Στην κόψη του ξυραφιού βρίσκονται 500.000 υπερχρεωμένες επιχειρήσεις καθώς το πολυθρύλητο νομοσχέδιο του εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών που θα τους προσφέρει «ανάσα» είναι κολλημένο στις διαπραγματεύσεις με τους Θεσμούς.
Αλλά και οι ίδιες διατάξεις του κειμένου που έχουν ετοιμαστεί από το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης προκαλούν εμπόδια στην ταχεία εφαρμογή του. Ειδικότερα, οι διαπραγματεύσεις με τους δανειστές για το νέο πλαίσιο που αποσκοπεί στην γρήγορη αναδιάρθρωση ληξιπρόθεσμων επιχειρηματικών οφειλών έχουν φρενάρει στα σημεία του τρόπου διευθέτησης των χρεών προς την εφορία και τα ασφαλιστικά ταμεία.
Σύμφωνα με πληροφορίες της «ΗτΣ», οι δανειστές και ιδίως το ΔΝΤ επιμένει στην ανεξαιρέτως διαγραφή οφειλών προς την εφορία και τους ασφαλιστικούς φορείς, ενώ στον αντίποδα η ελληνική πλευρά στις διατάξεις του νομοσχεδίου προβλέπει: «Μπορούν να διαγραφούν χρέη ακόμη κι αν αφορούν σε βασική οφειλή εκτός αν προέρχονται από ΦΠΑ, παρακρατούμενους φόρους, παρακρατούμενες εισφορές εργαζομένων, ποσά από καταπτώσεις εγγυήσεων που έχουν χορηγηθεί σε δάνεια με την εγγύηση του ελληνικού δημοσίου. Ως διαγραφή νοείται και η απαλλαγή από πρόστιμα, προσαυξήσεις και τόκους».
Από το περασμένο καλοκαίρι
Οι διαπραγματεύσεις για τον εξωδικαστικό μηχανισμό έχουν ξεκινήσει από το περασμένο καλοκαίρι, και εδώ και μήνες μετά κολλήσει στα τεχνικά κλιμάκια των Θεσμών και του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης. Ασκήσεις επί ασκήσεων ως προς τις επιπτώσεις στα δημοσιονομικά από τις διαγραφές οφειλών, γίνονταν όλο αυτό το χρονικό διάστημα, προκειμένου να εξεταστούν όλα τα σενάρια.
Επιπλέον, άλλο ένα εμπόδιο που πήγε πίσω χρονικά το νομοσχέδιο είναι ο τρόπος διενέργειας των διαπραγματεύσεων μεταξύ οφειλέτη και πιστωτών. Τελικά επιλέχθηκε αυτός να γίνεται τόσο ψηφιακά όσο και με φυσική παρουσία των εμπλεκομένων, ιδίως για τους μεγάλους οφειλέτες.
Πέρα, όμως, από τη χρονική διάρκεια των διαπραγματεύσεων διατάξεις του νομοσχεδίου τρενάρουν κι άλλο την εφαρμογή του. Για παράδειγμα, στο τελευταίο κείμενο που έχει ετοιμαστεί αναφέρεται ότι οι διατάξεις του θα εφαρμοστούν δύο μήνες μετά την ψήφισή του. Αυτό σημαίνει πως ακόμη και στο ιδανικότερο σενάριο το σχέδιο να γίνει νόμος τον Φεβρουάριο θα μπει σε λειτουργία τον Απρίλιο.
Επιπλέον ως προς τον τρόπο διαγραφής και τις κατηγορίες οφειλών του Δημοσίου το νομοσχέδιο παραπέμπει στην έκδοση υπουργικών αποφάσεων για τη ρύθμιση λεπτομερειών, ενώ αντίστοιχη απόφαση προβλέπεται και για τις λεπτομέρειες της λειτουργίας της ηλεκτρονικής πλατφόρμας όπου θα υποβάλλονται οι αιτήσεις. Υπάρχει, όμως, και η δυνατότητα της αποστολής των αιτήσεων και των άλλων δικαιολογητικών στις διευθύνσεις Ανάπτυξης των Περιφερειών.
