Το νόημα της Γεννήσεως του Χριστού και η σύγχρονη κατήχηση των θρησκειών στο σχολείο
Ηρακλής Ρεράκης, Καθηγητής Παιδαγωγικής –Χριστιανικής Παιδαγωγικής της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ
Η γέννηση του Χριστού είναι η μοναδική ένσαρκη Αποκάλυψη Θεού στον κόσμο. Ο εορτασμός της επαναλαμβάνεται κάθε χρόνο για να αφουγκραστούν και να συνειδητοποιήσουν όλοι οι άνθρωποι και κυρίως οι Χριστιανοί το εκ της Εκκλησίας χαρμόσυνο μήνυμα ότι ο αληθινός Θεός κενώθηκε,
κατέβηκε εξ ουρανού και φανερώθηκε στον κόσμο, για να ανορθώσει και να θεώσει τον άνθρωπο ή, ορθότερα, για να τον βοηθήσει να θεωθεί. Με τη Θεία Αποκάλυψή του, ο Θεός γίνεται μία απτή πραγματικότητα. Δεν είναι πλέον μια ανθρώπινη επινόηση, ιδέα, φαντασία, έννοια, αντίληψη του ανθρώπου. Η διαβεβαίωση των Αποστόλων ότι ο Υιός και Λόγος του Θεού, που υπήρχε προαιωνίως, είναι Αυτός που είδαν, άγγιξαν και ψηλάφησαν με τα χέρια τους (Α΄ Ιω., 1.) είναι καταλυτική. Κανένας πιστός και κανείς προφήτης ή σοφός σε καμιά θρησκεία δεν μπόρεσε ποτέ, ούτε θα μπορέσει,να μαρτυρήσει αυτό που μαρτυρούν οι Απόστολοι. Μόνον ο Χριστός, όπως αναφέρει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης, είναι και έχει αιώνια ζωή. Αυτή η αιώνια ζωή φανερώθηκε σε αυτούς και εκείνοι αυτήν είδαν και μαρτυρούν και απαγγέλουν (Α΄Ιω., 2). Ο Θεός γίνεται άνθρωπος από αγάπη, εισέρχεται στην ιστορία του ανθρώπου, για να ανοίξει στον άνθρωπο τον δρόμο της τελειώσεως, που είχε κλειστεί με δική του ευθύνη. Όντως, η γιορτή αυτή προσφέρει, κατά τον Άγιο Ιουστίνο Πόποβιτς, «το πιο μεγάλο Ευ-αγγέλιο, που ήτο δυνατόν να δώσει ο Θεός στον άνθρωπο και ο ουρανός στη γη». Η Εκκλησία υμνεί, πανηγυρίζοντας αλλά και διδάσκοντας: «Χριστός γεννάται δοξάσατε, Χριστός εξ΄ ουρανών απαντήσατε». Ζητά ελεύθερη αλλά και λογική και υπεύθυνη απάντηση από τα μέλη της. Για τους Χριστιανούς, η θεία ενσάρκωση είναι η αρχή της χαράς η δε Ανάσταση του Χριστού αποτελεί το πλήρωμα της χαράς. Δοξολογώντας η Εκκλησία το μεγάλο γεγονός της εορτής της του Χριστού θείας γεννήσεως, μέσω της θείας Λατρείας, επισημαίνει και δείχνει το Νέο της Ιστορίας: «Δι’ ημάς εγεννήθη, Παιδίον Νέον, ο προ αιώνων Θεός» και «Θεός το τεχθέν, η δε μήτηρ Παρθένος. Τι μείζον άλλο καινόν είδεν η κτίσις;». Σε μια εποχή που ο Χριστός όλο και πιο πολύ διώκεται και εξορίζεται από τον κόσμο, η Εκκλησία, κάθε χρόνο, με τον εορτασμό του δωδεκαημέρου των Χριστουγέννων επιμένει να μας θυμίζει ότι ο Θεός ήλθε, είναι εδώ, παρών και ήλθε για να σώσει τον άνθρωπο, αν φυσικά και εκείνος θέλει να σωθεί. Το κοσμοϊστορικό γεγονός της Θείας Απολυτρώσεως έχει οντολογική σχέση με την ύπαρξη του ανθρώπου και σηματοδοτεί αποφασιστικά το αιώνιο μέλλον του. Ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός αναφέρει ότι ο Λόγος του Θεού και Θεός, ο Προαιώνιος, ο Άναρχος, κλίνας ουρανούς κατέρχεται, ταπεινώνει το αταπείνωτο ύψος Του, χωρίς να χάνει τη δόξα του, εκδηλώνοντας προς τον άνθρωπο επιείκεια, μακροθυμία και φιλανθρωπία και, ενώ είναι τέλειος Θεός, γίνεται τέλειος άνθρωπος, πραγματοποιώντας το μοναδικό, το ανεπανάληπτο, «το πάντων καινών καινότατον, το μόνον καινόν υπό τον ήλιον». Δεν υπήρξε ούτε υπάρχει ούτε θα υπάρξει πιο μεγάλο, πιο θαυμαστό και πιο καινούριο γεγονός από αυτό: ότι έγινε ο Θεός άνθρωπος, χωρίς να μεταβληθεί η θεία του φύση και κατέστη έτσι Μεσίτης μεταξύ Θεού και ανθρώπων. Προσέλαβε την ανθρώπινη φύση και μ’ αυτήν έγινε εκείνο που δεν έγιναν οι