Πιο αναλυτικά, το 6,0% του πληθυσμού (6,1% το 2020 και 8,0 το 2019) δήλωσε ότι αντιμετώπισε μέτρια ή σοβαρή ανεπάρκεια τροφής, ενώ το 1,5% του πληθυσμού (1,6% το 2020 και 1,5% το 2019) δήλωσε ότι αντιμετώπισε μόνο σοβαρή ανεπάρκεια τροφής (σύμφωνα με την παγκόσμια τυπική κλίμακα FIES).
Συγκεκριμένα, τα παραπάνω στοιχεία δημοσίευσε η ΕΛΣΤΑΤ, όπως προκύπτουν από την Έρευνα Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης των Νοικοκυριών (SILC), έτους 2021, με περίοδο αναφοράς εισοδήματος το έτος 2020.
Ένα νοικοκυριό θεωρείται ότι έχει μέτρια ή σοβαρή ανεπάρκεια τροφής όταν τουλάχιστον ένα μέλος του νοικοκυριού δήλωσε ότι, κατά τη διάρκεια των 12 προηγούμενων μηνών πριν τη διενέργεια της έρευνας, αναγκάστηκε να παραλείψει ένα γεύμα, έφαγε λιγότερο από όσο θεωρούσε ότι είχε ανάγκη, έμεινε χωρίς τροφή, πεινούσε αλλά δεν έφαγε, πέρασε μια ολόκληρη ημέρα χωρίς τροφή, λόγω έλλειψης χρημάτων ή άλλων πόρων.
Ένα νοικοκυριό θεωρείται ότι έχει σοβαρή ανεπάρκεια τροφής, όταν τουλάχιστον ένα μέλος του νοικοκυριού δήλωσε ότι, κατά τη διάρκεια των 12 προηγούμενων μηνών πριν τη διενέργεια της έρευνας, πέρασε μια ολόκληρη ημέρα χωρίς τροφή λόγω έλλειψης χρημάτων ή άλλων πόρων.
Το 11,9% του πληθυσμού ανησύχησε ότι δεν θα είχε αρκετή τροφή για να καλύψει τις ανάγκες τουTo 11,4% του πληθυσμού δεν είχε τη δυνατότητα να τραφεί με υγιεινή και θρεπτική τροφήTo 12,6% του πληθυσμού έφαγε μόνο ορισμένα είδη τροφώνTo 6,2% του πληθυσμού αναγκάστηκε να παραλείψει ένα γεύμαTo 6,2% του πληθυσμού έφαγε λιγότερο από όσο θεωρούσε ότι είχε ανάγκηTo 3,2% του πληθυσμού έμεινε χωρίς τροφή. To 3,5% του πληθυσμού πεινούσε, αλλά δεν έφαγεTo 2,7% του πληθυσμού πέρασε μια ολόκληρη ημέρα χωρίς τροφή.
Παράλληλα:
το 92,3% των νοικοκυριών έχει επάρκεια τροφής
Το 5,0% των νοικοκυριών έχει χαμηλή επάρκεια τροφής
Το 2,7% των νοικοκυριών έχει πολύ χαμηλή επάρκεια τροφής