Οι ΣΥΝΕΚ – Συγκεκριμένα αναφέρουν πως «Η ατομική αξιολόγηση των εκπαιδευτικών από την Κεραμέως ξεκινά! Ο αγώνας της εκπαιδευτικής κοινότητας θα ανατρέψει τα σχέδια της!»

 

Η ανακοίνωση:

Η Κυβέρνηση της ΝΔ και το Υπουργείο Παιδείας από το καλοκαίρι του 2019 έχει επιλέξει την επικοινωνιακή διαχείριση αντί της ουσιαστικής αντιμετώπισης των αναγκών της δημόσιας εκπαίδευσης.

Γι’ αυτόν τον λόγο δεν έχει προβεί σε κανένα θεσμικό διάλογο με τις Εκπαιδευτικές Ομοσπονδίες. Επέλεξε την απαξίωσή τους και τον δρόμο των διώξεων, με προσφυγές στα δικαστήρια καταστολή των αγώνων του εκπαιδευτικού κινήματος. Η εξήγηση γι’ αυτό είναι μια. Έχοντας ως ξεκάθαρο στόχο τη συρρίκνωση και ιδιωτικοποίηση και των τριών βαθμίδων της εκπαίδευσης, προς τέρψη της άποψης του κ. Μητσοτάκη ότι οι μαθητές είναι πελάτες, ήθελε, πάση θυσία, να αποφύγει τον διάλογο και το εμπόδιο της εκπαιδευτικής κοινότητας νομίζοντας έτσι ότι θα επιβάλει την αντιεκπαιδευτική πολιτική της και την εφαρμογή αυτής.

Έχοντας αυτή τη στόχευση με μια αιφνιδιαστική τροπολογία σε νομοσχέδιο του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών(!) και με δελτίο τύπου στις 19/1/2023 το ΥΠΑΙΘ μας ενημέρωσε για την έναρξη της ατομικής αξιολόγησης των εκπαιδευτικών: «Ξεκινά την ερχόμενη εβδομάδα, σύμφωνα με το Νόμο 4823/2021, η ατομική αξιολόγηση, καθολικά και συστηματικά, πρώτη φορά μετά το 1982, όλων των εκπαιδευτικών, μελών Ειδικού Εκπαιδευτικού και Ειδικού Βοηθητικού Προσωπικού, Διευθυντών, Προϊσταμένων σχολικής μονάδας ή Εργαστηριακού Κέντρου που παρέχουν διδακτικό έργο.

Προκειμένου να επιταχυνθούν οι διαδικασίες, εισήχθησαν στη Βουλή επιπλέον νομοθετικές ρυθμίσεις του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων, οι οποίες προβλέπουν την ανάληψη υπηρεσίας, στις περιοχές όπου έχει ήδη ολοκληρωθεί η επιλογή και τοποθέτηση των Συμβούλων Εκπαίδευσης, οι οποίοι θα εκκινήσουν άμεσα και κατά προτεραιότητα την ατομική αξιολόγηση των εκπαιδευτικών και συγκεκριμένα των νεοδιόριστων, καθώς η αξιολόγηση αποτελεί προϋπόθεση μονιμοποίησής τους».

Η εξωτερική αξιολόγηση των σχολείων και η ατομική αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, αποτελούν δύο ζητήματα για τα οποία ο κλάδος αγωνίστηκε και την εφαρμογή των οποίων απέτρεψε στο παρελθόν,  και που μας γυρίζουν πίσω στις αλήστου μνήμης μέρες του 2013/14. Ο στόχος των «αρίστων» Μητσοτάκη– Κεραμέως ήταν από την αρχή ξεκάθαρος: Αυστηρή εξωτερική αξιολόγηση για σχολεία και εκπαιδευτικούς, οδηγώντας στην κατηγοριοποίηση των σχολείων, στην χειραγώγηση και τον έλεγχο των εκπαιδευτικών, στον διαχωρισμό και τον ανταγωνισμό μεταξύ τους, με απρόβλεπτες συνέπειες για το εκπαιδευτικό έργο και τον ίδιο το χαρακτήρα του σχολείου.

Με αυτόν τον τρόπο η κυβέρνηση ανατρέπει ολοκληρωτικά μια σειρά διατάξεων και νόμων, με τα οποία η προηγούμενη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, και υπό την πίεση και διεκδίκηση του εκπαιδευτικού και συνδικαλιστικού κινήματος, νομοθέτησε, και ειδικότερα τις διατάξεις του νόμου 4547/2018  που κατάργησε: α) Το ΠΔ 152/2013, που προέβλεπε την ατομική αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, β) το νόμο 3848/2010 (Διαμαντοπούλου) και την εξωτερική αξιολόγηση σχολικών μονάδων και γ) το νόμο 4142/13 και τον ρόλο της Αρχής Διασφάλισης Ποιότητας Εκπαιδευτικού Έργου (ΑΔΙΠΠΔΕ) στην Β/θμια εκπαίδευση.