Τα κυριότερα σημεία του νομοσχεδίου είναι:
Ρυθμίζονται εξωδικαστικά οφειλές προς οποιονδήποτε πιστωτή, οι οποίες είτε προέρχονται από την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας του οφειλέτη είτε από άλλη αιτία. Οι συμμετέχοντες στη διαδικασία (οι πιστωτές) θα πρέπει να δώσουν τη συναίνεση τους εφόσον η επιχείρηση κρίνουν ότι είναι βιώσιμη και για αυτό απαιτείται η υποβολή σχεδίου εξυγίανσης.
Διακρίνονται δύο κατηγορίες επιχειρήσεων για τις οποίες από ένα σημείο και μετά ακολουθούνται διαφορετικές διαδικασίες στις διαπραγματεύσεις μεταξύ των πιστωτών:
– Οι μεγάλες που κατά την τελευταία χρήση πριν την υποβολή της αίτησης είχαν κύκλο εργασιών υψηλότερο από 2,5 εκατ. ευρώ ή έχουν συνολικές υποχρεώσεις (ληξιπρόθεσμες ή μη) μεγαλύτερες από 2 εκατ. ευρώ.
– Οι μικρές που είχαν στην τελευταία χρήση πριν την υποβολή της αίτησης κύκλο εργασιών μέχρι 2,5 εκατ. ευρώ και συνολικές υποχρεώσεις (ληξιπρόθεσμες ή μη) έως 2 εκατ. ευρώ
Αίτηση υποβάλλει κάθε φυσικό πρόσωπο με πτωχευτική ικανότητα και κάθε νομικό πρόσωπο, το οποίο αποκτά εισοδήματα από επιχειρηματική δραστηριότητα και έχει φορολογική κατοικία στην Ελλάδα, εφόσον:
– Στις 31 Δεκεμβρίου του 2016 είχε προς «χρηματοδοτικό φορέα» -τράπεζες κ.λπ.- οφειλή από δάνειο σε καθυστέρηση τουλάχιστον 90 ημερών ή οφειλή που ρυθμίστηκε μετά την 1η Ιουλίου του 2016 ή είχε ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τη φορολογική διοίκηση ή δεν είχε ασφαλιστική ενημερότητα λόγω ληξιπρόθεσμων οφειλών προς Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης ή είχαν σφραγιστεί επιταγές εκδόσεως του λόγω μη επαρκούς υπολοίπου ή είχαν εκδοθεί διαταγές πληρωμής ή δικαστικές αποφάσεις λόγω ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων εις βάρος του.
– Οι συνολικές προς ρύθμιση οφειλές ξεπερνούν το ποσό των 20.000 ευρώ.
Ο οφειλέτης πρέπει επιπλέον να πληροί και τα ακόλουθα κριτήρια:
– Αν τηρεί απλογραφικό λογιστικό σύστημα θα πρέπει να έχει θετικό καθαρό αποτέλεσμα προ φόρων σε τουλάχιστον μία από τις τελευταίες τρεις χρήσεις πριν την υποβολή της αίτησης.
– Αν τηρεί διπλογραφικό λογιστικό σύστημα θα πρέπει σε τουλάχιστον μία από τις τελευταίες τρεις χρήσεις πριν την υποβολή της αίτησης να έχει είτε θετικά αποτελέσματα τόκων, προ φόρων και αποσβέσεων ή να έχει καθαρή θέση.
Ελεύθερη είναι η διαμόρφωση του περιεχομένου της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών, με πιο απλά λόγια επιτρέπεται ακόμη και η διαγραφή αρχικών οφειλών προς τράπεζες αρκεί να μη φέρουν τους πιστωτές σε χειρότερη θέση από αυτήν στην οποία θα βρισκόταν στην περίπτωση που επιλεγόταν η ρευστοποίηση των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη. Απαλλαγή έρχεται επίσης και από τα πανωτόκια, πάσης φύσεως έξοδα, πρόστιμα και προσαυξήσεις, σε περίπτωση διαγραφής.
