«Η Ευρώπη θα πρέπει να έχει τη νομιμοποιητική ισχύ, να δίνει λύσεις στα προβλήματα των συμπολιτών μας στο πεδίο, όπως το έπραξε με τη στρατηγική των εμβολίων, όπως το πέτυχε στον Έβρο και όπως αγωνίζεται να το πετύχει τώρα στην ουκρανική κρίση».
Αυτό ανέφερε ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και αρμόδιος για την Προώθηση του Ευρωπαϊκού Τρόπου Ζωής, Μαργαρίτης Σχοινάς, κατά τον χαιρετισμό του στο συνέδριο του Πανεπιστημίου Πειραιώς σχετικά με το μέλλον της ΕΕ μετά και το τέλος των εργασιών της Διάσκεψης για το Μέλλον της Ευρώπης, που διοργανώθηκε σε συνεργασία με το Κέντρο Ευρωπαϊκής Πληροφόρησης Δήμου Πειραιώς, υπό την αιγίδα της Περιφέρειας Αττικής και με την υποστήριξη του Περιφερειακού Ταμείου Ανάπτυξης Αττικής.
«Αυτή η νέα Ευρώπη της δράσης πρέπει να έχει και μία ηγεσία που θα νομιμοποιείται από τη βούληση των πολιτών, όχι πια από αποφάσεις σε κλειστές αίθουσες και παζαρέματα», συνέχισε ο κ. Σχοινάς, σημειώνοντας ότι «οι ευρωεκλογές του 2024 μάς προσφέρουν μία μοναδική πολιτική ευκαιρία ακριβώς για αυτήν τη νομιμοποίηση της ευρωπαϊκής ηγεσίας, που είναι ένα κάλεσμα των καιρών. Η απειλή, η ανάγκη, ο εξωτερικός εχθρός -κατά έναν παράδοξο τρόπο- είναι και μία ευκαιρία για την Ευρώπη. Αντίθετα, η αδράνεια, η ακινησία, ο ευδαιμονισμός αποτελούν τους μεγαλύτερους εχθρούς της Ευρώπης. Χρειαζόμαστε αυτήν την αίσθηση συλλογικότητας για να τα καταφέρουμε απέναντι σε όλους και όσα μας απειλούν. Αυτός είναι ο ευρωπαϊκός καταλύτης, ο μοχλός, για καλύτερη και ισχυρότερη Ευρώπη. Έτσι όπως τη θέλουμε: Έναν χώρο ειρήνης, ευημερίας, δικαιοσύνης και προόδου για όλες και όλους».
Όσον αφορά τις εργασίες της Διάσκεψης για το μέλλον της Ευρώπης, τα βασικά διδάγματα και τα επόμενα καθοριστικά βήματα, ο κ. Σχοινάς τόνισε ότι, χωρίς αμφιβολία, πρόκειται «για μία μεγάλη άσκηση ευρωπαϊκής συμμετοχικής Δημοκρατίας», καθώς για έναν ολόκληρο χρόνο οι Ευρωπαίοι πολίτες, και κυρίως οι νέοι, «το αύριο της Ευρώπης, οι καλύτεροι πρεσβευτές μας», βρέθηκαν «στην καρδιά μίας χωρίς προηγούμενο διαδικασίας», που έχει έναν και μόνο στόχο: «Τη διαμόρφωση μίας καλύτερης, ισχυρότερης, πιο κατανοητής Ευρώπης σε έναν κόσμο που δυστυχώς αποδεικνύεται όλο και πιο σκοτεινός, όλο και πιο αβέβαιος. Όπου η Δημοκρατία, οι θεμελιώδεις ευρωπαϊκές αρχές και αξίες μας, δυστυχώς, βρίσκονται σε συνεχή αμφισβήτηση και μόνιμη απειλή».
Υπενθύμισε ότι η Διάσκεψη ξεκίνησε εν μέσω πανδημίας και συνεχίστηκε εν μέσω πολέμου, κάτι, που, όπως είπε, «δεν εμπόδισε τους Ευρωπαίους πολίτες που συμμετείχαν στη Διάσκεψη να καταθέσουν -με σαφή και μαζικό τρόπο- το όραμα και τα θέλω τους».
