Τι δείχνουν τα τελευταία στοιχεία της – Τέλος στις προθεσμιακές καταθέσεις αναμένεται να βάλουν το ενώ φαίνεται πως διαθέτουν στην αγορά εναλλακτικά προϊόντα προκειμένου να γίνουν πιο θελκτικά για τους αποταμιευτές.

Όπως αναφέρουν οι τελευταίες πληροφορίες οι τέσσερις συστημικές τράπεζες της χώρας έχουν δημιουργήσει -σε συνεργασία με διεθνείς οίκους- υπηρεσίες διαχείρισης που απευθύνονται στο σύνολο του πελατολογίου τους. Τις υπηρεσίες αυτές μπορεί να τις χρησιμοποιήσει κάποιος που έχει 5.000 ευρώ προκειμένου να έχει πρόσβαση στις αγορές, αλλά και ένας πελάτης που ανήκει στην κατηγορία του private banking.

Μάλιστα, στο πλαίσιο των προγραμμάτων αυτών, τα προς αποταμίευση χρήματα τοποθετούνται σε έτοιμα επενδυτικά χαρτοφυλάκια, ανάλογα με το προφίλ του καθενός, την προσδοκία του δηλαδή για απόδοση και την ανοχή του στον κίνδυνο.

Η διαφορά σε σχέση με τα κλασικά αμοιβαία κεφάλαια είναι ότι τα χαρτοφυλάκιά αυτά τα παρακολουθούν σε τακτικότερη βάση οι διαχειριστές και αυτά ανάλογα με τις συνθήκες στις αγορές και αναπροσαρμόζονται κατάλληλα προκειμένου να μην αλλοιωθεί η σχέση κινδύνου – απόδοσης που έχει επιλέξει ο εκάστοτε επενδυτής.

Τι δείχνουν τα τελευταία στοιχεία της ΕΚΤ για τα επιτόκια καταθέσεων

Η Ελλάδα εξακολουθεί να προσφέρει από τα χαμηλότερα επιτόκια καταθέσεων στην ΕΕ, όπως έδειξαν τα τελευταία με τα στοιχεία η ΕΚΤ. Αναλυτικά, σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας, τα μέσα επιτόκια των προθεσμιακών καταθέσεων έως ένα έτος διαμορφώθηκαν στην Ελλάδα στο 1,88%, τον περασμένο Αύγουστο όταν για παράδειγμα στην Εσθονία οι αποταμιευτές της χώρας αποταμιευτές επιβραβεύονται με αποδόσεις 3,56%. Σημειώνεται δε πως στο 2,98% είναι ο μέσος όρος της ΕΕ.

Απλές καταθέσεις

Αξιοσημείωτο είναι δε πως τα περισσότερα χρήματα σε καταθέσεις στην Ελλάδα βρίσκονται σε απλούς λογαριασμούς ημέρας. Μάλιστα τα νοικοκυριά είχαν περί τα 108,33 δισ. ευρώ σε καταθέσεις αυτού του τύπου τον Σεπτέμβριο από 107,83 δισ. ευρώ που ήταν τον Αύγουστο. Στο 0,04% ήταν το μέσο επιτόκιο σε αυτές τις καταθέσεις τον Αύγουστο. Δηλαδή το ποσοστό αυτό ήταν αυξημένο από τον Ιούλιο που ήταν στο 0,03% . Ενδεικτικά αναφέρεται πως για 15.000 ευρώ, η απόδοση στο έτος θα είναι στα 6 ευρώ με την προϋπόθεση ότι τα επιτόκια θα είναι σταθερά στο 0,04%.

Δηλαδή ο καταθέτης σε αυτήν την περίπτωση θα έχει σε 10 χρόνια στον τραπεζικό του λογαριασμό 15.054,08 ευρώ. Αυτό σημαίνει πως ακόμα και αν ο πληθωρισμός δεν είχε ανέβει ποτέ από το 2% που είναι και ο στόχος της ΕΚΤ, τα χρήματα αυτά τα “ροκανίζει “η ακρίβεια και μέρα με τη μέρα χάνουν όλο και περισσότερο από την πραγματική τους αξία.

Οι προθεσμιακές

To επιτόκιο των λογαριασμών προθεσμίας είναι πολλαπλάσιο από αυτό των λογαριασμών με καταθέσεις ημέρας, όμως οι αποδόσεις παραμένουν κάτω από το ποσοστό ετήσιας ανόδου του πληθωρισμού.

Μάλιστα συνολικά περί τα 37,2 δισ. ευρώ ήταν τον Σεπτέμβριο στις ελληνικές τράπεζες.

Τα επιτόκια των ελληνικών τραπεζών αυξήθηκαν σημαντικά από το 2022 έως και το 2024 παρόλο που αυτά ήταν χαμηλότερα ιστορικά σε σχέση με τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά.

Συγκεκριμένα, τα επιτόκια αυτά έφτασαν μέχρι και το 3% από 1 % με 1,4% που ήταν αρχικά .Ωστόσο τώρα που έχει αρχίσει η αποκλιμάκωση των επιτοκίων της ΕΚΤ, οι συστημικές έχουν μειώσει και τις προσφορές τους, με τα καλύτερα επιτόκια για καταθέσεις έως 15.000 ευρώ να φτάνουν το 2,25% σε μικρότερες τράπεζες και το 1,3% σε συστημική.

Σημειώνεται δε πως τα επιτόκια διαφέρουν πολύ από τράπεζα σε τράπεζα και αυτά διαμορφώνονται ανάλογα με τη χρονική περίοδο που θα γίνει η κατάθεση.

Αλλά το ίδιο ισχύει και για ίδια προϊόντα μιας τράπεζας. Τα προϊόντα προσφέρονται έως 12 ή 24 μήνες ανάλογα την τράπεζα και το ποσό της κατάθεσης. Αυτό σημαίνει ότι μέσα σε 10 χρόνια θα γίνουν πολλαπλές προθεσμιακές συμβάσεις με διαφορετικά επιτόκια.

Μάλιστα κάποιος που θα επενδύσει το κεφάλαιό του αποκλειστικά σε προθεσμιακές καταθέσειςγια μία 10ετία θα έχει μία μέση απόδοση της τάξεως του 1,8%. Αυτό σημαίνει ότι η απόδοση είναι σχεδόν στα 262,5 ευρώ το έτος ή 2.625 ευρώ στη 10ετία, ενώ με την υπόθεση ότι το κεφάλαιο επανεπενδύεται κάθε χρόνο το όφελος μπορεί να ανέλθει στα 12,291.75 ευρώ.