Τα χρέη προς το Δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία μπορούν να διαγραφούν ακόμη κι αν αφορούν σε βασική οφειλή εκτός αν προέρχονται από ΦΠΑ, παρακρατούμενους φόρους, παρακρατούμενων εισφορών εργαζομένων, ποσά από καταπτώσεις εγγυήσεων που έχουν χορηγηθεί σε δάνεια με την εγγύηση του ελληνικού δημοσίου. Ως διαγραφή νοείται και η απαλλαγή από πρόστιμα, προσαυξήσεις και τόκους.
Οι δόσεις προς το δημόσιο σε περίπτωση ρύθμισης οφειλών δεν θα πρέπει να ξεπερνούν τις 180 αν πρόκειται για χρέη άνω των 2 εκατ. ευρώ και με ελάχιστο μηνιαίο ποσό καταβολής τα 50 ευρώ. Για βασική οφειλή προς το δημόσιο έως 20.000 ευρώ οι δόσεις θα είναι 36 για ποσά έως 3.000 ευρώ και ελάχιστη μηνιαία καταβολή τα 50 ευρώ, χωρίς δυνατότητα διαγραφής. Για βασική οφειλή άνω των 3.001 ευρώ η αποπληρωμή γίνεται σε 120 δόσεις με ελάχιστη καταβολή 50 ευρώ το μήνα, χωρίς δυνατότητα διαγραφής.
Παύει η ισχύς των αναγκαστικών μέτρων για τους οφειλέτες για διάστημα 12 ημερών και σταδιακά έως και έξι μήνες, ανάλογα με την έκβαση των διαπραγματεύσεων.
Δεν υπέχουν ποινική ή αστική ευθύνη για πράξεις ή παραλείψεις τις οποίες τέλεσαν για την εξυπηρέτηση της αναδιάρθρωσης ή διαγραφής χρεών στελέχη τραπεζών και του δημοσίου, εφόσον οι πράξεις τους ήταν σύμφωνες με τις προβλεπόμενες στο νόμο διαδικασίες.
Χάνουν τη ρύθμιση όσοι οφειλέτες δεν καταβάλουν τρεις δόσεις ή αν δεν υποβάλλουν δηλώσεις φόρου εισοδήματος ή ΦΠΑ εντός τρεις μήνες από την προθεσμία.
Η διαδικασία μέχρι να ληφθεί απόφαση για τις μικρές επιχειρήσεις κρατά μέχρι και 64 μέρες και για τις μεγάλες 94 μέρες. Για την τελευταία κατηγορία οι προθεσμίες μπορεί να επιμηκυνθούν.
Τις διαδικασίες του εξωδικαστικού εποπτεύει και ορίζει η Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (ΕΓΔΙΧ).
Για να ξεκινήσει η διαδικασία υπαγωγής του οφειλέτη στον εξωδικαστικό μηχανισμό απαιτείται το ποσοστό απαρτίας των συμμετεχόντων πιστωτών να συγκεντρώνει τουλάχιστον το 50% του συνολικού χρέους.
Για την έγκριση πρότασης αναδιάρθρωσης οφειλών απαιτείται συμφωνία του οφειλέτη και πλειοψηφία των 3/5 των συμμετεχόντων πιστωτών (ως προς το σύνολο των απαιτήσεών τους), στους οποίους συμπεριλαμβάνεται ποσοστό 2/5 των συμμετεχόντων πιστωτών με ειδικό προνόμιο (υποθήκη κλπ.)
Επιλέγεται συντονιστής των διαπραγματεύσεων από μητρώο διαμεσολαβητών του υπουργείου Δικαιοσύνης. Συνολικά στο μητρώο θα εγγραφούν 320 συντονιστές που κατανέμονται στις περιφέρειες της χώρας.
Η προτεινόμενη ισχύς του νόμου είναι μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου του 2018 και θα τεθεί σε ισχύ δύο μήνες μετά την ψήφισή του.