Η επικεφαλής της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ έχει ξεκαθαρίσει ότι αλλά ο στόχος μείωσης του πληθωρισμού κάτω από το 2%

Σύμφωνα με την ΗΜΕΡΗΣΙΑ, οι ελληνικές τράπεζες πάντως έχουν ήδη προσαρμόσει τις εκτιμήσεις τους για το 2023 με την παραδοχή ότι το επιτόκιο της ΕΚΤ θα φτάσει το 4%. Στο επίκεντρο της προσοχής τους είναι τα δανειακά χαρτοφυλάκια που πρέπει πάση θυσία να παραμείνουν υγιή σε περιβάλλον αυξημένων επιτοκίων και ισχυρών πληθωριστικών πιέσεων, συνθήκες που αυξάνουν τον κίνδυνο μείωσης των δυνατοτήτων των δανειοληπτών να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους.

Την περασμένη εβδομάδα η Κριστίν Λαγκάρντ κάλεσε τις ευρωπαϊκές τράπεζες να επανεξετάσουν τους όρους δανείων και να κατανείμουν τις αποπληρωμές στην πάροδο του χρόνου. Τα αυξημένα επιτόκια έχουν φρενάρει και τη ζήτηση για νέα δάνεια και ενδεχομένως να αναγκάσει τις τράπεζες να αναθεωρήσουν τους στόχους πιστωτικής επέκτασης.

Στην παρούσα φάση πάντως δεν έχουμε σημαντικές αρρυθμίες στις αποπληρωμές δανείων ωστόσο το στεγαστικό χαρτοφυλάκιο είναι το πιο ευαίσθητο – όχι μόνο στην Ελλάδα – και βρίσκεται υπό στενή παρακολούθηση.

Θα αυξηθούν τα NPEs

H διοίκηση της Εurobank εκτιμά ότι οι εισροές νέων Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων (ΝPEs) θα κυμανθούν από 400-450 εκατ. ευρώ (έναντι 46 εκατ ευρώ πέρσι) με τα στεγαστικά δάνεια να είναι πιο ευαίσθητα στην άνοδο των επιτοκίων.

Με βασικό επιτόκιο 3,5% τα μισά στεγαστικά δάνεια θα έχουν επιβάρυνση 15% στη δόση τους και τα υπόλοιπα 30%. Παρ’ όλα αυτά, με βάσει το επιχειρησιακό σχέδιο της τράπεζας το δείκτη ΝPE θα διατηρηθεί στο 5,2% και με οργανικό τρόπο θα μειωθεί το 2025 στο 4,5% .

Στο τέλος του 2022 τα συνολικά ΝPE ήταν 2,3 δις ευρώ (μειωμένα κατά 0,5 δις ευρώ). Στα στεγαστικά δάνεια ο δείκτης ΝPE διαμορφώθηκε στο 5,7% (0,5 δις ευρώ) ενώ τα ενήμερα στεγαστικά ήταν 10,2 δις ευρώ.

Εν αντιθέσει με τις τράπεζες, οι δανειολήπτες με στεγαστικά δάνεια κυμαινόμενου επιτοκίου κάθε άλλο παρά ψύχραιμοι είναι.

Με εξαίρεση του ευάλωτους που θα μπορούν να ζητήσουν την επιδότηση του 50% της αύξησης της δόσης τους, οι υπόλοιποι πρέπει να υποστούν τις παράπλευρες απώλειες της «μάχης» της ΕΚΤ κατά του υψηλού πληθωρισμού.
Πάνω από 6% το επιτόκιο

Οι δανειολήπτες και ειδικά όσοι πήραν τα τελευταία χρόνια στεγαστικό δάνειο μπορεί να δουν το επιτόκιο να σπάει το φράγμα του 6%-6,5% από 2,5% που ήταν τον Ιούλιο του 2022 όταν ξεκίνησε η αύξηση των επιτοκίων.

Την περασμένη Παρασκευή το euribor 3 μηνών, που είναι η βάση καθορισμού του επιτοκίου άγγιξε το 3% όταν μέχρι και τον Ιούνιο του 2022 ήταν αρνητικό. Οι τράπεζες σε μια προσπάθεια να διατηρήσουν την υγεία του χαρτοφυλακίου τους αλλά και να διατηρήσουν τη ζήτηση για νέα δάνεια – σταθερού επιτοκίου καθώς κυμαινόμενο δεν ζητάει κανένας πλέον – μειώνουν το δικό τους επιτοκιακό περιθώριο (spread) χωρίς ωστόσο να είναι δυνατόν να απορροφήσουν τις αυξήσεις της ΕΚΤ.

Παραδείγματα

Λαμβάνοντας υπόψη ότι το ύψος των μέσο ύψος των στεγαστικών δανείων κυμαίνεται μεταξύ 80.000-100.000 ευρώ και η μέση διάρκεια είναι 20-25 έτη, ο παρακάτω πίνακας είναι ενδεικτικός του «βάρους» που καλούνται να σηκώσουν οι δανειολήπτες (ύψος δόσης ανά 1.000 ευρώ).

Για παράδειγμα ένα δάνειο 100.000 ευρώ διάρκειας 20 ετών είχε μηνιαία δόση τον Ιούλιο του 2022 στα 536 ευρώ με το euribor μηδενικό και το επιτόκιο στο 2,50%. Με το euribor στο 2,75% το επιτόκιο διαμορφώνεται στο 5,25% και η μηνιαία δόση στα 681 ευρώ.

Δηλαδή σε λιγότερο από ένα χρόνο έχει αυξηθεί κατά 145 ευρώ και θα συνεχίσει να κινείται ανοδικά. Αν επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις για επιτόκια από 6%, πχ στο 6,25% η μηνιαία δόση θα διαμορφωθεί στα 738 ευρώ, δηλαδή 202 ευρώ ψηλότερα από τον Ιούλιο του 2022.

Τα νοικοκυριά

Σύμφωνα Ετήσια έρευνα για το Εισόδημα & τις Δαπάνες Νοικοκυριών 2022 του ΙΝΕ ΓΣΕΒΕΕ από τα νοικοκυριά που διαμένουν σε ιδιόκτητο σπίτι το 21,3% έχει ενεργό στεγαστικό δάνειο . Από τα νοικοκυριά αυτά το 18,7% (έναντι 16,5% το 2021) καταβάλλει τις δόσεις του δανείου συχνά με κάποια καθυστέρηση, ενώ το 8,5% (6% στην έρευνα του 2021) έχει καθυστερημένες οφειλές για περισσότερο από 3 μήνες.

Επιδεινωμένη είναι η εικόνα σε σχέση με την έρευνα του 2021 και ως προς τις εκτιμήσεις των νοικοκυριών αναφορικά με τη δυνατότητα εξυπηρέτησης των στεγαστικών δανειακών τους υποχρεώσεων το 2023.

Συγκεκριμένα, από τα νοικοκυριά που διαμένουν σε ιδιόκτητο σπίτι και έχουν στεγαστικό δάνειο, το 21,5% δήλωσε πως δεν θα μπορέσει ή μάλλον δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις δανειακές του υποχρεώσεις

Αυξημένος σε σχέση με το 2021 είναι ο φόβος των νοικοκυριών ότι μπορεί να απολέσουν το σπίτι τους λόγω οφειλών. Ειδικότερα, το 14,4% (11,3% το αντίστοιχο ποσοστό το 2021) των νοικοκυριών εξέφρασε το φόβο απώλειας του ακινήτου λόγω αδυναμίας πληρωμής των υποχρεώσεων προς τις τράπεζες ή το Δημόσιο.