Από την έναρξη των εργασιών της Διάσκεψης, τον Μάιο του 2021, είχαν συγκροτηθεί τέσσερις Ομάδες Ευρωπαίων Πολιτών με τη συμμετοχή 200 πολιτών από όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ σε κάθε μία, έπειτα από τυχαία επιλογή, οι οποίες κατέθεσαν τις δικές τους συστάσεις στην Ολομέλεια της Διάσκεψης για το αντικείμενό της η κάθε μία. Συγκεκριμένα, η Διάσκεψη για το μέλλον της Ευρώπης έχει υποβάλλει προς τα τρία θεσμικά όργανα της ΕΕ (Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Συμβούλιο της ΕΕ) «49 προτάσεις και 326 επιμέρους εξειδικευμένα μέτρα», τα οποία «αποτελούν τη σκυτάλη που μας έχει δοθεί για να διαμορφώσουμε δράσεις και αποφάσεις για όλα όσα ζητούν και απαιτούν οι Ευρωπαίοι πολίτες, σε όλους τους τομείς, χωρίς παραλείψεις και εξαιρέσεις», όπως επεσήμανε ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν. Πρόσθεσε ότι αυτά αφορούν την κλιματική αλλαγή και το περιβάλλον, την υγεία, την ανάγκη για ισχυρότερη οικονομία, την κοινωνική δικαιοσύνη και το αίτημα για περισσότερες και καλύτερες θέσεις εργασίας, τη θέση της ΕΕ στον κόσμο, τις αξίες που μας ενώνουν, το κράτος δικαίου, την ασφάλεια, τον ψηφιακό μετασχηματισμό, τη μετανάστευση, την εκπαίδευση, τον πολιτισμό, τη νεολαία και τον αθλητισμό.
Ο κ. Σχοινάς διαβεβαίωσε ότι αυτά τα ξεκάθαρα μηνύματα των συμπολιτών μας όχι μόνο λαμβάνονται σοβαρά υπόψη αλλά θα επηρεάσουν καταλυτικά τα επόμενα στάδια στη χάραξη των ευρωπαϊκών πολιτικών. «Κανένας στην ευρωπαϊκή θεσμική τάξη δεν έχει δικαίωμα και δεν πρόκειται να απογοητεύσει τους συμμετέχοντες στη διαδικασία», υπογράμμισε για να συμπληρώσει: «Ο πήχης των προσδοκιών έχει δικαιολογημένα τεθεί πολύ ψηλά και αυτό ακριβώς γεννά την υποχρέωση στην ευρωπαϊκή ηγεσία να ανταποκριθεί με επάρκεια». Διευκρίνισε, ωστόσο, ότι για όλα αυτά ο χρόνος για περισυλλογή και θεωρητικές συζητήσεις δεν είναι ανεξάντλητος και πως «αποδείξαμε την αξία μίας Ευρώπης που δρα στο πεδίο, παίρνει αποφάσεις, αλλάζει τα δεδομένα, διαχειρίζεται με επιτυχία πρωτοφανείς κρίσεις». «Ας είναι η Διάσκεψη για το Μέλλον της Ευρώπης η απαρχή για μία σταθερή, μόνιμη και ισχυρή συμμετοχή των Ευρωπαίων πολιτών στη διαδικασία λήψης αποφάσεων», είπε χαρακτηριστικά.