πρωτόπλαστοι, δηλαδή τύπος υπακοής στον Θεό και Πατέρα. Με την υπακοή θεράπευσε τη προπατορική ανθρώπινη παράβαση και παρακοή και μας ξανάδωσε την ευκαιρία, τη δυνατότητα και την ευλογία που είχε χάσει ο άνθρωπος με την πτώση, να μπορεί να γίνει εν’ αυτώ και δι’ αυτού «Θεός» κατά χάριν. Με τη Θεία Του Ενανθρώπηση, ο Θεός ενώθηκε με τον άνθρωπο και, επομένως, δεν είναι απλώς κοντά στον άνθρωπο, αλλά έχει συνδεθεί οντολογικά με τη φύση του, αφού δεν την προσέλαβε μόνον, αλλά και την ανάστησε και την ανέβασε, με την Ανάληψή του, στους ουρανούς δίπλα στον Πατέρα. Γι’ αυτό όσο παράδοξη και μυστηριακή είναι η θεία ενανθρώπηση τόσο παράδοξο είναι να προσπαθούν οι άνθρωποι να διώξουν ή να μειώσουν Αυτόν, που με την ενανθρώπηση έγινε ένα, αιωνίως πλέον, με τη ανθρώπινη φύση. Με την Θεία Αποκάλυψη, κάθε άνθρωπος και ολόκληρη η ανθρωπότητα έγινε αυτό που δεν ήταν, δηλαδή, σώμα του θεανθρώπου. Έτσι, η ζωή γίνεται καινή ζωή και ο άνθρωπος καινός άνθρωπος, εντός του καινού νοήματος και της καινής κτίσης. H αληθινή και υποστατική Ένωση του Θεού με τον άνθρωπο, στο πρόσωπο του Θεανθρώπου, καθιστά τον Χριστό γέφυρα, την πιο αληθινή γέφυρα, ανάμεσα στον Ουρανό και στη γη. Κάθε άνθρωπος επί της γης, που θέλει να κοινωνήσει με τον Ουράνιο Πατέρα, δεν μπορεί να το πετύχει, παρά μόνον δι’ Αυτού. Πολλές γέφυρες – θρησκείες έχουν στηθεί στον κόσμο που οδηγούν σε διάφορους θεούς-είδωλα. Όμως, η μόνη γέφυρα, η μετάγουσα στον αληθινό Θεό είναι αυτή που έστησε ο σαρκωθείς Θεός. Ο μόνος που μπόρεσε να ενώσει στον εαυτό του την ανθρωπότητα με την θεότητα, τον ουρανό με τη γη. Ο άνθρωπος που αναζητά το θεϊκό και το αιώνιο δεν μπορεί να το βρει ούτε στις θρησκείες ούτε στις φιλοσοφικές κοσμοθεωρίες, διότι απλώς σε αυτές δεν υπάρχει άλλη αληθινή θεϊκή παρουσία που να μπορεί να δώσει αιώνια ζωή στην ανθρώπινη ύπαρξη. Μόνον ο θεάνθρωπος Χριστός είναι η αιώνια ζωή και μόνον σε αυτόν μπορεί κανείς να τη βρει. Ο άνθρωπος με την πίστη στον Θεάνθρωπο έχει ζωή και ζει την αιώνια ζωή, αφού ο Θεός ο ίδιος ο ενσαρκωθείς είναι η αιώνια ζωή. Χωρίς τον αληθινό Θεό μπορεί να είναι θρήσκος αλλά παραμένει ά-θεος, χωρίς ελπίδα. Ο τέλειος Θεός που ενσαρκώνεται στον Χριστό είναι και ο τέλειος άνθρωπος. Εκείνος που δίνει στην ανθρωπότητα το αιώνιο, το μείζον, το καινόν της καινής ζωής του καινού ανθρώπου. Οι Χριστιανοί που εγκαταλείπουν «το φως το της γνώσεως», που προσφέρει η ενανθρώπηση του Χριστού και ψάχνουν να βρουν φως, νόημα και λύτρωση στις θρησκείες των ειδώλων, μακράν του Χριστού και αληθινού Θεού, απλώς βρίσκονται στο σκότος που ήδη καταργήθηκε. Αυτό διδάσκει και ο Ακάθιστος Ύμνος: «Λάμψας εν τη Αιγύπτω, φωτισμόν αληθείας, εδίωξας του ψεύδους το σκότος. Τα γαρ είδωλα ταύτης Σωτήρ, μη ενέγκαντά σου την ισχύν πέπτωκεν». Η διά της Θείας Γεννήσεως φανέρωση του αληθινού Θεού δεν δικαιολογεί την περιπλάνηση ορισμένων χριστιανών στους τόπους των θρησκειών και των ειδώλων. Ο Απ. Παύλος μαρτυρεί σαφώς ότι «ουδέν είδωλον εν κόσμω και ότι ουδείς Θεός έτερος ει μη Είς» (Α΄ Κορ. 8, 4). Το ίδιο συμβολικό μήνυμα προς όλους τους Χριστιανούς προσφέρει και ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος, ομολογώντας ότι: «είδαμεν ότι ο υιός του Θεού ήκει και δέδωκεν ημίν διάνοιαν ίνα γινώσκωμεν τον αληθινόν. και εσμέν εν τω αληθινώ, εν τω υιώ αυτού Ιησού Χριστώ. Ούτός εστιν ο αληθινός Θεός και ζωή αιώνιος. Τεκνία φυλάξατε εαυτούς από των ειδώλων» (Α΄ Ιω. 5, 20).
Ορθόδοξη Αλήθεια, 21.12.2016