Εξίσου σαφές είναι και το τι επιδιώκουν παραμονές των βουλευτικών εκλογών:

Προσπαθούν να εμφανιστούν στην ελληνική κοινωνία ως μεταρρυθμιστές αλλά στην ουσία έχουν απορρυθμίσει την παιδαγωγική και συλλογική λειτουργία των σχολείων (εξοντωτική γραφειοκρατία, κατηγοριοποίηση σχολείων-εκπαιδευτικών-μαθητών, υπερεξουσίες σε μονοπρόσωπα όργανα κ.ά.). «Μεταρρυθμιστές» της απαξίωσης της δημόσιας εκπαίδευσης και των εκπαιδευτικών.

Θέλουν να πλασαριστούν ως καλοί τεχνοκράτες για την υλοποίηση της πολιτικής τους ενώ γνωρίζουν πως η ατομική αξιολόγηση για κατηγοριοποίηση και έλεγχο των εκπαιδευτικών δεν μπορεί να ξεκινήσει καθώς δεν έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία τοποθέτησης των νέων σχολικών συμβούλων, ενώ είναι σε αρχικό στάδιο οι κρίσεις των διευθυντών σχολικών μονάδων. Η «άριστη» Υπουργός ούτε κρίσεις στελεχών, στα 4 χρόνια δεν μπορούσε να υλοποιήσει, και τώρα το επιδιώκει με fast track διαδικασίες, εξοργίζοντας ακόμη και τα δικά της στελέχη εκπαίδευσης. Εκβιάζουν ουσιαστικά με τον πιο χυδαίο τρόπο, μάλιστα λίγο πριν τις εθνικές εκλογές, τους χιλιάδες νεοδιόριστους εκπαιδευτικούς κρατώντας τους δόκιμους για τρίτη χρονιά αλλά και τους αναπληρωτές/τριες με τις δηλώσεις περί αλλαγών στο σύστημα προσλήψεων.

Επιχειρούν μέχρι την τελευταία ημέρα παραμονής τους στην εξουσία να αλώσουν, να στραγγαλίσουν και να ελέγξουν ασφυκτικά το Δημόσιο Σχολείο και τον εκπαιδευτικό φορτώνοντάς τον παράλληλα με κάθε ευθύνη για τα αρνητικά αποτελέσματα των δικών τους πολιτικών επιλογών.

Πανηγυρίζουν ανιστόρητα ότι επιστρέφει η αξιολόγηση στον εκπαιδευτικό μετά από 41 χρόνια, συνδέοντάς την με τις πιο μαύρες σελίδες του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος, τον επιθεωρητισμό, που έχει καταδικαστεί συλλήβδην από την εκπαιδευτική κοινότητα και την ελληνική κοινωνία. Οι «άριστοι» προκειμένου να μετατρέψουν τα σχολεία σε επιχειρήσεις ούτε καν παίρνουν υπόψη τη διεθνή εμπειρία και το που οδήγησαν την εκπαίδευση τέτοιες επιλογές. Είναι τρανταχτή απόδειξη η άποψη της Νταϊάνας Ράβιτς, πρώην υφυπουργού Παιδείας των ΗΠΑ: «Σήμερα δεν πιστεύω πως η αξιολόγηση ή η επιλογή σχολείου μπορούν να βελτιώσουν την ποιότητα της εκπαίδευσης, όπως είχαμε ελπίσει… Με άλλα λόγια, η αξιολόγηση μετατράπηκε σε εφιάλτη για τα … σχολεία…. Η τρέχουσα έμφαση στην αξιολόγηση έχει δημιουργήσει στα σχολεία μια τιμωρητική ατμόσφαιρα. … Η εκπαιδευτική πολιτική που ακολουθούμε αναστατώνει τις κοινότητες, κατεδαφίζει σχολεία, εξαπατά τους μαθητές…»