«Αυτό που συχνά φαντάζει περίπλοκο και συχνά χρονοβόρο ως θεσμικό γνώρισμα της Ένωσης, δηλαδή η συναπόφαση μεταξύ των θεσμικών οργάνων της ΕΕ, τώρα πια πρέπει να περάσει στα χέρια των Ευρωπαίων πολιτών -που με τον λόγο και την ισχύ του λόγου τους- μπαίνουν δυναμικά στη συνδιαμόρφωση αυτής της αυριανής της Ευρωπαϊκής Ένωσης», ανέφερε. Όπως ενημέρωσε, οι πρώτες «απτές αποφάσεις» θα ανακοινωθούν στο πλαίσιο της ομιλίας της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη κατάσταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στα μέσα Σεπτεμβρίου, θα ακολουθήσει μία μεγάλη Διάσκεψη το φθινόπωρο όπου πρωταγωνιστικό ρόλο θα έχουν και πάλι οι πολίτες και οι τελικές κρίσιμες λεπτομέρειες για τις συγκεκριμένες πράξεις που θα οδηγήσουν στις αποφάσεις θα μπουν στο πρόγραμμα εργασίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το 2023. Υπενθυμίζεται ότι από την αρχή της Διάσκεψης τα τρία θεσμικά όργανα της ΕΕ είχαν δεσμευτεί ότι θα προωθήσουν τις συστάσεις της Διάσκεψης ανάλογα με τις αρμοδιότητές τους.
Ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σημείωσε ότι η ΕΕ είναι ανοιχτή «σε κάθε πρόταση και ιδέα που βελτιώνει τη ζωή των Ευρωπαίων», τονίζοντας ότι ακόμη και η τροποποίηση των Συνθηκών της ΕΕ δεν αποτελεί, πλέον, ταμπού και πως «στο μυαλό του κόσμου η Ευρώπη δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι μία δυσνόητη έννοια, κάτι σαν μάθημα πυρηνικής φυσικής, αν μου επιτρέπετε αυτή τη σύγκριση, μια και μιλάω σε ακαδημαϊκό κοινό».
«Ένα και μοναδικό είναι το ερώτημα που απασχολεί δικαιωματικά κάθε Ευρωπαίο και από το οποίο θα κριθούμε τελικά όλοι όσοι έχουμε ευθύνη για τις αποφάσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο: “Τι κάνει η Ευρώπη για μένα;”», επεσήμανε υπογραμμίζοντας ότι η απάντηση σε αυτό το ερώτημα είναι «μία και μάλλον σαφής: Η Ευρώπη θα πρέπει να έχει τη νομιμοποιητική ισχύ, να δίνει λύσεις στα προβλήματα των συμπολιτών μας στο πεδίο, όπως το έπραξε με τη στρατηγική των εμβολίων, όπως το πέτυχε στον Έβρο και όπως αγωνίζεται τώρα να το πετύχει τώρα στην ουκρανική κρίση. Αυτή η νέα Ευρώπη της δράσης πρέπει να έχει και μία ηγεσία που θα νομιμοποιείται από τη βούληση των πολιτών, όχι πια από αποφάσεις σε κλειστές αίθουσες και παζαρέματα. Οι ευρωεκλογές του 2024 μάς προσφέρουν μία μοναδική πολιτική ευκαιρία ακριβώς για αυτήν τη νομιμοποίηση της ευρωπαϊκής ηγεσίας, που είναι ένα κάλεσμα των καιρών. Η απειλή, η ανάγκη, ο εξωτερικός εχθρός, κατά έναν παράδοξο τρόπο, είναι και μία ευκαιρία για την Ευρώπη. Αντίθετα, η αδράνεια, η ακινησία, ο ευδαιμονισμός αποτελούν τους μεγαλύτερους εχθρούς της Ευρώπης. Χρειαζόμαστε αυτήν την αίσθηση συλλογικότητας για να τα καταφέρουμε απέναντι σε όλους και όσα μας απειλούν. Αυτός είναι ο ευρωπαϊκός καταλύτης, ο μοχλός, για καλύτερη και ισχυρότερη Ευρώπη. Έτσι όπως τη θέλουμε: Έναν χώρο ειρήνης, ευημερίας, δικαιοσύνης και προόδου για όλες και όλους».
Το συνέδριο διεξάγεται υβριδικά στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιώς με τη συμμετοχή διακεκριμένων εκπροσώπων των ευρωπαϊκών θεσμών και πολιτικών, της επιστήμης, της πολιτικής και της δημόσιας διοίκησης.