθήκες. Για τον σκοπό αυτό, απαιτείται συνεχής προσπάθεια για διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Είναι επίσης ανάγκη να εστιάσουμε στην ανάπτυξη χωρίς αποκλεισμούς, διασφαλίζοντας ότι η ανάκαμψη θα γίνει αισθητή από όλους. Με τον πληθωρισμό να αυξάνει σε σχέση με τα προηγούμενα χαμηλά επίπεδα, δεν μπορούμε να αναμένουμε τα σημερινά νομισματικά μέτρα τόνωσης της οικονομίας να διαρκέσουν για πάντα. Συνεπώς, οι χώρες με υψηλά επίπεδα ελλείμματος και χρέους πρέπει να συνεχίσουν τις προσπάθειες για να τα μειώσουν, ώστε να γίνουν πιο ανθεκτικές στους οικονομικούς κλυδωνισμούς».
Ο Πιερ Μοσκοβισί, Επίτροπος Οικονομικών και Δημοσιονομικών Υποθέσεων, Φορολογίας και Τελωνείων, δήλωσε σχετικά: «Η ευρωπαϊκή οικονομία αποδείχθηκε ανθεκτική στους πολυάριθμους κλυδωνισμούς που αντιμετώπισε τον προηγούμενο χρόνο. Η ανάπτυξη συνεχίζεται, ενώ η ανεργία και τα ελλείμματα ακολουθούν πτωτική πορεία. Ωστόσο, με την αβεβαιότητα σε τόσο υψηλά επίπεδα, είναι σημαντικότερο από ποτέ να χρησιμοποιήσουμε όλα τα εργαλεία πολιτικής για να στηρίξουμε την ανάπτυξη. Πάνω απ΄όλα πρέπει να διασφαλίσουμε ότι τα οφέλη της ανάπτυξης γίνονται αισθητά σε όλες τις περιοχές της ζώνης του ευρώ και σε όλα τα τμήματα της κοινωνίας».