Η πολυδιαφημισμένη αξιολόγηση των εκπαιδευτικών δεν είναι παρά μια απερίγραπτη επιπλέον γραφειοκρατική διαδικασία, που αποπροσανατολίζει από τα πραγματικά προβλήματα της εκπαίδευσης και δείχνει ως μόνιμους υπεύθυνους γι’ αυτά τους εκπαιδευτικούς. Η βελτίωση της ποιότητας της εκπαίδευσης απαιτεί αύξηση της χρηματοδότησης της παιδείας, κάλυψη των 50.000 κενών εκπαιδευτικών, μείωση του αριθμού μαθητών ανά τμήμα, σύγχρονες κτιριακές υποδομές και όχι κοντέινερ, τεχνολογικό και λοιπό εξοπλισμό, προγράμματα σπουδών σύμφωνα με τις σύγχρονες παιδαγωγικές αρχές με ανάλογα βιβλία και εποπτικό υλικό, κατάργηση της τράπεζας θεμάτων και μείωση των εξετάσεων που οδηγούν σε στείρα γνώση και ανάγκη παραπαιδείας. Άλλωστε, διεθνείς μελέτες σχετικά με τα αποτελέσματα της αξιολόγησης δείχνουν ότι όπου εφαρμόστηκε όχι μόνο δεν επήλθε βελτίωση του εκπαιδευτικού έργου, αλλά αντίθετα, λόγω της επιπλέον επαγγελματικής εξουθένωσης που επιφέρει αλλά και του ανταγωνιστικού κλίματος που καλλιεργεί, παραμερίζονται οι παιδαγωγικές αρχές και αυξάνονται οι μορφωτικές ανισότητες.Επιπλέον, η αξιολόγηση που προβλέπεται στο ν. 4823, κρύβει πελατειακά δίκτυα, αποσκοπεί στη φίμωση των εκπαιδευτικών και δεν έχει καμία επιστημονική βάση, καθώς οι σύμβουλοι που θα αξιολογούν τη διδακτική επάρκεια, δεν προβλέπεται να έχουν καμία ειδίκευση πάνω στη διδακτική, οι διευθυντές που θα αξιολογούν το παιδαγωγικό κλίμα, δεν προβλέπεται να έχουν καμία ειδίκευση πάνω στην παιδαγωγική και σε πολλές περιπτώσεις οι αξιολογούμενοι θα έχουν περισσότερα προσόντα στο αντικείμενο της αξιολόγησής τους απ’ ό,τι οι αξιολογητές τους.Αντιπρόταση μας στην ατομική αξιολόγηση αποτελεί το πάγιο αίτημα του κλάδου μας για καθολική, εισαγωγική, περιοδική και ετήσια, επιμόρφωση (20ο Συνέδριο 2022), κρίνοντας ότι αποτελεί βασική παράμετρο βελτίωσης των εκπαιδευτικών και του παρεχόμενου εκπαιδευτικού έργου.

Η θέση των ΣΥΝΕΚ για το ζήτημα αυτό είναι ξεκάθαρη: είμαστε αντίθετοι/ες σε οποιαδήποτε αξιολόγηση χειραγωγεί τους εκπαιδευτικούς, δημιουργεί κλίμα ανταγωνισμού, αυξάνει τη γραφειοκρατία, πλήττει το παιδαγωγικό κλίμα, κατηγοριοποιεί τα σχολεία, εμπορευματοποιεί την εκπαίδευση. Διαφωνούμε κάθετα με τις υποχρεωτικές φόρμες, τη δημοσιοποίηση εκθέσεων, τις επιπτώσεις στη μισθολογική και υπηρεσιακή εξέλιξη των εκπαιδευτικών. Υπερασπιζόμαστε σχετικές αποφάσεις και τα επιστημονικά συμπεράσματα προηγούμενων Συνεδρίων (4ο, 5ο , 6ο, 7ο, 8ο,19ο,20ο). Λέμε «όχι» στην ατομική αξιολόγηση.

Το εκπαιδευτικό και συνδικαλιστικό κίνημα, ενωτικά,συλλογικά και αποφασιστικά δηλώνει παρόν στους αγώνες και τις προσπάθειες ενημέρωσης των εκπαιδευτικών, των μαθητών, των οικογενειών και όλης της κοινωνίας, για να αποτρέψει ακόμα μία φορά τις προσπάθειες της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Παιδείας, και της κυβέρνησης συνολικά, να δημιουργήσουν ένα εικονικά λαμπρό, και στην ουσία και τα αποτελέσματά του ζοφερό, με διαχωρισμούς και αποκλεισμούς, ακραία ταξικό σχολείο του μέλλοντος, όπου ο εκπαιδευτικός θα χειραγωγείται και θα είναι υπό τον συνεχή έλεγχο, χωρίς ακαδημαϊκή και παιδαγωγική ελευθερία, και όπου τα σχολεία θα κατηγοριοποιούνται χωρίς να  λαμβάνονται υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και οι ανάγκες του κάθε σχολείου και του μαθητικού δυναμικού του. Καλούμε όλους τους εκπαιδευτικούς να πάρουν μέρος στο κύκλο των έκτακτων Γενικών Συνελεύσεων που θα ξεκινήσουν το αμέσως ερχόμενο χρονικό διάστημα, ώστε να διαμορφωθεί ένα αγωνιστικό μέτωπο δράσης σε συντονισμό κινητοποιήσεων με τη ΔΟΕ.

Παράλληλα απαιτείται ενημέρωση της κοινωνίας από τις Ομοσπονδίες για την επιχειρούμενη επίθεση απέναντι στο Δημόσιο Σχολείο, στους εκπαιδευτικούς και στη μόρφωση όλων των παιδιών Ο αγώνας για την κατάργηση των αντιεκπαιδευτικών νόμων 4692/20 και 4823/21 θα είναι μαζικός, ενωτικός και διαρκής! Είναι αγώνας ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ!