Ο ΣΕΒ δεν αποκλείει τις απευθείας διαπραγματεύσεις με τη ΓΣΣΕ για την διαμόρφωση των βασικών μισθών του ιδιωτικού τομέα, υπό τον όρο ότι δεν θα υπάρχει υποχρεωτική διαδικασία.
Σύμφωνα με το ieidiseis, η νέα ηγεσία του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών υπό τον Σπύρο Θεοδωρόπουλο μοιάζει έτοιμη να καταθέσει κοινό αίτημα στην κυβέρνηση για αλλαγή του θεσμικού πλαισίου και την διαμόρφωση των μισθών αποκλειστικά από τους συντελεστές της παραγωγής: το κεφάλαιο και τις δυνάμεις της εργασίας. Σχετικές συζητήσεις μεταξύ ΓΣΕΕ και των εργοδοτικών φορέων αναμένεται να ξεκινήσουν τις επόμενες ημέρες.
Πρόκειται για στροφή της επιχειρηματικής κοινότητας από ένα θέμα «ταμπού», όπου κατά τα τελευταία 14 χρόνια και με αφορμή την οικονομική κρίση, οι μισθοί, τουλάχιστον οι εισαγωγικοί, διαμορφώνονται με κυβερνητική παρέμβαση. Κρατώντας την εργατική δύναμη σε κρατική… διατίμηση.
Σε μια τέτοια εξέλιξη αναμένεται να τεθεί και θέμα ωριμάνσεων (τριετίες) από την εργατική πλευρά, καθώς δεν υπολογίζονται για 12 έτη (2012-2023), με αποτέλεσμα είτε το 2010 εντάχθηκε κάποιος στην αγορά εργασίας είτε φέτος, να λαμβάνει τον ίδιο (βασικό) μισθό.
Από την άλλη πλευρά, ο νέος πρόεδρος του ΣΕΒ έχει θέσει ως απαράβατο όρο την κατάργηση της υποχρεωτικής διαιτησίας. Δηλαδή, σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ της εργοδοτικής και της εργατικής πλευράς να μην έχει το δικαίωμα ένα μέρος να προσφεύγει μονομερώς στον Οργανισμό Μεσολάβησης και Διαιτησίας (ΟΜΕΔ).
«Αν υπάρχει αυτό το δικαίωμα, δηλαδή της μονομερούς προσφυγής στη Διαιτησία, τότε κανείς εκ των δυο μερών δεν θα διαπραγματεύεται σοβαρά», υποστηρίζει. Ειδικά η εργατική πλευρά καθώς δεν θα είναι υποχρεωμένη σε ρεαλιστικές προσεγγίσεις και, προσφεύγουσα στη Διαιτησία, δεν θα έχει να «απολογείται» στα (φυσικά) μέλη της για τα αποτελέσματα του «συμβιβασμού». Με ευκολία θα παραπέμπει το όλο θέμα σε ένα τρίτο (ΟΜΕΔ) και ο πραγματικός διαπραγματευτής θα εμφανίζεται «επιτήδεια ουδέτερος».
Μάλιστα, ο ΣΕΒ φαίνεται να διατηρεί ενστάσεις και ως προς τις έως τώρα προσεγγίσεις των Διαιτητών του ΟΜΕΔ (τελικές προτάσεις αναφορικά με τους όρους αμοιβής). Με δεδομένο ότι ήδη η κυβέρνηση της Ν.Δ. ενίσχυσε έτι περαιτέρω τις σχετικές, αποτρεπτικές ως προς τη Διαιτησία, διατάξεις που θεσπίστηκαν κατά τη «μνημονιακή» περίοδο, ο κ. Θεοδωρόπουλος μοιάζει να αποδέχεται πλέον την συνομολόγηση του εισαγωγικού μισθού. Αρκεί η ΓΣΕΕ να μην θέσει θέμα μονομερούς προσφυγής στην Διαιτησία στο κοινό υπόμνημα που αναμένεται να συνταχθεί προς την κυβέρνηση.
Προσφυγή στη Διαιτησία «ούτε και για τις κλαδικές συμβάσεις» γιατί και σε επίπεδο ομοσπονδιών ακολουθείται η ίδια μη ρεαλιστική συνδικαλιστική προσέγγιση…
Μόλις 30% με συμβάσεις
Να σημειωθεί ότι στη χώρα μας λόγω των μικρών επιχειρήσεων (οι 9 στις 10 επιχειρήσεις απασχολούν λιγότερους από 10 μισθωτούς) μόλις το 30% των εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα καλύπτονται με Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας (ΣΣΕ). Έναντι 45% σε μέσα ευρωπαϊκά επίπεδα και του στόχου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής το 80% των μισθωτών να βρίσκονται υπό την κάλυψη ΣΣΕ.
Μάλιστα, η σχετική κοινοτική οδηγία αναμένεται να έρθει μέχρι το φθινόπωρο στη Βουλή προς κύρωση. Αλλά για να αυξηθεί κάπως το ποσοστό των μισθωτών που καλύπτεται από Συμβάσεις, ειδικά στην Ελλάδα της πληθώρας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, απαιτείται να γίνει ο αρχή με τον κατώτατο-εισαγωγικό μισθό…
Πάντως, να σημειωθεί ότι εν σχέσει με την προ-μνημονιακή περίοδο ο βασικός μισθός (στα 751 ευρώ το 2010, στα 830 ευρώ σήμερα), έχει αυξηθεί ονομαστικά μόλις κατά 10,5%, έναντι υπερδιπλάσιου πληθωρισμού κατά την ίδια περίοδο (22%). Και αυτή η αναπροσαρμογή σημειώθηκε κατά τα τελευταία 5 χρόνια.
Και σε κλαδικό επίπεδο, πάντως, δεν υπάρχουν συλλογικές διαπραγματεύσεις και όπου υφίστανται, σπάνια καταλήγουν σε Συμβάσεις (ΣΣΕ). Ακόμη πιο δύσκολα, δε, οι προβλέψεις των εν λόγω συμβάσεων επεκτείνονται στο σύνολο των εργαζομένων και των επιχειρήσεων ενός κλάδου.
Αυτό συμβαίνει καθώς μια ΣΣΕ για να κηρυχτεί υποχρεωτική και να επεκταθεί σε κάθε μισθωτό (του αντίστοιχου κλάδου) θα πρέπει η Ομοσπονδία των εργαζομένων που τη συνομολογηθεί να αντιπροσωπεύει το 50% των μισθωτών και, από την άλλη πλευρά, ο Σύνδεσμος των επιχειρήσεων να απασχολεί επίσης τους μισούς εργαζόμενους.
Ωστόσο, η συμμετοχή στα συνδικάτα, και λόγω πολλών μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων, είναι αναιμική (σε μέσα επίπεδα κάτω του 25%), ενώ πολλές επιχειρήσεις αποφεύγουν την ένταξή τους στους αντίστοιχους εργοδοτικούς συνδέσμους ακριβώς για να μην υπακούουν (καταβάλουν) σε κλαδικούς-υψηλότερους μισθούς.